«Same Shit Different Day»
Παρόμοιο με το δικό μας «...Τα ίδια σκατά».

(στο γραφείο)
- Πώς είναι τα πράγματα σήμερα; - SSDD.

(από spydel, 20/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«For the win», στα αγγλικάνικα. Αποτελεί τρόπο επαίνου ή ανάδειξης ενός προσώπου ή πράγματος, ακολουθώντας μέσα στη πρόταση το εν λόγω ουσιαστικό ή κύριο όνομα, ακριβώς όπως το παλιό, καλό κι ελληνικό «και πάσης Ελλάδος».

Συναντάται κυρίως στον ιντερνετικό γραπτό λόγο (fora, blogs, IRC κ.ο.κ.)

sakis4evah89: Sakis kai pashs ellados re, gamw ta spitakia sas kai th Gyrovision sas koloevropeh

Ronaldinho91: lol what;

3sakis4evah89: Sakis ftw re, ante gamithite

Ronaldinho91: Oh, ok then

Sit on it and rotate ! (από spydel, 20/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Mode αγγλιστί είναι ο τρόπος, η μορφή συμπεριφοράς (<λατ. modus, βλ. modus vivendi, μόδα). Συναντάται συχνότατα στα προγράμματα των υπολογιστών και υποδηλώνει ότι μια εφαρμογή δουλεύει με έναν συγκεκριμένο τρόπο λειτουργίας από τους πολλούς με τους οποίους έχει εφοδιαστεί από τον σχεδιαστή της, με σκοπό να προσαρμοστεί καλύτερα στις συγκεκριμένες περιστάσεις και τις απαιτήσεις του χρήστη και να αποφέρει τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα (βλ. safe mode των windows, edit mode στις βιντεοκάμερες κοκ).

Σλανγκικώς, την έκφραση χρησιμοποιούμε για να δηλώσουμε πως έχουμε εισέλθει σε έναν τρόπο συμπεριφοράς και επιλογών διαφορετικό από τον συνηθισμένο μας διότι, είτε οδηγηθήκαμε από εξωτερικά ερεθίσματα, είτε παρακινηθήκαμε από μια εσωτερική παρόρμηση που μας άλλαξε την ψυχολογία. Η καινοφανής αυτή συμπεριφορά μας μάλλον πρέπει να θεωρηθεί προσωρινή και λογικά τερματίζεται όταν οι καταστάσεις ομαλοποιηθούν, όταν μας περάσει το σκάλωμα που φάγαμε ή, αλίμονο, όταν μας κόψουν όλοι από φίλο.

  1. - Καφεδάκι, τσιγαράκι, μάτι τα περαστικά παστάκια... Αυτή είναι ζωή ρε φίλε...
    - Ξέρεις ότι απαγορεύεται γενικώς το κάπνισμα από το καλοκαίρι ε;
    - Τι μου σπας τ' αρχίδια τώρα; Δε βλέπεις που μόλις ρούφηξα την πρώτη γουλιά μπήκα σε μοντ χαλαρουά;
    - Νταξ ρε φιλαράκι, με συγχωρείς...

  2. - Πού είσαι ρε κολλητέ, πού σε βρίσκω;
    - Στο δρόμο, τρέχω, λέγε!
    - Εεε, τίποτα μωρέ, είμαι κέντρο κι έλεγα να βρεθούμε για καφεδάκι...
    - Αποκλείεται, ήρθε η τελική παραγγελία και τρέχω σαν πούστης...
    - Πότε θα σε δούμε επιχειρηματία μου;
    - Όταν τελειώσω. Τώρα είμαι σε μοντ παλαβομάρας, ούτε σπίτι μου πάω, στο εργοστάσιο κοιμάμαι, γάμησέ τα...
    - Καλά ρε συ, θα πάω να βρω τα παιδιά από το προηγούμενο παράδειγμα...

  3. - Ρε συ, τι σλανγκοσπέκουλα παίζει με τα λήμματα στο slang.gr;
    - Δηλαδή;
    - Από 9967 το πρωί έχουν φτάσει 9992 το απόγευμα και έχουν κολλήσει εκεί!
    - Σλανγκοΐντρικα! Νομίζουν ότι ο ρουμάνος θα δώσει κανένα βραβείο στον 10000ό κι έχουν μπει όλοι σε μοντ αναμονής με έτοιμο λήμμα...
    - Εγώ πιστεύω ότι οι σέρνερ του σάιτ δεν είναι έτοιμοι για τόση λημματολάσπη. Θα γίνει Y2K! Ο ουρανός θα πέσει στα κεφάλια μας! Μετανοείτε!
    - Α ρε Αφελίμ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η RAM (Random Access Memory) είναι η προσωρινή μνήμη ενός Η/Υ, μέρος ζωτικότατο όσο και απολύτως απαραίτητο για την άρτια λειτουργία του. Όταν χρησιμοποιούμε μεταφορικά την έκφραση «ο τάδε έχει κάψει RAM», θέλουμε να δείξουμε ότι έχει πολύ αδύνατη μνήμη, δεν θυμάται Χριστό, βρίσκεται σε αρχή Αλτσχάιμερ.

- Ρε Μητσάρα, σου έδωκε τελικά ο Ιεροκλής εκείνα τα εκατό που σου χρώσταγε;
- Ποια εκατό ρε Τεό, είκοσι μου χρώσταγε...
- Καλά, έχεις κάψει RAM μου φαίνεται...

(από GATZMAN, 28/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το βιβλίο εκπαίδευσης του κάθε θνητού ημίθεου και θεού που κυκλοφόρησε στη γη. Η διαφορά του με το paybook είναι ότι δεν είναι απόρρητο.

Σύμφωνα με τις γραφές, θα έρθει κάποια στιγμή να πληρωθούμε ανάλογα με αυτό που γράφει τo πέιμπουκ μας. Λέγεται μάλιστα ότι ο κλειδοκράτορας των πυλών του παραδείσου έχει αντίγραφα απ' όλους και του τα έχει εμπιστευθεί ο παντοδύναμος, δίνοντάς του μάλιστα και την εξουσία να έχει και τον πρώτο λόγο για το ποια πόρτα θα σε αφήσει να διαβείς. Δεν γνωρίζω εάν ο κλειδοκράτορας έχει κάνει κονέ με τύπους Ευφραίμ και μπορείς να επηρεάσεις την κρίση του λαδώνοντάς τον με τενεκέ από το χωριό ή με κάνα φακελάκι, και αν ισχύει και εδώ το αν έχεις δόντι ή μαχαίρι. Οι Ιταλοί απ' ο,τι φαίνεται πρέπει να έχουν πολύ καλές σχέσεις, γιατί του έχουν φτιάξει καλό μέγαρο και το εκμεταλλεύονται δεόντως. Τό 'να χέρι νίβει τ' άλλο...

Το πέιμπουκ των θεών αφορά πιο πολύ σε ζητήματα σεξουαλικής εκπαίδευσης και λιγότερο σε άλλες εκπαιδεύσεις. Η Λίλιαν και η παρέα της φροντίζουν πάντα να εμπλουτίζουν τις σελίδες του πέιμπουκ του εκάστοτε μαθητευομένου ώστε αυτοί να μπορούν να δώσουν ποικιλία και χαρά στα σκέλια των παρθένων και άβγαλτων που με τη σειρά τους αυτοί θα μεταδώσουν τις γνώσεις σε άλλους. Η παρέα της Λίλιαν φροντίζει ακόμη να γίνεται γνωστό το περιεχόμενο του πέιμπουκ.

  1. Ήταν 3 φίλες οι οποίες πέθαναν σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Φτάνουν στις πύλες του Παραδείσου και ο Άγιος Πέτρος ρωτάει την πρώτη:
    - Πόσες φορές έχεις απατήσει τον άντρα σου;
    - Μια-δυο.
    - Βάλτε τη στο ασημένιο δωμάτιο.
    Ρωτάει τη δεύτερη:
    - Εσύ πόσες φορές έχεις απατήσει τον άντρα σου;
    - Καμία.
    - Εύγε. Βάλτε τη στο χρυσό δωμάτιο.
    Ρωτάει και την τρίτη:
    - Εσύ πόσες φορές έχεις απατήσει τον άντρα σου;
    - Α! Εγώ όσες φορές μου ζητήθηκε, το έκανα.
    - Αυτή βάλτε τη στο δικό μου δωμάτιο.

  2. Στην πόρτα του Παράδεισου, ο κλειδοκράτορας Άγιος Πέτρος ρωτάει έναν που, φουριόζος, πάει να μπει μέσα:
    - Εσύ τι είσαι;
    - Γιατρός!
    - Εντάξει! Για τους προμηθευτές μας, η είσοδος είναι ελεύθερη!

(από vip, 21/03/09)(από vip, 21/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το site / μπλογκ/ φόρουμ που απαγορεύει εντελώς τα σχόλια, ή τα κοσκινίζει, επιτρέποντας μόνο αυτά που το γλείφουν επίμονα (δεν ξέρω αν χύνει τελικά ο υπεύθυνος...).

Επίσης το site /μπλογκ/φόρουμ που μπανάρει με το παραμικρό και χωρίς ουσιαστικό λόγο (κάποιο σοβαρό κόμπλεξ δείχνει αυτό, ας αποταθούν σε κανέναν ψυχίατρο όσο είναι νωρίς).

Από την πασίγνωστη λέξη ban και την Ινδοευρωπαϊκή ρίζα -σταν που σημαίνει τόπος, μέρος των...

  1. Μπάν στον έναν, μπάν στον άλλον, άει γαμήσου και σύ και το μπανιστάν σου !

  2. Αυτά τα site των θεούσων σκέτο μπανιστάν είναι. Μονόλογος μαλακίας. Έ, ρε χακάρισμα που τους χρειάζεται...

Η καλή γριά (από Marco De Sade, 17/03/09)Να τους χώσεις κανά τέτοιο ανάμεσα στις προφητείες, να γίνει πουτάνα το site... (από Marco De Sade, 17/03/09)

Σχετικά: μπανάνα / banάνα, μπανάκι, μπάνιο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προκύπτει από εκ της αγγλικής λέξης fuck (φακ) που σημαίνει συνουσιάζομαι και της επίσης αγγλικής λέξης backup (μπακάπ), που σημαίνει εφεδρικός, λέξης που χρησιμοποιείται κατά κόρον στην ορολογία των Η/Υ, με την έννοια του αντιγράφου ασφαλείας των δεδομένων (π.χ. μεταφορά των αρχείων του σκληρού δίσκου σε DVDs, σε άλλον σκληρό δίσκο, στο σκληρό δίσκο ενός άλλου Η/Υ ενός δικτύου Η/Υ, κλπ).

Όταν λοιπόν οι δυο παραπάνω λέξεις (φακ και μπακάπ), παντρεύονται (εκκλησιαστί έσονται εις σάρκα μία), προκύπτει ο όρος φακ απ. Τι θέλει να πει ο Δροσίνης εδώ πέρα;

Όταν εκφέρουμε τον όρο, αναφερόμαστε στο γεγονός πως το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας bakup είναι: γάμησε τα στην κασέτα.

Αυτό θα μπορούσε να συμβεί, π.χ: όταν συμβεί διακοπή ρεύματος, ή πτώση τάσης κατά τη διαδικασία (μ' αποτέλεσμα να διακοπεί η ροή των δεδομένων, ή ακόμα χειρότερα, θα μπορούσε και να καταστραφεί κι ο σκληρός δίσκος που περιέχει τα πρωτότυπα αρχεία), όταν γίνεται η μεταφορά των αρχείων στο δίσκο προορισμού χωρίς να υπάρχει εκεί ο απαιτούμενος χώρος, όταν το σετ των πρωτότυπων αρχείων είναι μολυσμένο από ιό κλπ.

  1. – Που λές χθες πήγα να γράψω τα αρχεία του σκληρού μου δίσκου σε ένα DVD και τσουπ στην τηλεόραση εμφανίζεται ο Μητσοτάκουλας κάνοντας δηλώσεις για την οικονομική στύση και τσουπ πέφτει το ρεύμα, και τσουπ έρχεται το ρεύμα, και τσουπ, το back up είχε γίνει φακ απ, ενώ... ο εθνικός γκαντέμης συνέχιζε απτόητος να κάνει δηλώσεις.
    – Καλά άσ' τα αυτά. Τι είπε ο Μητσοτάκης; Αυτό μας καίει!
    – Ε... είσαι και ο... μαλάκας.
    – Εντάξει μωρέ. Μια τουκανιά έκανα για να γελάσουμε.
    Βάλε τη γαργαλιέρα στο maximum.

  2. Πέρι: Που λές Μιστόκλα, χθες πήγα να πάρω backup τα αρχεία του Η/Υ μου, σε ένα δίσκο, στο τοπικό μου δίκτυο. Βάζω να γίνει κόπι το πίτα, λέω στον αδελφό μου να προσέχει τη διαδικασία και φεύγω για να πάω σε ένα μπαράκι για να συναντήσω το Λίλιαν. Και αυτός μου τα 'κανε μούτι.
    Μιστόκλας: Γιατί;
    Πέρι: Παρακολουθούσε βλέπεις παράλληλα και Star channel. Κι όταν βγήκε η Πετρούλα να πει τον καιρό, αποσβολώθηκε. Κι όταν την άκουσε να λέει: «μόλις τελείωσα», ενστικτωδώς σταμάτησε κι αυτός το backup. Οπότε το βράδυ που γύρισα, δε βρήκα backup, φακ απ βρήκα. Ευτυχώς αυτό διορθώνεται.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προκύπτει με παράφραση της αγγλικής λέξης user (γιούζερ), που σημαίνει: χρήστης.

  1. Ο όρος μπορεί να αναφέρεται σε κάποιον ουζοπότη (που χρησιμοποιεί ούζο, ως υγρό καύσιμο, βλ. παρ. 1).

  2. Θα μπορούσε να αναφέρεται και σε κάποιον κατ' επίφαση χρήστη (γιούζερ) μηχανήματος, εφαρμογής κ.λπ., που απαξιωτικά ή χιουμοριστικά μπορεί, να αποκαλεστεί ή να αυτo-αποκαλεστεί ούζερ (λόγω παραπομπής της λέξης ούζερ, στη λέξη ούζο και στις αρνητικές συνδηλώσεις της αρχικής συλλαβής της, ου).

Κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις της χρήσης του όρου, παρουσιάζονται παρακάτω. Θα μπορούσαμε να μιλάμε λοιπόν για κάποιον:

- Kαθ' όλα εντάξει χρήστη, στα πλαίσια τριγκαρίσματος (βλ. παρ. 2).

- Tζακντανιελίστα χρήστη, που δεν έχει καμιά συναίσθηση του καθήκοντος κατά την επιτέλεση μιας εργασίας, π.χ.: λόγω ιδιοσυγκρασίας, λόγω ταπηροκρανίασης με τον προϊστάμενο του, κ.λπ. (βλ. παρ. 3)..

- Aνεπίδεκτο μαθήσεως με μυαλό αϊκιού ραδικιού, ή για κάποιον κακό εφαρμοστή των όσων έμαθε. (βλ. παρ. 4).

- Που του ανατίθεται στο εταιρικό περιβάλλον, ένα σύνθετο έργο, άνευ: εκπαιδεύσεως, παροχής του κατάλληλου υλικοτεχνικού εξοπλισμού, λοιπής υποστήριξης, κλπ. Έτσι ο όρος θα μπορούσε να λεχθεί, π.χ: στα πλαίσια αυτοσαρκασμού κάποιου για τον εταιρικό ρόλο του. (βλ. παρ. 5).

.

  1. - Ωχ πάλι, ο κ. Ουζούνογλου πίνει τα ουζάκια του σήμερα. Χάλια θα γίνει πάλι.
    - Ούζερ, όνομα και πράγμα ο τύπος. Σαν το ούζο 12 πίνει!

  2. - Γεια σου ρε ούζερ!
    - Ούζερ; - Έλα ρε σε πειράζω. Αφού είναι γνωστόν πώς είσαι ο μόνος στην εταιρεία, που ξέρεις την εφαρμογή απέξω κι ανακατωτά, γι’ αυτό και δεν παίρνεις κι ανάσα.
    - Ούτε γιούζερ, ούτε ούζερ. Λούζερ είμαι φίλε.

  3. - Σ' αυτόν θέλεις να αναθέσεις τη δουλειά; Σώθηκες. Μη βασιστείς σ' αυτόν. - Μα ξέρω πως είναι εύκαιρος τώρα και ξέρω επίσης πως ξέρει να χρησιμοποιεί το συγκεκριμένο μηχάνημα.
    - Κοίτα γιούζερ του μηχανήματος δεν τον λες, ούζερ σίγουρα, γιατί τη δουλειά που θέλεις να σου παραδώσει μέχρι αύριο, θα στη δώσει την επόμενη βδομάδα. Ο άνθρωπος, παίρνει τις...δόσεις γραψαρχιδίνης.

  4. - Τον έχω εκπαιδεύσει όσο δεν πάει. Το....ντουβάρι! Σιγά μη γίνει γιούζερ αυτός! Ούζερ μπορεί!

  5. - Άσε, μου 'χουν, αναθέσει μια πολυσύνθετη εργασία. Αλλά ούτε εκπαίδευση μου 'χουν κάνει, ούτε άλλη βοήθεια έχω, ενώ παράλληλα με έχουν βαφτίσει και εξπέρ γιούζερ της εφαρμογής, για να μου φορτώσουν την ευθύνη σε περίπτωση μαλακίας. Ούτε καν γιούζερ, δεν μπορείς να με πεις. Ούζερ είμαι o μαλάκας, αφού παρά τις ελλείψεις συνεχίζω να την παλεύω. Θα πρέπει να 'μαι και το... ψώνιο αν κάποιες στιγμές καυλώνω στη σκέψη, πως είμαι εξπέρ γιούζερ.

Βλ. και luser

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προκύπτει εκ της αγγλικής λέξης boot (με την έννοια, εκκινώ υπολογιστή). Κατά τη διαδικασία της εκκίνησης (μπουτάρισμα) ο Η/Υ διαβάζει τα αρχεία συστήματος του λειτουργικού συστήματος από τον δίσκο εκκίνησης (bootable disk) και φορτώνει το λειτουργικό σύστημα, παρέχοντας πρόσβαση, στα διάφορα περιφερειακά του Η/Υ, στα εγκατεστημένα προγράμματα, στα αρχεία του χρήστη, κλπ. (βλ. παρ. 1)

Η λέξη συνδέεται επίσης, με καταστάσεις αλλαγής από διάφορες καταστάσεις στάσης, σε διάφορες καταστάσεις έγερσης και εκκίνησης (π.χ: ξυπνήματος, εγρήγορσης, αφύπνισης, ξεκινήματος, έναρξης πορείας).

Μπορούμε να δούμε ορισμένες χαρακτηριστικές περιπτώσεις:

1) Ξύπνημα από ύπνο με την κυριολεκτική έννοια του όρου, π.χ το πρωί. (βλ. παρ. 2)

2) Ανάκτηση των νοητικών δυνατοτήτων μετά από ύπνο. Για αποτελεσματικότερη εκτέλεση των νοητικών λειτουργιών χρειάζεται καφέδιασμα, πρωϊνό, κλπ ώστε κάποιος, ως Η/Υ που ανακαλύπτει τα περιφερειακά που είναι διασυνδεδεμένα πάνω του (detection proccess), να μπορεί να κάνει αναγνώριση του περιβάλλοντα χώρου του. (βλ. παρ. 3)

3) Εντοπισμός κάποιων πραγμάτων στα οποία δεν είχαμε δώσει την πρέπουσα σημασία. (βλ. παρ. 4)

4) Επανένταξη σε μια κατάσταση από την οποία έχουμε αποστασιοποιηθεί για αρκετό χρονικό διάστημα. (βλ. παρ. 5)

5) Συνειδητοποίηση ανάγκης για αλλαγή τρόπου ζωής. (βλ. παρ. 6)

6) Ξύπνημα ενστίκτου. (βλ. παρ. 7)

7) Ξαφνική φλασιά, «κάτι σαν τη λάμπα του Κύρου Γρανάζη», όπως λέει η Στάτλερ στα σχόλια του λήμματος αυτού. (βλ. παρ. 8)

8) Ξεκίνημα καθολικά αποδεκτών χρονικών περιόδων, (βλ. παρ. 9), ή όχι. (βλ. παρ. 10)

  1. Προσωπικά έβαλα τα Βίστα σε ένα ξέχωρο 80ρι, αλλά όταν μπουτάρω θα πρέπει να έχω επιλέξει πρώτα από το BIOS από ποιόν σκληρό θα μπουτάρει, ειδάλλως δεν μου δίνει τη δυνατότητα να επιλέξω λειτουργικό....
    Φυσικά μπορώ να δώ όλα τα αρχεία των ΧΡ από τα Βίστα, αλλά και τούμπαλιν...
    Δες

  2. Εμπούταρα πρωί πρωί
    Στις έξι παρά κάτι
    Και χάζευα τα σχήματα
    Επάνω στο κρεβάτι

Πρέπει να πάω στη δουλειά
Να τρέξω σαν Κεντέρης
Γιατί αν μ’ απολύσουνε
Θα λες πως δε με ξέρεις

  1. Ο Γιώργος κοιμάται. Ξάφνου, χτυπάει το τηλέφωνο. Στο τηλέφωνο είναι ο φίλος του ο Νώντας. Ξυπνάει και πιάνει το ακουστικό.
    Γιώργος: Ποιος;
    Νώντας: Ελα ρε.
    Γιώργος: Ποιος είναι;
    Νώντας: Ο Νώντας ρε. Δε με γνώρισες;
    Γιώργος: Νώντας;
    Nώντας: Ρε μαλάκα, πάλι κοιμόσουνα; Όποτε ξυπνάς ρε πστ, χάνεις τη μπάλα. Κοίτα να πιεις κανα καφέ για να μπουτάρεις, γιατί σε ένα τέταρτο περνάω από 'κει μαζί με την αρραβωνιαστικιά μου.
    Γιώργος: Δε σας γνωρίζω κύριε. Κάποιο λάθος κάνετε. Νώντας (δυνατά): Ξύπνα ρε!

  2. Ο Πέτρος με το Λάκη, ετοιμάζονται να υπογράψουν ένα συμβόλαιο που περιέχει έναν πονηρά τοποθετημένο όρο. Είναι κι οι δυο γνώστες. Το διαβάζουν για κάμποση ώρα, ωστόσο ο Πέτρος που το κοιτάει πιο χαλαρά, δεν παίρνει χαμπάρι τη φάκα κι ετοιμάζεται να υπογράψει.
    Λάκης: Α ρε φίλε. Δεν έχεις μπουτάρει ακόμα. Το είδες αυτό; (Του δείχνει τον όρο δόκανο.)

  3. - Έλειψα αρκετό καιρό διακοπές και θα μου πάρει δυο τρεις μέρες για να μπουτάρω πλήρως.

  4. - Ήμουν το πρότυπο υπαλλήλου και με εκμεταλλεύονταν άπαντες. Ώσπου νοσηλεύτηκα στο νοσοκομείο με υπερυψηλή πίεση. Έτσι έβαλα μυαλό, συνειδητοποίησα τη μαλακία μου και άλλαξα στιλ. Τσακώθηκα με ορισμένους βέβαια που δεν τους εξυπηρετούσε η αλλαγή μου, αλλά τώρα πια τα πράγματα έστρωσαν. Το κακό είναι πως μου πήρε τρία χρόνια για να μπουτάρω και να αλλάξω συνήθειες.

  5. - Με το που την είδα, μπούταρε το κτήνος μέσα μου.

  6. - Είχα χάσει την ταυτότητα και την έψαχνα παντού σαν τρελός, μέχρι που ήρθε το ρεύμα και μπούταρε ο σκληρός μου και έτσι θυμήθηκα.

  7. - Με το που μπούταρε ο καινούριος χρόνος, έχανα ήδη 3.000 ευρώ στην τσόχα.

  8. - Πότε μπουτάρεις στη νέα δουλειά;
    - Από βδομάδα κάνω ντεμπούτο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδεολογία του Διαδικτύου, όπως ο ασιγματισμόσ, ο ατονισμος, ο ανορθογραφισμός, ο πολυτονισμός. Επειδή γίνεται κυρίως για λόγους ευκολίας, μοιάζει πιο πολύ με τους δύο πρώτους. Ο ορισμός του γκρηκλισμού είναι να βαριέσαι ανυπόφορα να κάνεις το ταυτόχρονο Αλτ-Σιφτ (όπως εγώ τώρα) κι έτσι είτε 1) Να γράφεις ελληνικά με αγγλικούς χαρακτήρες, είτε 2) αγγλικά με ελληνικούς.

  1. α) Η πρώτη περίπτωση πολλές φορές λειτουργεί ως το καμουφλάζ του ανορθόγραφου. Δηλαδή ένας που δεν μπορεί να ορθογραφήσει, αντί να πάρει μια γενναία στάση και να ενταχτεί στο κίνημα του ανορθογραφισμού προασπίζοντας τα πιστεύω και τα ταξικά συμφέροντα των ανορθόγραφων, κρύβεται πίσω από τα γκρήκλις, όπου τα γράφει όλα «i» και «o», και καθάρισε!

β) Όσοι δεν είναι ανορθόγραφοι, γράφουν το ωμέγα ως «w», το ήτα ως «h», το χι ως «x», το θήτα ως οκτώ «8», και το ξι αναλυτικά ως «ks», κι ενώ καταργούν έτσι κάθε κανόνα φωνολογικής αντιστοιχίας, μπορεί και να κατηγορήσουν κάποιον που δεν το κάνει ως «ανορθόγραφο».

γ) Μια τρίτη κατηγορία είναι οι αρχαιόκαυλοι γκρηκλιστές. Αυτοί απεχθάνονται τα γκρήκλις, αλλά είτε λόγω προκεχωρημένης ηλικίας, είτε επειδή ζουν στην κοσμάρα τους, είναι τραγικοί e-tard και δεν έχουν μάθει την ύπαρξη των πλήκτρων Αλτ-Σιφτ. Αλλά επειδή απεχθάνονται την δεύτερη φράξια, ακολουθούν την επιστημονική φωνολογική μεταγραφή από τα αρχαία ελληνικά στα λατινικά. Δηλαδή: Οι πιο μετριοπαθείς γράφουν το ήτα ως «e» και το ωμέγα ως «o», οπότε βρίσκονται σε διαμάχη με την δεύτερη φράξια για το ποιος ορθογραφεί. Οι πιο ακραίοι θέλουν να δηλώσουν και την αρχαιοελληνική ποσότητα των φωνηέντων, οπότε γράφουν το ήτα ως «ee» και το ωμέγα ως «oo». Οι ακόμη πιο ακραίοι είναι ταυτοχρόνως γκρηκλιστές και πολυτονιστές, οπότε προσθέτουν και ένα «h», για να δηλώσουν την δασεία, ενώ χρησιμοποιούν και υπογεγραμμένη ως παραγεγραμμένο «i»! Λ.χ. η λέξη «ερμηνεία» θα γραφεί από αυτούς ως «hermeeneia», το «δόξα τω Θεώ» θα γραφεί «doxa too Theooi» κ.ο.κ. Εννοείται ότι αυτοί λοιδωρούν τα οκτάρια θήτα από τις άλλες φράξιες και τις υπόλοιπες συμβάσεις τους.

δ) Ένα άλλο είδος είναι ο υβριδικός γκρηκλιστής που δεν έχει κανόνα και χρησιμοποιεί όποια σύμβαση του καυλώσει ανά πάσα στιγμή. Λ.χ. δεν έχει ιδεολογικό πρόβλημα να γράψει «tha epi8umousa na ypodeixo» ανακατεύοντας συμβάσεις από όλες τις φράξιες. Συναφές ζήτημα είναι αν το ύψιλον γράφεται με «u» ή με «y».

2) Το αντίστροφο είδος είναι ο γκρηκλιστής που βαριέται να γυρίσει το πληκτρολόγιο από τα ελληνικά στα αγγλικά. Έτσι γράφει στα ελληνικά τα αγγλικά ονόματα ή και εκφράσεις, όπως «σο», «το καλύτερο έβερ», «πρόπαμπλυ», «γουάτσοέβερ», «λολ», «λόλσομ», «φακ» κ.ο.κ. Αν είναι αυτοσαρκαστικός θα διανθίσει για ξεκάρφωμα τον λόγο του και με τα «παρεπίπταμπλυ» και «ανπέκταμπλ» κ.ο.κ. Ο τοιούτος γκρηκλιστής βολεύεται πολύ από τις καθαρευουσιάνικες ελληνοποιήσεις λ.χ. «Σακεσπύρος» για τον «Shakespeare», «Αμστελόδαμον» για το «Άμστερνταμ» κ.ο.κ. Επίσης, από τις σλανγκικές τοιαύτες, όπως δωδ, φατσοβιβλίο, σωλήνας κ.ο.κ.

Το παρόν λήμμα δεν προτίθεται να καλύψει τις περιπτώσεις γκρηκλισμού των ελληνισμών που μεταφράζονται στην αγγλική ομιλία, ή αντιστρόφως των ελληνοαμερικάνικων, που καλύπτονται σε άλλα λήμματα ενδελεχώς βλ. λ.χ. δώσε κώλο στον ρουφιάνο!.

Σλανγκασίστ: Mes.

  1. Έστωσαν πέντε γκρηκλιστές διαλεγόμενοι σε κουβεντοδωμάτιο για τις αντίστοιχες φράξιες, όπου:
    1.α.= Λάουρα.
    1.β.= Λίλιαν
  2. γ. = Επαμεινώνδας
  3. δ. = Αμαλία.
  4. = Μένιος.

Λάουρα: Ax ti oraia perasame x8es sto retire, itan iperoxa!
Αμαλία: Ne, ki egw perasa 8aumasia, pote tha to ksanakanoume to xeskisma;
Μένιος: Παρεπτίπαμπλυ, μιλώντας για ξέσκισμα, πολύ φάκαμπλ αυτή η φίλη σου, η Καλλιόπη! Το καλύτερο σουίνγκερ φακ έβερ! Πραγματικά ανπέκταμπλ! Σο, μπορείς να μου φοργουορντάρεις το εμαίιλ της; Ή την διεύθυνσή της στο φατσοβιβλίο; Ή ο,τιδήποτε γουατσοέβερ...
Λίλιαν: Menio, ti einai auta pou les sthn kopela; 8a h8eles mhpws na arxisoume ki emeis na zhtame ta emails twn agoriwn me tis ompreles;
Επαμεινώνδας: Meen sugxuzesthe agapeetee mou Lilian. Tooi onti eeto thespesia ee korasis! Me ekane na thumeethoo ta neiata mou, hotan hupeerksa xipees. Ta deonta teei mamai sas, despoinis Amalia.

kai outoo katheksees, kai outo ka8exis, kai outw ka8ekshs, ετσέτερα ετσέτερα...

  1. (Στο φόρουμ του Αθηνοράματος, ανάρτηση γκρηκλιστί ενός κριτικού με αυξημένο δείκτη σλανγκικής ευφυίας, για την ταινία «Daisy» του Wai-Keung Lai):

Daisy is a cataplectic and catapeltic, detectivic, caramelodramatic, psychocathartic, hard-Koreatic, engangsteric, hyperrelativistic esoteric movie in an exoteric co-prototypic tensor product environment hyperfocusing on Jeon, a deadendstreeting artist, painting Heineken bottles in the port of Amsteldamned-if you do, Zaglodvan damned if you dont you forget about me, kikiriki kee, o protokotos to kikirikoy ekbaleto. [...] Protoclassatic acting, zoopanegyris of the senses, philosophistication of Aegina, [...]ο σχιζοφρενής Κορεάτης μες στην οθόνη, όλος ο Κορεάτικος κινηματογράφος έχει βγει από εκπομπή της καραμουζοπάνια, αλλά προ Χαρδακαρβέλα, Χαράδρα, Καραβέλα,ας Χαρδαβελάξουμε Μά-αύ-ρηηηη, Μαύροι με βρακοπαντέλονα απ' τα πάνω Πετράλωνα. Θέλω να πώ, ο έγκριτος σκηνοθέτης Αντριου Καταφερτζαφέρης Λάου κάνει μπέ-ε-ε-ε και ξέρει τι κάνει ή κουτουλάχιστον έτσι φαντάζομαι.

Αντίθετο: engreek.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified