Έτσι παλιά αποκαλούσαμε το πορνό και έχει τις ρίζες του στην ομώνυμη σειρά της ΕΡΤ, στα 70s-80s. Ήταν συνήθως η απάντηση στο «ωχ τσόντες βλέπετε ρε;»
- Ωχ! Ρε καθίκια τσόντες βλέπετε στο pc της δουλειάς;
- Έλα ρε σιγά, εκπαιδευτική τηλεόραση.
Έτσι παλιά αποκαλούσαμε το πορνό και έχει τις ρίζες του στην ομώνυμη σειρά της ΕΡΤ, στα 70s-80s. Ήταν συνήθως η απάντηση στο «ωχ τσόντες βλέπετε ρε;»
- Ωχ! Ρε καθίκια τσόντες βλέπετε στο pc της δουλειάς;
- Έλα ρε σιγά, εκπαιδευτική τηλεόραση.
Got a better definition? Add it!
Έκφραση ολ τάιμ κλάσσικ κατα τα σέβεντις και την ένδοξη δεκαετία, που ακουγόταν στα ουφάδικα και τα ποδοσφαιράκια όταν γίνονται ομηρικές μάχες μεταξύ δύο παικτών ποδοσφαιραq ή τριμπάλου μπιλιάρδου (Γαλλικού).
Στις περιπτώσεις αυτές πλήρωνε μόνον όποιος έχανε και ποτέ ο νικητής. Έτσι μετά από κάθε σετ του παιχνιδιού, ο νικητής με περισσή περηφάνια και με στεντόρια φωνή, και καλούα μονολογούσε: «ο χάνων χύνει».
Υστεριόγραφο: Ολόκληρη η έκφραση ως πρωτοσλανγκίζουσα ήταν: «Ο χάνων χύνει μέταλλο» (κοσάρι). Αφ' ης στιγμής όμως αντικειμενικοποιήθηκε ως αυτόνομος σλανγκισμός, κόπηκε το «μέταλλο» ως ευκόλως εννοούμενον.
- Ρε πστ τι κωλοφαρδία έχεις σήμερα; Κόντρα στο μπανιστήρι και μέσα;
- Χα χα, θα σου περάσει, ο χάνων χύνει!
Got a better definition? Add it!
Κλασική σχολική ατάκα που χρονολογείται τουλάχιστον από την δεκαετία του 70, η οποία απευθύνεται πειρακτικά σε κάποιον που ξίνισε από μια πλάκα που του κάνανε.
- Παρεξηγήθηκες;
- Ε ναι, ρε μαλάκα!
- Καλά, τσίμπα ένα αρχίδι!
- ...
- Πάλι παρεξηγήθηκες;
- Τί να σου πω τώρα...
- Καλά, τσίμπα άλλο ένα!
Got a better definition? Add it!
Παράφραση της γνωστής, και κάποτε χρήσιμης και αντικειμενικής από ότι μου λέει ο πατέρας μου, ο θείος μου και ο Τάσος που έχει το καφενείο Το Στέκι Του Φιλάθλου, αθλητικής εκπομπής από τότε που μετακόμισε στην ΝΕΤ εκ της ΕΤ1. Ο λόγος είναι ότι την Κυριακή ασχολείται αποκλειστικά με τα θέματα που αφορούν τις τρεις μεγάλες Αθηναϊκές ομάδες ενώ για τις υπόλοιπες παίρνει μπρος μετά τα μεσάνυχτα δηλαδή Δευτέρα. Ωσεκτουτού, για κάποιους η εκπομπή χωρίζεται σε δύο features: την Αθηναϊκή Κυριακή και την Για Τους Υπόλοιπους Δευτέρα.
Η σκέψη, φαντάζομαι, πίσω από αυτή την ενέργεια είναι ότι οι οπαδοί της τριάδας είναι αντικειμενικά περισσότεροι οπότε και έχουν προτεραιότητα. Αλλά μάλλον κανείς δεν σκέφτηκε πως όλοι πληρώνουν το «πάνελ» της εκπομπής και επιπλέον αυτοί οι όλοι δεν είναι βαμπίρ, δεν έχουν αϋπνίες, δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι/φοιτητές/αργόσχολοι, δεν είναι οπαδοί των τριών μεγάλων ομάδων αλλά κανονικοί άνθρωποι που το τραγούδι των Λουκιανού Κηλαηδόνη και Ημισκουμπρίων Νωρίς τους αγγίζει. Μάλιστα, η εν λόγω καθυστέρηση δεν οφείλεται σε ο,τιδήποτε μπορεί να κατανοήσει ή έστω να δικαιολογήσει κανείς αλλά στην φλυαρία και στην, ενσωματωμένη στο ελληνικό γένος, ανάγκη να δείξει ποιος τα έχει βαρύτερα το κάθε φερέφωνο παλιός ποδοσφαιριστής (ισχύει και για το θηλυκό του πάνελ αυτό αλλά στην ζυγαριά μπαίνει άλλο ζευγάρι πράματα %:)=Β).
Παραδόξως, αυτό που συμβαίνει ενοχλεί όλους ανεξαιρέτως τους οπαδούς. Δυστυχώς μέχρι τώρα δεν έχει βρεθεί αντίδοτο στην απέραντη βλακεία που θα έσωζε πολύ κόσμο αλλά και όλοι όσοι βρίσκονται κοντά στους «συντελεστές» έχουν αρνηθεί τεράστια ποσά, σύμφωνα με πληροφορίες, για να εκτελέσουν μερικά απλά συμβόλαια θανάτου. Τέλος, υπάρχουν και οι περίεργοι που, πως να το κάνουμε ρε παιδί μου, γουστάρουν Μίνο και πουρουπουπού. Για αυτούς δεν υπάρχει γυρισμός.
- Βάλε ΝΕΤ ρε να δούμε τα γκόλ της Μπαοκάρας!
- Καλά, αν περιμένουμε από την Αθηναϊκή Κυριακή ξύπνα με κατά τις 3.
- Χαζός είσαι ρε; Με τον Παναθηναϊκό παίζαμε, από τους πρώτους θα μας δείξει.
- Ε δε στο πα ρε συ; Τώρα που είμαστε δεύτεροι όλοι ψιλοκόβουν το τουμπεκί και πληρώνουν τα ρισπέκια!
- Ναι, αυτό πρέπει να είναι...
Got a better definition? Add it!
Από διαφήμιση των αθάνατων έιτιζ, βεβαίως βεβαίως. Διαφημιστικό σλόγκαν του πρακτορείου ταξιδίων Μάνος (πάει, έκλεισε να πάρει!). Το βαθύ νόημα της έκφρασης είναι το εξής: προτιμάτε να ταξιδεύετε μόνος ή με το πρακτορείο Μάνος; Φοβερό το δίλημμα. Να σε φάει η μαύρη μονάξια στα εξωτερικά, να ξοδέψεις μια περιουσία και να κινδυνεύεις να πάθεις κάτι κακό (ή έστω να γίνεις / νιώθεις ρεντίκολο), ή μήπως να το ξανασκεφτείς και να χωθείς σε κάποια από τα απεχθή αυτά μπουλούκια που ταξιδεύουν φτηνιάρικα και κοπαδηδόν και δεν βλέπουν τίποτα από τα μέρη όπου τους πηγαίνουν;
Η έκφραση χρησιμοποιούνταν μεταφορικά και πάντως τώρα πια πρέπει να έχει ξεχαστεί. Ανέκαθεν ήταν λίγο ώς πολύ ξενέρωτη.
Συνάντηση δύο φίλων που έχουν καιρό να τα πουν.
- Επ, τι έγινε ρε μεγάλε;
- Βρε βρε βρεεεεε!
- Τι κάνεις; Πώς είσαι;
- Μια χαρά, εσύ;
- Νταξει, καλά. Τι άλλα; Μόνος ή Μάνος;
- Μόνος, μόνος! Ζω το εργένικο όνειρο.
Got a better definition? Add it!