Η ίγκλα είναι φαρδύς δερμάτινος ιμάντας (λουρί) με τον οποίον δένουμε γύρω από την κοιλιά του υποζυγίου (γομαριού) το σαμάρι για να το στερεώσουμε.

Ξεΐγκλωτος, δηλαδή χωρίς ίγκλα, είναι μεταφορικά ένα άτομο που είναι ατημέλητο ή είναι γενικά χωρίς συγκρότηση.

- Μπορούμε να βασιστούμε σε αυτόν;
- Δεν ξέρω, μου φαίνεται λίγο ξεΐγκλωτος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση πείνας, ασιτίας. Λέγεται στην Πελοπόννησο.

Έχεις τίποτα για φαγητό; Κόλλησε το στομάχι μου από την αφαγανίλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση απαντά στην Πελοπόννησο και λέγεται όταν καταναλώνουμε γάλα, τσάι ή άλλο ρόφημα με ψωμί, παξιμάδι ή άλλη στερεά τροφή, χωρίς να βουτάμε (δηλ. παπάρα), αλλά πίνοντας γουλιές και τρώγοντας μπουκιές εναλλάξ.

- Βούτα, παιδί μου, το παξιμάδι στο γάλα για να μαλακώσει...
- Όχι, μου αρέσει καλύτερα δαγκορούφι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Την εν λόγω «τράπεζα» ανέφεραν οι παλαιότεροι άρρενες (πατεράδες, θείοι, παππούδες), εννοώντας μεταφορικά τις γκόμενες (πιο συγκεκριμένα το μουνί τους), χάριν των οποίων οι άντρες ξόδευαν αφειδώς τα λεφτά τους προκειμένου να τις συντηρούν η να πηδούν επί πληρωμή κατά περίπτωση. Δηλ. «κατέθεταν» τα λεφτά τους σε αυτήν την «τράπεζα».

Βέβαια, στην εποχή μας που η πλειοψηφία των γυναικών το διατηρεί ξουρισμένο η αποτριχωμένο, έχει ατονήσει αυτή η έκφραση.

- Τόσα λεφτά βγάζει ο Μάκης και δεν είχε να μου δώσει κάτι λίγα που είχα ανάγκη.
- Λογικό. Αφού όλα τα λεφτά του τα καταθέτει στην τράπεζα.
- Σοβαρά; Σε ποια τράπεζα δικέ μου;
- Στην μαλλιαρή τράπεζα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε όταν για ένα θέμα υπάρχουν πολλές διαφορετικές γνώμες και έτσι δεν παράγεται αποτέλεσμα.

Δεν θα βγάλουμε άκρη με τα κοινόχρηστα. Εδώ μέσα είναι κάθε πούτσα και τυρόπιτα.

(από σφυρίζων, 09/12/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αν κάποιος έχει πολύ καιρό να πηδήξει, μπορεί να πάθει μουνιοκατάθλιψη!

- Τί έχει ο Πελοπίδας καί δέν μιλιέται;
- Φίλε, έχει να πηδήξει από την μάχη τού Μαραθώνα. Πρέπει να του βρούμε επειγόντως γκόμενα, γιατί θα πάθει μουνιοκατάθλιψη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δευτερεύον φορτίο (μικρό), συνήθως φαγητό, μικροπράγματα κ.λ.π., που μετέφεραν οι αγρότες με τα υποζύγια (γομάρια) μαζί με το κυρίως φορτίο, που ήταν φορτωμένο στις δύο πλευρές του ζώου. Το μισογόμι ήταν στον χώρο του σαμαριού ανάμεσα στο κύριο φορτίο στην πλάτη του ζώου. Μισογόμι ταξίδευαν και τα νήπια όταν δεν είχαν άνθρωπο να τα αφήσουν και τα έπαιρναν οι γονείς τους στα χωράφια όλη την ημέρα, σαν ολοήμερο νηπιαγωγείο ας πούμε.

Μεταφορικά λέγεται για κάποιον που βολεύεται και την βγάζει εκμεταλλευόμενος την προσπάθεια και φροντίδα άλλων, χωρίς να κάνει ιδιαίτερη προσπάθεια ή φροντίδα ο ίδιος, κατ' αναλογία των μικροφορτίων που μεταφέρονται με το κυρίως φορτίο, αφού ούτως ή άλλως το δρομολόγιο εκτελείται.

- Ρε φίλε, αυτός ο γείτονας όλη την ημέρα τεμπελιάζει, πώς ζεί;
- Την βγάζει μισογόμι στο σπίτι του αδελφού του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει κατασκευάζω πολυκατοικία. Οι κατασκευαστές-εργολάβοι διακρίθηκαν στο ''σήκωμα'' πολυκατοικιών κυρίως κατά τις δεκαετίες '60 καί '70,όταν ανθούσε η αλήστου μνήμης αντιπαροχή. Τότε λοιπόν ήταν συχνή αυτή η έκφραση. Σήμερα βέβαια τείνει να εκλείψει, αφού δεν ''σηκώνονται'' πολυκατοικίες πλέον.

- Πολύ παραδάκι ο τύπος λέμε. Τι δουλειά κάνει;
- Σηκώνει πολυκατοικίες και έχει χεστεί στα φράγκα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λέγεται η κατεργαριά, η μικροαπατεωνιά,το πονηρό κόλπο, η «λαδιά» που μπορεί να γίνει εις βάρος κάποιου.

Μου έκανε κατσαγανιά ο χασάπης ο Θρασύβουλας. Ανακάτεψε στη ζούλα ένα σκασμό ξύγκια με τον κιμά που μου έκοψε χθες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε, μεταξύ σοβαρού και αστείου, σε κάποιον που τρώει κάτι χωρίς να δίνει και σε μας, ή τον έχουμε άχτι για κάποιον λόγο. Και εννοούμε να του κάτσει στον λαιμό αυτό που τρώει και επίσης να τον πειράξει, δηλαδή να τον πάει τσιρλιπιπί ή αλλέως κόψιμο.

- Δώσε και σε μένα λίγο παγωτό...
- Όχι!!!
- Τότε, στον λαιμό και ευκοίλια, μοναχοφάη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified