Further tags

Ρετρό έκφραση που μας έρχεται εκ Τουρκίας αλλά ακόμα ακούγεται την σήμερον.

Περιγραφή κατάστασης συνωστισμού, ανακατωσιάς, μάλε-βράσε, φύρδην μίγδην, χαμού και πανικού.

Ετυμολογείται από την Τουρκική λέξη türlü που εκτός από το γνωστό λαδερό φαγητό από mix λαχανικών σημαίνει και την ποικιλία και την επιμειξία + το manifatura (από το Ιταλικό manifattura) που στην Τουρκία ήταν το μαγαζί που πουλάει ρετάλια, κουβαρίστρες και ψιλικά ή τα είδη ψιλικών γενικά.

Φανταστείτε τα παλιά μπακάλικα, καταστήματα ψιλικών ιδίως στην επαρχία αλλά και τους γυρολόγους που είχαν όλα τα προϊόντα τους γιάλα και ανάκατα αλλά είχαν τα πάντα!

Συνηθίζεται και ως τουρλού τουρλού μαλιφατούρα αλλά και μόνο με ένα τουρλού.

Από το ιντερνέτ:

  1. Για μένα προσωπικά αποτελεί πρόβλημα και ο μόνος λόγος , που προτιμώ μουσικά σχήματα μέσα από πρόβες και συντονισμό ... ( επαγγελματίες ) , είναι καθαρά για το αυτί μου ... Ναι , οι φίλοι που γνωρίζονται και «δένουν» μουσικά , καλον είναι δυο δυο η τρεις τρεις να αποδίδουν και τα τραγουδάκια τους , γιατί κατά την γνώμη μου όταν μπλέκουν πολλοί μαζί γίνεται τουρλού μανιφατούρα ... Αλλά , σε μια συνάντηση ενός ρεμπέτικου φόρουμ π.χ. , αυτό είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί , διότι όλοι έρχονται να συνδράμουν με τα οργανάκια τους και παράλληλα να «ξύσουν» την ψώρα τους...

  2. Πρόκειται για μια ταινία τουρλού τουρλού μαλιφατούρα. Δηλαδή ενώ η ιδέα του σεναρίου σαν σενάριο ειναι πάρα πολύ καλή, είναι στιγμές που λες μα καλά αν γινόταν αυτό θα ήταν χίλιες φορές καλύτερο για την πλοκή. Η σκηνοθεσία ειναι πάρα πολύ καλή και καλύπτει εν μέρει τα όποια κενά στο σενάριο. Από υποκριτικής άποψης ξεχωρίζει η παρουσία του John Hurt στο ρόλο του καθηγητή.Είναι απλά καταπληκτικός. Μάλιστα μπορώ να πω οτι μου θύμησε λιγο Αλ Πατσίνο. Στο ρόλο του φοιτητή ο Elijah Wood γνωστός και σαν Φρόντο παρουσιάζεται σαν το καλό παιδάκι και ηθικός. Στη διάρκεια μάλιστα της ταινίας, του την πέφτουν τα δύο γκομενάκια που πρωταγωνιστουν και ο κύριος κάνει και τον δύσκολο. Γενικά είναι για φάπες αλλά αυτό είναι άλλου παππά Ευαγγέλιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από την τούρκικη έκφραση firil filil, που σημαίνει ''γύρω γύρω”. Δηλαδή ότι περιτριγυρίζεις κάτι σιγά-σιγά και το πλησιάζεις.

Γράφεται και «φιρί φιρί».

Φιρί φιρί το πας να σε χτυπήσουν...όλο μέσα στη μέση του δρόμου περπατάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Καπνιά, αιθάλη.

  2. Ρίχνω φούμο: Μαυρίζω κάποιον στις εκλογές, δεν τον ψηφίζω. Για την παθητική έννοια: τρώω φούμο.

Μέχρι εδώ λεξικογραφημένα, βλ. π.χ. στον Τριανταφυλλίδη.

Φούμο στην στρατιωτική ορολογία είναι το καμουφλάζ προσώπου από υλικά που μοιάζουν με μακιγιάζ. Βγαίνει σε σκούρα γήινα χρώματα, κυρίως μαύρο, πράσινο και καφέ, σε κασετίνα με καθρεφτάκι που θυμίζει πολύ (αλλά δεν είναι) γυναικείο αξεσουάρ για την τσάντα.

Σκοπός του είναι να κάνει το πρόσωπο δυσδιάκριτο μέσα στο περιβάλλον της επιχείρησης, καλύπτοντας την λευκότητά του (αν μιλάμε για λευκό στρατιώτη σε νυχτερινή ιδίως επιχείρηση), μιμούμενο κατά το δυνατόν την εμφάνιση φυτών (κλαδιών κλπ) και ακολουθώντας την υπόλοιπη απόκρυψη της στολής.

Ετυμολογείται από το ιταλικό fumo<λατινικό fumus που αμφότερα σημαίνουν καπνός.

  1. Από εδώ:

Ελπίζω όταν βρίσκεστε να μη σου λέει ιστορίες από το στρατό γιατί είναι τόοοοοσο βαρετέεες. Εμείς πάντως το είχαμε πάρει στην πλάκα, μου έστελνε φωτογραφίες από ασκήσεις βαμμένος με φούμο και τέτοια.

  1. Από εδώ:

[...] το έκανε ένας φαντάρος της σειράς μου στο ΚΕΤΘ που έβαλε φούμο και δίχτυ παραλλαγής στη διάρκεια του σχολείου Μαχητή (έπαιζε χρόνια airsoft). Ναι μεν γέλαγαν, αλλά τσίμπησε και 10 ημερούλες τιμητική.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που τη χρησιμοποιούμε στο τέλος μιας πρότασης (ή νοηματικής παραγράφου), όταν θέλουμε να εκδηλώσουμε την έντονη αμφισβήτηση ή αποδοκιμασία μας σε πράξεις, προθέσεις ή λεγόμενα άλλων.

Συνήθως προηγείται αυτολεξεί επανάληψη της φράσης την οποία αποδοκιμάζουμε.

Πρόκειται για μεταφορά στον ελληνικό προφορικό λόγο της αμερικλανιάς «my ass!»

  1. (από εξομολογήσεις μιας Λάουρας)
    -«Είμαι ελεύθερος», ορκιζόταν πριν τα φτιάξουμε. «Ελεύθερος» ο κώλος μου! Είχε γυναίκα, πεθερά και 4 παιδιά, όλοι στο ίδιο σπίτι.

  2. (σχολιασμός λαθραναγνώστη κρεμασμένων στο περίπτερο εφημερίδων)
    - «Άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων» ο κώλος μου! Ήμουνα νιος και γέρασα διαβάζοντας ότι ανοίγουν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση δανεισμένη από την αγγλική «the best». Χρησιμοποιείται με την κυριολεκτική της έννοια για να περιγράψει κάτι το τέλειο , το ανώτερο, αλλά και κυριολεκτικά για το αντίθετο. Άρχισε δε να εμφανίζεται στα ελληνικά απ' την εποχή που έπαιζε ποδόσφαιρο στην Manchester United ο George Best, που παρόλη την κρασοκατάνυξη και γενικά κραιπαλώδη ζωή του, είχε δεινές ποδοσφαιρικές ικανότητες. Εξού και η χρήση της έκφρασης για κάτι το αναπάντεχα καλό (λίρα εκατό), κάτι που όλα δείχνουν ότι δεν θα πάει καλά και διαψεύδει τους πάντες με τις επιδόσεις του (βλ. Εθν. Ελλάδας Πρωταθλήτρια Ευρώπης).

Είναι προφανές ότι το «δεν παίζεστ'» αποτελεί παράφραση του αρχικού αγγλικού «the best».

Αντιπροσωπευτικό τραγούδι: Simply the best από τη «γιαγιά» Tina Turner

  1. Κυριολεξία:
    - Πήγαμε στη συναυλία των Scorpions και ήταν ανπέκταμπλ !
    - Σώπα ρε, δε μπεστ ;
    - Δεν παίζεστ' σου λέω, χαμός έγινε.

  2. Ειρωνεία :
    - Γνώρισα χτες την αδερφή του Μήτσου που φαγώθηκε ότι με γουστάρει.
    - Έλα ρε, για λέγε , δε μπεστ;
    - Δεν παίζεστ', άσε . Σκέτη αραχνομούνα, λέμε.

(από granazis, 24/04/10)(από granazis, 24/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη απο τις λέξεις κάγκελο και LOL .
Η σημασία καθώς και η χρήση της είναι προφανής, χρησιμοποιείται όταν μένουμε κάγκελο, αλλά η κατάσταση είναι ταυτόχρονα αστεία.

- Ρε Γιώργο, τα 'μαθες; Το Μαράκι χώρισε τον Πάνο... Μετά από 4 χρόνια του είπε ότι είναι λεσβία!!!
- ΚαγκεLOL!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ύπουλα, υποχθόνια, σιγά-σιγά και με τρόπο, από την πίσω πόρτα.

Ενδεχομένως προκύπτει από το αγγλικό low, το οποίο ελληνοποιήθηκε ελαφρώς, για τις εγχώριες γλωσσικές ανάγκες.

Πιθανόν μάγκικης προέλευσης, ωστόσο έχει καθιερωθεί και στην καθημερινή σλανγκ στις μέρες μας.

Πριν προλάβουμε καλά-καλά να χωνέψουμε τον οβελία, ξαναχτύπησε η «τρομοκρατική οργάνωση» spread! Για να μας θυμίσει ότι, η εβδομάδα των Παθών πέρασε και αρχίζει η εποχή του μαρτυρίου.

Πόσο σοβαρός μπορεί να είναι ο ισχυρισμός ότι τα spread απογειώθηκαν μόλις κάποιο κυβερνητικό βαθύ …λαρύγγι διέρρευσε το …επτασφράγιστο μυστικό στα κοράκια της διεθνούς κερδοσκοπίας;

Είναι αφελές να πιστεύουμε πως οι αγορές είναι έτοιμες να αποδεχθούν ακόμη και ανυπόστατες φήμες και αντιθέτως αρνούνται κάθε ελληνική προσπάθεια;

Το χθεσινό παράδειγμα «βγάζει μάτια». Η διάψευση της ανώνυμης κυβερνητικής πηγής από τον υπουργό Οικονομικών έγινε αργά το απόγευμα, ενώ όλα είχαν διαμορφωθεί.

Τα πράγματα είναι απλά. Προετοιμάζεται το .......έδαφος για το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και μάλιστα το φέρνουν λάου - λάου, ώστε στο τέλος να το υποδεχθούμε όχι ως ολέθρια επιλογή, αλλά ως λύση επιβεβλημένη, ως αναγκαίο κακό, αν όχι ως σωτηρία!

Άλλωστε οι τελευταίες εξελίξεις φέρνουν πιο κοντά και τη συζήτηση για νέα μέτρα, την οποία ήδη έχει ανοίξει, εμμέσως, τις τελευταίες μέρες η κυβέρνηση ως «αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές

(απ' εδώ)

Ceci n\'est pas Lau-Lau (από Vrastaman, 16/04/10)(από joe909, 11/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιομοδίτικος μέταλλικός χαιρετισμός παύλα προτροπή να μην παρατήσει κάποιος τα ιδεώδη του μέταλ και αρχίσει να ακούει σάμπλες και τέτοιες αηδίες. Μάλλον πλέον πέφτει ως αστείο, εκτός και φταίει που έχω μεγαλώσει και ακούω ποστίλες, ψαγμενιές, γαμωτζάζ και ρυζόγαλα.

- Καληνύχτα μωρό μου.
- Στέυ χέβυ.

(από Vrastaman, 07/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοντό το φιτίλι (μέχρι την μπόμπα).

Ο ευέξαπτος και ανυπόμονος, αυτός που δεν μετράει μέχρι το 10 προτού τα πάρει.

Δεν πρόλαβα να της πω ότι δεν βρήκα παστουρμά και με πήρε απ' τα μούτρα. Αυτά τα αναθεματισμένα χάπια αδυνατίσματος την έχουν κάνει short fuse την κακομοίρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα επιτυχίας δηλ. «Ζήτω!», «έμπαινε Γιούτσο!» κλπ ή (ειρωνικά) αποτυχίας δηλ. «τώρα κονομήσαμε!», «την κάναμε από κούπες» κλπ.

Προέρχεται από το ιταλικό παιχνίδι λοταρίας tombola (<ιταλ. tombolare = κάνω κωλοτούμπουλες), το οποίο έπαιζαν πλανόδιοι τομπολατζήδες στους μαχαλάδες των πόλεων μέχρι και πριν από καμιά 70αριά χρόνια, κρατώντας ένα τύμπανο που, χτυπώντας το σαν σήτα, ανάδευε τους λαχνούς που χοροπηδούσαν.

Αυτός που του ’πεφτε ο τυχερός λαχνός, φώναζε χαρούμενα «τόμπολα!» και στη συνέχεια γύρευε από τον τομπολατζή το αντίτιμο (π.χ. χρηματικό έπαθλο, ένα μικρό δωράκι, κάτι φαγώσιμο κλπ).

Η έκφραση με την διπλή σημασία της λέγεται και στην Ιταλία, ενώ αντίστοιχα οι Αγγλοσάξονες λένε «Bingo!» (από το ομώνυμο παιχνίδι που παίζουν οι θείτσες) ή «Disco!», δηλ. «Μπράβο!», «Το πέτυχες!», «Διάνα!» κλπ.

Οι τομπολατζήδες, όπως και όλοι οι γυρολόγοι επαγγελματίες του δρόμου (λούστροι, καστανάδες, σημιτζήδες, καλντεριμιτζούδες, «παιχνιδιάτορες» μουσικοί, λαχανάδες, ακονιστές, σαμοβαροφόροι πωλητές τσαγιού ζωσμένοι φλιτζανάκια, ακροβάτες, κομπογιαννίτες, επαίτες με ζητιανόξυλο δίκην μουσικού οργάνου, παπατζήδες, οπωροπώλες με καροτσάκι κλπ) αποτελούσαν ιδιαίτερο σινάφι -και μάλιστα οι Σταμπουλούδες τομπολατζήδες διέθεταν δικές τους χορευτικές φιγούρες στον ζεϊμπέκικο, τον λεγόμενο «τομπολατζήδικο».

Μέχρι και σήμερα, σε διάφορα συνοικιακά ιχθυοπωλεία, ένα μεγάλο κι ακριβό (αλλά απούλητο) ψάρι «βγαίνει στη λοταρία» με πρωτοβουλία του ιχθυοπώλη προς τους παρεπιδημούντες μαγαζάτορες, προκειμένου να μην χαλάσει και ζημιώσει ο Αλφαβητίξ...

  1. (Θετικό περιεχόμενο):

- Ρε σύ, που’ σαι ψηλός, για κοίτα μήπως βγήκε η βαθμολογία στο Συνταγματικό!
- Ναι, κάτι βλέπω, τί μητρώο είσαι;
- 397.566.978 Β΄ κλιμάκιο... - Τόμπολα! Πέρασες φίλο!!!
-Σ ώπα ρε κι ετοιμαζόμουνα για Σεπτέμβρη, πώς έγιν’ αυτό το θάμα; Και δε μου λες, πόσο πήρα;
- Πουφουσού, μην τα θες κι όλα δικά σου!
- Δηλαδή;
- Ταληράκι, Παγκόσμιος Φοιτητική Σταθερά...

  1. (Αρνητικό περιεχόμενο):

- Από πού θέλετε να πάμε Κέντρο, από Κηφισίας για Σύνταγμα ή από Κατεχάκη, να κόψουμε από Κεδρηνού;
- Ξέρω γω; Καλύτερα το δεύτερο, γιατί άκουσα κάτι για πορείες σήμερα λέει...
- Καλώς!
- Αμάν! Τί γίνεται ’δω πέρα ρε παιδιά;
- Τόμπολα! Κλειστή η Πανόρμου, πέσαμε σε έργα...
- Ωωωχ... Εδώ θ’ αφήσουμε τα κοκαλάκια μας!

Η ΔΗ.ΑΝΑ... (από allivegp, 29/03/10)...και ο διάνος. (από allivegp, 29/03/10)Αφιερωμένο στον ΜΧΣ: Ο ευτραφής Σταμπουλούς οργανοπαίκτης είναι ο Αγάπιος Τομπούλης... (από HODJAS, 29/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified