Ενέργεια, κατάσταση, εργασία, φάση με μεγάλο ρίσκο, υψηλού κινδύνου.

Περάσαμε τον Καβοντόρο με εφτάρι σ' αυτό εδώ το καρυδότσουφλο! Σκέτο σμερνοτσίμπουκο!

Δεν ξαναμπαίνω στ' αμάξι του! Ούτε γράμμα δεν στέλνω! Ρε αυτός είναι δημόσιος κίνδυνος! Δε χαμπαριάζει, τον δίνει πίπα σε σμέρνα!

Επίσης αναφέρεται σε πεολειχία με υπερβολική χρήση οδόντων.

Μού'κανε ένα σμερνοτσίμπουκο η "έτσι", μιλάμε μου τον έγδαρε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκ του πέρασα ΚΤΕΟ. Η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται από γυναίκες και από gay. Συγκεκριμένα σημαίνει ότι γαμήθηκε μια χρονική περίοδο.

Λόλα: - Βγήκες τελικά με το παιδί που σου σύστησα;
Λίλη: - Ναι. Και με πέρασε ΠΕΟ μάλιστα!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάπως πιο λυρική διατύπωση του χρυσού ντους, άκα της χρυσής βροχής. Πρόκειται για φετιχιστικό θαλάσσιο σπορ, επισήμως χαρτογραφημένο ως ουρολαγνεία ή ουροφιλία.

- Aκομη να προσθεσω οτι η ταπεινη μου γνωμη ειναι , ολα ειναι μεσα στο μυαλο μας, κ προσωπικα φτιαχνομαι τρελα οταν βλεπω οτι κ η συντροφος μου, φτιαχνεται κ καυλωνει τρελλα με αυτο το χρυσοβροχι που βλεπει να τρεχει στα μπουτια της, την κοιλια της,το στηθος της η ακομη κ στο στομα της!!
(από το σάη του Greek BDSM Community)

- Πάντως για το χρυσοβρόχι, από ό,τι λένε είναι ολόκληρη διαδικασία που κοστίζει κιόλας, πρέπει να αρχίσεις να κερνάς την γκόμενα ποτά, τσάγια, τίλια, καφέδες, ξίδια, νερά, κοακόλες, διουρητικά, για να βγει καλό αποτέλεσμα. Μοιάζει με διαδικασία αποπλάνησης μέσω αλκόολ, μόνο χειρότερο.
(Khan, εδώ)

(από Vrastaman, 05/07/12)"Ούρα ναι", το άζμα- ύμνος των ουρολάγνων. (από Khan, 05/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στελνω τουίτ, αλλά με την χαριτωμένη έννοια.

Πρώτος ο Τζιπάκος επισήμανε ότι το τουίτ στα ποδανά είναι τιούτ. Κι έτσι άνοιξε ο ασκός του αστειάτορα Αιόλου για κάθε λογής λολοπαίγνιο τ.:

κ.ταλ., κ.ταλ.

- Τοιούτερ: Θα κάνω νέο σόσιαλ νέτγουορκ, Gaybook. Αντί για ποσταρίσματα πουσταρίσματα, αντί για πόουκ, πουτσοσκάμπιλο...
(εδώ)

- Το τουίτ ανάποδα διαβάζεται τιούτ. Μασωνοαδερφάτο παντού. (θα το προωθήσω στην «Ελεύθερη ώρα»! ή να δοκιμάσω και «Ριζοσπάστη»;)
(εκεί)

- Αφού στην πραγματικιά ζωή δεν γελάει κανείς σας με αναγραμματισμοχιουμοράκια. Στο τοιούτερ γιατί μας πρήζουτε τους όρχεις με δαύτα;
(παραπέρα)

- τοιούτερ - το εύθυμο αδερφάκι του twitter.
(χα χα, ευθυμήσαμε πάλι)

(όλα τα παραπένω είναι τιούτ)

Τοιούτοι χαφιέδες τοιουτίζουν τιούτ σε βάρος του Κόμματος (από Vrastaman, 22/06/12)Τοιούτον τοιούτ δεν διενοήθη νους τις, ουδέ έγραψε χειρ τις, αλλά πους τις. (από σφυρίζων, 18/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιθετικός προσδιορισμός, που δύναται να περιγράψει αποκλειστικά εκπροσώπους του θεωρούμενου ως «ισχυρού» φύλου.

Οι έχοντες πέος λοιπόν, το χρησιμοποιούν να «γεμίζουν» τυχόν αδειανά - και πιθανώς άπατα - μέρη του ανθρώπινου σώματος του συντρόφου τους.

Χρησιμοποιείται αποκλειστικά σε περιπτώσεις μόνιμων σχέσεων.

- Είδα τον Κώστα και τη Τζίνα (εναλλακτικά: τον Κώστα και το Γιάννη) εχθές να περπατάνε χεράκι-χεράκι.
- Ναι ρε, αφού είναι ο γεμιστήρας της (εναλλακτικά: αφού είναι ο γεμιστήρας του) εδώ και πέντε μήνες.

Αν ο πέοντας είναι γεμιστήρας, τότε το μουνί είναι όπλο? (από Vrastaman, 22/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σικ έκφραση την οποία χρησιμοποιεί κάποιος όταν κάνει σεξ με κυρία της υψηλής κοινωνίας για να προειδοποιήσει ότι σε είναι έτοιμος να «τελειώσει».

- Σας αρέσει λαίδη μου;
- Ω, ναι με τρελαίνετε!
- Ειστε καταπληκτική! Δεν μπορώ να κρατηθώ άλλο! Εκσπερματείνω!
- Υπέροχα! προσέξτε μη μου χαλάσετε τη μιζανπλί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιττεύει, υποθέτω, να αναφέρω ότι τοιαύτη αναφορά ουδόλως αναφέρεται στην αρχαιοελληνική φράση!

Λόγω της καταπληκτικής ομοιότητος τοιαύτης φράσης μετά του γνωστού «φαρμάκου» Cialis (εξού και αι φράσεις, προϊόντα εξαιρετικής εμπνεύσεως: 1. «Θα πάρω Cialis συν τοις άλλοις!», 2. «Πάρε Levitra και στο κρεβάτι θα παίζεις πλήκτρα!») πολλοί μαχηταί του οριζοντίου πεδίου μάχης αναφέρονται εις το... μυστικόν τους όπλο το οποίο τους επιτρέπει διεξαγωγήν μάχης μέχρις εσχάτων, μέχρι της τελευταίας ρανίδος του σπέρμ... εεε αίματός τους, εννοώ! Οποίαι επικαί μάχαι έχουν δωθεί δια την κατάκτησιν της πολυπόθητης Λιλιανίας τε και της Λαουρολάνδης!

Επαρασύρθην πάλι... Λοιπόν, η φράση αποτελούσε εσωτερικόν αστειισμόν παρεών τοιαύτων μαχητών ανεξαρτήτου ηλικίας, ήτοι insider joke.

Η αρχαία ελληνική δεν στερείται λήμματων κύριοι αλλά και τούμπαλιν, και ημείς τροφοδοτούμεθα από την αρχαίαν ελληνικήν!

Φιφακλίων: «Άφεσον φίλτατοι (σνιφ, κλαψ), η έκβαση της Λιλιανικής εκστρατείας εχτές ήτο καταστροφικη λέγω! Έπεσα εις το πεδίον της τιμής! Μπουχουχουου!»
Καυλαγόρας: «Μα διατί μάχεσαι άνευ συμμάχου; Αφού δύνασαι να πολεμήσεις... συυυυν τοις άλλοις! (κλείσιμο ματιού)»
Φιφακλίων: «Α μάλιστα! Καιαι... προελαύνεις στο πεδίον της μάχης όταν μάχεσαι... σύν τοις άλλοις;»
Ηφαιστίων: «Και νικάς κατά κράτος λέγω! ΕΝ ΤΟΥΤΟ ΝΙΚΑ! (Βγάζει κουτί Cialis και το παραδίδει στον Φιφακλίων»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα που χρησιμοποιείται συνήθως αργά το βράδυ, όταν σε πρήζει η γκόμενα.

Έχει διφορούμενο νόημα: ως κοι-μήσου υπονοεί και γα-μήσου (και αντιστρόφως).

- Είσαι ένας άχρηστος. Δεν σε αντέχω άλλο.
- Καλά, μήσου τώρα και τα λέμε αύριο.

(από allivegp, 09/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για την ετήσια ποσότητα αιδοιοφόρων που αλληλεπίδρασαν με την κάτω κεφαλή ενός ατόμου.

-στάνταρ, τσιμπούκ λουκούμ,πισωκολλητό κ.α.

Στελέχη του υπουργείου οικονομικών εξετάζουν τη θεσμοθέτηση του εν λόγω εισοδήματος στη φορολογική δήλωση.

- Και το κάτω κεφαλήν εισόδημα οκ;
- Γάμησέ τα, χειρότερα κι απ' το κανονικό....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερβολικά σεξουαλικά διεγερμένος.

Πολύ γκόμενα σου λέω. Πύρκαυλος έγινα μόλις την είδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified