Το λέμε όταν κάποιος πάει να κάνει κάτι με τρόπο εντελώς αποτυχημένο, όταν κάποιος παρατραβάει κάτι ή όταν καταστρέφει κάτι.

  1. - Άσε τι έπαθα σήμερα... Άνοιξα το PC να το καθαρίσω τη σκόνη μέσα και όταν το ξανάβαλα να δουλέψει έγινε βραχυκύκλωμα και μου κάηκε ο σκληρός!
    - Καλά μιλάμε το γάμησες και ψόφησε!
    - Πίκρα...

  2. - Την Μεγάλη Παρασκευή μόνο καλαμαράκια έφαγα...
    - Γιατί, δεν νήστευες;
    - Ε;
    - Αφού μου λες ότι την Μεγάλη Παρασκευή έφαγες καλά Μαράκια! Μήπως έφαγες και καλά Ποπάκια; Χάχαχα!
    - Πώωω, το γάμησες και ψόφησε! Σόι του Σεφερλή είσαι ή του Ζουγανέλη;

  3. - Ρε γαμώτο κόλλησε το παράθυρο...
    - Άσε, το ανοίγω εγώ...
    (ΚΡΑΚ!!!)
    - Μπράβο μαλάκα, το γάμησες και ψόφησε!!

(από Khan, 28/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βαρετός άνθρωπος που δεν διαθέτει φαντασία να κάνει τίποτε άλλο εκτός από πράγματα ρουτίνας. Είναι συνώνυμο των μαμούχαλος, μούχλας και μονόχνωτος.

Η Κατερίνα κουβάλησε με τα χίλια ζόρια τον μουντρούχο τον αρραβωνιαστικό της στο πάρτυ, αλλά μάταιος κόπος... Αυτός καθόταν σε μια γωνιά και δεν μιλούσε σε κανέναν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει ατάλαντες και φάλτσες πλην όμως προικισμένες εμφανισιακά τραγουδίστριες. Είναι ο τύπος της τραγουδίστριας που κάνει καριέρα καβαλώντας καλλιτεχνικούς διευθυντές, μάνατζερ και λεφτάδες... Τα χειρότερα δείγματα του είδους τα συναντάμε σε πρωινές και μεσημεριανές εκπομπές κοινωνικής κριτικής και ξεκατινιάσματος.

Σχετικά λήμματα: Μαρία Κάβλας, Κακοφωνίξ, εκτελώ.

- Καλά φίλε την έχεις δει αυτή που τραγουδάει «το νινί σέρνει καράβι»;
- Πώω... Τι είναι αυτή ρε μαλάκα;! Από φωνή μουνί κι από μουνί φωνάρα... Μαρία Κάβλας σου λέω!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχω κολλήσει με τις γκόμενες και το σεξ, σε βαθμό που δεν ασχολούμαι με τίποτε άλλο. Εξαιτίας αυτού φέρομαι προκλητικά, ίσως και πρόστυχα, στις γυναίκες.

  1. - Άσε, από τότε που έγινε εκείνο το σκηνικό με τα δύο πιπινάκια στο πάρτι, έχω ξεμπουρδελιάνει τελείως!

  2. - Ρε μαλάκα, πώς μιλάς έτσι στα γκομενάκια στη δουλειά; Όλο βρώμικα υπονοούμενα τους πετάς! - Δεν μπορώ ρε φίλε, έχω ξεμπουρδελιάνει τελείως, μ' έχει τρελάνει το μουνί! - Κοίτα μόνο μη φας καμιά απόλυση στο τέλος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ενοχλητικός τροβαδούρος που συνηθίζει να ζαλίζει μετά μουσικής τα αυτιά των τριγύρω ανυποψίαστων συνανθρώπων του. Συνοδεύοντας τον εαυτό του με κιθάρα (φοριέται σπανιότερα και το ακορντεόν) και τραγουδώντας ακάλεστος ατελείωτα playlists, είναι σκέτος πειρασμός για ένα καλό μπουγέλωμα (αν τραγουδάει και παίζει άσχημα, τόσο το χειρότερο)!

Συχνότατη κατηγορία τρομπαδούρων είναι οι νεαροί με τις ακουστικές κιθάρες που πολλαπλασιάζονται ραγδαία σε περιόδους διακοπών. Τραγουδούν σε πλοία, τρένα, λιμάνια, πεζούλια, σοκάκια και γενικά σε οποιοδήποτε μέρος βρίσκουν κατά τη διάρκεια των διακοπών τους, με απώτερο σκοπό πάντα να βρουν κάποια Σοφία την οποία θα ρίξουν με την τέχνη τους. Άλλη κάστα τρομπαδούρων είναι τα πλανόδια συγκροτήματα ακαθορίστου εθνικότητος που σκάνε αιφνιδιαστικά σε καφετέριες συνήθως και ζητούν μετά μουσικής τον οβολό των πελατών.

Η λέξη προέρχεται από τον γνωστό λεξιπλάστη και αστειάτορα Μάρκο Σεφερλή (βλέπε και πισωγλέντης, σπασοκλαμπάνιας).

  1. (στο στρατιωτικό νοσοκομείο 401, διάλογος μεταξύ φαντάρων)
    - Τι έχεις ρε σειρά; Χάλια φαίνεσαι!
    - Τι να έχω, γάμησέ τα! Από Λήμνο έρχομαι, βάρεσα υπηρεσία 3-6, μετά έφυγα το μεσημέρι για το λιμάνι φορτωμένος με τα πράγματα, ταξίδευα και 14 ώρες χωρίς καμπίνα με ένα σαπιοκάραβο, προσπαθούσα να κοιμηθώ σε μια ακρούλα που βρήκα στο πάτωμα και είχα και κάτι τρομπαδούρους εκεί που έπαιζαν κιθάρα και με ξυπνούσαν συνέχεια!
    - Πώωω, πίπα κώλο εμπλοκή! Ζήτα αναρρωτική!

  2. (από το «Πλαθολόγιο» του Λύο Καλοβυρνά)
    «Τρομπαδούρος, ο: τραγουδιστής (κατά φαντασίαν) ασύλληπτα κακόφωνος, παντελώς ατάλαντος και εντελώς ανάξιος, που ωστόσο όλο ακκίζεται, κομπάζει και – χωρίς ίχνος συναίσθησης του πόσο γελοίος είναι – ταλαιπωρεί τους πάντες ασκώντας την «τέχνη» του. Π.χ. «- Ρε συ, δεν αντέχω άλλο! Θα τον κρεμάσω άμα συνεχίσει να γκαρίζει, όπως τον Κακοφωνίξ στον Αστερίξ.», «- Μα για ποιόν μιλάς», «- Γι αυτόν τον άχρηστο, τον τρομπαδούρο!». »

Το τραγούδι του Διονυσίου στην αρχή όλα τα λεφτά!!! (από Cunning Linguist, 26/09/10)Τα τρομπαδούρικα! (από Cunning Linguist, 26/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η επαναληπτική καραμπίνα που ονομάζεται έτσι εξαιτίας του ήχου που κάνει όταν οπλίζει με το χειροκίνητο τράβηγμα της «πάπιας» στο κάτω μέρος του όπλου.

  1. (από εδώ)
    «Οι περισσότεροι κυνηγοί προτιμούν την αυτόματη καραμπίνα από την επαναληπτική, λόγω ταχυβολίας. Έχουν -όπως φαίνεται- πεισθεί ότι η αυτόματη είναι πιο γρήγορη. Όσοι έχετε διαδικτυακή σύνδεση όμως, επισκεφθείτε το youtube.com και δείτε τα σύντομα βίντεο κυνηγών που ρίχνουν με χράπα-χρούπα με ρυθμό οκτώ βολών... σε ένα δευτερόλεπτο. Τότε θα πεισθείτε ότι η χράπα-χρούπα είναι εξίσου γρήγορη με την αυτόματη. Πώς όμως αναπτύσσει κανείς την ικανότητα να ρίχνει γρήγορα με μια χράπα- χρούπα;»

  2. (από εδώ)
    «Επαναληπτικές Καραμπίνες (Χράπα Χρούπα)

Οι επαναληπτικές καραμπίνες χαρακτηρίζονται από την χειροκίνητη λειτουργία τους και είναι εξαιρετική
επιλογή για σκοποβολή σταθερού στόχου, πρακτική σκοποβολή, κυνήγι και για όποιον ενδιαφέρεται
να αποκτήσει όπλο για πρώτη φορά.»

Got a better definition? Add it!

Published

Ο αρκουδιάρης. Χρησιμοποιείται ως βρισιά ή επιτίμηση, συνδυάζοντας
τον κλασικό αρκουδιάρη με τον «παππού της αστυνόμευσης» Νίκωνα Αρκουδέα.

Καθιερώθηκε από τον μέγιστο Βασίλη Λεβέντη στην τελευταία εκπομπή του καναλιού 67, το 1993, όταν «οι αλήτες του Μητσοτάκη και του Παπανδρέου έστειλαν ΜΑΤ στον Υμηττό για να κλείσουν το κανάλι 67». Αν και ως ευσεβής χριστιανός παρακάλεσε τον Θεό για «καρκίνο στον Μητσοτάκη και όλα του τα σόγια και στον Παπανδρέου και όλα του τα σόγια», ο Θεός έκανε την πάπια και ο Μητσοτάκης μάλιστα ύστερ' από τόσα χρόνια ακόμα ζει και πάει για τα 100.

Πληθυντικός: οι αρκουδέηδες.

(αποσπάσματα από την τελευταία εκπομπή του Βασίλη Λεβέντη στο κανάλι 67)

  1. - Αίσχος! Έστειλε ΜΑΤ ο αρκουδέας Μητσοτάκης, γιατί αρκουδιάρης είναι, έστειλε ΜΑΤ να κλείσει το κανάλι 67 στο όρος του Υμηττού. Ζητούμε απο το Θεό να πιάσει καρκίνος την οικογένεια του Μητσοτάκη και την οικογένεια του Παπανδρέου!

  2. - Αλητεία... Αλητεία! ΑΛΗΤΕΙΑ!! Αρκουδέηδες!

(από Cunning Linguist, 31/03/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αστυνομικός της τροχαίας.

- Βάλε τη ζώνη σου γιατί πλησιάζουν Χριστούγεννα και οι τροχόμπατσοι έχουνε βγει παγανιά, μπας και μαζέψουνε τίποτα λεφτά από τα πρόστιμα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γεμίζω λεφτά. Παλιά έκφραση, από τότε που τα τάλιρα (δηλαδή τα πεντοχίλιαρα) όχι μόνο δεν είχαν αντικατασταθεί από τα ευρώ, αλλά είχαν και κάποια αξία. Πολλές φορές χρησιμοποιείται και ειρωνικά.

  1. Ρε παράτα τη σχολή κι έλα ν' ανοίξουμε κανένα σουβλατζίδικο να χεστούμε στο τάλιρο!

  2. - Πλήρωσε ρε τσιφούταρε, τόσα λεφτά έχεις!
    - Ναι, τι να σου πω, χεσμένος είμαι στο τάλιρο!

(από Khan, 13/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κολλώδης τύπος, αυτός που αν για κακή σου τύχη σε δει, σου ζαλίζει τ' αρχίδια μέχρι να πεις ήμαρτον (ή τουλάχιστον μέχρι να καταφέρεις να ξεγλιστρήσεις με κάποιον εύσχημο τρόπο).

Πέρα από χαρακτηρισμός προσώπων, ο πόνος εκφράζει και ενοχλητικές ή δυσάρεστες καταστάσεις .

  1. - Τον έχεις γνωρίσει τον Παναγιώτη;
    - Όχι...
    - Τυχερέ!
    - Γιατί; Ποιος είναι;
    - Είναι ένας πόνος, άλλο πράμα!

  2. - Πώπω, τι πόνος ήταν αυτός! Μιάμιση ώρα να τρώμε στη μάπα τη συναυλία του Παπαδημητρίου; Έλεος!
    - Άσε που ο Θηβαίος τραγουδούσε σαν ανεμιστήρας με άρθρωση! Πάντως καλά εμείς που πληρωνόμαστε και τον υποφέρουμε... Οι άλλοι που βγάζουν και εισιτήριο, τι ναρκωτικά παίρνουν;!

(από Galadriel, 01/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified