Further tags

To Thesaurus Linguae Graecae (TLG) («Θησαυρός της Ελληνικής Γλώσσας») είναι πρόγραμμα που περιέχει όλα τα κείμενα της ελληνικής γλώσσας από τον Όμηρο ως τον 15ο αιώνα και έχει χαρακτηριστεί ως η ηλεκτρονική κιβωτός του ασύλληπτου πλούτου της γλώσσας μας, ένα μνημείο για τον Ελληνισμό. Το Thesaurus Slanguae Graecae (TSG) δεν είναι άλλο απ' το slang.gr, και είναι η νέα κιβωτός και παρακαταθήκη του ασύλληπτου μεγαλείου και όλβου της ελληνικής σλανγκ.

- Ρε συ Επαμεινώνδα, όπως διάβαζα χτες Ηλία Πετρόπουλο, βρήκα κάμποσες άγνωστες λέξεις.
- Μπες στο TSG, τι κάθεσαι;
- Έλα μου ντε...
- Κι εγώ χτες που πόσταρα στο bourdela.com δεν μπορούσα να καταλάβω τους όρους ενός μπουρδελιάρη, αλλά μ' ένα κλικ στο TSG, έλυσα τις απορίες μου κι επανήλθα δριμύτερος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άθλιος, αξιοθρήνητος, αξιολύπητος, θλιβερός, οικτρός. Απευθείας μεταφορά του αμερικανικού pathetic.

[...] Διαπιστώνω ότι το φόρουμ μας αποτελείται από αξιολύπητες παθέτικ λουκρητίες που άπαξ και βρουν γκόμενα (μία την δεκαετία και αν) πρέπει να τη δέσουν και να της κρεμάσουν κουδούνια μη τη χάσουν. (από φόρουμ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας αμερικλάνικος τρόπος να πεις «σούπερ», «γουστάρω», «τέλεια», «άψογα», «καύλα». Ακούγεται όλο και περισσότερο στην Ελλάδα.

Είδα την τελευταία ταινία του Κλούνι και ήταν σούπερ ντούπερ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μακαρονάδα (μίσκο, αβέζ, τετοια πράματα, όχι Μπαρίλλα είμαι πλούσια και αηδίες) με κέτσαπ (άντε το πολύ κανά πουμαρό) και έτοιμο τριμμένο κεφαλοτύρι.

Καλύτερα στα Goody´s για mama´s!

Λεξιπλασία εκ των Pasta Asciutta και σ/πάτα κιούτα.

Συναντάται συχνάκις την περίοδο της εξεταστικής.

- Μαλάκα, πείνασα!
- Κάτσε να πετάξουμε μια πάστα κιούτα και συνεχίζουμε με μηχανική ρευστών 4!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό αρκτικόλεξο SOS και την εμφατική κατάληξη -αρα, η σοσάρα είναι το πάρα πολύ σημαντικό. Συνήθως λέγεται για θέματα, που είναι πιθανό να πέσουν σε εξετάσεις.

Υπερθετικός: σούπερ-σοσάρα, καρασοσάρα.

-Από την ΔΑΠ και την ΠΑΣΠ περιμένεις ρε καημένε να σου πουν τις σοσάρες των εξετάσεων; Αφού το έχουν μυριστεί οι καθηγητές τι παίζει και βάζουν τα αντίθετα από τις σοσάρες που υποδεικνύουν οι παρατάξεις.
-Ναι, αλλά μερικές φορές βαριούνται και βάζουν κάθε χρόνο τα ίδια.

βλ. και αντισός, σος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δονητής - ελικόπτερο, the real ROFLCOPTER.

Η ίδια φάση - από άλλη κάμερα (από poniroskylo, 25/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη ιταλικής προελεύσεως [ιταλ. pappardelle, πληθ., τύπος ζυμαρικού ] που περιγράφει τα κούφια λόγια, την φλυαρία και τις ανοησίες.

Στα νεοελληνικά πιθανότατα η πιο κοντινή έκφραση είναι οι αρχιδιές ή παπαριές.

- Ρε, ο γείτονας στη Χαλκιδική είναι μεγάλο λαμόγιο. Μόλις πήρα γραμμή ότι παίρνει νερό από εμάς και τού ζήτησα εξηγήσεις, άρχισε να μού πετάει κάτι άκυρες παπαρδέλες. Είσαι που είσαι πονηρός, τουλάχιστον να φανείς άνδρας και να ζητήσεις συγγνώμη, γαμώτο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κόλπο / τέχνασμα για να ξεγελάσουμε κάποιον, με υστεροβουλία και πονηριά.

Ρίζα από τα τουρκικά [τουρκ. tertip -ι], πιθανώς προέλευση από τα φαρσί.

Συχνότατα χρησιμοποιείται σε συζητήσεις πολιτικού χαρακτήρος, περιγράφοντας τα ψέματα και τις κενές υποσχέσεις πολιτικών.

  1. Τίτλος άρθρου της Ελευθεροτυπίας:
    «Χορτάσαμε από τερτίπια μεταμοντερνισμού»

  2. Τίτλος επαρχιακής εφημερίδας:
    «ΝΑΣ: καταγγέλει τα πολιτικά τερτίπια στην πλάτη των κατοίκων Χριστού Βαρβασίου»

Στα πρώτα δέκα δεύτερα τα "τηρτίπια". (από Hank, 30/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Άκλιτο ουσιαστικό) Το λαχείο που κερδίζει στον λήγοντα.

Από το Γαλλικό ρήμα amortir που σημαίνει να ξεπληρώνεις μια αγορά με τα έσοδα που σου αποφέρει η ίδια η αγορά.

Ένα λαχείο είναι η ζωή, ας είναι κι αμορτί.

(από τραγούδι)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος ιταλικής πίτσας (και σπαγγέτι) με ομώνυμο σως. Όχι, δεν πρόκειται για παρεξήγηση και για χάσιμο στην μετάφραση. Η πουτανέσκα ΕΙΝΑΙ η πίτσα της πουτάνας και έλκει την καταγωγή της από τις πουτάνες της Νάπολης.

Η wikipedia δίνει πέντε έξι εικαζόμενα σενάρια για την καταγωγή του όρου, αξίζει να τα διαβάσετε. Τώρα είναι πλέον το συνηθισμένο αστείο όταν κάποιος παραγγέλνει πίτσα. Λ.χ. θεωρούμε ότι είναι η πίτσα που τρώνε οι ξανθές, ή γίνεται αφορμή για πεσίματα και παρεξηγήσεις.

Στη σειρά Safe Sex, ένας πέφτουλας πιτσαράς πάει στο σπίτι της γκόμενας- στόχου και λέει:
-Σας έφερα την πουτανέσκα.
-Πουτανέσκα να πεις την αδερφή σου! (η απάντηση...).

(από Dirty Talking, 06/02/09)(από Vrastaman, 06/02/09)

Σχετικό: το φαγητό της πουτάνας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified