Εκ των γαμώ και αυτοκίνητο. Μεταξύ άλλων υποδηλοί:

  • Φοβερό... γαμώ τα αυτοκίνητα!
  • Αυτοκίνητο ιδανικό για ερωτικές περιπτύξεις,
  • Γαμημένο αυτοκίνητο (μαλάκας οδηγός) που σου κάνει σφήνα,
  • Αυτοκίνητο που οι καμπύλες του θυμίζουν γκόμενα,
  • Αυτό που ψιθυρίζει ο αλλοδαπός στα φανάρια που δεν τον αφήνεις να σου πλύνει τα τζάμια,
  • το αυτοκίνητο στην Ελλάδα μετά την ανατίμηση της βενζίνης.

- Έχω gamauto, πάμε μια βόλτα ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο με το όνομα του γνωστού μοντέλου της Nissan (Micra) για να προσδιορίσουμε την πραγματική αξία του συγκεκριμένου αυτοκινήτου.

- Άντε ρε...βιάζομαι, πήγαινε λίγο πιο γρήγορα!
- Τι θες ρε μ****α;!;!; Nissan Picra έχω...όχι Ζ4!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οφθαλμολογική πάθηση ορισμένων Ελλήνων οδηγών κατά την οποία το κόκκινο και το πορτοκαλί των φωτεινών σηματοδοτών θεωρούνται αποχρώσεις του πράσινου, οπότε δεν προκύπτει λόγος να σταματήσουν.

-Ε, πού πας ρεεε, θα μας σκοτώσεις; Κόκκινο είναι! Αφαναροψία έχεις;;;

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξαδερφάκι του γκαζοφονιά.

Οpel manta και εξάτμιση μπουρί ο γκαζόβλαχος!

(από βουκεφάλας, 06/07/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γκαζάκιας, αυτός που τρέχει πολύ με το αυτοκίνητο ή με τη μηχανή του χωρίς όμως να έχει ιδιαίτερες ικανότητες στην οδήγηση. Συνήθως το κάνει εκεί που υπάρχει κόσμος, για επίδειξη, με αποτέλεσμα να γίνεται επικίνδυνος για τους υπόλοιπους. Γκαζοφονιάδες θα μπορούσαν να είναι οι κάγκουρες και τα σπατάνια, αλλά αυτοί συνήθως κυκλοφορούν με πολύ αργή ταχύτητα και δυνατά τη μουσική για να τους προσέχουν οι γύρω.

- Πάμε εκδρομή την Κυριακή στην Χαλκίδα. Θα οδηγεί ο Βασίλης. - Τι λες ρε, είσαι τρελός που θα μπω εγώ σε αυτόν τον γκαζοφονιά; Προτιμώ να πάω με το ΚΤΕΛ και να χάσω την ώρα μου περιμένοντας παρά να πάω με τον Βασίλη και να είμαι εκεί σε μισή ώρα και να’ χω κλάσει πατάτες!

"...χωρίς όμως να έχει ιδιαίτερες ικανότητες στην οδήγηση" (από Galadriel, 01/03/09)

Βλέπε και ο φονέας των δρόμων, καυλοτίμονος, καυλόγκαζο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δημοτομπατσοβανάκι είναι το όχημα της δημοτικής αστυνομίας που έχει μέσα κάτι χασομέρηδες με μπερέδες που τα ξύνουν, ενίοτε σου καρφώνουν και καμιά κλήση.

Πριν λίγη ώρα, μια ομάδα Δελτάδων μαζί με Φασίστες επιτέθηκαν στους μετανάστες έξω από την ΑΣΟΕΕ. Ένα δημοτομπατσοβανάκι σπάστηκε ελαφρώς από τους μετανάστες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δυολεπτάκιας (ο, η)

Δυολεπτάκιας: Ατομο που διακόπτει την κυκλοφορία για χρόνο που συνήθως υπερβαίνει τα 2 λεπτά, αγνοόντας πλήρως τον ΚΟΚ και την παρακώλυση συγκοινωνιών (ειδικά το άρθρο 227 του Ποινικου κώδικα όταν μπλοκάρει λεωφορείο) , όπως και τις σχετικές προβλεπόμενες ποινές.

"-Ει! Που πα ρε φιλε και το μολάρεις μόστρα μπροστά στο μαγαζί; Ειναι "ορθοπαιδικά είδη" το μαγαζί, μπαίνοβγαίνουν καροτσάκια λεμεεεε! Είσαι και πάνω στην διάβαση! Βρεφονηπιακός σταθμός απο δίπλα! -Πως κάνεις έτσι, κύριος; Δυό λεπτάκια θα κάνω!"

Got a better definition? Add it!

Published

Όταν περιμένεις στη στάση τόση ώρα που θα αναγκαστείς να σκεφτείς «πρώτα θα βρει γκόμενα ο Τάσος και μετά θα περάσει το αστικό. Έλεος!», τότε δυστυχώς φίλε μου βρίσκεσαι στη θέση να έχεις ανάγκη το ελεωφορείο.

Οποιοδήποτε όχημα χρειαζόμαστε για τη βασική μας και μη μετακίνηση αλλά μας σπάει τα νεύρα για χίλιους διαφορετικούς λόγους. Γιατί αργεί (ή τελικά δεν εμφανίζεται καθόλου), είναι γεμάτο και δε χωράς και μένεις απ' έξω, μπαίνεις και αναγκάζεσαι να μυρίσεις ποδαρίλα από τη σηκωμένη μασχάλη τού συνεπιβάτη, ο οδηγός νομίζει ότι μεταφέρει κοτόπουλα και περνάει επίτηδες από όλες τις λακούβες ή γιατί απλά βλαστημάς τη ζωή σου που το έχεις ανάγκη για να κάνεις κάθε μέρα μία ώρα διαδρομή μέχρι τη δουλειά.

- Έλα ρε φίλε, συγγνώμη πού άργησα.
- ...
- Ε τι γιατί; Δεν το ξέρεις το ελεωφορείο; Πρέπει να κάνεις προσευχή στο Δία για να περάσει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ της τζιπούρας Porsche Cayenne και του μεγαλοδικηγόρου Αλέξη Κούγια. Χαρακτηρίζει το εν λόγω όχημα ως το κατ' εξοχήν σύμβολο νεοπλουτισμού της τελευταίας δεκαετίας στην Ελλάδα. Σχετικές αναφορές έχουν γίνει στα λήμματα μουαγέν, τζιπούρα, το χάσαμε το κορμί πατριώτη και βλαχοκυριλέ. Εννοείται ότι η τζιπούρα αποκτήθηκε με κουγιές, και εφόσον συνδυάζεται με μοντελοπνίξιμο είναι ακόμη πιο επιλήψιμη. Η έκφραση λέγεται με μελαγχολία ότι τα μουνιά και τα μοτέρια βρίσκονται σε λάθος χέρια.

Πάσα: John Black.

- Πού το κουβάλησε το κουγιέν στο στενοσόκακο ο μαχλέπας! Μας φράκαρε τον δρόμο!

Porsche Cayenne. (από Khan, 19/04/11)Το χάσαμε το Καγιέν πατριώτη! (από Khan, 19/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τεχνικός όρος των εν Ελλάδι αγώνων αυτοκινήτου. Παρά την αναφορά σε θηλυκό όνομα, αποδίδεται σε οδηγούς που γενικώς δεν το έχουν ρε παιδάκι μου. Επειδή η αγωνιστική οδήγηση θέλει χέρια, ο αργός και φοβητσιάρης οδηγός λέγεται κουλός. Το δεύτερο συνθετικό Μαρία βάζει ακόμη μια κοροϊδευτική πινελιά, εννοώντας προφανώς ότι της Μισέλ Μουτόν εξαιρουμένης, η αγωνιστική οδήγηση είναι για άνδρες και ο συγκεκριμένος τύπος οδηγεί σαν γυναίκα. Πάντως αν ασχολείσαι με το άθλημα, δεν είναι καλό πράγμα να σε χαρακτηρίσουν έτσι και ή παράτα τα ή σοβαρέψου επιτέλους.

- Τον μάγκωσα σε τρεις ειδικές τον μαλάκα και μ' έκοψε πάνω που πήγαινα για βάθρο.
- Αφού είναι κουλομαρία ρε μαλάκα, τώρα θα τον μάθεις το Βρασίδα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified