Απαξιωτικός χαρακτηρισμός που, όταν αναφέρεται σε κάποιο άτομο, σημαίνει τον άχρηστο, αυτόν που είναι για πέταμα, το σκουπίδι, το τσόλι (που υπονοείται έντονα μια και είναι παρά φι ομόηχα), τον αναξιοπρεπή, τον μικροπρεπή, που δεν έχει περιεχόμενο, ουσία άρα και ποιότητα, αυτόν που το ηθικό του ανάστημα θυμίζει φιλαράκι της Χιονάτης χωρίς τα φημολογούμενα προσόντα.

Πολύ κοντά στο άδειο μύδι, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ευκολότερα στο γραπτό λόγο στη θέση βαρύτερων και σλανγκικότερων χαρακτηρισμών.

Όταν εκτοξεύεται σα βρισιά είναι -εκτός των παραπάνω- κοντά στα: «βλάκας», «ανόητος», «μισή μερίδα» και ανάλαφρες εκδοχές του «μαλάκας».

Μέχρι εδώ, ξέρει πάνω – κάτω κι ο Μπάμπης.

Παίζει σε εκφράσεις όπως:

---ακόμη δεν βγήκε απ’ το τσόφλι καθόλα ισάξιο του «ακόμη δεν βγήκε απ’ τ’ αυγό» που εκτοξεύεται προς μοιράκια, στραβάδια, νέοπες και γενικά νιάτα κάθε είδους.

---ούτε τσόφλι: τίποτε, καθόλου, κανένας, ούτε κατά διάνοια, ούτε μυρωδιά, ούτε δείγμα.

---άσ’ τα τσόφλια: άσ’ τα σάπια / τα πούστικα που ξέρεις / τις μαλακίες / τις βλακείες / τα μα και μου, όπως φαίνεται και στο π.χ. που δίνει ο GATZMAN εδώ.

Όταν αναφέρεται σε κάποιο αντικείμενο (συνήθως είδος εξοπλισμού, σκαρί, κατασκευή, ακόμη και μηχανοκίνητο) υπονοεί πως από τη μάνα του είναι εύθραυστο, προβληματικό, ευτελές, με περιορισμένες δυνατότητες σε σύγκριση με κάποιο άλλο.

Μ’ αυτή την έννοια, εκτός από απαξιωτικά, μπορεί να εκφέρεται και χαϊδευτικά αφού ακόμη κι αν όταν ονειρεύεσαι Maserati παθαίνεις απανωτές φλοκοδιαρροές, η σχέση λατρείας – μίσους που σε δένει με το όποιο σαραβαλάκι σου δεν σου επιτρέπει παρά μόνο πικραμένη γλύκα στη φωνή όταν το βρίζεις. (Απόρροια του δεσίματος με τα καθημερινά αντικείμενα σε συνδυασμό με το φετιχισμό που καλλιεργεί η καταναλωτική κοινωνία και, κάπου – κάπου, ένα υφέρπον ταξικό μίσος ζευγαρωμένο με φανερή ζήλια για τους έχοντες και κατέχοντες).

1.
Τα σοσιαλιστικά τσόφλια που ψήφισαν το μνημόνιο παρεούλα με την τελειωμένη και τον κωλοτούμπα, δεν έχουν κανένα δικαίωμα στην διαφωνία. Αν διαφωνούν, ας το δείξουν στο Κοινοβούλιο κατά την ψήφιση του νομοσχεδίου, αλλιώς, μόκο και ταβλάκι στο καφενείο της Βουλής.

2.
Σοβαρά το νόημα της ζωής είναι το να έχεις ζωή, όποτε σταματήστε να διαβάζετε χαζά βιβλία και get a life! Που μου διαβάσατε τον τίτλο και νομίζατε ότι θα μιλήσουμε για αστρικό ταξίδι, τσόφλια!!!!

3.
Εγώ που δεν έζησα τίποτα ουσιαστικό, για την ηλικία μου. Κοιτώ τους εικοσάρηδες κι αισθάνομαι ότι έχω γεράσει. Στα 34 μου. Φαντάζομαι ότι φυλάνε κατουρημένες ποδιές για μια θέση στο δημόσιο. Ποιος είσαι εσύ, που θα βρεις μόνιμη δουλειά, ακόμη δεν βγήκες απ’ το τσόφλι;

4.
Ήμασταν καμιά 100αριά άτομα, από τις 8.30 το πρωί. Είχαμε σταθεί στην κύρια είσοδο με πανό και ντουντούκες, διακριτικά «κλεισμένοι» από μια διμοιρία μπλε για να μην κόβουμε την είσοδο. Γύρω (εκτός όσων συνοδεύανε κρατουμένους) μπόλικοι ασφαλίτες, πεζοί και με μηχανάκια, κόβανε κίνηση. Από φασίστες, ούτε τσόφλι.

5.
Μπορεί να είναι ανθεκτικά αλλά χαλάνε. Το ντουλαπάκι και σε εμένα και σε όλους χαλάει εντάξει μου το πέρασαν στην εγγύηση. Εγώ το μεγάλο πρόβλημα που έχω σε 5θυρο και οι πίσω πόρτες είναι οι χειρότερες πόρτες που έχω δει. Είναι τσόφλια τελείως, το έχω ένα χρόνο και κουνιούνται χωρίς να τους κάνω πολύ χρήση. Το χερούλι είναι τελείως πλαστικό σε αίσθηση και τα πλαστικά στις πόρτες σε ανωμαλίες στο οδόστρωμα (όχι λακκούβες) τρίζουν. Αν δείτε 5θυρο ανοίξτε και κλείστε τις πίσω πόρτες να δείτε. Δοκιμάστε μετά και τις μπροστά...

6.
Και μέχρι στιγμής κανένας δεν έχει «πειστήρια». Τι είδους; μια ανάλυση λαδιών μετά από ΧΨ χιλιάδες χιλιόμετρα. Εδώ σε CATERPILLAR, λάδια ημισυνθετικά γνωστής εταιρίας μετά από 200 ώρες non-stop χρήσης (αν γνωρίζει κανείς από Τσιμέντα Χαλκίδος ξέρει για τι τέρατα μιλάω) σε τρελές θερμοκρασίες και καταπονήσεις, ύστερα από ανάλυση και τα λάδια μπορούσαν να βγάλουν κι άλλο και τα κρατάγανε μέχρι 240-250 ώρες!! Και μιλάμε τώρα για το τι καταπόνηση δέχεται το λάδι στα τσόφλια μας;

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ετυμολογικά, απ’ τη «ντρόγκα» που μας ήρθε απ’ την ιταλική «droga» κι αυτή απ’ το αβέβαιης προέλευσης γαλλικό «droge»: προμήθεια, στοκ, εφόδιο. Πιθανώς απ’ το ολλανδικό «droge-vate»: ξηρά βαρέλια ή το «droge waere»: ξηρό υλικό.

Παρεμπιπτόντως, το ξηρό αυτό υλικό συσχετίστηκε λανθασμένα με το περιεχόμενο των βαρελιών που ήταν εμπορεύματα, κυρίως μπαχαρικά και αποξηραμένα βότανα. Όμως τα τότε φάρμακα αποτελούνταν κυρίως από αποξηραμένα βότανα. Έτσι, προήρθε ένας συσχετισμός με φάρμακα και χημικά συστατικά (14ος αιώνας), κατόπιν με δηλητήρια (16ος αιώνας) και μόνο στα τέλη του 19ου αιώνα έγινε συσχετισμός με ναρκωτικά και οπιούχα.

Σημαίνει τον φαρμακωμένο από κάθε είδους φαρμάκι είτε αυτό είναι ντρόγκα, είτε ντόπα, είτε οποιοδήποτε άλλο χημικό κατασκεύασμα που εξασφαλίζει παροδικά είτε επιπλέον αντοχή στην καθημερινή παράνοια, είτε καταστολή των παρενεργειών της (π.χ. κατάθλιψη).

Έτσι, κάποιοι δύστυχοι απόγονοι του homo sapiens παραμένουν στους κόλπους της πολιτισμένης πλην κακούργας κοινωνίας τους προσπαθώντας είτε να της ξεφύγουν έστω και για λίγο, είτε να φανούν αντάξιοι των προδιαγραφών της, είτε να ανταπεξέλθουν τόσο στους απάνθρωπους ρυθμούς της, όσο και στους υπεράνθρωπους στόχους επιτυχίας και κοινωνικής καταξίωσης που αυτή θέτει.

Για το θηλυκό ακούγεται το «ντρογκάτα».

1.
…εδώ τα πράγματα έχουν αρχίσει να σοβαρεύουν, πριν κάνα μήνα είχαμε τους «σουηδούς» που κυκλοφορούσαν με μαχαίρια στην παραλία της πόλης, μετά γεμίσαμε από κλεφτρόνια και ντρογκάτους, τελικά μήπως θα πρέπει να πάρει η πολιτεία-δήμος δραστικά μέτρα, πριν αρχίσουμε να φτάνουμε σε σημεία αυτοδικίας για να προστατέψουμε τις οικογένειές μας;

2.
Αν ζούσαν σήμερα και ήταν κάτι ανάλογο με αυτό που ήταν τότες, ο Γκαίτε θα ήταν νεοταξίτης υπουργός της Μέρκελ και ταυτόχρονα εστέτ συγγραφέας, και πολύ καθίκι της άρχουσας τάξης, ενώ ο Ντασταιέφκσι, θα ήταν ντρογκάτος, αλκοόλας, πανκ άρτιστ στη Μόσχα, αβανγκαρντίστας που θα τον καταλάβαιναν οι συντηρητικοί φιλότεχνοι όσο καταλαβαίνω εγώ από μανδαρίνικα.

3.
όταν α) έχεις το σημαντικότερο παιχνίδι της ιστορίας σου στην Ευρώπη, σε 4 μέρες, β) παίζεις αποδεκατισμένος, χάριν της ελληνικής διαιτησίας, γ) δεν παίρνεις ούτε τα τσόφλια μέσα στο γήπεδό σου, είναι αστείο να συζητάμε για πάθος, αγωνιστικότητα, καλή μπάλα και τα τοιαύτα. Εκτός και είσαι ντρογκάτος σαν τα αστέρια των ουσιών της ιβηρικής.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γράφεται σαφώς συνηθέστερα με τα τρία πρώτα γράμματα κεφαλαία αφού προέρχεται απ' τα γνωστά Μ.Μ.Ε. (μουμουέ: Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ή κατά άλλους –επαναλαμβάνοντας τον Khan και συμπληρώνοντας– Μέσα Μαζικού Εκβιασμού / Εκμαυλισμού / Εκφυλισμού / Ελέγχου / Εξευτελισμού / Εξονειδισμού / Επηρεασμού / Εφησυχασμού ή Μέσα Μαζικής Εθελοτυφλίας / Εξαγρίωσης / Εξαθλίωσης / Εξαπάτησης (η πλέον χρησιμοποιούμενη βαριάντα) / Εξαχρείωσης / Εξημέρωσης / Εξιλέωσης / Εξόντωσης / Εξουθένωσης / Επιτήρησης / Ευθυγράμμισης).

Διαβάζεται μουμουές ή (σπανιότερα) μιμιές με πληθυντικό μουμουέδες ή μιμιέδες αντίστοιχα.

Αναφέρεται απαξιωτικότατα στο γνωστό, πασίγνωστο διαπλεκόμενο και παρατρεχάμενο της Εξουσίας ον, που παπαγαλίζει με υφάκι την εκάστοτε γραμμή που παίρνει, μεγεθύνει το ασήμαντο, αγνοώντας, κάνοντας γαργάρα ή συκοφαντώντας το σημαντικό, λιβανίζει φελλούς, κωλογλείφει τενεκέδες ξεγάνωτους, κανιβαλίζει τον πόνο, τρέφεται με αίμα και σπέρμα, λαϊκίζει ξεφωνίζοντας, αγωνιζόμενο μόνο για τις εντυπώσεις.

Χρωματισμένος, εξασκείται στο πέταγμα λάσπης, είναι τρομολάγνος, εκφράζεται δημοσίως με κλισέ και για πετ φροντίζει κοριούς. Ξέρει περισσότερα απ' όσα λέει και μένει μαλάκας όταν μαθαίνει όσα έπρεπε να ξέρει.

Ακόμη όμως και το σχόλιο του δημοσιογράφου Παύλου Τσίμα για «το πάρτυ στην πλατεία... που διοργανώνεται κάθε βράδυ με επιτυχία» ήταν αρκετό για να ξεσηκωθούν οι «διαδικτυακοί» αγανακτισμένοι, κάνοντας λόγο για «τηλε-καννίβαλους» και «τελειωμένους ΜΜΕδες».

(Απ' το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια έκφραση που μοιάζει ν’ αγνοεί το κυνικό «δεν υπάρχει αρνητική δημοσιότητα», αφού είναι συνώνυμη του αποκαλύπτω / εκθέτω δημοσίως τις βρωμιές κάποιου, ξεμπροστιάζω, διαπομπεύω, εξευτελίζω, διασύρω, ξεφωνίζω, κράζω, υπονοώντας αρνητικό αντίκτυπο αφού του ...κρεμασμένου του λερώνεται το κούτελο και του βγαίνει τ’ όνομα.

Αν και προέρχεται από τη δημοσιοποίηση στις εφημερίδες των όποιων εγκλημάτων κάποιου και, για την ακρίβεια, στα πρωτοσέλιδά τους, αυτά δηλαδή που φαίνονται όταν είναι κρεμασμένες με μανταλάκια στα περίπτερα, οπότε και εξού, έχει φτάσει να περιλαμβάνει και ανάλογες αναρτήσεις στο νέτι.

Αν και παλιάς κοπής, παίζει πολύ τελευταία ειδικά από ΜΜΕδες.

1.
Βασικοί ένοχοι είναι οι πολιτικοί. Κατηγορούν συλλήβδην την ελληνική κοινωνία για κλέφτες και απατεώνες, κρέμασαν στα μανταλάκια της Ευρώπης όλο τον ελληνικό λαό και θέλουν να το κάνουν και σε όσους χρωστούν στην εφορία, αλλά τους εαυτούς τους μονίμως τους καλύπτουν.

2.
«Κρέμασαν στα μανταλάκια» τους μεγαλοφειλέτες
Τα στοιχεία έξι χιλιάδων νομικών προσώπων κερδοσκοπικού χαρακτήρα με ληξιπρόθεσμες οφειλές μεγαλύτερες από € 150.000, «κρέμασε» στο διαδίκτυο το Υπουργείο Οικονομικών.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το επάνω μέρος του γόνατου που μοιάζει με τον ομώνυμο πασίγνωστο κόνδυλο.

Το ‘χω ακούσει, πριν χρόνια, να το χρησιμοποιούν δυο χειροπρακτικοί (άνευ πτυχίου) σε δυο διαφορετικές περιπτώσεις, σφόδρα επώδυνες κι οι δύο.

Προς ανατομική συμπλήρωση της κλιτσινάρας της ironick.

- Τι έμαθα; Σού ‘φεραν βραδιάτικα σηκωτό τον Τάσο;
- Σηκωτό και διπλωμένο. Του ‘χε βγει η πατάτα.

Εδώ τους λέει "επικονδύλους" (από allivegp, 16/10/11)(από allivegp, 16/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιάς κοπής έκφραση που εκτοξεύεται ειρωνικά ή υποτιμητικά με ύφος αγανακτισμένο, απαισιόδοξο ή και ρητορικά ερωτηματικό για να την πούμε σε κάποιον ασυνείδητο γραψαρχίδα ή τέσπα σε κάποιον που δεν λειτουργεί σωστά σε κοινωνικό επίπεδο, που η νοοτροπία του είναι της ελάσσονος προσπάθειας, που δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες του, που πουλάει τρελίτσα, που επιμένει σε αντιλήψεις παρωχημένες, που θα προτιμήσει το άμεσο μικροκέρδος καταστρέφοντας, από το μακροπρόθεσμο που απαιτεί δημιουργικότητα με προσωπικό κόπο.

Δεν περιμένει απάντηση αφού σκοπό έχει να θίξει αυτό που πέθανε όταν γεννήθηκε το συγνώμη, απηχώντας ένα υποτιθέμενο εθνικό απωθημένο – στόχο (αφού Πόλη, η Κωνσταντινούπολη) που όσοι το διατηρούν θεωρούνται πλέον ή ανεδαφικά ρομαντικοί ή τελειωμένοι εθνικιστές επιβεβαιώνοντας ταυτόχρονα μια πανθομολογούμενη διηνεκή εθνική ανεπάρκεια για καθετί ουσιαστικό, ακόμη κι αν είναι άσχετο με μεγάλες ιδέες.

Μπορεί να παίξει παντού –αφορμές δεν λείπουν άλλωστε- αλλά ταιριάζει πολύ σε στρατώνες όταν απευθύνεται σε λουφαδόρους φαντάρους από κοιλαρά λοχαγό που στηλιτεύει το ανύπαρκτο αξιόμαχό τους.

Σε πασίγνωστο μπουρδέλο αποφεύγεται, μάλλον για λόγους τακτ.

1.
Λοιπόν οι του ΛΑΟΣ έχουν μέχρι στιγμής α)Πρόεδρο που υπηρέτησε (;;;) στην Αττική, β)Δυο φυγόστρατους βουλευτές... Εμ, έτσι θα πάρουμε την Πόλη;

2.
Πιο αχάριστοι από όλους είναι ασφαλώς οι συνταξιούχοι. Έχει μάθει η κάθε γριά και ο κάθε γέρος και μου θέλει να ζει αξιοπρεπώς. Σας ρωτάω. Τι θα πει αξιοπρεπώς; Γιατί γινόμεθα φθηνοί; Γιατί ασχολούμεθα συνεχώς με ποταπά πράγματα; Είναι η τιμή της ντομάτας η και του αγγουριού η ακόμα - ακόμα και της πατάτας κάτι το σημαντικό; Έχουν μάθει οι γέροι και τρώνε πατατούλες τηγανητές σαν τα μωρά. Επίσης τους αρέσει η χωριάτικη. Μα κάθε μέρα χωριάτικη; Μερικοί δε έχουν μάθει και τη φέτα. Κάθε μέρα!! Αχάριστοι φίλες και φίλοι. Γιατί γκρινιάζουν; Είναι κανείς στο δρόμο; Μου λέτε για την θέρμανση. Γιατί είχαν και στα χωριά τους θέρμανση οι συνταξιούχοι; Έχω μάθει ότι κάποιοι από αυτούς ανάβουν το καλοριφέρ έως και τρεις ώρες την ημέρα. Ε όχι φίλε συνταξιούχε. Έχεις γίνει μαλθακός. Έτσι θα πάρουμε την Πόλη;
(Ως εδώ από το δίχτυ)

3.
Νεανίας εκσφενδονίζει από το μπαλκόνι σακούλα σκουπιδιών σε όρος που σχηματίζουν παρόμοιες γύρω από τιγκαρισμένους κάδους στο απέναντι πεζοδρόμιο. [Αυτόπτης πεζός στα δεύτερα –άντα:] -Λεβέντηηη!! Έτσι θα πάρουμε την Πόλη!! (sic-k)

Το original (από sstteffannoss, 15/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

---Υποτιμητικός χαρακτηρισμός (ακόμη υποτιμητικότερα: «γιαπωνεζάκι» -που ριμάρει με το «καβασάκι») ο οποίος χρησιμοποιείται συνήθως από κωλοπετσομένους, παλαίουρες ή όχι, δημοσίους υπαλλήλους κι όχι μόνο, πίσω απ’ την πλάτη συναδέλφου (;) που τους χαλάει την πιάτσα με τη μεθοδικότητα (ψείρας, πολύ ψείρας), την εργατικότητα (κι εγώ αν ήμουν νέωψ δε θα σήκωνα κεφάλι), την ευσυνειδησία (αυτός θα σώσει την εταιρεία), την αίσθηση καθήκοντος (έτσι θα πάρουμε την Πόλη), την πιστή εφαρμογή κανονισμών και διαδικασιών (πού θα πάει θα τη μάθει τη δουλειά), την τήρηση του ωραρίου (δεν αντέχει τη γυναίκα του), την απέχθεια στις δημόσιες σχέσεις -aka προσχώρηση σε κλίκες με σκοπό λαμογιές παντός είδους- (δεν ξέρει να παίζει μπάλα) κι άλλα τέτοια αντισυναδελφικά.

Με παρόμοια προσόντα στην μακρινή Ιαπωνία η εξέλιξη, τόσο η μισθολογική, όσο και στην ιεραρχία, όσο και να αργήσει είναι εξασφαλισμένη (εξού κι η ..ετυμολογία) αλλά ...εδώ είναι Μπαλκάνια, πράγμα που σημαίνει πως ο φέρων τέτοια προσόντα μπορεί να μη χαίρει ούτε καν της εκτίμησης των προϊσταμένων του, διεκδικώντας επάξια μόνο το παράσημο του λεβεντομαλάκα.

---Στερεοτυπικά, ο Γιαπωνέζος είναι για μας ένα είδος αρχετυπικού τουρίστα, αφού υποτίθεται πως λόγω της απόστασης της Ιαπωνίας από την Ελλάδα, του χάσματος που χωρίζει τις δυο κουλτούρες, και της ουσιαστικά μηδενικής πρόσβασης του ενός στη γλώσσα του άλλου, δεν έχει ιδέα για το τι σημαίνει Ελληνικός τρόπος ζωής διατηρώντας μια ματιά ιδανικά απροκατάληπτου παρατηρητή.

Η έκφραση «Τι είδε ο Γιαπωνέζος» προέρχεται απ’ την πετυχημένη ομότιτλη επιθεώρηση του 1987, όπου τα κείμενα του Λάκη Λαζόπουλου και της Άννας Παναγιωτοπούλου σκηνοθέτησε ο Ανδρέας Βουτσινάς.

Τόσο αυτή όσο κι οι παρόμοιες (όπου αλλάζει το ρήμα), όταν δεν κυριολεκτούν χαριτολογώντας, χρησιμοποιούνται πρελουδιακά, συνήθως εν είδει τίτλου σε άρθρα παντός είδους τύπου, για να τονίσουν το εξωφρενικά παρανοϊκό (για κάποιον μη εξοικειωμένο) μιας κατάστασης που εμάς δεν μας ξαφνιάζει αν και θα έπρεπε.

1.
- Κάθε φορά που το δημόσιο θα προκηρύσσει διαγωνισμό για οποιαδήποτε θέση, πέραν από τα προσόντα που θα πρέπει να έχει κάποιος, ο υποψήφιος εργαζόμενος θα πρέπει επίσης να δηλώσει τι απολαβές θα ήταν πρόθυμος να λάβει. (……) από τη στιγμή που το δημόσιο θα προσλάμβανε κάποιον, στο συμβόλαιο θα ήταν γραμμένο ότι δεν δικαιούσαι να κάνεις απεργία διότι, οι ετήσιες προσαυξήσεις για κάθε χρόνο εργασίας θα ήταν γραμμένες στην προσφορά που θα έδινε ο κάθε υποψήφιος. (……). Κάθε χρόνο να είναι υποχρεωμένος ο κάθε εργαζόμενος να υποβάλει μειοδοτική προσφορά για τι μισθό θα ήθελε. - Ούτε ο Στρος Καν δε θα το σκεφτόταν αυτό...!!! Κύριε Κ. αν υπάρχει η μετεμψύχωση μάλλον Γιαπωνέζος θα ήσασταν στην προηγούμενη ζωή σας...!!!:):):)

2.
Τι είδε ο Γιαπωνέζος στο Σύνταγμα.
Φόβος, ενδιαφέρον και... συγχαρητήρια από τους πρώτους επισκέπτες του καλοκαιριού που «αγανάκτησαν» μαζί με τους Αθηναίους

(Όλα από το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα σινάφια μηχανόβιων αποτελεί υποτιμητικό χαρακτηρισμό για τον οδηγό ΙΧ -κυρίως- αυτοκινήτου (το οποίο, όπως πολύ καλά ξέρει ο Σαραντάπηχος, αποκαλούν κουτί, οπότε και εξού).

Χρησιμοποιείται υπονοώντας τη γνωστή αλαζονική συμπεριφορά του οποιουδήποτε οτινάνα εποχούμενου σε τετράτροχο, απέναντι στους «διτροχάκηδες» κάθε είδους, μόνο και μόνο γιατί μπορεί λόγω συγκριτικού μεγέθους.

Συμπεριφορά που οφείλεται, επιπλέον, είτε σε άγνοια, είτε ακόμη και σε ζήλια, σαν αποτέλεσμα μιας φλούφλικης ανατροφής που από τη φυσική ακολουθία ξύλινο αλογάκι – τρίκυκλο ποδηλατάκι – πατίνι - ποδήλατο – παπί – μηχανή - αυτοκίνητο παρέκαμψε ό,τι δίτροχο η μαμά θεωρεί μη ασφαλές.

  1. Πριν σαράντα μέρες περίπου βλάκας κουτάκιας έριξε κάτω την κόρη μου, υλικές ζημίες ευτυχώς. Μετά από δέκα μέρες περίπου άλλος κουτάκιας χτυπάει το χχ του γιού μου σταματημένο, αλλαγή μούρης πάει κι αυτό. Χτες το μεσημέρι άλλος κουτάκιας κοπάνησε με την όπισθεν την δικιά μου Paneuropean, πάει μούρη, καθρέπτες, φέριγκ, φτερό. Γαμώ την γκαντεμιά μου .

  2. (…)Με τη μηχανή υπάρχουν 3 τρόποι (σ.τ.σ.: να περάσεις τα διόδια δίχως να πληρώσεις):
    α) περνάς ανάμεσα από το τελείωμα της μπάρας και τον κώνο, β) φτάνεις ως την μπάρα και σπρώχνεις σιγά σιγά, γ) όταν πληρώνει ο κουτάκιας η μπάρα είναι ανοιχτή, περνάς ανάμεσα απ το αυτοκίνητο και τον τοίχο και φεύγεις κύριος.

(Όλα από το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σαφώς συχνότερα στο γ’ πρόσωπο, παίζει μεταξύ εγχώριων Αυστριακών.

Σημαίνει τον αναξιόπιστο, αυτόν που δεν έχει μπέσα, που δεν κρατά το λόγο του, που δεν ξηγιέται παντελονάτα αλλά πούστικα, που δεν μπορείς να τον πιάσεις από πουθενά, που άλλα σκέφτεται, άλλα λέει κι άλλα κάνει (όχι απαραίτητα μ’ αυτή τη σειρά), που δεν μετράει ο λόγος του.

1.
Αυτοί «δεν έχουν ίσιο κρέας» Γιώργο, να το ξέρεις καλά. Η πάγια τακτική τους είναι να αναβάλουν στο διηνεκές όλα τα ζέοντα θέματα που τους αφορούν και που άπτονται της εξωτερικής τους πολιτικής. Προσπαθούν πάντοτε, το όποιο θέμα, με τα γνωστά τους κόλπα, να το τρενάρουν, να περάσουν αρκετές δεκαετίες (δες Κυπριακό, Αιγαίο κλπ) και μετά σου λένε αυτά μετά από τόσα χρόνια είναι δικά μας και μάλιστα de jure. O Τούρκος ποτέ δεν υποχωρεί και δεν παραιτείται σε εδαφικές κατακτήσεις και διεκδικήσεις. Τελεία και παύλα. Το έχουν στο αίμα τους και στην θρησκεία τους (τζιχάντ).

2.
Αλλά και στο έπος του ’40, παρά τη συνήθη αυτολογοκρισία των βετεράνων του, παρόμοια περιστατικά δεν έλειψαν. «Εδώσαμε μία μάχη κι επιάσαμε 800 με 900 αιχμαλώτους», αφηγείται π.χ. ένας τσολιάς απ’ την Αιτωλοακαρνανία. «Τα πέταξαν τα όπλα. Πάνε να τους παραδώσουνε αυτούς. Όπως τους πάαιναν, τους έβαλαν σε μια χαράδρα και τους λιάνισαν με τα πολυβόλα. Κάτι λίγοι γλίτωσαν. Έφτασαν άλλοι στρατιώτες: ‘Ρε γαϊδούρια του κερατά, αφού παρουσιάστηκεν ο κόσμος, θα τους σκοτώσετε; Τι σας φταίνε; Όπλα δεν έχουνε!’ Κόσμος ήταν αυτήνοι; Αυτός δεν ήταν κόσμος! Α, ρε τι κάνουνε οι Έλληνες! Δεν έχουμε ίσιο κρέας πουθενά» (Γ. Κραμπής, «Στα χαρακώματα. Δεκαεννιά αυθεντικές μαρτυρίες πολεμιστών του 1940-41», Αθήνα 1991, σ.26).

3.
Πάλι δεν με έβαλαν στην κυβέρνηση ρε γαμώτη;;; Τι πράματα είν’ αυτά, δεν υπάρχει ίσιο κρέας στην πολιτική!!!

(όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο άντρας ο πολλά βαρύς δεν τα γουστάρει τα λόγια τα πολλά κι ο λόγος του έχει το βάρος των ασήκωτων αρχιδιών του. Κάθε μα και μου είναι ροχάλα στο καθαρό του κούτελο από κάποιους που δεν τη σακουλεύτηκαν με ποιον έχουν να κάνουν.

Μια γείωση με σαφή υπόκρουση ασαφούς απειλής σαν αυτή, (με το «μια», στακάτο) κόβει τον αέρα κάθε μαλάκα σπασαρχίδa και το μπίρι – μπίρι του, επαναφέροντας τον κόσμο στα ίσα του.

1.
Χρ., κόψε τις μαλακίες. Και εγώ μια φορά μιλάω.

2.
Χα...Χα... Τι αυστηρότητα είναι αυτή;;; Λες και βλέπεις την προσωποποίηση του δημοσίου στο myphone.... :lol: Σιγά μην ψάχνουν και την στάμπα της Kodak.... :lol: Να είσαι σίγουρη πως κανένας δεν προσέχει τέτοιες λεπτομέρειες.... ;) εγώ μια φορά μιλάω :w00t: :lol: :lol: να είσαι σίγουρος ότι ΔΕΝ τα κοιτάνε καθόλουυυυ.

3.
Τα σχόλια των ηλίθιων στο εξής θα σβήνονται. Μια φορά μιλάω, αν δεν καταλαβαίνετε τι σας λέω, βρείτε άντρα να του φορτωθείτε! Ψυχικά δεν κάνω...

(όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published