Η γκόμενα που διακρίνεται για την εκρηκτική παρουσία της και την υπερσεξουαλικότητα της.
- Πω πω πω. Κοίτα ρε μαλάκα τι κόμματος περνάει μέρα μεσημέρι.
- Τι κόμματος και κουραφέξαλα. Αιδοιεσέλ κανονικό. Θα μας τρελάνει η τύπισσα.
Η γκόμενα που διακρίνεται για την εκρηκτική παρουσία της και την υπερσεξουαλικότητα της.
- Πω πω πω. Κοίτα ρε μαλάκα τι κόμματος περνάει μέρα μεσημέρι.
- Τι κόμματος και κουραφέξαλα. Αιδοιεσέλ κανονικό. Θα μας τρελάνει η τύπισσα.
Got a better definition? Add it!
Αυτός ο οποίος μπορεί να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες ενός χανγκόβερ, κατέχοντας γνώση ανακατωτικής μαντζουνίων και ικανότητα διαχείρισης κρίσεων ανάλογη με αυτήν του μαγκάιβερ.
Ύψιστο αξίωμα πότη, καθώς τα χανγκόβερ είναι ο εξελικτικός μηχανισμός που επινόησε η πάνσοφος φύσις ούτως ώστε να μην πίνει ο πάσα ένας, αλλά μόνο αυτοί που είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες με ανδρεία.
Got a better definition? Add it!
Το αρσενικό του οποίου οι σεξουαλικές σχέσεις με το άλλο φύλο φτάνουν μόνο έως την ανταλλαγή αντίου (bye) / καληνύχτας έξω από την πόρτα του αντικείμενου του πόθου του, συνοδευόμενο από σταυρωτό φιλί.
Ο bye sexual αυτοβούλως είναι καλός, γλυκός, κρατάει συντροφιά, βγάζει βόλτα σκύλους, ακούει πόνους και για τον λόγο αυτόν τον βλέπουν ως φίλο όλα τα θηλυκά.
Συνώνυμο : καληνυχτάκιας
Βλ. και μουνοβοσκός, γκομενοφύλακας, γκομενοβοσκός, μουνοφύλαξ.
Got a better definition? Add it!
Published
Παραλλαγή του κλασικού κοκτέιλ Cuba Libre. Αγαπημένο ποτό των οπαδών της ομάδας της Θεσσαλονίκης, ΠΑΟΚ. Παρασκευάζεται με 3 μέρη Ρετσίνα Μαλαματίνα (αποκλειστικά) και 1 μέρος Κόλα. Χυμός Lime προαιρετικά. Σερβίρεται στα ταβερνεία πέριξ του γηπέδου της Τούμπας τις Κυριακές ή παρασκευάζεται αυτοσχεδίως από τους οπαδούς προ της εισόδου τους στο Γήπεδο της Τούμπας.
– Ρε συ Μάκη, παίξαμε τίποτα χτες, για πάλι χάλια;
– Φίλε, άμα δεν έχεις πιει τουλάχιστον 3 Toumba Libre πριν το ματς, η ομάδα δεν βλέπεται φέτος...
Δες και κουστούμι.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Έκφραση που χρησιμοποιείται στον στρατό και συγκεκριμένα στα τεθωρακισμένα όταν σε βάζουν αγγαρεία στον όρχο αρμάτων.
Διοικητής Ίλης: Παπαδόπουλε και Δημητριάδη. Όρχο αρμάτων και γρηγορα.
Φαντάρος: Πω πω ρε σειρούλες, χοσέ αρμάντο που φάγατε πρωινιάτικα.
Got a better definition? Add it!
Διάσημο Γαλλικό θέατρο του 20ού αιώνα (1897-1962), γνωστό για τις τρομακτικές, γεμάτες εκπλήξεις και «thriller» παραστάσεις του.
Σήμερα χρησιμοποιείται μεταφορικά για ακραίες και αναπάντεχες καταστάσεις, γεμάτες αγωνία.
- Μαλάκα τι έγινε χθες στο ματς;
- Γάμησέ τα αδερφέ, Γκραν Γκινιόλ εντελώς! Από 2-0 στο 82' μας το γύρισαν στο 2-3 στις καθυστερήσεις, φάγαμε τρελό πακέτο!
Got a better definition? Add it!
Χαρακτηρισμός που αποδίδεται σε άτομο το οποίο όχι μόνο δεν προκαλεί σεξουαλική διέγερση (σεξουαλικά αδιάφορο δηλαδή), αλλά ίσως προκαλεί και τα ακριβώς αντίθετα συμπτώματα.
Αντώνυμο: καυλωτής.
Εκ του λατινικού persona non grata (ανεπιθύμητος, απρόσδεκτος) και του νεοελληνικού κούκου (καύλα, στύση, σεξουαλική διέγερση γενικότερα).
Από τότε που άνοιξα κατά λάθος την πόρτα της τουαλέτας και την είδα να σκουπίζεται, αποτελεί persona non koukou για μένα, όσο μεγάλες βυζάρες κι αν έχει...
Got a better definition? Add it!
Γυναίκα που δουλεύει στον πάγκο του μαγαζιού, η μπαργούμαν.
Δες και -μούνα.
Got a better definition? Add it!
Από το γνωστό άθλημα μπάσκετ, κρύβει τη λέξη μπάφος και ορίζει την κατάσταση που δύο ή περισσότερα άτομα συγκεντρώνονται για να πιουν μπάφους.
-Τι λέει μαλάκες; Πάμε να παίξουμε κάνα μπάφκετ;
Got a better definition? Add it!
Εμπνευσμένη έκφραση προερχόμενη από τη γνωστή τεκίλα Jose Cuervo και το χώσιμο με την έννοια της αγγαρείας, έννοια και την οποία εξάλλου εμπεριέχει. Η χρήση της συναντάται συχνά στους στρατιωτικούς κύκλους.
- Άντε ρε Γιάννη! Τι κάθεσαι όλη μέρα στο θάλαμο; Τον άρρωστο παριστάνεις;
- Ίσα ρε ψάρακα! Έχεις όρεξη να φάμε κανά χοσέ κουέρβο μεσημεριάτικο; Άραξε στα κυβικά σου!
Got a better definition? Add it!