Σκωπτικό προσωνύμιο το οποίο έχουν δώσει οι πολιτικοί του αντίπαλοι στον νυν (την ώρα που γράφεται το άρθρο) πρωθυπουργό της χώρας Αντώνη Σαμαρά καθότι, κατά δήλωση του ιδίου, σε ερώτηση πολίτη η οποία έγινε κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής εκπομπής για το αν έχει εργασθεί ποτέ στη ζωή του προτού ασχοληθεί με την πολιτική, ανέφερε ως εργασία το γεγονός ότι διατηρούσε πιτσαρία μαζί με συμφοιτητές του στην Αμερική.

Έκτοτε, οι πολιτικοί του αντίπαλοι του κόλλησαν το προσωνύμιο «πιτσαδόρος» θεωρώντας μάλλον ευτελές το να διατηρεί κάποιος πιτσαρία καθώς για αυτούς πραγματική δουλειά είναι μόνο το γιαπί, το πηλοφόρι, μυστρί, αφού ως γνωστόν είναι μπρουτάλ άνδρες και όχι αμερικανάκια. Πολλοί μάλιστα, για να δηλώσουν την πλήρη απαξία τους στο πρόσωπό του, τον αναφέρουν σκέτο «ο πιτσαδόρος» χωρίς καν να αναφέρουν το όνομά του.

1. Ο πιτσαδόρος Σαμαράς δίνει μπιρ παρά το δικαιώματα της ΕΡΤ

2. Φάκελος «Classics σα(χλα)μαράδων»: Όταν ο πιτσαδόρος καλούσε σε αποστασία από την τσοντοφυλλάδα των «Νέων»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τηλεόραση στην αργκό των κληρωτών του Πολεμικού Ναυτικού είναι ο μικρός στρατιωτικός σάκος σε σχήμα τετραγώνου, ο οποίος δίνεται στην κατάταξη μαζί με το λουκάνικο και τα υπόλοιπα είδη που μοιράζονται στους ναύτες.

Ονομάστηκε έτσι από τους ναύτες γιατί στο σχήμα φέρνει (κάπως) στις παλιές τετράγωνες τηλεοράσεις. Σε αυτόν τον σάκο μπαίνουν τα πολιτικά είδη τα οποία φέρνει μαζί τους στην κατάταξη ο ναύτης, αλλά γενικά χρησιμεύει για να βάλεις ο,τιδήποτε που θέλεις να κρατήσεις με το ένα χέρι.

- Είδες τι κάνει για μας το Π.Ν.; Εκτός από το λουκάνικο και τα υπόλοιπα πράγματα, μας δίνει και τηλεόραση!
- Σωστός, φίλε. Τύφλα να 'χουν οι τριανταδυάρες χάι ντεφινίσιον. Το Π.Ν. είναι αλλού...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τη λέξη αυτή χρησιμοποιούν άνθρωποι των παλαιότερων γενεών (60 και άνω) όταν θέλουν να αναφερθούν συλλήβδην στα κινούμενα σχέδια, αλλά και στις φιγούρες που υπάρχουν στα ηλεκτρονικά βιντεοπαιχνίδια. Υποθέτω ότι αυτή η λέξη προέκυψε καθώς οι μόνες κινούμενες φιγούρες τις οποίες γνώριζαν οι παλιοί ήταν αυτές του θεάτρου σκιών και μόλις είδαν τα κινούμενα σχέδια, αμέσως τα συσχέτισαν με τον καραγκιόζη.

Ο όρος αυτός βέβαια έχει και μία υποτιμητική χροιά καθώς οι παλιοί πάντοτε πίστευαν ότι τα κινούμενα σχέδια ή απασχολούν συνεχώς τα παιδιά και αυτά δεν κάνουν πιο σημαντικές δουλειές (όπως το διάβασμα) ή δε βγαίνουν στις αλάνες να παίξουν όπως έκαναν αυτοί παλαιότερα...

  1. Ο μικρός, αντί να ανοίξει κανένα βιβλίο, είναι όλη τη μέρα μπροστά στην τηλεόραση και βλέπει τα καραγκιοζάκια. Να δω τί θα κάνει αυτό το παιδί στη ζωή του...

  2. - Βγείτε και καμία βόλτα να πάρετε λίγο αέρα. Όλη τη μέρα είστε μπροστά στο κομπιούτερ και παίζετε με τα καραγκιοζάκια. Όταν ήμασταν στην ηλικία σας, ήμασταν στις αλάνες και παίζαμε όλη τη μέρα...
    - Αλλάζουν οι εποχές παππού... Αν είχατε κι εσείς τότε το WoW, δε θα ήσασταν στις αλάνες, το είπε και ο Mikeius.

(από Protoslangarios, 18/12/12)(από Protoslangarios, 18/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλεφάντεια έκφραση η οποία έγινε γνωστή μέσα από ένα εξάλεπτο ηχητικό απόσπασμα με διάφορες δηλώσεις του εν λόγω προπονητή στην εκπομπή του Γιώργου Μύρτσου. όπου συνεχώς αυτοαναιρείται. Η συγκεκριμένη έκφραση αφορά αγώνα Ολυμπιακού-ΠΑΟ την αγωνιστική περίοδο 2003-2004 (Ο Ολυμπιακός αγωνιζόταν στο γήπεδο της Ριζούπολης), όπου ο Αλέφαντος προέβλεπε την εξευτελιστική ήττα του ΠΑΟΚ από τον Ολυμπιακό, χρησιμοποιώντας την παραπάνω έκφραση, ενώ προηγουμένως έκανε πρόβλεψη για όλα τα αποτελέσματα του ΠΑΟΚ(!) Τελικά ο ΠΑΟΚ κέρδισε τον Ολυμπιακό 1-2 (στερώντας του ουσιαστικά το πρωτάθλημα) και ο Αλέφαντος ανασκεύασε τις δηλώσεις του την επόμενη ημέρα...

Η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται κυρίως για να δηλώσει κάποιος τη βεβαιότητά του ότι μια συγκεκριμένη αναμέτρηση σε κάποιο σπορ (ή και γενικότερα) έχει κριθεί εκ των προτέρων και αυτό θα φανεί με το που θα μπουν οι παίκτες στο γήπεδο. Κυρίως λέγεται η έκφραση για να τρομοκρατήσει τον αντίπαλο ώστε να μην μπει καν στη διαδικασία να αγωνισθεί.

  1. Την άλλη εβδομάδα παίζουμε με τη Δόξα Κωλοπετεινίτσας στο γήπεδό μας. Με λίγα λόγια, καλώς τα παιδιά, 3-0...

  2. Κοίτα ρε που θέλουν να κοντράρουν το Πορσικόμας με αυτό το κονσερβοκούτι. Καλώς τα παιδιά, 3-0!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μειωτικός όρος ο οποίος χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει τους οπαδούς του είδους μουσικής το οποίο αποκαλείται «έντεχνο» από όσους αποστρέφονται το συγκεκριμένο είδος. Ο χαρακτηρισμός για τη γυναίκα οπαδό του συγκεκριμένο είδους είναι «εντεχνιάρα» και τα τραγούδια αποκαλούνται «εντεχνιάρικα». Σχηματίζεται από το επίθετο «έντεχνος» και το νεοελληνικό (συνήθως μειωτικό) πρόθεμα -ιάρης (κατά το μυξιάρης, ερωτιάρης, κοκαλιάρης κλπ)

Επειδή το συγκεκριμένο είδος είναι συνήθως κράμα διαφορετικών ειδών μουσικής (ροκ, λαϊκής, ακόμα και παραδοσιακής), αυτόν τον όρο τον χρησιμοποιούν οι οπαδοί των συγκεκριμένων ειδών επειδή θεωρούν ότι όσοι ακούν έντεχνοι είναι φλώροι γιατί δεν ακούν το «καθαρό» είδος που ακούνε αυτοί, αλλά το νοθευμένο «έντεχνο».

Οι καλλιτέχνες τους οποίους αρκεί απλώς κάποιος να αναφέρει για να χαρακτηρισθεί «εντεχνιάρης» είναι ενδεικτικά οι εξής: Ελεονώρα Ζουγανέλη, Νατάσα Μποφίλιου, Γιάννης Χαρούλης, Λουδοβίκος των Ανωγείων, Χαΐνηδες, Αλκίνοος Ιωαννίδης, Μελίνα Κανα, Θανάσης Παπακωνσταντίνου, Φίλιππος Πλιάτσικας, Αδελφοί Κατσιμίχα, ΠΥΞ-ΛΑΞ, Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, Σωκράτης Μάλαμας κλπ.

  1. - Έχω κανονίσει με την κοπελιά να πάμε αύριο στη συναυλία της Μποφίλιου.
    - Όχι ρε φίλε, με εντεχνιάρα πήγες κι έμπλεξες;
    - Τί να κάνεις, ο έρωτας θέλει θυσίες...

  2. - Άκουσες καθόλου τον νέο δίσκο του Μάλαμα; Σκέτη ποίηση...
    - Πες μου ότι μας βγήκες κι εσύ εντεχνιάρης τώρα...

  3. - Μας είπαν ότι το μαγαζί παίζει λαϊκά και αντί να ακούσουμε Στράτο Διονυσίου ή έστω λίγο Βασίλη Καρρά, ακούγαμε όλη τη νύχτα Μάλαμα και Μελίνα Κανά. Πήξαμε στα εντεχνιάρικα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το συγκεκριμένο πρόθεμα προέρχεται από τα αρχαία ελληνικά και δηλώνει την έννοια του «μακριά». Χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στην εποχή της βιομηχανικής επανάστασης κυρίως στην Αγγλική και στη Γαλλική γλώσσα στη σύνθεση λέξεων οι οποίες περιέγραφαν εφευρέσεις οι οποίες κυρίως έδιναν τη δυνατότητα στους ανθρώπους να επικοινωνούν από μακρινές αποστάσεις, π.χ. telegraph, telephon, television. Επειδή αυτές οι λέξεις είναι συντεθειμένες από ελληνικές ρίζες, ευκολότατα εισήχθησαν στην ελληνική γλώσσα ως αντιδάνεια. Έτσι έχουμε τους πασίγνωστους όρους «τηλεόραση», «τηλέφωνο», «τηλέγραφος» κλπ.

Η σλανγκική όμως έννοια του προθέματος τηλε-,την οποία πραγματεύεται το παρόν άρθρο, συνίσταται κυρίως στη χρήση του προθέματος στην τηλεόραση και κατ' επέκτασιν με τη μεταφορά του σε άλλες λέξεις οι οποίες χαρακτηρίζουν ανθρώπους με μία ελαφρώς ή και εντόνως μειωτική χροιά.

Μπορεί τα τελευταία χρόνια η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων να είναι εξοικειωμένη με αυτό το επικοινωνιακό μέσο, αλλά η έννοια της τηλεόρασης, ιδίως την τελευταία εικοσαετία με την είσοδο των ιδιωτικών σταθμών, έχει καταστεί συνώνυμη στο υποσυνείδητό μας με έννοιες όπως η παρακμή, η ρηχότητα και η κιβδηλότητα και κατ' αυτόν τον τρόπο οτιδήποτε προβάλλεται (ιδίως όταν αυτό συμβαίνει πολύ συχνά) από το συγκεκριμένο μέσο, φαίνεται να αποκτά αυτές τις ιδιότητες.

Έτσι, το επάγγελμα του βιβλιοπώλη, καθ' όλα σεβαστό κατά τ'άλλα, όταν πάρει το πρόθεμα τηλε- γίνεται μειωτικός όρος και, όπως γνωρίζουμε, χρησιμοποιείται κυρίως από όσους θέλουν να μειώσουν τον Άδωνι Γεωργιάδη ο οποίος μέσω της εκπομπής του έκανε αυτό το επάγγελμα. Αντίστοιχα, ο όρος αυτός χρησιμοποιείται για διάφορους οι οποίοι κάνουν οικονομολογικές αναλύσεις μέσω τηλεοράσεως ιδίως τα τελευταία χρόνια με το πρόβλημα της κρίσης ή τους μάγειρες οι οποίοι παρουσιάζουν εκπομπές μαγειρικής αλλά και άλλες περιπτώσεις.

Με λίγα λόγια, υπάρχει η συνυποδήλωση ότι στην πραγματικότητα όσοι παίρνουν αυτήν την ιδιότητα αντιμετωπίζουν το θέμα τους ως ένα τηλεοπτικό προϊόν το οποίο θέλουν να προωθήσουν στους καταναλωτές. Αυτό βέβαια συμβαίνει επειδή η ιδιωτική τηλεόραση στηρίζει τη χρηματοδότησή της από τις διαφημίσεις και ως εκ τούτου τίποτα δε γίνεται από αγνό ενδιαφέρον για το κάθε αντικείμενο, αλλά μόνο και μόνο για οικονομικούς σκοπούς.

Όπως είπα και πριν, ο μειωτικός τόνος τον οποίο προδίδει σε κάποια συγκεκριμένη ιδιότητα αυτό το πρόθεμα, δεν είναι πάντοτε ο ίδιος και αυτό εξαρτάται από τα συμφραζόμενα τα οποία χρησιμοποιεί ο κάθε ομιλητής. Ενδεχομένως, κάποιες φορές να μην υπάρχει καν μειωτικός τόνος, όπως παραδείγματος χάριν στη λέξη «τηλεπαρουσιαστής». Εγώ πάντως στέκομαι περισσότερο στις περιπτώσεις όπου η χρήση είναι τέτοια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συγκεκριμένη φράση χρησιμοποιείται κυρίως από τους Πατρινούς και αυτούς οι οποίοι ζουν στην ευρύτερη περιοχή της Αχαΐας (κυρίως της δυτικής) όταν αναφέρονται σε τριτοκλασάτους τραγουδιστές ή οργανοπαίκτες οι οποίοι γυρνούν στα πανηγύρια της Αχαΐας. Επειδή τα δύο συγκεκριμένα χωριά της Αχαΐας είναι σε αρκετά κοντινή απόσταση, η φράση δηλώνει ότι στην πραγματικότητα είναι παντελώς άγνωστοι. Τα ονόματα τέτοιων καλλιτεχνών τα μαθαίνεις συνήθως μέσα από τις πολιτιστικού περιεχομένου εκπομπές του μεγάλου ραδιοφωνικού παραγωγού επ' ονόματι Μπλάκμαν.

Η φράση μπορεί κατ' επέκτασιν να χρησιμοποιηθεί και για διάφορους τύπους οι οποίοι το παίζουν φίρμα ενώ στην πραγματικότητα δεν τους ξέρει ούτε η μάνα τους.

  1. Άκουσες ποιος θα έλθει να τραγουδήσει στο πανηγύρι του χωριού μας; Μεγάλη διασημότητα! Είναι γνωστός από Λάππα μέχρι Καγκάδι.

  2. Πού τους βρίσκει όλους αυτούς ο Μπλάκμαν και τους παρουσιάζει στις εκπομπές του; Αυτοί είναι γνωστοί από Λάππα μέχρι Καγκάδι!

  3. - Εμένα που με βλέπεις φίλε, είμαι πρώτη φίρμα στην περιοχή. Μόλις μπαίνω στα κλαμπ, μου κάνουν τεμενάδες οι πορτιέρηδες
    - Ναι, το ξέρουμε, είσαι μεγάλη διασημότητα. Σε ξέρουν όλοι από Λάππα μέχρι Καγκάδι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified