Further tags

Ο τύπος που διατηρεί δωμάτια προς ενοικίαση ή αλλιώς rooms-to-let σε ακτίνα 10 χλμ από οποιαδήποτε παραλία.

- Φίλε σε έφτιαξα φέτος, θα πάμε διακοπές Καλλιθέα σε έναν γνωστό που έχει δωμάτια. Θα μας κάνει καλή τιμή.
- Τι λες ρε που θα πάμε στον θείο σου τον γδάρτη πάλι! Σιγά μη δουλεύω 3 μήνες για να μου τα φάει ο ρουμλετάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως μαρτυρά η κατάληξη -ιμος/ -ιμη, το ρηματικό αυτό επίθετο εκφράζει πρόσωπο (στην περίπτωση μας θήλυ), ικανό να του εφαρμόσουμε αυτό που δηλώνει το ρήμα. Το πρόθεμα ευ- δηλώνει ότι θα το κάναμε ευχαρίστως.

- Πώς σου φάνηκε η καινούρια καθηγήτρια των Αγγλικών;
- Μια χαρά γυναίκα. Ευγαμήσιμη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σούπερ, ο σπέσιαλ, ο number one, ο κολοφτιαγμένος μαλάκας.
Η τελευταία λέξη της τεχνολογίας, ο high tech. Αφού απορεί και η NASA.

Ανάλυση:

1) Αρχιμάλακας
2) Διπλομάλακας (ή δυο φορές μαλάκας)
3) Τριπλομάλακας (ή τρεις φορές μαλάκας)
4) Τετραμάλακας
5) Πενταμάλακας
6) Εξαμάλακας
7) Εφταμάλακας

- Ρε αρχιμάλακα, πιάσε μια κοακόλα απ' το ψυγείο ναουμ...
- Τι λε ρε διπλομάλακα, γιατί δεν την πιάνεις μόνος σου να μου τη πιάσεις και μένα;
- Άσε ρε τριπλομάλακα, δηλάδη τι... σηκωθήκανε τ' αγγούρια να γαμήσουν τον μανάβη...; Πώς την είδες τη δουλειά;
(μπαίνει στο σπίτι κι ένας τρίτος)
- Καλώς τ' αρχίδια μας ναουμ!
- Τι έγινε ρε τετραμάλακες, τι κάνετε εδώ; -Περιμένουμε ν' ρχίσει το ματς...
- Σσσσωραίος...
- Άραξε...
(Αρχίζει το ματς)
- Δεξιάαα, δεξιά δώσε ρε πενταμάλακααααα!! Στον Γιαγκουλόφσκι ρεεε!!
- Φτου, πάει το όβερ!
- Δεν αφήνετε τα ποδόσφαιρα να ανάψουμε κάνα μπάφο;
- Ναι ρε εξαμάλακα... σωστόοοοοοςςςςς.
(Ψάχνει τις τσέπες του)
- Φτούουουουου!!
- Τι ρε;
- Ξέχασα το σακουλάκι με το μαύρο σπίτι... ΟΧΙΙΙΙ!!
(Και οι άλλοι δύο απαντούν με μια φωνή)
- ΕΦΤΑΜΑΛΑΚΑ!!!

(από prasas, 08/06/08)(από prasas, 08/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπυρολαμόγιο είναι το άτομο αυτό που γλυκοκοιτάζει την μπύρα σου και με το που θα γυρίσεις το βλέμμα σου θα βάλει χέρι στο πολύτιμο ποτό σου και θα κατεβάσει όσες περισσότερες γουλιές μπορεί.

Ένα μπυρολαμόγιο υπάρχει σε κάθε παρέα που σέβεται το αλκοόλ και συνήθως πρόκειται για κάφρο αρσενικού γένους. Ασχέτως αν έχει λεφτά να πληρώσει την δική του μπύρα το μπυρολαμόγιο πιστεύει πως η μπύρα του πλησίον του έχει πάντα καλύτερη γεύση. Σε ειδικές περιπτώσεις μπορεί να γίνει και η χρήση της λέξης «ποτολαμόγιο».

- Πώ ρε φίλε, κοίτα τι μπήκε μες το μαγαζί.
- Πάω, πάω.
- Κάτσε ρε μαλάκα να πιούμε την μπύρα μας πρώτα και μέτα πάμε να κεράσουμε σφηνάκι.
- Ρε συ, ποιός ήπιε την μπύρα μου; Ούτε στην μέση δεν την είχα φτάσει. Μαλάκα Βαγγέλη εσύ την ήπιες πάλι; Τι μπυρολαμόγιο είσαι αδερφέ μου.
- Όχι εγώ ρε, στ'ορκίζομαι ο Κώστας ήταν.
- Ποιός Κώστας ρε φιδέμπορα που το μουστάκι σου απο τον αφρό είναι σαν του Παπαφλέσσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλάκας με δεύτερο συνθετικό το όνομα Αντρέας, που προφανώς επιλέχθηκε γιατί ξεκινάει με άλφα και με το ίδιο γράμμα τελειώνει το πρώτο συνθετικό της λέξης. Είναι ίσως η μοναδική λέξη με ένα όνομα για συνθετικό το οποίο δεν είναι Θόδωρος ή Θοδώρα π.χ. γυναικοθόδωρος, Παστρικοθοδώρα. (αν κανείς ξέρει κανένα άλλο ας με διορθώσει)

Τρέχα ρε μαλακαντρέα θα χάσουμε το πλοίο.

Χαρακτηρισμοί με κύριο όνομα για συνθετικό: αστραπόγιαννος, βιαστικοθοδώρα, βουβαντώνης, γερολάζαρος, γυναικοθόδωρος, λωλοστεφανής, μαλακαντρέας, μαλακαντώνης, μουγγοθόδωρος, ντελημπάσχος, ντελήσαββας, παστρικοθοδώρα, στραβόγιαννος, τρελαντώνης, τρεμολάζαρος, τρομπογιώργης, τρυπαντωνάκης, ψευτοθόδωρος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραφθορά του εκκλησιαστικού όρου «Παναγιώτατος», αναφερόμενη σε εξτρεμιστή ιερέα της ορθόδοξης εκκλησίας, ο οποίος απειλεί με τον λόγο του και τη στάση του αντίχριστους, προδότες, κουλτουριάρηδες, ομοφυλόφιλους και γενικά όποιον έχει γνώμη και άποψη διαφορετική από την δική του και της επίσημης εκκλησίας.

Πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε για τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παντελεήμονα το 1992, λόγω του εξτρεμισμού του λόγου του.

(χωρίς παράδειγμα)

Ο Παναγιώτατος Άνθιμος Θεσσαλονίκης. Στο 3:52. (από patsis, 06/09/11)Ο Παναγριότατος Σαρουμάνθιμος απειλεί "θα γίνει της Μόρντορ". (από Khan, 12/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραφθορά του ινδιάνικου ονόματος «Ποκαχόντας». Υποννοεί τον μαλάκα.

Πολύ Ποκαχούφτας είσαι μωρ' αδελφάκι μου!

Got a better definition? Add it!

Published

Ρόκ συγκροτήματα της δεκαετίας του εξήντα - εβδομήντα - ογδόντα που τραγουδάνε ακόμα και σήμερα και κάποιοι από αυτούς μοιάζουν πια με αρσενικές γριές.

Rolling Stones, Who, Whitesnake, Van Halen κλπ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά έφραση (βαστάει τουλάχιστον τρεις γενιές πίσω) γι' αυτόν που κάνει πάντα παρατηρήσεις στους άλλους, που υποκρίνεται τον τέλειο, που προσποιείται τον καθώς πρέπει -όμως ο κώλος του ξέρει την αλήθεια. Τώρα, γιατί ο κώλος του, δεν ξέρουμε ακριβώς. Πάντως ως κρυφό και προσωπικό σημείο του σώματος, μας αφήνει να συμπεράνουμε πως ο κωλοπρεπούσης α. το παίζει καθαρός ενώ έχει τον κώλο άπλυτο, β. το παίζει αγνός ενώ τον έχει σκίσει τον κώλο του για τα καλά, γ. είναι πρωκτικάτζα του κερατά, δηλ. το μυαλό του κατευθύνεται ακόμα από τον πρωκτό του, βρίσκεται ακόμα στο πρωκτικό (κατά Φρόυντ) στάδιο ελέγχου των πάντων (ο κόσμος είναι δικός μου, μη μου τονε πειράζετε).

Ο άνθρωπος που χρησιμοποιούσε αυτή την έκφραση κατά κόρον καταγόταν από την Πελοπόννησο. Πιθανόν λοιπόν να είναι τοπικός ιδιωματισμός. Ίσως να μας βοηθήσει η γνωστή και διαδεδομένη κατάληξη σε -ούσης: Πανούσης, μπαρμπα-Μυτούσης, κλπ. Όποιος τυχόν γνωρίζει κάτι επ' αυτού, ας μας το καταθέσει!

- Πώς σου φαίνεται η Στέλλα; Καλό κορίτσι ε; Ξέρει κι από τρόπους, είναι προσεκτική, καθαρή... Την είδες πώς την είπε στο γκαρσόνι όταν του ξέφυγε μια σταγόνα από το κρασί στο τραπεζομάντηλο;...
- Άσε μας μωρέ με την κωλοπρεπούσα, έχει το σπίτι της μπουρδέλο μέσ' στα χνούδια και την τουαλέτα της μεσ' στο σκατό και την είπε στον κακομοίρη που ήταν πρώτη μέρα στη δουλειά!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυρία, συνήθως νεόπλουτη, με μαλλί kevlar (ξανθή έκδοση) ή carbon fiber (καστανή έκδοση), συχνότατα κακή οδηγός, με φουλ σετ αξεσουάρ (τσάντα LV, χρυσαφικά, Rolex, γυαλιά μάσκα αερίων με στρας), η οποία οδηγεί Mercedes «μεγάλης» σειράς που της έχει πάρει ο σύζυγος, με τον ίδιο τρόπο που κάνει κομμωτήριο και κουτσομπολεύει: με μεγάλη διάρκεια και ιδιαίτερα αμφίβολο αποτέλεσμα.

Οι Μερσεντοσουσούδες συχνάζουν συνήθως στο Κολωνάκι όπου ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες αναφέρουν σχετική φωλιά στην περιοχή. Οι παλαιότερες οδηγούν «κούρσες» αλλά έχουν πληθύνει ανησυχητικά οι περιπτώσεις με μεγάλα SUV, χωρίς να περιορίζονται αναγκαστικά σε οχήματα με το αστεράκι στο καπώ (230, X5, X3, Tuareg, Cayenne).

Μπορεί εμφανισιακώς να μοιάζουν του σαλονιού, αλλά μέσα τους κρύβουν την πεμπτουσία του μικροαστισμού, της κατινιάς και του νεοπλουτισμού, όπως μπορεί κάλιστα να διαπιστώσει κανείς αν «κοντραριστεί» προφορικώς μαζί τους στο δρόμο.

Εναλλακτική: Μπεμβεδοσουσού (με όχημα BMW). Τελευταία, απαντώνται νεότερες ηλικιακά εκδόσεις με ύφος τσαμπουκαλίδικο και πιο σπορ εκδόσεις αυτοκινήτων, περιλαμβανομένων SLK (φυσικά!) Audi TT, Mazda RX-8 και MX-5, Z3 καθώς και διάφορα είδη μεσαίων SUV.

  1. Σίγουρα παράδειγμα προς αποφυγή.

  2. - Τι έπαθες ρε Μήτσο;
    - Πήγαινα με τη μηχανή και μου πετάχτηκε μια Μερσεντοσουσού από ένα στενό... κόντεψε να με λιώσει η ρουφιάνα. Είχε και στοπ και μου ζητούσε και τα ρέστα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified