Το πέος όταν κάνει στοματικό σεξ η/ο ερωμένη/ος, χρησιμοποιώντας και λίγο δοντάκι.
Μυθική οδοντόβουρτσα (σεξουαλιστί: οδοντόπουτσα) εις την οποία θεωρητικώς μετατρέπεται το ανδρικό μόριο και γυαλιζει-καθαρίζει-λευκαινει. (Greek BDSM community).
Το πέος όταν κάνει στοματικό σεξ η/ο ερωμένη/ος, χρησιμοποιώντας και λίγο δοντάκι.
Μυθική οδοντόβουρτσα (σεξουαλιστί: οδοντόπουτσα) εις την οποία θεωρητικώς μετατρέπεται το ανδρικό μόριο και γυαλιζει-καθαρίζει-λευκαινει. (Greek BDSM community).
Got a better definition? Add it!
Αντισημιτικός χαρακτηρισμός για τους Εβραίους ως περιτμημένους.
Οι ΗΠΑ δεν έχουν καμία δουλειά να αναμιγνύονται σαν ηλίθιοι μπράβοι των κοψοπουτσηδων στους πολέμους που τους έχει σύρει από το 2001 και μετεπειτα το κράτος των εκλεκτών. (Φβ).
Got a better definition? Add it!
Η πεολειχία.
Got a better definition? Add it!
Η πεολειχία.
Got a better definition? Add it!
Σλανγιωτατισμός για τον αυνανισμό.
Η Τζέσικα πεομαλάσσει στο πριβέ με ένα εξτραδάκι.
Got a better definition? Add it!
Μεταφορά για το πέος.
Το έχει κατσιάσει το σελφοκόνταρό του από το πολύ τάκα-τάκα.
Got a better definition? Add it!
Μεταφορά για το πέος.
Δεν τον βλέπω πουθενά τον μικρό, μάλλον καθαρίζει το μονόκαννο. (Δες).
Got a better definition? Add it!
Ψευδοαρχαίος σλανγιωτατισμός που σημαίνει αυνανίζομαι.
Πεοταλαντώνει ενδοπαλαμικώς καθ' εκάστην ο μάλαξ.
Got a better definition? Add it!
Συνώνυμο των πουτσοσκάμπιλο, πουτσοχάστουκο, ψωλοχάστουκο, ψωλοσκάμπιλο, προς τιμήν του δημάρχου του Βόλου Αχιλλέα Μπέου που έδωσε χαστούκι σε ψηφοφόρο του.
Έρωτας απ' το πρώτο μπεοχάστουκο. (Φέισμπουκ).
Got a better definition? Add it!