Κάτι που είναι πολύχρωμο, με έντονα χρώματα. Συνήθως κιτς και «γύφτικο».
Τι της το πήρες το παπαγαλί φόρεμα ρε συ; Θα σ'το φέρει στο κεφάλι!
Κάτι που είναι πολύχρωμο, με έντονα χρώματα. Συνήθως κιτς και «γύφτικο».
Τι της το πήρες το παπαγαλί φόρεμα ρε συ; Θα σ'το φέρει στο κεφάλι!
Got a better definition? Add it!
Κάτι σωστό, εξηγημένο, «πετυχημένο», που σε επηρεάζει, δεν το ξεχνάς εύκολα.
- Πώς σου φαίνεται ο νέος διευθυντής; Δυνατός έτσι; - Ναι ρε, μέσα σε έναν μήνα έβαλε τάξη στο τμήμα, που το είχε αφήσει μπουρδέλο ο προηγούμενος.
Πςςςς... πολύ δυνατό τραγούδι αυτό. Έχω φάει κόλλημα μιλάμε.
Έβλεπες Κάντυ-Κάντυ; Ηταν πολύ δυνατό μικιμάου. Ακόμα θυμάμαι πώς ένιωσα όταν πέθανε ο Άντονυ...
Got a better definition? Add it!
Η γραβάτα.
- Είναι να πάω σε γάμο και πρέπει να φορέσω πουτσοδείκτη.
Got a better definition? Add it!
Η ζώνη ή το λάστιχο που χρησιμοποιείται για να σφίξει το μπράτσο να πεταχτούν οι φλέβες.
Σφίξε το πρεζολάστιχο να βρω καμιά φλέβα γιατί κάηκαν όλες.
Got a better definition? Add it!
Άνθρωπος ή αντικείμενο που χρησιμεύει για να τραβάει την προσοχή προς όφελος κάποιου άλλου αντικειμένου ή ανθρώπου, π.χ. ένα πολύ καλό κομμάτι σε μια βιτρίνα με σαβούρες.
- Κοίτα με τι γκομενάρα κυκλοφορεί αυτός ο τύπος! Και δεν του φαίνεται!
- Μπα, αδελφάρα είναι, την γκόμενα την έχει για κράχτη!
Got a better definition? Add it!
Το φανταστικό φάρμακο που παίρνει κάποιος για να αντιμετωπίσει προβλήματα που του προκύπτουν, τα οποία δεν εκτιμώνται ως πολύ σοβαρά από τον ίδιο ή από αυτόν που του προτείνει να το πάρει.
- Η προϊσταμένη μου, μου έχει σπάσει τα νεύρα, με έχει στο τρέξιμο συνέχεια.
- Κοίτα, μόλις σου ξαναπεί κάτι, πάρε μια γραψαρχιδίνη! Αν σου ξαναπεί, πάρε άλλη μία γραψαρχιδίνη και θα σου περάσει σίγουρα!

Got a better definition? Add it!
Ενθουσιώδης χαρακτηρισμός αντικειμένων που είναι πολύ σούπερ, πολύ ιν, συναρπαστικά. Ενίοτε και σούπερ-ουάου.
Καλά το είδες το πουκαμισάκι που πήρα; Σούπερ-ουάου, έτσι;;
Got a better definition? Add it!
Το πεϊνιρλί, εξαιτίας του σχήματός του.
- Πάμε να φάμε καμιά παντόφλα μπας και συνέλθουμε απ' τα ξύδια...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Τα αλκοολούχα ποτά. Ίσως ξεκίνησε από τα κακής ποιότητας ποτά (το χαλασμένο κρασί γίνεται ξίδι), αλλά πλέον σημαίνει τα ποτά γενικά.
Χθες ήρθε ο Βαγγέλης σπίτι και λιώσαμε στα ξίδια!
Επώνυμα ξίδια: μαλάμω (Μαλαματίνα), Ιωάννης Βαδιστής, ο Γιάννης που πορπατάει, Περπατόγιαννος (Johnnie Walker), πέρδικα, φάμους γκράους (Famous Grouse), εκατό πίπες (100 Pipers), δεκατεσάρ' (Cutty Sark), θείος Τζακ (Jack Daniels).
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το χοιρινό ζαμπόν (απο το μπάτσοι-γουρούνια).
Ομοίως, μπατσότυρο = ζαμπονότυρο.
- Τι έχει το σάντουιτς;
- Μπάτσο, τυρί και ντομάτα.
Δες και φουνταριστός.
Got a better definition? Add it!