Ανωτάτη Τιναχτική Eλαιοδένδρων.
Ο πονηρός είσαι εσύ ρε φίλε, εμείς δεν ξέρουμε την τύφλα μας. Έχουμε τελειώσει, βλέπεις, την Α.Τ.Ε. ενώ εσύ είσαι πανεπιστήμονας.
Ανωτάτη Τιναχτική Eλαιοδένδρων.
Ο πονηρός είσαι εσύ ρε φίλε, εμείς δεν ξέρουμε την τύφλα μας. Έχουμε τελειώσει, βλέπεις, την Α.Τ.Ε. ενώ εσύ είσαι πανεπιστήμονας.
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Κουνιέμαι υπερβολικά περπατώντας δημοσίως.
Σιγά ρε παιδί μου, μην κουνιέσαι τόσο, θα χυθεί ο αφρός του φραπέ.
Got a better definition? Add it!
Εφαψίας.
- Είχε μεγάλο στριμωξίδι στο μετρό το πρωί και βρήκε ευκαιρία ένας ψυχάκιας χούφτερμαν να χουφτώσει μια γυναίκα. Έφαγε όμως με τη σειρά του μια τσιμπιά στα παπάρια κι ακόμα σκούζει ο ανώμαλος.
Got a better definition? Add it!
Κουνιέμαι υπερβολικά περπατώντας στον δρόμο.
Η τύπισσα κουνιόταν σα να είχε καταπιεί τον Εγκέλαδο. Όλοι την σχολίαζαν, αλλά αυτή καμάρωνε.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που χώνεται παντού απρόσκλητος και αναπάντεχα, σαν την πορδή.
-Μη πετιέσαι ρε φίτσουλα εκεί που δε σε σπέρνουν...
Got a better definition? Add it!
Βαρύ φτηνιάρικο άρωμα που μυρίζει από μακρυά και σε απωθεί.
- Μας φλόμωσες αδελφάκι μου με το πατσουλί που φόρεσες.
- Πατσουλί το POISON, πρώτη φορά το ακούω.
Got a better definition? Add it!
Ο έχων ό,τι λέει η λέξη.
Πολύ κομπλεξάρας ρε παιδιά ο τύπος. Μόνο άνδρες πήγαμε στην ερημική παραλία, όλοι πέσαμε γυμνοί στη θάλασσα, κι αυτός ντρεπόταν να βγάλει το σώβρακο. Λες να 'ναι κοντοτσούτσουνος;
Βλ. και μικροτσούτσουνος, ρεβιθοτσούτσουνος, τσουτσούνι, το
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Αυτή που γουστάρει πολύ κάθε είδους πούτσο.
- Μάντεψε ποια συνάντησα σήμερα με τον νέο της γκόμενο αγκαλιά: την Πιπίτσα.
- Α, την κυρία Χατζηπούτσογλου θες να πεις; Τι νέο γκόμενο μωρέ, ξεπέτα κάνει.
Got a better definition? Add it!