Παπαρωνύμια βαπτίζω σλανγκική αηδία υπαρκτά ακρωνύμια που το σλανγκεπώνυμο πλήθος παραφράζει λολαδερώ τω τρόπω. Το κλασικότερο παράδειγμα έρχεται από τα όχι και τόσο ευτυχισμένα παιδικά μας χρόνια: δέν έχουμε ηλεκτρισμό (Δ.Ε.Η.), ούτε τηλέφωνα έχουμε (Ο.Τ.Ε.)• έχουμε όμως τουρισμό (Ε.Ο.Τ.). Βγάζουν ακόμα γέλιο, 40 χρόνια μετά.

Το σάη έχει ήδη πάμπολλα καταχωρημένα, κυρίως φαντραρώνυμα και μπατιρώνυμαsarant). Ας πανηγυρίσουμε το φαινόμουνο «παπαρωνύμια» αποδελτιώνοντας τα κυριότερα:

Οργανισμοί, γραφειοκρατικά, πολιτικά, αθλητικά, μπατιρώνυμα

  • Α.Ε.Κ.: Αθλητική Ένωση Κατσαρίδων, Αθλητική Ένωση Καμπινέδων, Αθλητική Ένωση Κατσίβελων, Αλβανική Εταιρεία Κουραμπιέδων
  • Α.Π.Θ. (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης): Αχ! Πέρασα Θεσσαλονίκη!
  • Α.Π.Υ. (Απόδειξη Παροχής Υπηρεσιών): Αν Πληρωθώ Υπογράφω
  • ΑΧΕΠΑ (American Hellenic Educational Progressive Association): Αθηναίοι Χέσατε Επειγόντως Πάντας Αμερικανούς
  • Δ.Ε.Η.: Δεν Έχουμε Ηλεκτρισμό
  • Δ.Π.Θ. (Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης): Δυστυχώς Πέρασα Θράκη, Δεν πέρασα Θεσσαλονίκη, Δεν Πειράζει, Θάρρος!
  • Δ.Ν.Τ. (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο): δονητής, Δυστυχώς Ναυαγήσατε Ταγάρια, Διεθνής Νόμιμος Τοκογλύφος, Δια Ναυαγούς Τιτανικών, Δεν θα Νιώσεις Τίποτε, Δόντια Να Τρίζουν, Δίνε Να Τρώμε, Δεν Νογάνε Τίποτα, Δύσκολα Νομίζω Τηβγάζουμε, Δεινά Νέας Τάξης, Διαθέτουμε Νέες Τραγωδίες, ΔίΝε Του, Δημιουργούμε Νεόπτωχους Ταχύτατα, Δε Ναντέχω Τσούζει, Δανεικά Νομίζω, Τέρμα, Δανειστείτε, Νηστέψτε, Τελειώσατε!, Δημιουργεί Νέες Τραγωδίες, Δίαιτα Νέα Τρομερή, Δανειζουμε-Νηστεύετε-Τζογάρουν, Δούλευε Νηστικός, Τομάρι, Δολοφόνοι-Νεκροθάφτες-Τυμβωρύχοι, Δυνητικά Νέοι Τόκοι, Δώστε Ναφάμε Τίποτα; (βλ. εδώ)
  • Ε.Δ.Ε. (Ένορκη Διοικητική Εξέταση): Εμείς Δεν Ευθυνόμαστε
  • Ε.Μ.Π. (Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο): Έκανες Μαλακία, Πλήρωνε.
  • Ε.Λ.Π.Α. (Ελληνική Λέσχη Αυτοκινήτου & Περιηγήσεων): Επικίνδυνοι λόγω παρατεταμένης αγαμίας
  • Ε.Ο.Τ. (Εθνικός Οργανισμός Τουρισμού): Έχουμε όμως Τουρισμό
  • Κ.Κ.Ε. (Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας): ΚρυόΚωλη Experience
  • Κ.Τ.Ε.Λ.: Καθημερινή Ταλαιπωρία Ελληνικού Λαού
  • ΛΑ.Ο.Σ. (Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός): Λειτουργούμε Απλά Όπως Συμφέρει
  • Μ.Κ.Ο. (Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις): Μπίζνες Καλά Οργανωμένες
  • Μ.Π.Α. (Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών): Μην Περιμένεις Άδικα…
  • Ο.Ε.Δ.Β.: Ο Δάσκαλος Είναι Βλάκας, Όποιος Διαβάζει Είναι Βλάκας, Όταν Έχω Διάβασμα Βαριέμαι, Όλοι Ελάτε τον Δάσκαλο Βαράτε, Όλη η Ελλάδα Δασκάλους Βαράει.
  • Ο.Ε.Σ.Β. (Οργανισμός Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων): Όταν έχει σχολείο βαριέμαι
  • ΟΣΦΠ: Ο Σωκράτης Φυλάει Πρόβατα, Όμιλος Σκουπιδιαρέων Φουκαράδων Πειναλέων, Ολυμπιακός Σύλλογος Φυλακισμένων Προέδρων (Κοσκωτάς, Σαλιαρέλης με το καλό κι ο Κόκκαλης)
  • Ο.Τ.Ε.: Ούτε Τηλέφωνα Έχουμε
  • ΟΥΛΕΝ (Ulen): Όλοι Υποφέρουν Λόγω Ελλείψεως Νερού
  • Π.Α.Σ.Ο.Κ. (Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα): Πατέρα Αναπαύσου, Συνεχίζω Ολική Καταστροφή
  • Σ.Ε.Μ.Φ.Ε. (Σχολή Εφαρμοσμένων Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών): Σαφώς Έκανες Μαλακία, Φύγε Εγκαίρως
  • Σ.ΜΕ.Χ.Α. (Σύνδεσμος Μελών Χρηματιστηρίου Αθηνών): Σύλλογος Μονίμως Ερωτευμένων Χωρίς Ανταπόκριση
  • Φ.Π.Α. (Φόρος Προστιθέμενης Αξίας): Φιλικά Πηδιόμαστε Ακόμα

Φαντραρώνυμα

  • Α.Μ. (Ασφάλεια Μονάδος): Άνοιξε Μαλάκα, Αρχίδι Μονάδας, Αυτού Μεγαλειότης
  • Γ.Ε.Π. (Γραφείο Έρευνας και Πληροφορικής): Γραφείο Έρευνας και Πληροφορικής, Γραφείο Εξάσκησης Πλαιυστάσιον, Γήπεδο εξάσκησης Pro
  • Δ.Δ. (Διεύθυνση Διοικήσεως): Δεν Δουλεύω, ή Δανείζουμε Δούλους
  • Δ.Ε.Α. (Δόκιμος Έφεδρος Αξιωματικός): Δεν Είμαι Αξιωματικός, Δεν Έχω Αξία, Δεν έχω αστέρι, Δες Ένα Αρχίδι
  • Ε.Λ.Δ.Υ.Κ. (Ελληνική Δύναμη Κύπρου): Ελπίδα Λούφας Δεν Υπάρχει Καμία, Εντός Ολίγων Λεπτών Υποπτεύομαι Κάμψεις
  • Ε.Π.Υ. (Εθελοντής Πενταετούς Υποχρεώσεων): Επειδή Πεινάω Υπηρετώ, Έπινα πριν υπογράψω
  • ΕΠ.ΟΠ. (Επαγγελματίας Οπλίτης): Επειδή Πείνασα Ορκίστηκα Πάλι, Επικελευστής Όταν Πεθάνεις, Έφαγα Πόρτα Όπου Πήγα
  • Κ.Ε.Β.ΟΠ. (Κέντρο Εκπαίδευσης Βαρέων Όπλων): Κάπου Έξω Βρίσκεται Ο Παράδεισος
  • Κ.Ε.Ε.Μ. (Κέντρο Εκπαιδεύσεως Εφοδιασμού Μεταφορών): Κορίτσια, Εδώ Εκπαιδεύονται Μαλάκες), Κορίτσια Εδώ Εκπαιδεύονται Μαλάκες, Και Εσύ Έχεις Μέσον
  • Κ.Ε.ΔΒ. (Κέντρο Εκπαιδεύσεως Διαβιβάσεων): Κέντρο Εκπαίδευσης Δυνατών Βυσμάτων
  • Κ.ΕΠΙΚ. (Κέντρο Επικοινωνιών του Στρατοπέδου): Κέντρο Επεξεργασίας Ινδικής Κάνναβης
  • Κ.Ε. ΠΟΡΟΥ (Κέντρο Εκπαιδεύσεως Πόρου): Και και Πορέλι
  • Κ.Ε.Υ.Γ. (Κέντρο Εκπαίδευσης Υγειονομικού): Κέντρο Εκπαίδευσης Υψηλών Γνωριμιών
  • Κ.Ε.Υ.Π. (Κέντρο Εκπαίδευσης Υλικού Πολέμου): Κέντρο Εκπαιδεύσεως Υψηλών Προσώπων
  • Κ.ΜΗ. (Κέντρο Μηχανογράφησης) Κομπιούτερ Μαλάκα Ήθελες
  • Κ/Φ (Κανονιοφόρος): Κουφή
  • Κ.Ψ.Μ. (Κέντρο Ψυχαγωγίας Μονάδος): Κάτσε Ψήστον Μόνος σου (τον καφέ)
  • Λ.Γ.Μ. (Λόχος Γενικών Μεταφορών): Λίμνη Γεμάτη Μπαρμπούνια
  • Λ.Δ., Λόχος Διαλύσεως (Λόχος Διοικήσεως): Λόχος Διαλύσεως
  • Λ.Υ.Β. (Λόχος Υποψηφίων Βαθμοφόρων): Λόχος Υποψηφίων Βυσμάτων, Λιώνω Υποφέρω Βασανίζομαι
  • Μ.Ε.Τ.Α. (Μοίρα Εκπαίδευσης Τοπικής Άμυνας): Μάνα Εδώ Τρώνε Ανθρώπους, Μας Έμαθαν Το Αραλίκι, Μας Έκλασαν Τα Αρχίδια
  • Κ.Ε.ΥΓ. (Κέντρο Εκπαίδευσης Υγειονομικού): Κέντρο Εκπαίδευσης Υψηλών Γνωριμιών
  • Κ.Ε.Υ.Π. (Κέντρο Εκπαιδεύσεως Υλικού Πολέμου): Κέντρο Εκπαιδεύσεως Υψηλών Προσώπων
  • Λ.Ε.Α. (Λόχος Έκτακτης Ανάγκης): Λούφα Εκτός Απροόπτου
  • Λ.Μ.Κ. (Λόχος Μεταφοράς Καυσίμων): Λάθος Μονάδα Κατάταξης
  • Λ.Ο.Κ. (Λόχος Ορεινών Καταδρομών): Λάθος όλοι κάναμε
  • Λ.Υ.Τ. (Λόχος Υποστήριξης Τάγματος): Λόχος Υπερβολικής Ταχύτητας (τους τρέχουν)
  • Μ.Ε.Τ.Α. (Μοίρα Εκπαίδευσης Τοπικής Άμυνας): Μάνα Εδώ Τρώνε Ανθρώπους, Μας Έμαθαν Το Αραλίκι, Μας Έκλασαν Τ’ Αρχίδια
  • Μ.Π.Κ. (Μοίρα Παντός Καιρού): Μοίρα Πίπα-Κώλο
  • Μ.Σ.Ε.: (Μοίρα Συντήρησης Εγκαταστάσεων): Μοίρα Στέρησης Εξόδου
  • Ο.Β.Α. (Οπλίτης Βραχείας Ανακατάταξης): Όταν Βαρεθώ Απολύομαι
  • ΟΜ.Α.Ε. (Ομάδα Άμεσης Επέμβασης): Όπα Μεγάλε, Αράξαμε Επιτέλους!
  • Ο.Υ.Κ. (Ομάδα Υποβρυχίων Καταστροφώνε): Ομάδες Υποψήφιων Κάφρων, Όλοι ύστερα κατάλαβαν
  • Π.Α. (Πολεμική Αεροπορία): Ποτέ Αγγαρεία
  • Π.Α.Β.Υ.Π. (Προκεχωρημένη Αποθήκη Βάσεως Υλικού Πολέμου): Παλιοί Ακόμα Βαράνε Υπηρεσίες Περιπόλου
  • Π.Τ.Μ. (Πλοίο Ταχείας Μεταφοράς): Ποταμόπλοιο
  • Σ.Α.Ε.Π. ( Σχολή Αξιωματικών Έρευνας και Πληροφορικής): Σειρούλα Άραξε, Έχει Πλαιυστάσιον, Σειρούλα Άραξε Είμαστε Πολύπριζα
  • Σ.Ε.Α. (Στρατεύσιμος Έφεδρος Αξιωματικός): Σήμερα (ή Συνήθως) Έχω Άδεια
  • Σ.Ε.Π. (Σώμα Έρευνας και Πληροφορικής): Σώμα Ειδικών Περιπτώσεων, ή Σώμα Εξαιρετικών Προσώπων, ή Σώμα ΕξεχόντωνΠολύπριζων
  • Σ.Ε.Α.Π. (Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού): Σήμερα Έρχεσαι Αύριο Πεθαίνεις, Σκατά Έρχονται Από Παντού, Σήμερα Έχουμε Ασφαλώς Πατάτες
  • Σ.Ε.Μ. (Σώμα Εφοδιασμού Μεταφορών): Σίγουρα Έχω Βύσμα
  • Σ.Ε.Υ. (Σμήνος Επιχειρησιακής Υποστήριξης): Σμήνος Ευαίσθητων Υπάρξεων
  • Σ.Τ.Α. (Σχολή Αξιωματικών Τεθωρακισμένων): Σχολή Ανοιγμένων Τάφων
  • Στ.Ε.Κ. (Σταθμός Ελέγχου Κυκλοφορίας): Σάντουιτς, Τσιγάρο, Εφημερίδα, Καφές
  • ΣΤΡ.ΠΖ. (Στρατιώτης Πεζικού): στριπτιζού
  • Σ.Φ. (Στρατιωτικές Φυλακές ): Σχολή Φωτομοντέλων
  • Τ.ΕΦ. (Τάγμα Εφοδιασμού): Τάγμα Επιστημονικής Φαντασίας
  • Τ.Π.Β. (Τεχνίτης Πυροβόλων) =Τεκνό Βορείων Προαστίων, Το Παιδί Βολεύτηκε, Το Παιδί Βύσμα
  • Τ/Φ (Τυφεκιοφόρος): Τυχερός Φαντάρος, Τρέξε Φουκαρά
  • 124 Π.Β.Ε. (124 Πτέρυγα Βασικής Εκπαίδευσης): 124 Πρόβατα Βοσκάνε Ελεύθερα, 124 Πούστηδες Βαράνε Εμένα
  • 290 ΜΚ Τ.Π. (290 Μηχανοκίνητο Τάγμα Πεζικού): 290 Μαλάκες Τρέχουν Πανικόβλητοι

Πηγές: νέτι, σλάνγκρρ, sarantakos.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ὅστις μπαγλαρώνει: πας τεστοστερονούχος νταής, τζόρας, βαρυψώλης, μπατσόνι, κουραδόμαγκας, ή ανήκων σε λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις.

1.
25-30 μπαγλαράδες με ρόπαλα και αλυσίδες να δέρνουν ένα φουκαρά και ίδιο είναι να τα βγάζεις πέρα μόνος ;. Ρόμπες σε όλα τους.

2.
Όσο για τις κομματικές νεολαίες, τρομάρα τους. Θυμάμαι πριν από λίγο καιρό στην Νομική όταν μια ομάδα δέκα ατόμων μπήκε και διάλυσε μια αίθουσα, όπου συνεδρίαζε μία ολόκληρη συνέλευση τμήματος με διακόσια άτομα, κανένας «δημοκράτης» μπαγλαράς, δεν βρέθηκε να ορθώσει το ανάστημα του και να τους πάρει με τις κλωτσές.

Ινσέψιο: το μπαγλάρωμα ενός μπαγλαρά. (από σφυρίζων, 16/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Χαϊδευτικό υποκοριστικό τση δωροδοκίας, άκα: λαδώνω, φακελάκι, miesens, γρηγορόσημο. Το δωράκι απενοχοποιήθηκε από τον αείμνηστο σοσιαληστή οραματιστή Ανδρέα όταν μάλωνε πατρικά τον αυτομιζοδοτούμενο τότε διοικητή τση ΔΕΗ Μαυράκη με το ιστορικό:

«Είπαμε να πάρει ένα δωράκι, αλλά όχι και 500 εκατομμύρια…» (εδώ)

Πολύ νερό πέρασε κάτω από το καυλάκι έκτοτε, αλλά το δωράκι παραμένει σταθερή αξία για τον σύγχρονο τσιφτετέλληνα.

1.
Το φακελάκι πάει... σύννεφο στην Ελλάδα, καθώς, το 11% των ερωτηθέντων Ελλήνων παραδέχεται ότι έδωσε «δωράκι» σε γιατρούς και προσωπικό, ποσοστό διπλάσιο από τον μέσο όρο της ΕΕ.

2.
Διευκρινίζω, προς άρση παρεξηγήσεων, ότι θεωρώ ηθικά 100% κατακριτέο το λάδωμα των 500€ (ερασιτεχνική κατηγορία), το δωράκι των 25.000€ (κατηγορία ημι-επαγγελματική), τη μίζα των 14 εκατομμυρίων € (κατηγορία premier league, κύριος Κάντας) και τη διαρκή μιζοδότηση των εκατοντάδων εκατομμυρίων € (κατηγορία Champions League ή, αλλιώς, Άκης).

3.
Παρόλη την άθλια κατάσταση που επικρατεί στα οικονομικά μας ,οι σχολές οδηγών και οι εξεταστές ΣΤΗΝ ΛΙΒΑΔΕΙΑ ακόμη ζητούν μίζες για να πάρεις το διπλωμά σου και το αποκαλούν με την κωδική ονομασία ¨ ΔΩΡΑΚΙ ¨...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Αυτός που το έχει σκάσει από κάπου, αυτός που δεν βρίσκεται εκεί που οφείλει. Βλ. και κατσάκι, κοπάνα, την κοπανάω, το σκάω.

    α. Από εδώ:
    Είμασταν μονάδα από τις πιο καραχύμα της επικράτειας, οι μισοί ήταν σκαστοί, και με το που μυρίστηκαν όλοι ότι κάτι παίζεται, σε λίγα λεπτά ήταν όλοι πίσω χωρίς να τους έχει φωνάξει κανένας

    β. Από εδώ:
    Hταν πολύ φιλικός σαν να με ήξερε χρόνια. Εκτίμησα το γεγονός ότι ήρθε σκαστός από την δουλειά του.[/I]

  2. Αυτός που κάνει ήχο έκρηξης, κυρίως μεταφορικά. Η ενέργεια που ολοκληρώνεται με ένταση, με πάταγο. Βλ. και σκάω, σκασίδι. Πρβλ. σκασάκια, μπραφ.

    α. Από εδώ:
    H κυβέρνηση θέλει να πνίξει το σκαστό σκάνδαλο της Zίμενς

    β. Από εδώ:
    Σκαστό ψεύδος!

    γ. Από εδώ:
    Παρακαλώ, δώστε ένα σκαστό φιλί στο γιο σας όταν έρθει, και τα συγχαρητήριά μου φυσικά!

    Ως εδώ λεξικογραφημένα, π.χ. εδώ.

  3. Το κομμάτι της ποινής φυλάκισης ή κάθειρξης που κάποιος πραγματικά εκτίει στη φυλακή. Έλκει την νοηματική του προέλευση πιθανόν από το 2 παραπάνω, ως δηλαδή «καταβαλλόμενα» χρόνια που δεν σηκώνουν βερεσέ.

    α. Από εδώ:
    Δεν ελπίζω πια σε καμία αποφυλάκιση. Με το σύστημα των συγχωνεύσεων, παρανομούν εις βάρος μου. Δηλαδή εγώ για να αποφυλακιστώ θα πρέπει να εκτίσω 30 χρόνια “σκαστά” και ό,τι μου έχει καταλογιστεί με την ποινή του κ. Περικλή Παναγόπουλου.

    β. Από εδώ:
    Ο Παπακ. πρέπει να φυλακισθεί για καμιά δεκαριά χρόνια, -σκαστά, εννοώ-, μόνο και μόνο για το θράσος του να λέει κατάμουτρα στον ελληνικό Λαό ότι “έχασε” το CD.

    γ. Από εδώ:
    Εξίμισι χρόνια σκαστά στην Κέρκυρα, δεσποινίς μου. Εξίμισι χρόνια και τις πλήρωσα όλες τις μέρες, μία προς μία. Εχεις πάει ποτέ στην Κέρκυρα;[/I]

  4. Η μπαλιά, το σουτ, το γκολ ή το καλάθι κλπ που περιλαμβάνει γκέλα της μπάλας στο έδαφος.

    Από εδώ:
    ο Καραγκούνης εκτέλεσε φάουλ, ο Πατς έδιωξε, ο Μήτρογλου έκανε ένα σκαστό σουτ και ο «Τόρο» μπήκε στην πορεία της μπάλας και [...]

  5. Το μηχανοκίνητο μεταφορικό μέσο (ιδίως μηχανάκι) όταν το βάζουμε μπρος με σμπρώξιμο και εισαγωγή ταχύτητας στο κιβώτιο (λόγω αποφόρτισης της μπαταρίας κλπ).

    α. Από εδώ:
    Τώρα που το συζητάμε έχω μια απορία, στη γριά αρκετές φορές το έβαλα «σκαστό» με ψεκαστά όμως τι παίζει; Υπάρχει πρόβλημα να το «σκάσεις» αν δεις ότι δεν έχεις άλλη επιλογή;

    β. Από εδώ:
    δεν περνει μπρος... ουτε «σκαστό»!!! Καλημέρα! χθες έμεινα απο...(δε ξερω τι) στο παρκιν στα carrefour ευκαρπίας. πηγα μια χαρά και εκεί που θέλησα να φήγω... τίποτα...!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified