Ένας σέρβερ του ίντερνετ καφέ που σέρνεται και δεν αποδίδει την κατάλληλη ταχύτητα ή απλά κολλάει το δίκτυό του.

- Τι μηχάνημα έχουν στο μαγαζί;
- Σέρνερ.
- Πάμε αλλού για μάχη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία της πρότασης «που ρουφάνε».

Κοινώς ο... ποιητής θέλει ένα καλαμάκι για το καφέ-χυμό ή άλλο ποτό που θέλει να απολαύσει και δεν γίνεται χωρίς αυτό.

(Δείχνοντας τον καφέ-φραπέ:)

- Θα μου φέρεις ένα πουρουφάν;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του υποτιθέμενου ρήματος μουσικώνομαι, ρήματος που χρειάστηκε να υπάρχει λόγω σλανγκικής αδείας, και υποτίθεται πως σημαίνει πως κάποιος φτιάχνεται με τη μουσική.

Επειδή όμως...αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννάν οι κότες,η slang σημασία παραπέμπει στη φράση «μου σηκώνεται», που παραπέμπει με τη σειρά της σε ορθοστασία του ανδρικού μορίου, σε σηκωμάρες, σε ανατάσεις ψωλής και σε έγερση των τζέντλεμεν όταν ένας θεοκόμματος, απ' αυτούς που αξίζει κάποιος επίδοξος επιβήτορας να πει:«και η κλανιά της βάλσαμο», διεγείρει τους οπτικούς σένσορες του (τα μάτια του).

Η χιουμοριστική αυτή λέξη λέγεται με στόχο να συμμεριστούμε με άλλους το χαρμόσυνο γεγονός της έγερσης του πέοντα.

Σε μπαράκι
Αλέκος:Ωραία επιλογή ρε. Σωστό Αιδοίον πέλαγος το μέρος. Ο αιδοιοφόρος ορίζοντας. Κώστας (κοιτά προς τον τζέντλεμαν και με χαρωπό ύφος αναφωνεί): Άστα. Μουσικώνεται... Μουσικώνεται... Μουσικώνεται Αλέκος (με νόημα): Είδες τι κάνει η καλή μουσική;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκεί που τα πτυχία των αποφοιτριών, είτε από Πούτσεστερ, είτε από άλλα καλύτερα πανεπιστήμια γίνονται λαδόκολλες και δεν ανοίγουν πόρτες, εκεί που κάποιες έχουν διδακτορικό (κανονικό ή γιαλατζί) και σπάνε τα μούτρα τους γιατί η ανεργία χτυπάει κόκκινο, εκεί που το βιογραφικό σημείωμα είναι ανίσχυρο να πραγματώσει τα όνειρα και τα κούφια λόγια περί επαγγελματικής αποκατάστασης φαντάζουν ασήμαντα, ένα πλούσιο βυζογραφικό (γυναικείο στήθος) έρχεται πολλές φορές όχι άπλα να ανοίξει πόρτες, αλλά να ανοίξει το δρόμο και για πολλά άλλα πράγματα. Μαρούλι-Λοιπές υλικές απολαύσεις- Κοινωνική καταξίωση. Μ' άλλα λόγια: ένα βυζογραφικό που να μπορεί να φέρει το Σακέτο σε πακέτο!

Το βυζογραφικό σημείωμα δεν είναι απλές κόλλες χαρτιού όπως το βιογραφικό. Μιλάει από μόνο του.

Ένα πλούσιο βυζογραφικό συνδυαζόμενο με multimedia υποστήριξη (σώμα και πρόσωπο φοβερής αισθητικής αντίληψης, αρμονική κίνηση, τσαχπινογαργαλιάρα ματιά και φωνή) που φωνάζει από χιλιόμετρα: «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε» μπορεί να ανατρέψει όλα τα προγνωστικά (π.χ. φτωχό βιογραφικό).

Ένα βυζογραφικό που προβάλλει μέσα από ένα βυζούβιο (ως φάκελο), αφήνοντας να διαφανεί εικόνα για high class βυζόμπαλα πλαισιωμένα από Κορμί, τύπισσας υψηλών φυσικών προδιαγραφών, που όχι απλά σέρνει καράβι αλλά και ναύαρχο και ναυαρχίδα και στόλο ακόμα, αποδεικνύεται πολλές φορές κατά πολύ ισχυρότερο από ένα πολύ καλό βιογραφικό.

  1. Δυο συνιδιοκτήτες μιας εταιρείας συζητούν.
    Α: Βλέπω πως για τη θέση της υπαλλήλου που ψάχναμε για το τμήμα δημοσίων σχέσεων πως προσέλαβες αυτή με το χειρότερο βιογραφικό. Για δημόσιες σχέσεις μιλάμε, όχι για δημόσιες χέσεις. Τι συμβαίνει; Έχει μπάρμπα στην Κορώνη; Και το άλλο πάλι που το βάζεις; Μα να της δώσεις ταβανοσκουπάτο μισθό;
    B: Κοίτα, μπορεί να 'χει ftp βιογραφικό, αλλά αν δεις το πλουσιότατο βυζογραφικό της θα καταλάβεις γιατί την προσέλαβα. Τσάμπα μας έρχεται. Θα μας αναζωογονεί σεξουαλικώς, οπότε θα μας βοηθά να παίρνουμε σωστές αποφάσεις για τον οργανισμό.
    Α: Μα δεν ξέρει τη δουλειά.
    Β: Και τι έγινε; Όπου χρειάζεται θα έχει βοήθεια από άλλες, ενώ με τα φυσικά της προσόντα θα μας κλείσει τις... συνεργασίες.

  2. Κορίτσια καταθέστε βυζογραφικό. Ο Ατάνας πληρώνει. Ο Ατάνας επιλέγει. Δες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη πρωκτόκολλο προκύπτει εκ των λέξεων «πρωκτός» και «πρωτόκολλο». Θα μπορούσαμε να εξετάσουμε τις παρακάτω περιπτώσεις:

1)****Χιουμορ - Επικοινωνιακή ανάγκη, αναφέροντας το πρωτόκολλο, ως πρωκτόκολλο με στόχο το γέλιο (βλ. παράδειγμα 1).

2)****Αρνητική Στάση προς το πρωτόκολλο - Δυσλειτουργία πρωτοκόλλου.
Ειρωνικά το πρωτόκολλο (πρωτόκολλο του κώλου) από κάποιους που:

  • Δε δέχονται τις δομές εξουσίας που εκφράζονται εκεί και τις φυτευτές σ' αυτό αποφάσεις.
  • Δεν παίρνουν σοβαρά έναν οργανισμό, οπότε και τα πρωτόκολλα λειτουργίας του.
  • Δε βλέπουν το λόγο να υπάρχει πρωτόκολλο, σε απλές περιπτώσεις. Τουναντίον θεωρούν πως η ύπαρξη κανονισμών σε τέτοιες περιπτώσεις, μπλοκάρει την ανάπτυξη ομαδικού, δημιουργικού κι επικοινωνιακού κλίματος.
  • Έχουν προσωπικά με τους επινοητές του, ή θεωρούν το θέμα ξενέρωτο.
  • Θεωρούν πως αντί να διευκολύνει τη λειτουργικότητα, πραγματεύεται στείρες τυπικότητες, και απαιτεί τις... προϋποθέσεις για να δουλέψει.
  • Θεωρούν πως δεν εξυπηρετεί τις βασικές ανάγκες, ή τις εξυπηρετεί ανεπαρκώς, ή εξυπηρετεί μόνο τις ανάγκες δευτερευούσης σημασίας.

Για την περίπτωση αυτή, βλ. παραδείγματα: 2, 3, 4.

3) Δύσκολα εντοπίσιμο πρωτοκολλημένο έγγραφο, λόγω του ότι η οργάνωση που αφορά το συγκεκριμένο θέμα είναι οργάνωση του κώλου. Π.χ.: αταξινόμητο εντός στοίβας εγγράφων, σταλμένο σε άγνωστο γραφείο (π.χ.: δεν υπάρχει βιβλίο που κρατούνται οι κινήσεις των πρωτοκολλημένων εγγράφων), κ.λπ. (βλ. παράδειγμα 5).

4)****Κωλοκεντρική (πρωκτοκεντρική) αντίληψη με ποσοτικά - ποιοτικά κριτήρια.

Για την περίπτωση αυτή, βλ. παραδείγματα 6,7

5)****Συνδυασμός των παραπάνω (βλ. παράδειγμα 8)

Κλείνοντας στέλνω τις ευχαριστίες μου στον Khan για την ωραία ιδέα.

1)
-Πάντως το πρωκτόκολλο επικοινωνίας που υποστηρίζει η συσκευή σου, είναι και γαμώ!

2)
Έλενα (γραμματέας προέδρου): Είπε ο πρόεδρος πως από δω και πέρα πρέπει όλοι σας να φοράτε γραβάτα, είτε πάτε, είτε δεν πάτε σε πελάτες.
Αλέξης: Μα... καλοκαιριάτικα γραβάτα; Τι πρωκτόκολλο είναι αυτό;
Ελενα: Γιατί είναι πρωκτόκολλο;
Αλέξης: Γιατί αντί να διευκολύνει, δυσκολεύει τη δουλειά μας. Είναι μια ακόμα ανούσια τυπικότητα. Γιώργος: Πφ! Πρωτόκολλα κι αηδίες!
Αλέξης: Καλά εσύ... μη δεις κανονισμό. Αντιδράς.
Βάσω: Έχετε δίκιο. Πρωκτόκολλο είναι. Δεν είμαστε εταιρεία. Μπουρδέλο είμαστε.
Γιώργος: Πες τα χρυσόστομη. Τριμπούρδελο!
Βάσω: Αντί να ασχοληθεί σοβαρά με την επιχείρηση, να προσελκύσει πελάτες, να μας εκπαιδεύσει που δεν ξέρουμε την τρίφλα μας, ασχολείται με παπαριές !
Γιώργος: Πάντως ρε παιδιά, μου τη σπάει να μας περνάνε φυτευτά πράγματα χωρίς να μας ρωτάνε. Ζώα είμαστε;
Μάριος: Και για μένα ότι πρωτόκολλο βγάλει η διοίκηση, είναιftp πρωκτόκολλο! (Για την ιστορία, υπάρχει στους Η/Υ, ftp πρωτόκολλο που σημαίνει: file transfer protocol).
Αλέξης: Το λες γιατί έχεις προσωπικά με τον πρόεδρο.
Βάσος: Εγώ πάλι έχω κολλητό τον πρόεδρο, αλλά θεωρώ πως σε θέματα εταιρικής πολιτικής, τα πρωτόκολλα του, είναι πρωκτόκολλα. Καλός φίλος... αλλά κακός επαγγελματίας. Του το ‘χω πει κιόλας!
Νώντας: Ασχολείστε τόση ώρα με πεοδείκτες και πρωκτόκολλα. Και για μένα είναι πρωκτόκολλο το να επιμένει κανείς στη γραβάτα. Ξενερώνω με τέτοια. Τελικά ρε παιδιά, για διαφορετικό λόγο, δεχόμαστε ομόφωνα πως μιλάμε για πρωκτόκολλο.
Η Έλενα γελώντας απομακρύνεται. Σε λίγο ο Μάριος απευθύνεται στους υπόλοιπους πλην της Έλενας λέγοντας:
Μάριος: H Έλενα προηγουμένως, στη συζήτηση που ξεκίνησε από τις γραβάτες και πήγε στα πρωκτόκολλα, είχε εντολή να μας παρασύρει και να μας ηχογραφήσει, για να μάθει ο πρόεδρος τη γνώμη μας για τις κινήσεις του. Και το 'κανε. Έτσι εξηγείται και το λαμόγελο της, στο κλείσιμο της ομαδικής συζήτησης. Οπότε...Ψάχνουμε για δουλειά. Α ρε Νώντα... Ομόφωνα!... Ομόφωνα, πλην της Έλενας!... Ε ρε Πούτσι που της χρειάζεται!

3)
Αν βγεί απόφαση υπέρ της ΑΕΚ απο το CAS, θα έχουμε να λέμε ότι είμαστε πρωταθλητές στα χαρτιά, στην ταυτότητα, στο γήπεδο και στο πρωκτόκολλο της ΕΠΟ!
Δες

4)
Αγόρασα ρε γαμώτο, αυτόν το ρημαδιάρη τον πομπό από την Αμερική, αλλά έχει τέτοιο πρωκτόκολλο επικοινωνίας, που δεν υποστηρίζεται εδώ πέρα.

5)
Απολεσθέν κι αυτό το πρωτόκολλο ανάμεσα σε στοίβες άλλων πρωτοκολληθέντων απολεσθέντων αντικειμένων και ευρεθέντων υποκειμένων (ή πρωκτόκολλο;).
Δες

6) -Πρωκτόκολλο από πρωκτόκολλο διαφέρει.
-Ρίξε ένα παράδειγμα.
-Ας πούμε πρωκτόκολλο έχει κι η Πόπη στο λογιστήριο, που είναι σωστή φάλαινα όρκα με τετράχουφτα ++ οπίσθια, πρωκτόκολλο έχει όμως κι η δίχουφτη Λίζα, που είναι παστάκι πρώτης διαλογής.

7)
Λίλιαν: Τι λέει το πρωκτόκολλο όσον αφορά το ντύσιμο στο αποψινό πάρτι; Κούτσι φόρεμα;
Λάουρα:Με ένα Π κεφαλαίο. Πούτσι φόρεμα (βλ. Δ.Π). Φόρεμα που να ανάβει φωτιές! Πρέπει ο Μένιος να γίνει αναμμένιος κι ο Πέρι, περοσβεστική υπηρεσία.

8)
Hank: Το πρωκτόκολλο! Τώρα Μες μας προσβάλλεις, τόσα λήμματα για το φραπέ, που έχουμε καταχωρίσει, δεν έχεις μορφωθεί κωλομπαρικώς;
Δες στα σχόλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λίστα αυτή αποτελεί μικρό συμπλήρωμα του ανύπαρκτου λεξικού που ανάρτησε ο χρήστης acg. Δεδομένου ότι το φαινόμενο Miesens είναι πραγματικά απύθμενο, κρίνεται αναπόφευκτη την ανάγκη και για γ’ τόμο!

  • Μαύρα μιζάνυχτα, τα: έχουν όσοι δεν συμμετέχουν στο πάρτι αυτό!
  • Μιζαλίνα, η: η Μάτα Χάρη που χρηματίζεται εκατέρωθεν.
  • Μιζαλλόδοξος, ο: αυτός που δεν έχει πρόβλημα να χρηματίσει ή να χρηματιστεί σε διεθνές περιβάλλον.
  • Μιζεγγύηση, η: ειδική μορφή παρακαταθήκης, κατά την οποία πράγμα κινητό ή ακίνητο διεκδικούμενο παραδίνεται ανεπιστρπτί σε τρίτον (τον μιζεγγυητή) για διεκπεραίωση «εκκρεμών υποθέσεων».
  • Μιζέλληνας, ο: ο Έλληνας που χρηματίζεται και χρηματίζει.
  • Μιζθοδοσία, η: οι μηνιαίες αποδοχές πολιτικών όλων των κομμάτων από την Siemens.
  • Μιζοαστός, ο: το τυπικό κοινωνικό προφίλ του χρηματιζόμενου.
  • Μιζογειακά Προγράμματα, τα: κοινοτικά προγράμματα με χοντρό παραδάκι.
  • Το ποτήρι είναι μιζογεμάτο ή μιζοάδειο; : απορία αυτού που είτε λόγω ηθικών αναστολών είτε λόγω ανικανότητας δεν άρμεξε το σύστημα στο έπακρον.
  • Μιζογύνης, ο: αυτός που χρησιμοποιεί την θέση του σαν μοχλό για σεξουαλική ικανοποίηση με υφιστάμενες σου.
  • Μιζοξενία, η: Βλ. μιζαλλόδοξος
  • Μιζοτάκι, το: η κοτόσουπα στα γιαπωνέζικα. Εκ των miso (ζωμός) και take (κότα).
  • Μιζοτοιχία, η: συνέργειες πλουτισμού ανάμεσα σε τμήματα ιδιωτικής ή δημόσιας επιχείρησης, το αντίθετο των «σινικών τοίχων»
  • Ο Μιζτικός Δείπνος, ο: ακα το μεγάλο φαγοπότι
  • Πολιορκία του Μιζολογγίου, η: Η παρατεταμένη πολιτικοοικονομική μας κατάσταση τα τελευταία 30 και πλέον έτη.

- Είχα μαύρα μιζάνυχτα ότι για να χειρουργηθεί η φουκαριάρα η σλανγκομούnα μου έπρεπε να βάλω το σπίτι μου μιζεγγύηση στην μιζαλίνα μεγαλογιατρό!

- Ο τυπικός μιζοαστός μιζέλληνας δεν είναι καθόλου μιζαλλόδοξος! Δέχεται μιζοξενία από κάθε φυλή του Ισραήλ εν μέσω πολιορκίας του μιζολογγίου!

- Ο Krokus ήταν πρώτα στην μιζοδοσία της Ανατολικής Γερμανίας και μετά της Miesens!

- Κατά τον μιζτικό δείπνο, πολλοί αναρωτήθηκαν εάν το ποτήρι είναι μιζογεμάτο ή μιζοάδειο. Αυτά είναι ψευδοδιλλήματα είπε ο μεγάλος, φάτε μπόλικο μιζοτάκι να συνέλθετε γιατί έπονται και μιζογειακά προγράμματα!

Όταν η Τσέκου επισήμανε στον μιζογύνη Ζαχόπουλο για την ύπαρξη βίντεο, αυτός τραγούδησε πικρά: «Αχ ρε παλιο-μιζοφόρια τι τραβάν για σας τα’ αγόρια!»

- Οι μιζοτοιχίες επιτρέπουν στο τμήμα ανάλυσης της χρηματιστηριακής να πληρώνεται από τις εταιρείες που αναλύει!

Ο Μιζτικός Δείπνος (από Vrastaman, 25/03/09)(από Vrastaman, 29/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευμεγέθης κουράδα, δυσκόλως αποδεσμευόμενη εκ του παχέος εντέρου και δι' αυτόν η έκλυσή της προκαλεί δάκρυα ανακούφισης, όπως τα οφθαλμικά κολλύρια.

Είχα να χέσω 3 μέρες κι έβγαλα ένα κωλύριο άλλο πράγμα...

Προφ λογοπαίγνιο με τις λέξεις «κώλος» και «κολλύριο». Βλ. και γεννητούρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μειωμένο εισιτήριο για τους φοιτηταί.

Ασίστ Νick.

Καλά ρε πούστη, εξήντα χρονώ κοντεύεις και μπορείς και βγάζεις φοιτητήριο; Δεν σ' έχουν πιάσει με το πλαστό πάσο ακόμα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα εισιτήρια για κάπου όπου δεν θέλουμε να πάμε, ή αυτά που φτύνουμε αίμα για να αποκτήσουμε.

Τέσσερις ώρες περίμενα στην ουρά για τα γαμολοσιχτίρια, ε μπάφιασα κι έφυγα, στο διάλο και η συναυλία και όλα.

Got a better definition? Add it!

Published

Πρόκειται για αστεϊστική αντωνυμία του waterproof (αδιάβροχο).

Από το αγγλικό water (νερό) και το ρουφάω.

- Πήγα χθες παραλία και ξέχασα ο μπινές να βγάλω το ρολόι μου...
- Και; Τι έγινε; Χάλασε;
- Γαμησέ τα. Wateρουφ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified