Further tags

Ο καυλαράς που στη σφυράει στη μεγάλη περιοχή. Ξέρει καλή διαιτησία, ιδίως στο βόλεϊ δωματίου.

- Νάνση, ρε παιδί μου, πολύ ανεβασμένη σε βρίσκω.
- Χτες συνάντησα τον διαιτητή το Μήτσο, μου το άνοιξε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μουνάκιας, ο «αιδοίου θριξ ναυν έλκει», ο κυλότας.
Αυτός που κυνηγάει τα μουνιά όπως o Δον Κιχώτης τους ανεμόμυλους.

- Ρε τον Βασίλη το φουκαρά ... τη συγχώρεσε πάλι την παρτόλα!
- Αφού είναι τέρμα Δον Κιλώτης!

(από Khan, 27/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η πίπα, που γίνεται για να πέσουν οι άμυνες του πιπωμένου.

Λέγεται και «τεχνητή αναπνοή» προς ανάνηψη του γεροντάκου που, ναι μεν το πνεύμα πρόθυμον, αλλά η σάρκα θέλει τεχνητή αναπνοή για κάνα 2ωρο να ξεκινήσει φυσιολογικά και χωρίς χαπάκια.

Υπάρχει σε αντιστοιχία και ο «δούρειος ψώλος».

- Έλα μωρό μου για μια καλή πιπίλα, έλα σε παρακαλώ, έλα, έλα! - Θα δούμε, δεν ξέρω...
- Τι θέλεις πάλι και με παιδεύεις και δεν μου κάνεις το χατίρι;
- Έλα μωρέ, εκείνο το αλφάκι το 150ρι, το είδα στην βιτρίνα και μου άρεσε πολύ πολύ!
- Άντε, καλά, θα στο πάρω! (και εννοεί μεταχειρισμένο).
- Αχχχχ, ναι, αχ, χλουπ χλουπ χλαπ Γουαδελούπη χλουπ χλουπ χλαπ Γουαδελούπη χλουπ χλουπ χλαπ (και το λάθος) Τανγκανίκα.
- ΑΧΧΧ μου το έκοψες μωρή!!!

(από Vrastaman, 18/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πωλούνται σε μαγαζί που πας να προμηθευτείς φρου-φρου κι αρώματα, δηλαδή τσιμπιδάκια, χτένες, στρας, σκιές, μάσκαρα, ψεύτικες βλεφαρίδες, όζες, εξτένσιον, φτιασίδια, γενικώς σύνεργα καλλωπισμού και μούνεργα στην υπηρεσία του αξιώματος: "δεν υπάρχουν άσχημες γυναίκες, μονάχα άντρες που δεν πίνουν".


Πελάτες της επιχείρησης του "εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται", είμαστε εν δυνάμει όλες οι ανθρωπίνες, από τις Καλλιόπες, τα θήλεα νέας κοπής και τη γυναίκα από σόγια, μέχρι την καλλjόπη, τη γυναίκα-γαρίδα, τη γυναίκα-μπογιατζή και το μουνί καλλιγραφία.
Δεν είν' απαραίτητο να πλήττεσαι από γυναικουλίαση, ούτε να είσαι κουνενές ανθρώπας εδώ και τώρα, για να ψωνίζεσαι ενταύθα, αρκεί μόνο να μην είσαι χαρχάλω, ταγάρω και να μην - λέμε τώρα- έχεις κλείσει ως γυναίκα (αν και η τελευταία που το δήλωσε και που εξ αιτίας της δημιουργήθηκε το λjήμμα, τέτοια μαγαζιά τα 'χε χτίσει, ναούμ').
φινετσάτες Ρωμαίες μετά από treatment με είδη πουτανικής
  1. Από πού τα πήρες αυτά, απ' τα είδη πουτανικής στην Αναγνωστοπούλου; (σλανγκιά του περιβάλλοντός μου -έπεσε στην αντίληψή μου πριν εικοσαριά χρόνια).
    ♥♥♥♥♥♥♥♥♥
  2. Οι τραγουδίστριες στα μπουζούκια ψωνίζουν από καταστήματα με είδη πουτανικής (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

η εργαζόμουνα: Λέξις χυδαίας φαλλοκρατικής αργκό - η πόρνη.

Ποιά, η Πόπη; Μεγάλη... εργαζόμουνα! Μη βλέπεις τώρα που την έχουν πάρει τα χρόνια. Και πού 'σαι; Με πελατεία εκλεκτή, μέχρι και υπουργούς είχε…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έτοιμη, η ψημένη, η ανοιχτομπούτω (με την καλή έννοια). Η γυναίκα των ονείρων μας.

Το αντίθετο της πούστρας και της τζαμπακαβλώστρας.

Τις περισσότερες φορές δεν είναι παρά μία ακόμα ανδρική παραίσθηση (σκέψου να πίναμε και κανά ψυχότροπο, τί θα βλέπαμε).

Η Λία είναι ετοιμόγαμη. Ποιος πούστης θα είναι ο τυχερός.

...Ααααχ! Πού πάς μωρό μου, να σε πάω; (από Marco De Sade, 21/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πούστρα που φοράει Ζάρα και λέει μεγάλες σοφίες με ξεφωνημένο υφάκι.

Το ροζάκι μπλουζάκι πρέπει να το συνδυάσεις με φιστικό παντελόνι, τάδε έφη ζαραπούστρα!

(από σφυρίζων, 28/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακολουθεί πιστά την ανάπτυξη και τη μορφή τού αντίστοιχου φρασιδίου-λαϊκής ρήσης «το μουνί σέρνει καράβι» και αφορά φυσικά την gay κοινότητα.

- Μα τί τού βρήκε τού ατάλαντου ο Φ....;
- Μην τα λέμε πάλι, η ψωλή σέρνει Καβάφη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γελοίο αυτό υποκοριστικό του Βερνάρδος, μπορεί να χρησιμοποιηθεί, όπως και 400 άλλα συνώνυμα, για ν' αποδώσουμε την ιδιότητα του πισωγλέντη ή λούγκρας. Αυτή η ικανότητα οφείλεται στην ηχητική ομοιότητα που υπάρχει μεταξύ του Μπέρνι (Bernie) και αυτού που τον παίρνει.

- Τηλεφώνησε ο θείος Μπέρνι!
- Ποιος τον μπαίρνει;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified