Σημαίνει ότι τα οικονομικά μας δεν πάνε καθόλου καλά.

Σλανγκ σύνθημα της παιδικής, προσχολικής ακόμη ηλικίας, που όμως παραμένει κοινός παρονομαστής και στην ενήλικη ζωή, ως τα βαθιά γεράματα και που έχει γίνει εξαιρετικά επίκαιρο στις μέρες που διανύουμε.

- Ήρθε η καινούρια ΔΕΗ με το χαράτσι φτού κι΄απ' την αρχή...
- Ακόμη δεν πληρώσαμε το προηγούμενο! Το ταμείον είναι μείον.

Στην αρχή (από Khan, 02/02/12)Παλιός καλός Μηλιώκας! Κάπου στην αρχή. (από Khan, 02/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευπρεπίζω την εξωτερική μου εμφάνιση, δηλαδή, αλλάζω στυλ ντυσίματος, κόβω μαλλιά, σκουλαρίκια, τατουάζ, ναρκωτικά, βρίσκω δουλίτσα, κυριλάτη γκόμενα κλπ, με απώτερο σκοπό τον συμβιβασμό μου με τις επιβολές των εκάστοτε κοινωνικών προτύπων και την ένταξή μου στην κοινωνία.

Μια πολύ συνηθισμένη, αλλά και υποτιμητική έκφραση (μπαμπαδισμός) που χρησιμοποιείται, συνήθως, από μεγαλύτερους σε ηλικία εκπροσώπους της μικροαστικής μιζέριας και λοιπούς δεξιόφρονες με τη μορφή παρότρυνσης. Αρκετά συχνά, συνοδεύεται από προστακτική, με αποτέλεσμα να προκαλεί τον εκνευρισμό και τις αντιδράσεις του συνομιλητή.

Εδώ σημειώνεται ότι ο όρος αφορά μόνο και μόνο την εξωτερική εμφάνιση, αγνοώντας εντελώς οτιδήποτε άλλο πέρα από αυτό, αφού, κατά τα μικροαστικά πρότυπα, αυτή έχει σημασία, προβάλλοντας ως επιχείρημα ότι «η πρώτη εντύπωση μετράει». Συνεπώς, μπορεί κάποιος να παραμείνει ρεμάλι και αφότου γίνει άνθρωπος.

Αυτή η έκφραση θα μπορούσε κάλλιστα να ενταχθεί στον κατάλογο με τις ατάκες ελληνικής μικροαστικής μιζέριας.

  1. Από τα 26 μαθήματα κατέβηκα στα 19 (και ελπίζω να πάω στα 17) και μένει ακόμα πρακτική και πτυχιακή... έχω μέλλον ακόμα! :cry:
    Αλλά τουλάχιστον στρώθηκα στο διάβασμα και γίνομαι άνθρωπος! (από εδώ)

  2. Σαν βγεις στον πηγαιμό για να γίνεις άνθρωπος σωστός, ένας από τους «αυτούς» δηλαδή, βαρετός και ανά πάσα στιγμή προβλέψιμος, θα περάσεις αναγκαστικά από τα τρία διαδοχικά στάδια της κοινωνικής χρυσαλίδας: πρώτα μαθητής - πιεσμένος, καταπιεσμένος, πεπεισμένος πως όλα θα πάνε καλά, αγχωμένος για μαλακίες και με μόνο ορίζοντα την επιτυχία σου στον εφιάλτη των πανελληνίων (από εδώ)

  3. Τότε του είπα ότι εγώ μπορώ να γίνω σαν εσένα, αλλά εσύ δεν μπορείς να γίνεις σαν εμένα. Με κοίταξε περιφρονητικά: «Δεν μπορείς να γίνεις άνθρωπος» του είπα (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Μαμαδογιαγιαδίστικος χαρακτηρισμός του επιδειξία. Παλαιάς κοπής βεβαίως βεβαίως, σήμερα είναι πλέον σε αχρηστία.

  2. Επίσης μαμαδογιαγιαδίστικος χαρακτηρισμός για τους ομοφυλόφιλους. Χρησιμοποιείται ακόμα από ομοφοβικούς και ταλιμπάν όλων των θρησκευτικών αποχρώσεων.

Πέον να σημειωθεί ότι τόοοτε δεν είχε και τόσο αρνητική χροιά όσο σήμερα, ήταν μάλλον μία (ψευδο)επιστημονική προσέγγιση βασισμένη στις αντιλήψεις της εποχής. Αρκεί να θυμηθούμε ότι γιατροί και επιστήμονες θεωρούσαν την ομοφυλοφιλία «ασθένεια» κι έψαχναν τρόπους θεραπείας, από ψυχανάλυση μέχρι ηλεκτροσόκ.

  1. Να πας να μου πάρεις δύο αβγά και 100γρ καφέ. Κάτσε να σου δώσω την αυγοθήκη να σου βάλει μέσα τα αβγά. Και πρόσεξε μην τα σπάσεις. Και να του πεις «είπε η γιαγιά μου τα αβγά να είναι φρέσκα» και τον καφέ να σου τον κόψει εκείνη την ώρα, να μην σου δώσει απ' αυτούς που έχει έτοιμους σε σακουλάκι, να του πεις «η γιαγιά μου μού είπε να είναι φρε-σκο-κομ-μέ-νος», το θυμάσαι; έτσι να του πεις! και να μετρήσεις τα ρέστα -μη σε κοροϊδέψει- δύο δραχμές να σου δώσει πίσω και ένα πενηνταράκι. Και να μην πας να κόψεις δρόμο από το πάρκο, μπορεί να είναι κανένας ανώμαλος και να σου δείξει το τσουτσούνι του. Από τον δρόμο να πας, από την μέση του δρόμου, να σε βλέπω απ το παράθυρο.

  2. - Κάτσε να δούμε αυτό το έργο, για να καταλάβεις, αυτή η ξανθιά, όταν ήταν μικρή την βίασαν και μετά έγινε ανώμαλη και αγαπάει αυτήν, που είναι αρραβωνιασμένη με ...
    - Τι ανώμαλη ρε θειά! λεσβία είναι!
    - Οχι-όχι! είναι καλό κορίτσι, αν δεν την βίαζε εκείνο το κάθαρμα δεν θα γινόταν ανώμαλη.
    - Χαϊντάααα!

Ε μα πχια! (από Khan, 09/05/13)(από Khan, 07/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπάσο τύμπανο (αγγλικά: bass drum), επίσης γνωστό ως μπότα ή κάσα (προερχόμενο από το ιταλικό cassa), είναι το μεγαλύτερο τύμπανο του συνόλου και χρησιμοποιείται για την παραγωγή βαθύφωνων τόνων. Η κάσα στην καθομιλουμένη των ντράμερ ή γενικότερα μουσικών κρουστών λέγεται και γκρανκάσα.

Συχνά γκρανκάσα λέμε μια γριά ή τουλάχιστον λέγαν οι παλαιότεροι (μπαμπαδισμός). Λογική δεν υπάρχει. Ίσως το γεγονός πως η λέξη είναι παλαιά ιταλική από την περίοδο της προκλασικής μουσικής και το συγκεκριμένο όργανο είναι μεγάλο, βαρύ και θορυβώδες, έφερε στο μυαλό των Νεοελλήνων παλαιοτέρων δεκαετιών που λίγη σχέση είχαν με μουσική παιδεία την εικόνα μιας άσχημης και γκρινιάρας ''μέγαιρας'' γριάς γυναίκας.

- Βρε την γκρανκάσα όλη μέρα γκρινιάζει.
- Πούτσο θέλει η πουτανόγρια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που τη λένε οι μικροαστοί που δεν κάνουν τίποτα έντονο στη ζωή τους. Το ιδανικό του χωροφύλακα. Τη λένε και άνθρωποι μετά από κάποια ηλικία, που είναι μπαμπάδες, μαμάδες και δεν έχουν και κανένα συνταρακτικό νέο.

- Τι γίνεσαι Γιώργο; Πώς τα πας; - Πώς να τα πάω; Ησυχία, τάξη, ασφάλεια. Δέκα χρόνια παντρεμένος πώς θες να τα πάω;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1.Ελαφριά έκφραση για την ποττάνα (εταίρα, ιερόδουλη, κοινή, κούρβα) κουφάλα, ξεκωλιάρα, ξεσκισμένη.

2.Στο χωριό μου το λεν και για τις πουλάδες.

3.Προσωπικά χρησιμοποιώ το άνωθεν λεξόνι για τις κουτσομπόλες που χασκογελάνε κακαρίζοντας.

:) Όλα στο 3 (μόνο ΄κει το 'χω χρησιμοποιήσει)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γραφικός χαρακτήρας δυσνόητος, ασαφής και ακατάληπτος, αλλά κυρίως άθλιας εμφάνισης. Γράμματα που η όψη τους χαλά την εικόνα του χειρόγραφου και το καθιστά δυσανάγνωστο, απεχθές προς ανάγνωση, έως και μη αναγνώσιμο. Σύμβολα του αλφαβήτου καταγεγραμμένα με τέτοιο τρόπο που προσομοιάζουν με την απαίσια ασύμμετρη και ασουλούπωτη εμφάνιση των καλικάντζαρων της λαϊκής φαντασίας - που επίσης αποκαλούνται καλικαντζούρια στο καλλιτεχνικό τους (παρ. 1).

Χρήση λήμματος κυρίως από μαμάδες, δασκάλες πρώτων τάξεων δημοτικού και εκθεσούδες των τελευταίων τάξεων του λυκείου, μαθητές, ή όσους υπήρξαν μαθητές και γιαγιάδες που αναμασούν τις αναμνήσεις των χρόνων της νεότητας μετά από νοσταλγία ή εγκεφαλικό επεισόδιο.

Κάναμε εξορκισμό, αγιασμό και ένα ευχέλαιο και διώξαμε τελώνια, δαιμόνια, καλικαντζούρια, νεράιδες, ξωτικά και λοιπά κακά πνεύματα... (lucretia εδώ)

Εμένα αλλάζει τελείως. Με τα στυλό από Χόντος κάνω μεγάλα καλικαντζούρια, άλλωτε πλαγιαστά από τη μία, άλλωτε από την άλλη, άλλωτε μεγάλα, άλλωτε μικρά... με κάτι άλλα του εμπορίου με μύτη 0,7 κάνω υπέροχα γράμματα.. (loukoumi εδώ)

Εκλινε λοιπόν η αδιάβαστη τη '' χώρα '' και γιόμισε μονομιάς όλος ο πίνακας ανορθογραφίες και καλικαντζούρια! (Μια φορά κι έναν καιρό.)

Καλικαντζούρια με πραγματικές συνέπειες Σόρρυ μαν, δύο φώτος για το σινάφι, είστε νοτόριους.

Δες και καλικατσούνες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified