Το πολύ ωραίο, το super, το ολοκληρωμένο (από το κομπλέ - complet).
-Κάτσαμε στην παραλία όλη μέρα και περάσαμε κόμπλα!
Το πολύ ωραίο, το super, το ολοκληρωμένο (από το κομπλέ - complet).
-Κάτσαμε στην παραλία όλη μέρα και περάσαμε κόμπλα!
Got a better definition? Add it!
Στο φτερό, στο τσακ-μπαμ. Παράγεται από τις λέξεις «ρόφτε(φτερό)» και «μπαμ».
-Κάτσε λίγο ρε συ να πάρω μια κρέπα..
-Άντε μαλάκα, στο ρόφτεμπαμ, μας περιμένουν!
Got a better definition? Add it!
Το σούργελο που προσκυνά.
- Πολύ σουργελέισον είναι αυτός σήμερα.
- Σίγουρα.
Δες και -έισον, -έισιον.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο σουπερήρωας που η κάθε αγάμητη περιμένει να την πηδήξει.
Ο υπερήρωας επιβήτορας που δεν συνάπτει σταθερές σχέσεις, αλλά εμφανίζεται μόνο μετά από επίκληση. Πηδάει μόνο σποράδην και όχι σε τακτά διαστήματα.
Ο υπερήρωας που σε πηδάει άπαξ και μετά εξαφανίζει κάθε ίχνος του.
>από το αγγλικό fuck + man κατά παράφραση των ονομασιών ηρώων κομιξ (superman, batman, spiderman).
- Πού είναι ένας φάκμαν όταν τον χρειάζεσαι;
- Την έχει φάει η αγαμία. Γιατί δεν τηλεφωνεί στον φάκμαν της να της ρίξει ενα ψιλό;
- Μα ούτε ένα τηλέφωνο δεν πήρε. Εντελώς φάκμαν!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Γράφω σε blog. Ανεβάζω, κάνω upload. Από το Αγγλικό ρήμα to post.
Πρόλαβα να ποστάρω πρώτος σε αυτή την τελεταυταία απόπειρα των κουρελιών να δημιουργήσουν μια διαδικτυακή οντότητα για το βιβλίο άλλου στυλ.
(Το αντέγραψα με copy and paste από blog χωρίς να αλλάξω τίποτε.)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Από το αγγλικό Ape (πίθηκος). Κάποιος ο οποίος κάνει σαν πίθηκος συνήθως μετά από υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.
(κοιτώντας δυο φίλους πάνω στον καναπέ ενός κλαμπ)
- Έιπς...
Got a better definition? Add it!
Γόογλε ή γούγλε: το google.
Ρήμα: γουγλάρω/-εις/-ει/-ουμε/-ετε/-ουν.
Πάτησα γόογλε διότι νόμιζα πως ήταν στα αγγλικά και με έβγαλε στο google!!!
Γούγλαρέ το. (ψάχτο στο γούγλε... erm... hi hi hi, google!!!)
Δες επίσης γκουγκλάρω, γούγλε γούγλε
Got a better definition? Add it!
Τα τελευταία χρόνια, τουλάχιστον από το 2000 και μετά, ο όρος «μάνατζερ» έχει εκτοπίσει τον όρο νταβατζής ως συνώνυμό του.
Νομίζεις ότι βγάζει τίποτα η καημένη; Όλα στο μανατζεριλίκι τα δίνει...
Βλ. και (όχι απολύτως σχετικά) λήμματα μανατζαραίος, μις μάνατζερ, σύρφερ μάνατζερ
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όταν μία κατάσταση έχει φιξαριστεί και όλα είναι έτοιμα. Κυρίως αναφερόμενοι σε γκομενοδουλειά ή βρομοδουλειά. Επίσης και για ένα νέτο αν είναι καλό είμαστε τζετ σετ.
-Βρήκαμε και σημειώσεις για το μάθημα, είμαστε jet set.
Got a better definition? Add it!
Πέρα από την αυτοαναφορική σημασία, σημαίνει οποιονδήποτε τρώει πολλά X. Λ.χ. άντρα που τρώει πολλές χυλόπιτες από γκόμενες, πολιτικό που χάνει συνεχώς, αθλητή που χάνει συνεχώς κ.ο.κ. Η ειρωνεία είναι ως προς το ότι ο X-man είναι υπερήρωας, ενώ στην σλανγκική εκδοχή του είναι σαφώς αντιήρωας.
Αντώνυμο: Θάντερκατ.
Πηγή: Johnblack.
Παλί μπακούρης έχει μείνει ο X-man.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified