Πρόκειται για παράφραση του γαλλικού «faux bijoux» που σημαίνει το μη αυθεντικό κόσμημα, και περιγράφει το ψεύτικο, απότοκο πλαστικής επέμβασης, στήθος.
-Πάντα το ζήλευα το στήθος της Ελένης... -Κι εγώ, μέχρι που έμαθα ότι είναι φο-βυζού!!!
Πρόκειται για παράφραση του γαλλικού «faux bijoux» που σημαίνει το μη αυθεντικό κόσμημα, και περιγράφει το ψεύτικο, απότοκο πλαστικής επέμβασης, στήθος.
-Πάντα το ζήλευα το στήθος της Ελένης... -Κι εγώ, μέχρι που έμαθα ότι είναι φο-βυζού!!!
βλ. και κονάτο
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Unpektable. Αγγλιστί. Ο «άπαικτος» χρησιμοποιείται όμως με πιο ειρωνικό τόνο.
Εντάξει ρε φίλε, είπαμε... Eσύ είσαι unpektable!
Got a better definition? Add it!
Ο τελείως άσχετος με πληροφοριακά συστήματα τύπος που όμως δεν το βάζει κάτω και προσπαθεί. Ο τύπος που, στο μάθημα των υπολογιστών, όταν η δασκάλα έλεγε κουνήστε το ποντίκι μπροστά στην οθόνη, το σήκωνε ψηλά και το κούναγε κυριολεκτικά απέναντι και μπροστά από την οθόνη.
Got a better definition? Add it!
Εθισμός στον πούτσο. Αχόρταγη προσήλωση σε οτιδήποτε έχει το τρίτο και το μακρύτερο... Όπως ο αλκοολισμός, είναι το αίτιο καταστροφής πολλών σχέσεων και οικογενειών.
Συνωνυμα: πουτσοaddicted, τσουποcholic
- Θέλω την πούτσα του Μάκη, του Σάκη, του Τάκη, του Λάκη +........+ Κωστάκη, αλλά ρε συ... θέλω και του Γιωργάκη... Ειμαι πουτσοcholic;
-Ξεκόλλααααα...
Got a better definition? Add it!
Το διεθνές, large, εναλλακτικό τοπωνύμιο του Lεκανοπεδίου Αττικής. Προφέρεται φυσικά Ελέι.
- Από που 'σαι ρε φιλαράκ' εσύ; - LA μάγκα μου... - Πιο συγκεκριμένα; - Μπουρνάζ' δικέ μου...
Got a better definition? Add it!
Κατά το ήμισυ λατινογενής φράση, αφού συντίθεται από το ελληνικό «σαύρα» και το ιταλικό «ραγκάτσα», που σημαίνει κοπέλα.
Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποια κοπέλα είναι πολύ άσχημη.
(εμπνευσμένο από πραγματικό διάλογο σε 5ήμερη εκδρομή λυκείου των Νοτίων Προαστείων)
Αγόρι σε μια κοπέλα γυρισμένη πλάτη αλλά με ωραίο σώμα: -Bella ragazza! (=ωραία κοπέλα)
Το ίδιο αγόρι όταν η κοπέλα γύρισε: -Α!(επιφώνημα φρίκης), σαύρα ραγκάτσα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το μέρος όπου συχνάζουν με τις ώρες τα starbuckακια.
- Πού θα πάμε για καφέ;
- Πάμε στην starbuckούπολη να βρούμε και τους άλλους;
Got a better definition? Add it!
Μπινελίκωμα με μάνες. Θεωρείται το ύψιστο στάδιο ύβρεως προς κάποιον, γι' αυτό κι επιστρατεύεται σε περιπτώσεις εξέχουσας προστριβής. Χρησιμοποιείται προσεκτικά.
ΟΚ ρε φίλε, ντάξ'. Τελευταία φορά όμως. Την επόμενη θα τον αρχίσω στο μάνογουορ και δεν τον σώζει τίποτα και κανένας!
Δες και αστοδιάλογος.
Got a better definition? Add it!
Ο τελείως φαλάκρας. Ο γλόμπος. El globo στα λατινικά.
- Πώς έγινες έτσι ρε βλάκα;! Χαχαχ...
- Μου κόλλησαν τσίχλα στα μαλλιά και τα πήρα όλα γουλί. Δε γινόταν αλλιώς. Ελ γλόμπο!
Got a better definition? Add it!