Further tags

Αυτός που αδιαφορεί για τις συνέπειες των πράξεών του, και δη για αυτές που γυρίζουν στον ίδιο. Προέρχεται προφανώς από τους βομβιστές αυτοκτονίας.

Κατ' επέκτασιν, ο ασυλλόγιστος, ο σταρχίδιατου, αυτός που κάνει κάτι επειδή εντάξει, και όχι γιατί το ευνοούν οι συνθήκες.

  1. - Πω, ρε πούστη, χάζευα και πέρασα την Πατησίων ταλιμπάν. Πώς και δεν με μάζεψε κάνας ταρίφας...

  2. Με την έννοια του στ@@του:
    - Κατέβηκα ταλιμπάν Μαθηματικά Ι και πήρα πουλαδέρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γράφω σε blog. Ανεβάζω, κάνω upload. Από το Αγγλικό ρήμα to post.

Πρόλαβα να ποστάρω πρώτος σε αυτή την τελεταυταία απόπειρα των κουρελιών να δημιουργήσουν μια διαδικτυακή οντότητα για το βιβλίο άλλου στυλ.

(Το αντέγραψα με copy and paste από blog χωρίς να αλλάξω τίποτε.)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πωλών μούρη. Δεν χρειάζεται άλλη εξήγηση, διότι ο Έλλην το έχει αναγάγει σε επιστήμη και μην κάνετε όλοι ότι δεν ξέρετε για ποιους μιλάω... Ενίοτε προφέρεται λανθασμένα Pull Moore. Όλη η ιστορία είναι ότι και καλά παραπέμπει σε όνομα, οπότε μην το χαλάτε. Δεν υπάρχει όνομα Pull.

- ...και σκάει μύτη το σούργελο με την Μερσέντα και τη Ρολεξιά στο βγάλσιμο και λέει ότι τον καθυστέρησαν στον Καρούζο γιατί είχε παραγγείλει 6 κοστούμια και τους είχε χαλάσει και καλά το μηχάνημα για την πλατινένια American Express...
- Τι λε ρε μεγάλε; Paul Moore ο δικός σου.
- Ναι ρε ο χθεσινός.

Ναι, αλλά το Pull παραπέμπει σε άλλο χαρακτηριστικό των Ελλήνων... Στο εθνικό μας σπορ δηλαδή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από την λέξη disqualified. Εμφανίζεται συχνά και ως DQ. Υποδηλώνει την απόρριψη προς έναν γκόμενο/γκόμενα όταν αυτός/-ή είτε δεν βλέπεται, είτε μας ξενερώνει.

- Πώς σου φαίνεται αυτή ρε Θανάση; Κορμί θανατηφόρο...
- Άπαπα, δεν βλέπεις τη μύτη πως είναι σαν πιγκουίνος;! D.Q. σου λέω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτολεξεί σημαίνει φτιαγμένο στην Κίνα. Χρησιμοποιείται συνήθως για προϊόντα που είναι χαμηλής ποιότητας, πολλές φορές μαϊμού. Έχει παρεμφερή σημασία με το μάρκα μ' έκαψες.

- Καλά χθες αγόρασα το κασετόφωνο, κιόλας χάλασε το κουμπί;
- Μέιντ ιν Τσάινα είναι, 15 ευρώ πράγμα, τι περίμενες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης χρησιμοποιείται στα online games όταν θελουμε να δηλώσουμε ότι κολλάμε.

- Άσε μαλάκα, εκεί που πάω να κάνω ulti λαγκάραμε και μας πήρε double kill.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιώ την τελική μου κίνηση ulti. Λέξη που χρησιμοποιείται στο online game dota.

- Πάνω εκεί που φάρμαρα top μου την έπεσαν 2 ατομα αλλα πρόλαβα να ουλτάρω και να γλιτώσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορισμός που χρησιμοποιείται σε online games, έχει να κανει με την ομαδική επίθεση παικτών σε κάποιον αντίπαλο.

-Σε όλο το παιχνίδι με γκανγκάρανε συνέχεια και δε μπόρεσα να ανέβω level.

Got a better definition? Add it!

Published

Παλιό Ιταλικό Τηλεπαιχνίδι της 10ετιας του '70 όπου οι συμμετέχοντες έπρεπε να υποστούν σειρά εκπλήξεων και απροόπτων.

Έμεινε με τη σημασία του έξυπνου κόλπου, της απατεωνιάς, της απρόσμενης κατάπληξης.

Συναντάται και ως: μοιραίο κόλπο, τί σού 'παιξε η μοίρα, άσχημο παιχνίδι της μοίρας, καρμικό κόλπο γκρόσο κλπ.

  1. Μου έπαιξε κόλπο γκρόσο ο Μάκης, με κάρφωσε στη γκόμενα ότι τον σφύριζα στην φίλη της.

  2. Τί σού 'παιξε η μοίρα ρε Γκαλίνοβιτς; Κόλπο γκρόσο, ρούφα το μπαλάκι μπάσταρδε.

  3. Νόμιζες ότι θα χάσω εε; Κόλπο γκρόσο, τον πούτσο κλαίγανε, σε γάμησα!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Π**έραν **Επιτοπίου Επισκευής, εκ του αγγλικού Beyond Local Repair. Στρατιωτικός όρος που δηλώνει ότι μία συγκεκριμένη βλάβη είναι πάνω από τη επισκευαστική δυνατότητα του οικείου συνεργείου και χρήζει προσοχής από ανώτερο ή πιο κεντρικό κλιμάκιο.

Μεταφορικά σημαίνει ότι το υποκείμενο εξαντλήθηκε σε βαθμό που οι νορμάλ τρόποι ξεκούρασης δεν φτάνουν. Είθισται να χρησιμοποιείται για έντονη φυσική δραστηριότητα (άθληση, σεξ) την οποία είχαμε μάλλον υποτιμήσει, υπερεκτιμώντας αντίστοιχα τις δικές μας δυνατότητες.

  1. - Έλα ρε Θράσο, μπέκα μέσα πάλι. Κάθισε η ομάδα και βλέπω να τα μαζεύουμε τα μπαλάκια και να πληρώνουμε πάλι εμείς τις μπύρες.
    - Έχω βγει Π.Ε.Ε. μεγάλε. Δε μπορώ να πάρω τα πόδια μου. Καλύτερα να πλερώκω.

  2. - Τι πράμα ήταν αυτό ρε πούστη μου; Πέντε ώρες και δεν έλεγε να σταματήσει η ψώλα. Μ' έβγαλε B.L.R. εντελώς. Θα κάνω να ξαναγαμήσω κάνα μήνα. Λέμε τώρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified