Further tags

Το ρήμα τζαμάρω αποτελεί εξελληνισμένο δάνειο του αγγλικού jam και δηλώνει την ενεργή και ενεργητική συμμετοχή σε μουσικό τζαμάρισμα.

Joe Satriani: Μου τηλεφώνησε ο Sammy το Φεβρουάριο του 2008 και μου ζήτησε να τζαμάρω μαζί του στο encore μιας από τις συναυλίες του στο Las Vegas. Εκεί ήταν επίσης ο Chad και ο Mike και μετά από αυτό ήμασταν μπάντα. (Πηγή: εδώ )

-Seven Mile Beach, Negril, Jamaica. Συγκλονιστικά ηλιοβασιλέματα (χωρίς τους Γιαπωνέζους της Oίας), οι κιτρινωποί φοίνικες που σκιάζουν ευεργετικά κι εγώ με τα ντόπια φιλαράκια στο στέκι του Alfred’s «τζαμάρω» σε ρυθμούς ρέγκε κάθε βράδυ. Κάπου από εκεί ψηλά, είμαι σίγουρος, ο Mπομπ μάς κοιτάζει. Kαι γουστάρει. Mόνο παράδεισος; Θα αστειεύεστε. Μένω ακριβώς πάνω στην παραλία, στο Couples Swept Away.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο συγκεκριμένος όρος αποτελεί εξελληνισμένο δάνειο του αγγλικού όρου jamming (που με τη σειρά του δηλώνει το jam session) και χρησιμοποιείται για να περιγράψει στην συνάντηση μουσικών (κατά κύριο λόγο οργανοπαιχτών και όχι θεωρητικών) με σκοπό την πρωτογενή παραγωγή μουσικής, χωρίς να υπάρχει προετοιμασία ή προϋπάρχον υλικό. Το τζαμάρισμα χρησιμοποιείται λανθασμένα ως συνώνυμο του ζωντανού αυτοσχεδιασμού. Λανθασμένα, γιατί ναι μεν υποδηλώνει τον αυτοσχεδιασμό (σε πραγματικό χρόνο), αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι μουσικοί θα συνθέσουν κάτι καινούργιο από το πουθενά, αλλά μπορούν απλά να επανεκτελέσουν κάποια ήδη υπάρχοντα κομμάτια του ρεπερτορίου. Σκοπός του τζαμαρίσματος είναι κατά κύριο λόγο η επικοινωνία μεταξύ των μουσικών.

Τώρα, ανάλογα και με την προσωπικότητα και την εκτελεστική δεινότητα και φαντασία των οργανοπαικτών το τζαμάρισμα θα κινηθεί είτε προς την αγνή παραγωγή μουσικής (ασχέτως λαθών, καθώς, όπως αναφέρθηκε και πιο πριν, δεν υπάρχει προετοιμασία εκ μέρους των συμμετεχόντων), είτε προς τον χαβαλέ -ο οποίος πολλές φορές στερείται οποιασδήποτε (μουσικής) ουσίας και οποιασδήποτε (μουσικής) αξίας και λόγου ύπαρξης. Πολλές φορές όμως το τζαμάρισμα συνεισφέρει στο δέσιμο των μελών ενός συγκροτήματος και στην παραγωγή πραγματικά αξιόλογης μουσικής, είτε σε πραγματικό χρόνο, είτε υπό τη μορφή ιδεών οι οποίες θα δεχτούν περαιτέρω επεξεργασία σε μετέπειτα χρονική περίοδο.

Το τζαμάρισμα αφορά περισσότερο σύγχρονα μουσικά είδη (ελληνικά και ξένα) και δεν συναντάται στην περίπτωση της κλασικής μουσικής (οι ωδειούχοι έχουν γενικά μία τάση να αποστρέφονται τον αυτοσχεδιασμό. Μάλλον επειδή δεν μπορούν να τον καταλάβουν).

Τζαμάρω, στην περίπτωσή μου, σημαίνει γουστάρω να γρατσουνάω την κιθάρα μου. Πράγματι, κάθε φορά που ο Μeerkat έχει σπάσει το φράγμα του χρόνου κι επομένως δεν «ακούει» το παρόν, ο Αlbatross ίπταται σε ύψη όπου δεν φτάνουν ήχοι από τον ταπεινό γήινο κόσμο και η Lizard τρυπώνει βαθιά στο λαγούμι της και φοράει τις ωτασπίδες της, εγώ βγαίνω στην παραλία με την κιθάρα μου, περνάω το βίσμα και αρχίζω το τζαμάρισμα…Ναι λοιπόν, είμαι ο ταραξίας της κοινής ησυχίας των Γκαλάπαγκος! Τελευταία, όμως, ανακάλυψα ότι έχω πολλούς «φίλους και φίλες» στον διαδικτυακό χώρο…

(Πηγή: http://smalliguana.blogspot.com/2008/01/blog-post.html )

Ζητούνται 2 ατομάκια να παίζουν κιθάρα και πλήκτρα για τζαμάρισμα (τι εννοεί;)
να μην είναι μέταλα,
να μήν είναι σκυλιά,
να μην είναι πολύ κουλτουριάρηδες,
να μην σνομπάρουν την ελληνική μουσική,
να είναι μέχρι 35,
να είναι ο ένας κοπέλα και μάλιστα κουκλάρα,
να παίζουν Θηβαίους, Αλκίνοους, Μαγειρίτσες και τα συναφή είδη,
και να ψάχνονται για πρωτότυπα τεμάχια
Με σκοπό να παίζουμε καμιά Παρασκευή σε κανένα κουλαριστό μερος για τον χαβαλέ και ό,τι προκύψει.

Πολλά ζητάω;

(Πηγή: http://www.makemusic.gr/forum/showthread.php?t=533

(από Stravon, 05/09/09)(από patsis, 26/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο οπαδός της hardcore / punk μουσικής (ευρωπαϊκής και αμερικάνικης).

  2. Ο σκληροπυρηνικός. Ο ακραίος ως προς τις απόψεις του, τις ενέργειες του και γενικά τις αντιδράσεις του. (Βλ. εδώ Hardcore)

  3. Η σκληρή πορνογραφία (σήμανση ΧΧΧ, αλλά αυτά είναι πλέον ξεπερασμένα πράγματα... )

Λέγεται και χαρντκόρι, χαρντκόρ.

  1. Τώρα σειρά έχει να εκπροσωπήσει την Κύπρο ένα άλλο group, οι Hardcore Heads (HCH). Όπως φανερώνει και το όνομά τους, παίζουν πιο σκληροπυρηνικό hip-hop...

  2. Σύμφωνα με τον κύριο Κουίκ, hardcore σημαίνει σκληρό πορνό!!! Μάλιστα! Θα θέλαμε να μάθουμε τότε, ο πυρήνας πώς λέγεται στα αγγλικά;

  3. Πήγα να τους μιλήσω μπας και καλμάρω λίγο τα πράγματα, αλλά οι δικοί σου είναι χαρντκοράδες σε κάτι τέτοια. Αν ο Μάκης δεν βρει τα γκαφρά λίαν συντόμως, τότε βλέπω να κελαηδάνε τα σίδερα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ραγκαμάφει, δηλ. «σειέται και κουνιέται σε ρυθμό Raggamuffin».

Το όνομα του ρυθμού προέρχεται από τις λέξεις ragamuffin με ένα -g- (τζί) και την παραφθορά του «Reggae» σε «Ragga», απ' όπου και διπλασιάζεται το μονό τζί.

Το ragamuffin με μονό τζί είναι το κουρελιάρικο χαμίνι apparently, θένκ γιου Βίκυ.

To ίδιο το όνομα του ρυθμού Raggamuffin ενίοτε συντέμνεται σε «Ragga». Πρόκειται για υποείδος ύστερης (ηλεκτρονικής) reggae των 80's, περισσότερα μη με ρωτάτε. Τυπικός εκφραστής, ο General Levy σαν τον οποίο ραγκαμάφει το αμάξι του Ημισκουμπρίου του κάτωθι παραδείγματος.

Καθώς έγραψε ο allivegp που το έβαλε στο δημόσιο πρόχειρο:

«Το συναντάμε σε στίχο των Ημίζ, συγκεκριμένα στο «ΜΕΘ στο βολάν»: Είμαι ο Michael Knight της ασφάλτου ο ιππότης σε τούτο μετατρέπομαι όταν σπουδάζω πότης Βάζω turbo boost στον Στρατηγό το Lee Το αμάξι ραγκαμάφει σαν τον General Levy.

General Levy (από allivegp, 22/08/09)γάτα ράτσας ragamuffin με χαρακτηριστικό μακρύ τρίχωμα (από allivegp, 22/08/09)Μεθ στο Βολάν Στο 2.25 η ατάκα (από Khan, 23/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μίξη 2 πασίγνωστων τραγουδιών, του «Thunderstruck» των AC/DC καθώς και του «Άνοιξη» της Σοφίας Βόσσου (βλ. eurovision). Είθισται να το τραγουδάνε μέταλλα που νομίζουν πως διανύουμε την δεκαετία των 80's και, καθημερινώς, εκτός από πρωινό headbanging χτυπάνε και έναν Σταμάτη Γαρδέλη ή και Στάθη Ψάλτη.

- Πώς περάσατε εχθές ρε Λάκη;
- Άσε γαμησέ τα, γουστάραμε, έπαιξε και το Thunder σαν να μπαίνει η άνοιξη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χρήστης λαπτοπίου.

  • Λαπτοπάκιας απ΄ το laptop και την κατάληξη άκιας - σχετικά με την κατάληξη αυτή βλ. κάποια πράματα εδώ.
  • Λαπτοπάς από την κατάληξη «-ας», κατά τα εφημεριδάς, τσιγαράς, κλπ.

    O Λαπτοπάκιας είναι σχετικά επιτιμητικός όρος, οπότε από τις παρακάτω έννοιες μάλλον αφορά στην α) και γ).

O Λαπτοπάς (πιο αρχοντικό) δηλώνει μάλλον κάτι θετικό οπότε β) και δ).

Υπάρχει όμως μεγάλη αλληλεπικάλυψη, ανάλογα και με την οπτική και πρόθεση του χρήστη της φράσης.

Έννοιες:

α. O ασχολούμενος πολλές ώρες με το λάπτοπ του, ο απορροφημένος και εξ αυτού ολίγον αποβλακωμένος, κατά το τηλεορασάκιας. Αυτός που το χρησιμοποιεί ακόμα λ.χ. και στα μέσα μεταφοράς ή ενώ βρίσκεται με παρέα.

β. O γνώστης περί λάπτοπ, ή ο φανατικός των λάπτοπ που τα προτιμά σε σχέση με τα desktop, ο γκικ. Ενδεχομένως και ο γιατρός των λάπτοπ, ο εξειδικευμένος δηλαδή τεχνικός σε λάπτοπ και νετμπουξ (αυτός μάλλον κυρίως «λαπτοπάς»).

γ. O ντητζέης που παίζει με λάπτοπ (αντί για βινύλιο κυρίως ή αντί για cd when routine bites hard and ambitions are low που λένε και οι joy division). Αντικείμενο λοιδωρίας από τους παραδοσιακούς ομότεχνούς του και μάστιγα του κλάδου σύμφωνα με τη συντεχνία τους. Κατά κανόνα ντιτζέι πιέστο.

δ. O μουσικός κυρίως ηλεκτρακουστικής μουσικής που παίζει με χρήση software σε λάπτοπ (το οποίο μπορεί ή όχι να τροφοδοτεί με τσαχπινιές σε κάθε είδους hardware) και κατά κανόνα σε πραγματικό χρόνο πράγματα που προκαλούν ταχυπαλμίες, ναυτία, απώλεια του προσανατολισμού, αίσθηση αύξησης του βάρους του σώματος και ακινησία, σαμπλάιμ φήλινγκ και βαρηκοΐα. Κυρίως αναφέρεται ως Λαπτοπάς, ενδέχεται όμως και ως Λαπτοπάκιας.

α. Το γεγονός ότι ο τύπος με το λάπτοπ (με το λευκό πουκάμισο) καθώς και μία επιβάτις με το τσαντικό υπό μάλης φαίνονται να περπατούν ήδη πριν απομακρυνθούν από το αεροπλάνο (ο «λαπτοπάκιας» μάλιστα σταματάει για μία στιγμή και κοιτάζει πίσω, προς το αεροπλάνο), με κάνει να υποθέτω ότι κάτι τέτοιο έγινε.
(από δω)

β. Χρηστάρα, επειδή είμαι λίγο λαπτοπάκιας, να πω και εγώ μία γνώμη. Είναι μακράν ότι καλύτερο μπορείς να πάρεις σε 15« και αυτά τα λεφτά. Αν θέλει κανείς να ανέβει είτε σε 17» ή σε 256dedicated κλπ shared, πάμε αμέσως από 4 κατοστάρικα πάνω.
(από δω).

γ. Οποίος έχει παει σε clubs Λονδίνο ξέρει και καταλαβαίνει ότι στην Ελλάδα το πράμα έχει ξεφύγει και έχει ξεφτίσει πολύ πλέον. Τι να λεμε τώρα. Καταντήσαμε να κατηγορούμε τους λαπτοπακιδες [sic] επειδή είμαστε ανίκανοι εμείς. Γενικά μιλάω πάντα. Επίσης στο καφέ θεωρώ περιττό τον dj.... ίσα ίσα παω σε μαγαζιά που δεν έχουν dj να βρω την ησυχία μου. Επαγγελματίες dj; ας φτιαχτεί πρώτα ένα σοβαρό όργανο αντιπροσώπισης και μετά το ξανά συζητάμε... (από δω).

δ. Καλά μου το λέγε η μάνα μου να μην κολλήσω με τους λαπτοπάδες... Έπρεπε κι εγώ να ακούω ποστίλες, το noise δεν το αντέχει πολύ ο οργανισμός του ανθρώπου....Εγώ που στα νιάτα μου θεωρούσα τους Γκάσπηντ μελαγχολικά αγόρια και φλώρους τρέχω τώρα....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σκούρα συνήθως περιοχή γύρω από την ρώγα και στα δύο φύλα. Ονομάστηκε έτσι επειδή περιβάλλει το κέντρο του βυζιού. Σε ξανθές γυναίκες είναι ροζουλί.

Έφαγα μια ήττα χτές με την Λωλότα... Της βγάζω το σουτιέν και πριν αρχίσω το γλυφοβύζι σταματάω. Είχε τρίχες στο γυροβύζιον της...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος ταινίας Β-movie («δεύτερης κατηγορίας») που χαρακτηρίζεται από ακούσια ή (συνήθως) εκούσια κακογουστιά και ακραίο κιτς. Πολλές τρασιές είναι τόσο τραγικά άθλιες, που παραδόξως αποκτούν αίγλη καλτ αριστουργήματος.

Τα έργα Plan 9 from Outer Space του Ed Wood και Pink Flamingos του John Waters θεωρούνται οι κορυφαίες ίσως τρασιές όλων των εποχών.

Στην Ελλάδα, πολλές τρασιές του αισχίστου είδους μαγνητοσκοπήθηκαν την δεκαετία του '80. To 2002 o Πάνος Κούτρας αποπειράθηκε να σκηνοθετήσει την πρώτη Ελληνική τρασιά με αξιώσεις, την Επίθεση του Γιγαντιαίου Μουσακά.

Εκ του αγγλικού trash culture.

Η σκηνή που ακολουθεί είναι από την ταινία En Büyük Yumruk, τουρκικής παραγωγής 1983, τρελή τρασιά στη γείτονο χώρα, περιπέτεια από αυτές που αντιγράφουν σκηνές από καρατερίστικα, Bond, πορνό και γενικά ό,τι του έρθει. Για να μην κράζουμε μόνο τα δικά μας.
(από εδώ)

Καλά, μιλάμε για αριστούργημα! «Τρασιά»...παρασημοφορημένη για τη κακοτεχνία της μας έρχεται από το Αμέρικα μας ζητά να τη δούμε.
(από εδώ)

Το θέμα με την Τρασιά είναι να την αποδέχεσαι, να την αγκαλιάζεις, να τη χαίρεσαι όταν έρθει η ώρα να την κάνεις. Γιατί άμα είναι μάνα μου να είσαι στα μπουζούκια και να το παίζεις της Λυρικής το έχασες όλο το νόημα. Είναι σα να είσαι στη Λυρική και να κοιμάσαι πριν τη Δεύτερη Πράξη.
(από εδώ)

Δες και σλανγκιές διαφημιστών.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρακλάδι / μουσική σκηνή της εξ Αμερικής ανεξάρτητης μουσικής, το οποίο εμφανίστηκε στα μέσα της δεκαετίας των 80, αλλά μεσουράνησε κυρίως στις αρχές και τα μέσα της δεκαετίας των 90, σχεδόν ταυτόχρονα με την εμφάνιση του grunge (το οποίο όμως είχε μικρότερη διάρκεια ζωής) και όπως και εκείνο «λάνσαρε» ένα ιδιαίτερο τρόπο ζωής, παράλληλα με τους ξεχωριστούς ήχους που έφερε στο προσκήνιο.

Ετυμολογικά, προκύπτει από τις αγγλικές λέξεις «low fidelity» (χαμηλή πιστότητα, σε αντίθεση με το πολυφορεμένο «hi-fi» - high fidelity). Η μουσική (και οι μουσικοί) χαρακτηρίζονταν από ένα (ανεπιτήδευτο συνήθως) ατημέλητο στυλ, οι κιθάρες ήταν παράφωνες, ο ήχος ακατέργαστος (λιγότερο σκληρός και μελαγχολικός πάντως από το grunge), ενώ κοινός τόπος ήταν και οι κακής ποιότητας ηχογραφήσεις (εξ' ου και lo-fi).

Τα αντιπροσωπευτικά συγκροτήματα πολλά: Pavement, Sebadoh, Dinosaur Jr., Yo La Tengo, Silver Jews, Guided by Voices, Grandaddy και Modest Mouse, μεταξύ άλλων.

Παρόλο που η σκηνή απέκτησε αρκετούς φανατικούς οπαδούς (ακόμα και στη χώρα μας), άρχισε να παρακμάζει μετά το 2000, κυρίως λόγω της διάλυσης πολλών εκ των αντιπροσωπευτικότερων συγκροτημάτων.

Η έννοια «lo-fi» μπορεί άνετα, πέρα από τη μουσική αναφορά της, να αποδώσει έναν χαρακτηρισμό σε ένα πρόσωπο ή κατάσταση, ότι δηλαδή είναι χαμηλής πιστότητας, είτε με τη καλή (εκκεντρικότητα, φρεσκάδα, πρωτοτυπία, κάτι πέρα από τα συνηθισμένα), είτε με την κακή έννοια (κυριολεκτικά). Επιβάλλεται ιδιαίτερη προσοχή στη χρήση, όσο και στη κατανόηση, η οποία πάντα πρέπει να βασίζεται και στα συμφραζόμενα.

  1. - ...και μετά το Μέγαρο, πήρα τηλέφωνο το Μαράκι και πήγαμε Decadence...
    - Σπεκ, Ιεροκλή είσαι και πολύ lo-fi τύπος μιλάμε...

  2. - Ρε θυμάσαι το παλιό στερεοφωνικό στο σπίτι των γονιών μου που ακούγαμε Floyd; Το δώσανε σε παλιατζή...
    - Καλά κάνανε στη τελική, μετά από τόσα χρόνια θα έβαζες πάνω βινύλιο και θα το χαράκωνε.... από hi-fi που ήταν κάποτε, κατάντησε lo-fi...
    - Χεχε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ωραίο κομμάτι μουσικής trance.

«Καιρό έχω να χώσω καμιά τρανσιά. Ήγγικεν η ώρα. Ψιλοταξιδούμπα το κομμάτι.»
(Από blog)

«Θυμάμαι φάσεις που χτυπιόμαστε όλη νύχτα, μαγαζί ολόκληρο, με το που έπεφτε μια τρανσιά, φεύγανε τα τασάκια και σπάγανε ποτήρια από το μπάσο σου λέω...»
(Παναγιώτης Χατζηστεφάνου, «Επώνυμη»)

«Περνάω τα mp3 από τα dvd & τα cd στον εξωτερικό σκληρό (είναι πολύ πιο πρακτικό να τα ακούω από εκεί) και ανακάλυψα κάτι τρανσιές (υπάρχει τέτοια λέξη;) που άκουγα παλιά και συγκινήθηκα. Εννοείται πως τα έβαλα να παίζουν με την ένταση (σχεδόν) στο max ενώ γράφω αυτό το ποστ»
(Από blog)

«θεωρώ πως ο Τιέστο δεν έχει γράψει (και ούτε θα γράψει ποτέ) καμία 'φοβερή τρανσιά'. Κουραστικά κομμάτια για να τρώνε σκασίματα οι xtc-άκηδες γράφει»
(Από blog)

(από Vrastaman, 26/03/09)(από Vrastaman, 26/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified