Συνήθως συναντάται ως "τα χυσίδια": Το σπέρμα, συνήθως μεγάλης ποσότητας, εκτινασσόμενο σε ακανόνιστες αποστάσεις, το οποίο προκαλεί μορφασμούς έκπληξης και ηδονής στην ερωτική σύντροφο που το υποδέχεται, συνήθως, με σφιχτά, κλειστά μάτια.

- Έριξα κάτι χυσίδια χτες στη μάπα της Έλενας που ήταν όλα δικά της!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τεμπελιάζω, κωλυσιεργώ.

- Τι κάνεις μωρή φακλάνα εκεί; Όλη μέρα πορδοκλάνεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή που χύνει τρελά ή αυτή που προκαλεί μεγάλης ποσότητας και έκτασης εκσπερμάτωση στον άνδρα. Κατά μια παραπλήσια έννοια αυτή που είναι τόσο καυλιάρα ώστε να προκαλεί την ανδρική επιθυμία για εκσπερμάτωση στο μουνί της.

  1. Πο πο, τι χυσομούνα η Καλλιόπη φίλε μου. Με στέγνωσε...

  2. - Τι γκομενάκι είναι αυτό ρε Βλάση;
    - Χμ, την είδες τι χυσομούνα είναι η ψώλα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο στενόχωρος. Κατά μια άλλη έννοια οι συχνά εναλασσόμενες καιρικές συνθήκες.

- Ρε παιδί μου τι καιρός είναι αυτός; Τη μια συννεφιά με κρύο, την άλλη ζέστη και υγρασία...
- Ναι μουνόχωρος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που, ενώ δεν επαγγέλεται, στην πραγματικότητα έχει σώμα, ντύσιμο και συμπεριφορά πορνοστάρ.

- Πω, πω ρε μαλάκα είδες τι μαγιό φοράει η Νεκταρία;
- Ναι τι βύζοι είναι αυτοί ρε Βασίλη. Μεγάλη πορνοστάρ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που γουστάρει γριές/γέρους.

- Ρε μαλάκα δες ποια γαμάει ο Μήτσος.
- Τι λες; Μεγάλος γεροντολάγνος αδερφάκι μου.

(από σφυρίζων, 03/03/15)(από σφυρίζων, 03/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έντονη παρότρυνση του άντρα προς τη διστακτική γυναίκα να του πιάσει το πέος.

- Αχ Γιώργο μου δεν ξέρω... Ας το αφήσουμε καλύτερα.
- Τι ν' αφήσουμε ρε Γιώτα. Κράτα μωρή το σκήπτρο μη τα πάρω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα διαδοχικά ραπίσματα, το ξύλο.

Έφαγε ματσκίδ' που πήγε σύννεφο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαστούκια, σφαλιάρες.

Μόλις μου είπε έτσι τον άρχισα στο μπουφλίδ'...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μικρό πριόνι.

Στέκα να πάρω τον τραχά και θα δεις αν θα ξανακλέψεις σταφύλια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified