Η κυρία η οποία δεν βρίσκει χαρά στα σκέλια της.
- Για δες την, κλαψομούνα είναι.
Η κυρία η οποία δεν βρίσκει χαρά στα σκέλια της.
- Για δες την, κλαψομούνα είναι.
Got a better definition? Add it!
Η γραβάτα.
- Είναι να πάω σε γάμο και πρέπει να φορέσω πουτσοδείκτη.
Got a better definition? Add it!
Οι πρωινές σηκωμάρες που συνδυάζονται με το κατούρημα, όπου δεν μπορείς να πετύχεις χέστρα.
Ξύπνησα με κάτι κατουρόκαυλες...
Got a better definition? Add it!
Το ανδρικό μόριο σε στύση, ο πούτσος.
- Έλα εδώ μωρό μου να σου δείξω μια καραπιστόλα με τα εργαλεία όλα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Τραβάω μαλακία.
Κάνω άχρηστα πράγματα, δεν είμαι συνεπής, κλπ.
- Πώς πάει ο μικρός;
- Πώς να πάει, μεγάλωσε και μου φαίνεται ότι έχει αρχίσει να τον πουλοπαίζει.
- Γιατί αργεί τόσο ο μαλάκας;
- Ξέρω γω, κάπου θα είναι και θα πουλοπαίζει.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που σαβουριάζει ό,τι φαγητό βρει μπροστά του, ιδίως τα βρώμικα, π.χ. σουβλάκια και πίτσες.
- Ρε μαλάκα, τον είδες τον Βαγγελάκη πόσο πάχυνε;
- Λογικό είναι ρε φίλε, αφού είναι του πούτσου φασφουντάς.
Got a better definition? Add it!
Η φράση χρησιμοποιείται:
(Η φράση συναντάται επίσης ως εξής: Τον πούτσο κλαίγανε και τον μοιρολογούσανε, Μην κλαις τον πούτσο, Κλαψ' τον πούτσο κλπ)
- Πωπω ρε μαλάκα, άμα με βρεί ο γκόμενος της Ράνιας θα με ανασκολοπήσει!
- Τον πούτσο κλαίγανε φίλε.
- Μαλάκα τι αμαξάρα έχει αυτός ο παλιάτσος ρε;
- Τον πούτσο κλαίγανε.
- Έτσι όπως είσαι μαλάκα σα γελοτοποιός, τον πούτσο κλαίγανε.
- Χτύπησα μια Ντότα πριν απο λίγο φάρμαρα, έβρισα μάνες, ταίσα και λίβαρα ΓΙΑΤΙ ΜΠΟΡΩ. Τον πούτσο κλαίγανε!
Got a better definition? Add it!
[επίσης: αρχίδια ριγανάτα]
Εκφραση υποτιμητική καταστάσεως, που περιγράφει δύσκολες συνθήκες.
- Έγραψες καλά στο μάθημα;
- Αρχίδια με τη ρίγανη έγραψα!
Got a better definition? Add it!
Υποτιμητική έκφραση που αναφέρεται σε πρόσωπο ή σε κατάσταση.
Το «μισό» δίνει υπερθετικό βαθμό.
- Είσαι ένα αρχίδι και μισό, ρε!
- Πήρες την αύξηση που ζήτησες;
- Πήρα ένα αρχίδι και μισό!
Got a better definition? Add it!
Θετικός χαρακτηρισμός ανδρός. Ο έχων μεγάλα αρχίδια.
Ο μάγκας, ο ικανός, αυτός που δεν κωλώνει, ο ατρόμητος, ο άφοβος.
- Αρχιδάτος ο αδερφός σου, πέρασε με την πρώτη στις εξετάσεις!
Got a better definition? Add it!