Further tags

Οι δημόσιες σχέσεις, ως επάγγελμα.

Τα γραφεία δημοσίων σχέσεων λέγονται και γραφεία πι-αρ. Οι ασκούντες το επάγγελμα λέγονται πι-αρ-τζήδες.

Εκ του αγγλικού PR, συντομογραφία του public relations.

Συγγενές λήμμα: κονέ

Χτες πήρα ένα e-mail από την υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων -πι-αρ κάπως έτσι τους λένε αυτούς- ενός ραδιοφωνικού σταθμού η οποία μετά από τα ομολογουμένως πολύ κολακευτικά της σχόλια για το Blog και το PodCasting μου μου σέρβιρε μια πρόταση για συνεργασία. (Από blog)

Η πουστιά έχει αναχθεί σε επιστήμη και ενίοτε μπερδεύεται με το Πι Αρ. (Από blog)

Η εταιρεία δαπανούσε τεράστια ποσά όχι μόνο για διαφήμιση και χορηγίες (χρηματοδοτώντας αθλητές, καλλιτέχνες αλλά ακόμα και πολιτικούς...) αλλά επίσης τεράστια και άγνωστα ποσά για «δημόσιες σχέσεις». Ένα μικρό παράδειγμα «πι-αρ»: στα γραφεία των εφημερίδων, κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα καταφθάνουν δώρα, δωράκια και δωράρες (στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες, φυσικά, τα δώρα των εταιρειών προς δημοσιογράφους θεωρούνται διαφθορά, όχι στην Ελλάδα.) (Από blog)

Απογοήτευση για τους «πι-αρ-τζήδες»: αυτοί θεωρούσαν πως το κουπόνι θα ήταν το έναυσμα για μαζικές αγορές βιβλίων μεγάλης αξίας, αλλά διαψεύστηκαν οικτρά. (Από blog)

Του Αρκά (από patsis, 20/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι στοιχηματοπώλες. Τα γραφεία στοιχημάτων. Από το αγγλικό bookmakers που συχνά συντομεύεται σε bookies.

Οι μπουκις δίνουν 10/1 στη Λιβερπουλ 2-1 (Από blog)

Οι μπουκις παντως δειχνουν να το ψιλοφοβουνται το ματσακι.... Θεωρουν μεν τη Βερντερ φαβορι, αλλα οχι αυτο που λεμε ακλονητο φαβορι.... (Από forum)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το γαλλικό blasé: ο αδιάφορος, ο ασυγκίνητος, ο αναίσθητος. Πολύ συχνά χαρακτηρίζει το ύφος κάποιου (ύφος μπλαζέ).

  1. - Καλό το γκομενάκι του Μπάμπη;
    - Καλό είναι, αλλά έχει ένα υφάκι μπλαζέ που μου τη σπάει πολύ... Την κόβω για μεγάλη ψωνάρα!

  2. (από το διαδίκτυο, κριτική ταινίας-αμερικλανιάς)
    «Καινούριο γκομενάκι πιάνει δουλειά στο σουπερμάρκετ και αναστατώνει τη ζωή μπλαζέ υπαλλήλου, κάνοντάς τον να θέλει να σπάσει το σερί συναδέλφου στο Hall of Fame του καταστήματος, για να κερδίσει τον τίτλο του υπάλληλου του μήνα, και να δει το βρακί της κοπελιάς.»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαλαρό κουβεντολόι, κουτσομπολιό, κουσκούσι. Το ψου-ψου-ψου σ' ένα κάπως πιο εκλεπτυσμένο.

Η κοζερί συντάσσεται πάντα με το ρήμα κάνω.

Από το γαλλικό causerie- σημαίνει ακριβώς το ίδιο.

Αν και παλιά λέξη - ήταν του συρμού την εποχή που οι καθώς πρέπει κυρίες ήξεραν Γαλλικά - η σημασία της συχνά παρερμηνεύεται (βλ. παράδειγμα 2).

  1. Από το blog http://ritsmas.wordpress.com/
    Γι’ αυτό σου λέω, βανίλια μου: πολυκατοικία και πάλι πολυκατοικία. Να είμεθα και πολλοί να κάνουμε και κοζερί.

  2. Παλιό ανέκδοτο
    - Λίτσα, ο Χρηστάκης είπε να πάμε απ' το σπίτι αύριο το βράδυ ... θα είναι κι ένας φίλος του ... να κάτσουμε, να γνωριστούμε καλύτερα, να κάνουμε και κοζερί ... με είπε ...
    - Να πάμε, Πόπη μου, γιατί να μην πάμε ... κορίτσια στον καιρό μας είμαστε ... αλλά, βρε Πόπη, αυτή η κοζερί τι είναι ...
    - Έλα μωρέ, σάματις ξέρω κι εγώ ... αλλά, καλού κακού, κάνε κι ένα μπιντέ προηγουμένως ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σoν στα Τούρκικα σημαίνει τελείως (τελείως ό,τι να 'ναι κι έτσι).
Παράγωγα: σόνοση, σόνατα, κορασόν.

- Καλά μαλάκα σον! Χτες γαμήθηκα με τον Βλαδίμηρο!
- Πώπω μαλάκα χέσε με άγρια... Πως ήταν; Σονάτα του σεληνόφωτος κι έτσι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο που έχει ασπασθεί τον βουδισμό και κυκλοφορεί ντυμένο με πορτοκαλί μαντίλες και περπατοτραγουδεί το «χάρε κρίσνα», χαρούμενο και γελαστο, χτυπώντας καμπανάκια και κουδουνάκια.

- Η συναυλία ήταν άθλια. Και το συγκρότημα τελείως χαρεκρίσνες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σήμερα θα κάνουμε ένα μάθημα γερμανικών μεγάλης αξίας. Στα γερμανικά λοιπόν, το ρήμα καθαρίζω (δηλ. ξεβρωμίζω) είναι το εξής πολύ όμορφο: putzen, και προφέρεται /πούτσεν/.

Με βάση λοιπόν το ρήμα πούτσεν, έχουμε την πούτσφραου (putzfrau), την καθαρίστρια -μην πάει αλλού ο νους σας- και χίλια δυο άλλα παράγωγα.

Ωσεκτουτού, πολλοί αποκαλούν το στεγνοκαθαριστήριο πουτς ινστιτούτ (putzinstitut), αν και η λέξη δεν υπάρχει στα λεξικά.

Αν πάρουμε λοιπόν αυτό το ηχητικό γλωσσικό δάνειο, συνειδητοποιούμε πόσο ευρεία εφαρμογή μπορεί να έχει στα ελληνικά δεδομένα. Πουτς ινστιτούτ μπορεί να είναι, εν Ελλάδι, τα εξής:

  1. η εφορεία
  2. ένα κωλόμπαρο
  3. μια μπακουροπαρέα
  4. ένα γκέι μπαρ
  5. μια γυναικοπαρέα
  6. ένα μπουρδέλο
  7. μια εταιρεία παραγωγής πορνοταινιών
  8. ένα ινστιτούτο ανδρικής καλλονής
  9. το καραπουτσαριό
  10. το κωλοχανείο
    και πάει λέγοντας.
  1. - Πού ήσουνα χθες;
    - Είχα πάει μια βίζιτα σε ένα πουτς ινστιτούτ να ξεχαρμανιάσω λιγάκι.
    - Καλά ρε μαλάκα, ακόμα στην εποχή των μπουρδέλων ζεις;;;

  2. -Αμάν ρε Σάκη, γαμώ το φελέκι μου γαμώ, απόψε επιστρέφουν οι γονείς και συ κανονίζεις μπαφοκατάσταση; Πάλι εγώ θα μαζεύω τελευταία στιγμή σαν την τρελή το πουτς ινστιτούτ που θα αφήσετε εσείς οι τελειωμένοι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Την παλιά εποχή, στα πρώτα χρόνια της ελληνικής δημοκρατίας μετά την Τουρκοκρατία, η ψήφος ήταν τόσο υπεύθυνη υπόθεση όσο είναι και σήμερα... Οι τότε πολιτικοί λοιπόν στους προεκλογικούς τους «αγώνες» εξαγόραζαν ψήφους προσφέροντας ως αντάλλαγμα πούρα Αβάνας Trabucos στους ψηφοφόρους. Τα πούρα αυτά τα μοιράζανε βεβαίως απλόχερα και στους τσατσάκους τους, δηλαδή τους πιο θερμόαιμους/πιστούς από τους οπαδούς τους.

Εν έτει 2008 πλέον, η Ελλάδα έχει πλέον προοδεύσει και χρησιμοποιούνται πλέον εξελιγμένα συστήματα ρουσφετιού και μίζας... Ωστόσο η λέξη τραμπούκος παρέμεινε και δηλώνει τον μπράβο κάποιου κομματάρχη ή γενικώς κάποιον που προκαλεί ταραχές κατ' εντολή. Κατ' επέκτασιν, σημαίνει και τον άξεστο, θρασύ και βίαιο άνθρωπο που επιβάλλεται με τη βία.

Η πράξη του τραμπούκου λέγεται τραμπουκισμός.

  1. (Από την τελευταία εκπομπή του Βασίλη Λεβέντη στο Κανάλι 67, στις 15-09-1993)
    - Εμείς δεν είμαστε αλήτες να τους στείλουμε τραμπούκους. Μου στείλανε στην Καλλιθέα πέρυσι, εγώ όμως δεν στέλνω τραμπούκους, ενώ θα μπορούσα κάλλιστα να έχω. Εγώ ζητώ από τον Θεό να πεθάνουνε κι οι δυο τους!

  2. - Τι άκουσα, έγινε φασαρία λέει στη σχολή;
    - Ναι, την πέσανε κάτι τραμπούκοι της ΔΑΠ σε έναν τύπο που είχε στήσει τραπεζάκι για εκδρομές στη Μύκονο, γιατί τους χάλαγε την πιάτσα...

  3. - Οι τραμπουκισμοί αποτελούν καθημερινό φαινόμενο σε σχολεία υποβαθμισμένων περιοχών.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Pretty Huge Dick.

Εκτός από το γνωστό διακριτικό των διδακτορικών αποφοίτων, χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποιος είναι κάτοχος πολύ μεγάλου πέους.

- Ρε κοπελιά πάμε για κανένα καφεδάκι;
- Ρε συ τι λες τώρα;! Εδώ σου λέω έχω P.h.D. στα χέρια μου και θα τρέχω για πουρνάρια;

Βλ. και Ph.D.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το copy και το paste.

Επίσης χρησιμοποιείται και για πρόσκληση σε κοπή πίτας.

  1. Γιατί μπερδέυεσαι έτσι! Κάνε ενα κοπί το πίτα και και ξεμπέρδευε!

  2. Το Σάββατο στις εννιά (ή στη εννέα), είστε όλοι καλεσμένοι για το κοπί το πίτα.

το κοπί το πίτα (από xaxac, 10/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified