Further tags

Λογοπαιγνιώδες τρίπτυχο (του τύπου η σάρα, η μάρα και το κακό συναπάντημα, η μούχλα, η ρούχλα και η ζαρούχλα) ντεμέκ ονομασία-προμετωπίς φανταστικής εταιρείας, καταστήματος κλπ. με σαφείς (σαφέστερες δε γίνεται) σεξουαλικές αναφορές. Το έλεγε φίλος μου τη δεκαετία του '80 αναφερόμενος σε καταστάσεις καραπουτσαριό.

Μιλάμε για σοβαρό μαγαζί: Παυλής, Καυλής και Σάμψωλης!

Σχετική, αλλά με το σεξουαλικό υπονοούμενο να κρύβεται επιμελώς κάτω από "υπαρκτά" ονόματα η προμετωπίς του "κινητού" καταστήματος των ηρώων της ταινίας "Οι δοσατζήδες":

Πασπάτης-Καλαφάτης και Σία

Και ο μέν Πασπάτης απλώς πασπατεύει, ο Καλαφάτης όμως καλαφατίζει μεταφορικώς (όπως λέει το σχετικό λήμμα) αλλά και κυριολεκτικώς: βουλώνει τρύπες και χαραμάδες (του σκάφους) με το "καλαφατικό", ένα επίμηκες κυλινδρικό εργαλείο (περισσότερα στο υπό κατασκευήν λήμμα για το γλωσσάρι του καρνάγιου).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενέργεια, κατάσταση, εργασία, φάση με μεγάλο ρίσκο, υψηλού κινδύνου.

Περάσαμε τον Καβοντόρο με εφτάρι σ' αυτό εδώ το καρυδότσουφλο! Σκέτο σμερνοτσίμπουκο!

Δεν ξαναμπαίνω στ' αμάξι του! Ούτε γράμμα δεν στέλνω! Ρε αυτός είναι δημόσιος κίνδυνος! Δε χαμπαριάζει, τον δίνει πίπα σε σμέρνα!

Επίσης αναφέρεται σε πεολειχία με υπερβολική χρήση οδόντων.

Μού'κανε ένα σμερνοτσίμπουκο η "έτσι", μιλάμε μου τον έγδαρε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυκλικός συλλογισμός τύπου "φαύλος κύκλος" πολύ κοντινός ηχητικά και ορθογραφικά, που χρησιμοποιείται με λογοπαιγνιώδη διάθεση για να εκφράσει "καυλικά" αδιέξοδα.

εδώ. "Τα ευρωπέη καλομαθανε στον κωλο μας, και ο κωλος μας στα ευρωπεη. Καύλος Κύκλος."

εδώ. "κανεις σεξ. Λες φτανει δεν μπορω και δευτερο γυρο. Μετα απο 10 λεπτα ξανακανεις και παλι τα ιδια. Ο γνωστος καυλος κυκλος"

εδώ. "πρωι εχουμε καυλες μεσημερι εχουμε καυλες βραδυ εχουμε καυλες και ξανα απο την αρχη....καυλος κυκλος..."

"Το σεξ ανεβάζει τη τεστοστερόνη, η οποία αυξάνει την επιθυμία για σεξ, το οποίο ανεβάζει τη τεστοστερόνη, ο λεγόμενος καυλος κύκλος."

εδώ. "Πατατάκια-σοκολάτα. Καυλος κύκλος."

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σαμποτάζ που γίνεται στο προφυλακτικό ή σε παρόμοια σκευάσματα (τύπου καπότα).

Ο όρος εμπνέεται από τη ναυτική ορολογία: καμποτάζ.

(συζήτηση μεταξύ φίλων)
- Άσε φίλε... η γκόμενά μου είναι έγκυος.
- Καλά ρε δε μου έλεγες οτι προσέχατε;
- Μου έκανε καποτάζ ρε η άτιμη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται κυρίως από βάζελους και χανούμια ως κακεντρεχές παρατσούκλι του πάλαι ποτέ ιδιοκτήτη τση γαυροΠΑΕ και εθνικού μας προμηθευτή Σωκράτη Κόκκαλη.

Λολοπαίγνιο επί των πισωκρότης του Σωκράτους του σοφού.

Παραγγελιά: Kilerakias, Khan.

- Όπως είναι ο Πισωκράτης,να πάρει φόρα και να έρθει....όπως είναι!!!

- Αν έχουν τα άντερα αυτοί που κάνουν ρεπορτάζ Θρήνου,ας βγουν κι ας γράψουν για τις οικονομικές εκκρεμότητες του Πισωκράτη

3. είναι καιρός να αποκτήσει και το χανουμάκι μια σοβαρή διοίκηση (βλέπε μελισσανίδη), ωστε το μέτωπο να γίνει διπλό εναντίον του καθεστώτος του πισωκράτη.

4.
δεν έχεις καταλάβει οτι οι ρίζες της παράγκας του πισωκράτη επεκτείνονται πολύ πιο βαθειά απο τα αμιγώς ποδοσφαιρικά.

Πισωκρατική μέθοδος (από σφυρίζων, 25/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Όταν κάποιος λατρεύει τα μπούτια και για αυτό γίνεται στο τέλος μοιρολάτρης, ότι η γυναίκα του θα τον κάνει ό,τι θέλει επειδή είναι μουνόδουλος.

-Καλά ρε τι άντρας είναι ο Γιάννης να τον κάνει η Γεωργία ό,τι θέλει!
-Αφού τον ξέρεις, πάντα αντιμετώπιζε την ζωή με μηρολατρία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το ποδαρικό, είναι η πρώτη ψωλή που εγκαινιάζει ένα καινούργιο έτος.

apapa de pira kanena teknaki protoxroniatika, lete na moy pai asxima o xronos; prepi na kano oposdipote psolariko (Από το Φέισμπουκ).

Got a better definition? Add it!

Published

Μπανεύκολο πρωτοχρονιάτικο λολοπαίγνιο ως μια επιπλέον τροπή στα βασιλόπιτα, βασιλόπιτας, μπορεί να δηλώσει κάτι από τα παρακάτω: α) Τη φαντασίωση κάθε άντρα για στοματικό σεξ από σέξι αγιοβασιλίτσα, β) αυτό που συμβαίνει σε κάθε λογής τσιμπουκάδικα κατά την εορταστική περίοδο γύρω από την Πρωτοχρονιά όπου αυξάνει ο τζίρος, γ) σενάριο σε κίνκι Χ-mas porn, δ) παρτόλα, τ. όπου πίπες και χαρά η Βασίλω πρώτη, ε) τα αναγγελόμενα νέα μέτρα για μετά την Πρωτοχρονιά ενός νέου έτους, αυτά που πληρώνουμε κοντά στην Πρωτοχρονιά, όπως λ.χ. τέλη κυκλοφορίας και στ) γενικώς όλα αυτά που περιμένουμε καλώς να μας μπουν μαζί με το νέο χρόνο, ζ) ένας τρόπος με kitch value για να ονομάσεις την βασιλόπιτα, όταν είσαι εκνευρισμένος που σε κουβαλάνε σε μια βαρετή εκδήλωση, η) οποιαδήποτε πίπα σου τύχει Πρωτοχρονιά ανήμερα. Συχνά, όμως, θ) είναι απλό ορθογραφικό λάθος τ. πεοτείνω ή φροϋδικό σλιπάκι, καθώς στον γραπτό λόγο, ιδίως τον χειρόγραφο, αυτοί που γράφουν κατά την παλαιά ορθογραφία με δύο ταυ την βασιλόπιττα, είναι σαν να την γράφουν βασιλόπιπα (δες και δες).

  1. Βασιλόπιπα, ποστ κοινωνικής κριτικής από τον μπλόγκερ Old Boy.

  2. ΒΑΣΙΛΟΠΙΠΑ ή ΒΑΣΙΛΟΓΛΕΙΨΙΜΟ ;;;; !(AKOYΩ ΓΝΩΜΕΣ)! (Από το Φέισμπουκ).

  3. Στο χωριο του πατερα μου ειχαμε μια Βασίλω που επαιρνε απιστευτα τσιμπουκια. Η διασημη βασιλοπιπα. (Από το Τουίτερ)

(από Khan, 17/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Το μπατάρω στο ντήζελ και γίνομαι γκέι, πουστρεύω.

Λέγεται και για φυσικά πρόσωπα που θεωρούμε ότι δεν γεννήθηκαν αλλά έγιναν, μα επίσης (ίσως περισσότερο) για πολιτισμικά προϊόντα, που υφίστανται νέα ανάγνωση πιο γκέι ή φλώρικη (κατά την κοινή αντίληψη που συνδέει τα δύο), καθώς και για κοινωνικές εξελίξεις, οπότε έχουμε κραυγές κοινωνικής αγωνίας τ. «πάει πούστεψε και το τάδε».

Έχει το πλεονέκτημα ότι κάνει πολλά λολοπαίγνια με το πιστεύω, όπως λ.χ. το πούστευε και μη ερεύνα.

  1. ΠΟΥΣΤΕΨΕ ΤΕΛΕΙΩΣ Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ...!!! ΑΝΤΡΑΣ ΕΠΙΣΜΗΝΙΑΣ ΠΑΝΤΡΕΥΤΗΚΕ ΤΟΝ ΚΑΛΟ ΤΟΥ ΜΕΣΑ ΣΕ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΣΤΟ ΝΙΟΥ ΤΖΕΡΣΙ... (stoxos.gr).

  2. - Άντρεεεεεες!!!! Κρεμούλα προσώπου βάζουμε;
    - Πάει πούστεψε η νεολαία. (Εδώ)

  3. Οσοι εχουνε πια ξεπερασει την ηλικια των 12 και βλεπουνε Μπομπ Σφουγγαράκη πουστεψαν;;;;;!!!! (Από φόρουμ).

  4. - Υπάρχουν και χορτοφάγοι καρχαρίες.
    - Πάει πούστεψαν κι οι καρχαρίες. (Εδώ).

  5. Αρε εποχες,τα πουστεψαν τα αυτοκινητα (Εδώ).

  6. ειναι γκει οι γαρδενιες; πουστεψαν οι βουκαμβιλιες; (Εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκέινταρ (εκ του gaydar: gay detection and ranging) αποκαλείται η ενορατική ικανότητα ορισμένων να ανιχνεύουν εξ αποστάσεως και με μεγάλη ακρίβεια τον βαθμό πουστοσύνης των συνανθρώπων τους εν είδει ραντάρ.

Το τυπικό γκέινταρ επεξεργάζεται, σταθμίζει και αξιολογεί πληθώρα οπτικοακουστικοκινητικών δεδόμενων και ερεθισμάτων που εκπέμπει το υπό εξέταση υποκείμενο. Σύμφωνα με έγκυρες μελέτες, στις αποχρώσες ενδείξεις πουστρηλικίου συμπεριλαμβάνονται:

  • Η φωνή: το ευρύ κοινό αναγνωρίζει τους θηλύγλωττους από την φωνή τους με 75% επιτυχία.
  • *Ο παράγοντας«κόψε μάπα και βγάλε συμπέρασμα»*: η προβολή ενός προσώπου για το 1/25ο μόλις του δευτερολέπτου αρκεί για να αναγνωριστούν στοιχεία ΛΟΑΤ.
  • Οι φύτρες μαλλιώνε: παρατηρείται ότι οι γκέουλες διαθέτουν αριστερόστροφη σπείρα μαλλιών κατά μεγαλύτερο αναλογικά ποσοστό.
  • Οι αναλογίες των δακτύλων: οι βερμουδιάρηδες και οι λεσβόγκες συνήθως έχουν μακρύτερο το παράμεσο δάκτυλο από τον δείκτη, σε αντίθεση με τους γκέηδες και τις θυλικομούνες.
  • Τα δακτυλικά αποτυπώματα: οι κιναιδουάρδοι και οι ετερομούνες έχουν «πυκνότερες» ραβδώσεις.

    Πέον να σημειωθεί ότι το γκέινταρ αποτελεί είδος «έκτης αίσθησης»: μερικοί το' χουν, άλλοι δεν. Σύμφωνα με τις προαναφερθείσες μελέτες:

  • Οι τρίζοντες την όπισθεν έχουν ακριβέστερο γκέινταρ από τους στρέιτουλες.

  • Οι γυναίκες έχουν ακριβέστερο γκέινταρ όταν βρίσκονται σε ωορρηξία.

    Όλα τα ραντάρ, πόσο μάλλον τα γκέινταρ, έχουν και «τυφλά σημεία», επιτρέποντας σε μερικές να κινούνται κάτω από το γκέινταρ. Ακόμα και τα καλύτερα γκέινταρ δίνουν ενίοτε ανακριβείς μετρήσεις, κυρίως ωσαναφορά τους μετρό κ.ά. αχαρτογράφητες.

Περισσότερα γκέινταρ φακτς:

Από το δουπού: Κχάν.

Η έκτη αίσθηση
1. Το μαγαζί του Πάπα είναι θερμοκήπιο ανωμαλίας…Ενώ το δικό μας, με τους μητροπολίτες που αποκαλούν ο ένας τον άλλο με γυναικεία ονόματα και τους μοναχούς και τους αρχιμανδρίτες που βάζουν μπροστά το γκέινταρ κάθε φορά που βλέπουν νέο αγόρι στην εκκλησία, είναι το απαύγασμα της αρετής…

2. Βασίζονται σ' ένα νέο, εκτεταμένο πεδίο έρευνας, που δείχνει ότι οι περισσότεροι από μας, είτε ενεργητικοί είτε παθητικοί, είτε ανδροπρεπείς είτε θηλυπρεπείς, είτε μπουτς είτε φαμ, είτε κάπου ανάμεσα, μοιραζόμαστε κάποιες σωματικές διαφορές που μας καθιστούν ειδική υποκατηγορία του κοινωνικού φύλου. Όποιες κι αν είναι αυτές οι διαφορές, φαίνεται πως πηγάζουν από κάπου βαθιά μέσα μας και δεν κρύβονται όσο κι αν προσπαθήσουμε. Τελικά το γκέινταρ, το ραντάρ που έχουμε για να αντιλαμβανόμαστε τον σεξουαλικό προσανατολισμό ενός ανθρώπου, δεν έχει τόσο σχέση με τις ικανότητες αντίληψης του θεατή όσο με τα αποκαλυπτικά σημάδια που οι περισσότεροι γκέι άνθρωποι προβάλλουν, ένα σύνολο χαρακτηριστικών που μας κάνουν να φαινόμαστε ότι ανήκουμε σε αυτή την ομάδα.

Το σάη γνωριμιών για πούστηδες και παλικάρια
3. Πάντως, παρ' ὅτι διαρκῶς κράζεις τὸ γκέινταρ, ὅλο ἐκεῖ εἶσαι :ΡΡ

Ο διφορούμενος αζέρος πολιτικός
4. Ο γηραιός πρώην κομμουνιστής διπλωμάτης του Αζερμπαϊτζάν, Γκέινταρ Αλίγεβ, επιστρέφει στο Μπακού, όπου έχει εκλεγεί πρόεδρος της Βουλής

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified