H αγγαρεία, το χώσιμο στον στρατό.
- Πάλι εγώ θα πάω μαγειρεία; Πολύ χοσέ αρμάντο πέφτει!
H αγγαρεία, το χώσιμο στον στρατό.
- Πάλι εγώ θα πάω μαγειρεία; Πολύ χοσέ αρμάντο πέφτει!
Got a better definition? Add it!
Κατά τη μαύρη διάλεκτο στις Η.Π.Α.:
1. Αυτός που παραπονιέται συνέχεια.
2. Ο αδύναμος και φοβιτσιάρης άντρας.
3. Η γυναίκα ή ο άντρας που δεν χαίρει καμιάς εκτίμησης ή συμπάθειας.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο προαγωγός/ νταβατζής στην μαύρη διάλεκτο των Η.Π.Α.
Επίσης:
P - Person
I - Into
M - Marketing
P - Prostitutes
- Yo son, I am a motherfuckin' P.I.M.P.
Βλ. και τσάρλης, ο, πορνοβοσκός, ο
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η πόρνη, η εύκολη γυναίκα που πηγαίνει με τον καθένα, σύμφωνα με τη μαύρη διάλεκτο των Η.Π.Α.
- Don't marry that hoe, she sucked too many dicks and you know the old saying, you can't turn a whore into a housewife.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο ορισμός είναι ίδιος με το λήμμα αξιαγάμητος.
- Η Μαρία θα φέρει και μια φίλη της το βράδυ.
- Καλή;
- Fuckable!
Από την αγγλική λέξη fuck και την κατάληξη -able (=αυτός που είναι ικανός για κάτι, π.χ. CD-Rewritable)
Got a better definition? Add it!
Ο/η κερατάς κατ'εξακολούθηση, αυτός/-ή που δεν χωράει να περάσει από την πόρτα.
- Έρχεται ο ρούντολφ!
- Πάλι τον κεράτωσε η Κίτσα τον μάπα;
Από τον τάρανδο του Αι-Νικόλα (του Santa Claus δηλαδή), τον Rudolph. Σύμφωνα με τον μύθο-μάρκετινγκ της κόκα-κόλα, ο τάρανδος αυτός είχε κόκκινη μύτη και τον κοροϊδεύανε τα υπόλοιπα ταρανδάκια, στο τέλος όμως έγινε πρώτη μούρη στο καβούρι.
Got a better definition? Add it!
Το σούργελο που προσκυνά.
- Πολύ σουργελέισον είναι αυτός σήμερα.
- Σίγουρα.
Δες και -έισον, -έισιον.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο κλώνος- σάιμποργκ του τίγκα (βλ. τίγκας) : μισός κλώνος, μισός ρομπότ.
Θεωρείται εξελιγμένο είδος και χρησιμοποιεί ΚΑΘΕ νέο προϊόν της χημικής βιομηχανίας για να δείχνει φουσκωτός, να πετάγονται οι φλέβες του και να δυσκολεύεται να περπατήσει με αρμονία. περπατάει με διακοπτόμενες, μηχανικές κινήσεις. Οι διανοητικές του ικανότητες περιορίζονται στον υπολογισμό των γραμμαρίων πρωτεϊνης που τρώει και το πόσα στεροειδή καταπίνει. Προκαλεί τον τρόμο από όπου περνάει.
Πρόγονος του πιστεύεται πως είναι ο Ράλφ Λούντργκεν.
-Έλεος μ'αυτό τον τύπο. Κλάνει ψαρίλα όποτε λυγίζει τη μέση του.
-Άσε μάγκα παίζει φάση τίγκατρον.
Σχετικά: Κ.Δ.Ο.Α., μποντέος / μπονταίος, μποντιμπιλντεράς, ντούκι, πρησμένος, σβάρτσος, σφίχτερμαν, σφίχτης, τρίπατος, χτιστός.
Got a better definition? Add it!
Απάντηση κατά τη διάρκεια ελληνικού διαλόγου στην έκφραση «thanks» ή «thank you».
- Ωωω, thanks ρε φίλε...
- Νothing my friend...
Got a better definition? Add it!