Η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως όταν πρόκειται να γίνει χαμός σε μια κατάσταση, για να δηλώσει το χάος, την βία.

  1. Καλά αυτή η ταινία γαμάει, κάτσε να την δούμε, σε λίγο αρχίζει και το ματομούνι.

  2. Πωπω, τι ματομούνι είναι αυτό; Πάμε να φύγουμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τσαγωτό ή και τσαγάκι, είναι όταν ο άντρας βάζει-βουτάει το παπαροσάκουλό του στο στόμα της γυναίκας, και εκείνη το δέχεται στο στόμα της σαν ποτήρι. Το όνομα είναι παρμένο απο τον τρόπο που λειτουργεί το σακουλάκι του τσαγιού στο ποτήρι με το νερό ώστε να πάει παντού το άρωμα του τσαγιού χωρίς να πέσουν μέσα στο νερό τα αποξηραμένα φύλλα του τσαγιού.

  1. Πω καλά, παιδιά η Γιώτα μου έκανε ένα τσαγωτό εχθές...

  2. Έλα μωρό μου, πού είσαι; Θα έρθεις από το σπίτι, να ετοιμάσω το τσαγάκι σου;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη χρησιμοποιείται όταν κάποιος θέλει να χαρακτηρίσει μια γυναίκα (συνήθως) ως πολύ όμορφη με μια πιο λαϊκή χροιά όμως.

  1. Πωπω τι μανάρι είναι αυτό; Ντίντζιταλ Ντίντζιταλ...

  2. Το Μαράκι είναι πολύ ντίντζιταλ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται ως μη ανδροπρεπής χαιρετισμός, αλλά και ως εκδήλωση θαυμασμού. Συχνά την χρησιμοποιεί κανείς όταν θέλει να μιμηθεί κάποιον gay γιαυτό και η λέξη αυτή είναι άμεσα συνδεδεμένη με τους ομοφυλόφιλους.

- Γιαννάαααααακηηη; Τσουτσουμπρούτζου!

- Τι καλέ αυτός δηλαδή είναι τσουτσουμπρούτζου τελείως;

- Άσε με ρε μαλάκα, εγώ είμαι άντρας, δεν τα μπορώ αυτά τα τσουτσουμπρούτζου.

ΑΜΑΝ (τσουτσουμπρούτσου) (από patsis, 09/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσβλητικός χαρακτηρισμός, εναλλακτική και ίσως ελαφρότερη εκδοχή του του ζώοv.

-Μπιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιπ, άιντε ρε ζωάδι κουνήσου!

-Καλά συγνώμη, ήπιες όλο τον χυμό ρε ζωάδι;

-Πραάοουυ (κλανιά) -Μπράβο, ζωάδι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως τυράκι μπορούν να χαρακτηριστούν και τα υπολείμματα από το ξύσιμο της φτέρνας (νεκρά κύτταρα του ποδιού).

Μισό λεπτάκι Κική, να πετάξω το τυράκι που έβγαλα από τις φτέρνες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κανονικά είναι η λαμπάδα που ανάβουνε στην εκκλησία, άλλα την έκφραση την χρησιμοποιούν και οι κάγκουρες όταν πάνε ένα μηχανάκι (συνήθως GLΧ) με σούζα.

- Πω-πω παιδιά έρχεται ο Τάκης, λαμπάδα το πάει πάλι.

-Δώσε μου να το πάω μια λαμπάδα.

(από Αnagno, 01/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ανδρικό μόριο, χρησιμοποιείται όταν κάποιος δεν θέλει να πει την λέξη π@@τσα.

- Μαλάκα έριξα έναν πουτσαρίκο στην Γεωργία εχθές...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified