Further tags

Τό σοφιστικέ άτομο. Η γυναίκα (ή ο άνδρας) που έχει γνώσεις, κομψούς τρόπους και έντονη προσωπικότητα, αλλά είναι και λίγο σνόμπ.
Εκφραση βγαλμένη απο το τσιγάρο Pall Mall το οποίο απευθύνθηκε στις υψηλές εισοδηματικές τάξεις και εχει μνημονευθεί σε πλήθος μυθιστορήματα.

Χτές στο ΤΡΙΒΙΑΛ ΠΕΡΣΟΥΙΤ έπαιξε μια τύπισσα που μας πήρε και τα σώβρακα. Ήρθε με τον Σταύρο και στην αρχή δεν ήθελε να παίξει, κάθησε πιο πίσω και λέγαμε οτι δεν θα ξέρει τίποτα, αλλά μάλλον δεν ήθελε να μας ψαρώσει. Πολύ ΠΑΛ ΜΑΛ .

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θα μου κάνει φασαρία, θα μου κάνει καυγά, θα μου το ζητήσει επίμονα, θα επιμείνει.

(πιθανότατα τούρκικης προέλευσης)

- Μην τον κανακεύεις τον μικρό, γιατί θα μου βγάλει μαγλατά να του πάρω καινούριο ποδήλατο.

(από HardcoreGR, 20/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση με την κλασική ξενόφερτη κατάληξη -εξ.

Δηλώνει αρνητική, μειωτική, αδιέξοδη κατάσταση.

  1. - Η κατάσταση είναι πουτσέξ!

  2. - Ο μισθός μου είναι πουτσέξ και χρειάζομαι επειγόντως δεύτερη δουλειά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικό επίθετο για γυναίκα. Πιθανόν προέρχεται από τη φράση «στάχτη και μπούρμπερη» συνδυασμένο ηχητικά με την μάρκα ρούχων Burberry.

Αναφέρεται σε γυναίκες που προσπαθούν να ντυθούν επιδεικτικά με μάρκες (ενίοτε και faux), χωρίς το ντύσιμο να συνάδει με τον πολιτισμό τους, την συμπεριφορά τους και συχνότατα την βαριά προφορά τους.

- Για δες τη βλαχομπούρμπερη την Μαρία, σαν την λατέρνα ντύθηκε πάλι και μας μοστράρει τα φιρμάτα...

- Η Καίτη η βλαχομπούρμπερη, πάει στην λαϊκή να ψωνίσει κολοκυθάκια με την καρό καπαρντίνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά σημαίνει ελεύθερο καμπινγκ. Η φράση αυτή χρησιμοποιείται επίσης όταν θέλουμε να αναφερθούμε χιουμοριστικά στο bungee jumping.

  1. - Έχετε κανονίσει διαμονή για τις διακοπές;
    - Δεν παίζουν λεφτά ρε, θα τη βγάλουμε με τζάμπα κάμπινγκ.

  2. - Τάσο λες να δοκιμάσω bungee jumping στην Πούντα;
    - Ρε δεν πας να κάνεις και τζάμπα κάμπινγκ... Tι μου το λες;!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μετά συγχωρήσεως.

- Με το μπαρδόν κούκλα, από δω πάμε για το νεκροταφείο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο νεοσύλλεκτος φαντάρος ή συνηθέστερα ο νεοφερμένος στη μονάδα.

Πιθανότατα προέρχεται ετυμολογικά από τις αγγλικές λέξεις: new + fish

Συνώνυμα: ψάρι, ψάρακας, αρουραίος.

Εφτά νιούφηδες ήρθαν σήμερα, τέρμα οι αγγαρείες για μας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή του τζετ που σημαίνει άψογα, τέλεια. Πιθανόν προέρχεται από το καθαριστικό Jet, καθώς σημαίνει και πεντακάθαρος.

- Τζετάουα τις έκανα τις αρβύλες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προστακτική έκφραση που σημαίνει στάσου ακίνητος και που πιθανόν προέρχεται από την εγγλέζικη φράση stick (th)'em up (=ψηλά τα χέρια). Λιγότερο πιθανό είναι να προέρχεται από τις λέξεις στάκα (=στάσου) + man.

ΣΤΑΚΑΜΑΝ: Τίτλος ταινίας του Αντώνη Καφετζόπουλου.

Στάκαμαν σου λέω να σου εξηγήσω, μην φεύγεις!

(από filologas, 20/03/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μουγκαμάρα, σιωπή, ησυχία.

Μουγκός + -fon (κατάληξη από την εταιρεία κινητής Panafon)

- Το κινητό μου πάλι μουγκαφόν, δεν είχα λεφτά να το πληρώσω και μου το κόψανε.

- Έλα μουγκαφόν τώρα, πάλι πατάτα έκανες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified