Further tags

Ο ξυλοδαρμός, το χοντρό ξύλο. Λέξη προελεύσεως τουρκικής, σύμφωνα με το λεξικό Τριανταφυλλίδη [τουρκ. perdah γυάλισμα, ανάποδο ξύρισμα]

  1. Απόσπασμα από βιβλίο του Νίκου Τσιφόρου:
    «Kάτι αναιδείς έρχουνται έτσι ν' ακουμπήσουνε το ξερό τους απάνω σε σωματικές σφαιρικότητες, λες, αδερφέ μου, και ικανοποιηθήκανε απολύτως με τούτη τη βρωμιά, κάτι άλλοι το προχωρούνε και λένε προστυχιές σιχαμένες και κατακαμαρώνουνε με τούτη την εκδήλωσι του »σελφ - σέρβις«..., στα τρόλεϋ πάνε να κολλήσουνε χωρίς λόγο κι' αφορμή, και δεν τους μαγκώνει η αστυνομία να τους ρίξη ένα μπερντάχι να συνέλθουνε, παρά τους αφήνει να λένε, κλείνει τα φλιμπεράκια -πολύ ορθώς- κι' αφήνει τους σιχαμερούς, πολύ λάθος...»

  2. Απόσπαμα μεταφρασμένου ποιήματος του Robert Gernhart:

«...ή, πιο καλά, ένα γερό μπερντάχι,
μπας κι επιτέλους κόψουνε τις πλάκες που μου ανακατεύουν το στομάχι».

Got a better definition? Add it!

Published

Λέγεται και ρεκλαμαδόρος (γαλλ. reclame=διαφήμιση).
Ο φιγουρατζής, αυτός που πλασάρει ανύπαρκτα προσόντα και τα επιδεικνύει. Όποιος δεν τον ξέρει δίνει πολλά για να τον έχει, αλλά μετά βγαίνει μάπα το καρπούζι. Και όπως λέει και ο θυμόσοφος λαός μας, «όπου ακούς πολλά κεράσια κράτα και μικρό καλάθι»...

- Άσε φιλενάδα, τζίφος η ιστορία με τον Τάκη... Ήταν μέχρι να με ρίξει στο κρεβάτι για να καταλάβω τι κουμάσι είναι... Πολύ ρεκλαματζής ο τύπος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τον Φεβρουάριο υπάρχουν δύο μεγάλα δείπνα: Το St Valentine's Day και η Τσικνοπέμπτη. Το πρώτο ρομαντικό, με κηροπήγια, ρομαντική ατμόσφαιρα, κάποια εύπεπτη τροφή, λ.χ. σούσι. Το δεύτερο με κοψίδια στην Βάρη και τα Καλύβια, κοκορέτσια, σπληνάντερα, γαρδούμπα, κι από πάνω γιαούρτι για χώνεψη. Επομένως, υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες ανθρώπων και ζευγαριών: Αυτοί που δίνουν προτεραιότητα στο St Valentine, και λένε στο έτερον ήμισυ: «will you be my sweet Valentine;». Και αυτοί που δίνουν προτεραιότητα στην Τσικνοπέμπτη και λένε: «Will you be my sweet Τσικνοπέμπτης-ω»; Οι τελευταίοι είναι πιο Ελληνάρες, άλλωστε είναι ξενόφερτα έθιμα οι Βαλεντίνοι, και κοιτάζουν στην ουσία, πώς να την τηλώσει η γκόμενα με κανά κοψίδι, γιατί ο έρωτας περνάει απ' το στομάχι. Είναι αυτοί που αφήνουν το σούσι και πιάνουν το τσιμπούσι!

Λίλιαν: Δύο γεύματα σε μια βδομάδα φιλενάδα! Ο Πέρι μου είπε «will you be my sweet Valentine;», και με πήγε για σούσι στο Κολωνάκι. Ο Μένιος μου είπε: «Will you be my sweet Τσικνοπέμπτω;» και με πήγε στα Καλύβια. Καλά και τα σούσι, αλλά μας πιάσανε τον κώλο για μια κουτσουλιά! Ενώ ο Μένιος άρχοντας! Σκάσαμε, φάγαμε και το γιαούρτι μας, και μετά πήγαμε και για πεϊνιρλί στην Δροσά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό «multi-cultural», στα ελληνικά έχει αποδοθεί ως «πολυπολιτισμικός», αλλά ο ξενικός όρος διατηρεί την σλανγκική μαγεία του, καθώς θυμίζει φυλή της Αφρικής και ιστορίες για αγρίους. Για μεγαλύτερη σλανγκ αίσθηση λέμε και «μουλτι-κουλτουριάρης», το update του κουλτουριάρη και του σεπουλτουριάρη. Είναι ο κοσμοπολίτης, που του αρέσει να ζει σε μία πολυπολιτισμική κοινωνία και να γεύεται τα αγαθά πολλών πολιτισμών.

  1. Ήταν το μούλτι-κούλτι δελτίο ειδήσεων του «Δίεση» με τον Θεόφιλο Δουμάνη.

  2. Από μπλογκ:
    Φαίνεται πως ο όρος μούλτι-κούλτι είναι μόνον για “εξωτερική κατανάλωση”…
    Βέβαια, ο όρος “patchwork” δεν είναι απαραίτητα αρνητικός, αλλά…
    Διαβάζουμε στο λεξικό: patchwork [pAtshuerk] ουσ. συρραφή (ανομοιόχρωμων ή ανομοιογενών στοιχείων) # κουρελού # μτφ. συνονθύλευμα.
    [Και πάλι φαίνεται πως] Μια κουρελού κληρονομιά είναι το ζητούμενο για την αμερικανική ελίτ…
    Διότι, αν μη τι άλλο, αυτοί ξέρουν, για τι μιλάνε.
    Κι όπως έλεγε κι ένας σύντροφος [επίσης guilty by association]:
    «Πιπιλάμε σαν καραμέλα, χρησιμοποιώντας μια καθαρά διαφημιστική γλώσσα, τα περί άνθισης της “πολιτισμικής διαφορετικότητας”. Ποιός πολιτισμός; Δεν έχει απομείνει στάλα. Ούτε χριστιανικός, ούτε μουσουλμανικός, ούτε σοσιαλιστικός, ούτε επιστημονικός. Ας μη μιλάμε λοιπόν για κάτι πεθαμένο. Αν εξετάσουμε, έστω και στιγμιαία τα στοιχεία και την πραγματικότητα, βλέπουμε πως δεν έχει απομείνει τίποτα πέρα από την παγκόσμια-θεαματική (Αμερικάνικη) κατάρρευση κάθε κουλτούρας και πολιτισμού.»

  3. Μπλογκ θεατροκριτικής: Ίσως γι’ αυτό, σε όλες τις σύγχρονες παραστάσεις τραγωδίας, το λυρικό μέρος παραμένει το δυνατό τους σημείο. Είτε ο χορός κρατάει μπεντίρ, είτε χτυπάει κρόταλα, ηλεκτρικές κιθάρες, φλογέρες, νέυ, καραμούζες και τύμπανα· είτε ακούγονται παραδοσιακοί σκοποί, εκκλησιαστικοί ύμνοι, μοιρολόγια, γόοι και κοπετοί, άναρθρες κραυγές· είτε, εν τέλει, πρόκειται για τη φωνή του ιμάμη είτε του δικού μας ψάλτη, όλα είναι ευχάριστα και καλά ανεκτά από τον μούλτι κούλτι άνθρωπο των ημερών μας. Δεν το λέω περιπαικτικά- η μουσική, ο θρήνος, το τραγούδι είναι η σύνδεσή μας με το παρελθόν. Σ’ αυτές μάλιστα τις σύγχρονες εναλλακτικές προσεγγίσεις όπου η εικαστικότητα είναι κυρίαρχη και οι εικόνες που στήνονται διακρίνονται για το υψηλό τους γούστο, το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό.

  4. Από φόρουμ:
    Είναι και ψυχίατρος; Μούλτι κούλτι είναι ο γιατρός! Όλα τα σφάζει, όλα τα μαχαιρώνει!

Radio Multikulti στο Βερολίνο - εκπέμπει σε 21 γλώσσες (από poniroskylo, 27/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Αντιδάνειο από τα αγγλικά. «Eclectic» είναι ο μουλτικουλτουριάρης που δεν έχει πετύχει σύνθεση ανάμεσα στις ετερόκλητες πολιτισμικές του επιρροές. Δηλαδή «εκλεκτικισμό» έχουμε οποτεδήποτε δεν επιτυγχάνεται σύνθεση, αλλά ανάμειξη χαοτική και σχιζοφρενής. Αυτό ισχύει και για τον «εκλεκτικισμό» στην φιλοσοφία, που χαρακτηρίζει κυρίως περιόδους παρακμής, όπως η ελληνιστική και η ρωμαϊκή, και είναι μάλλον υποτιμητική έννοια που αντιθέτει αυτού του είδους τους φιλοσόφους στα μεγάλα συνθετικά πνεύματα, όπως λ.χ. ενός Πλάτωνος, ενός Καντ, ή ενός Χέγκελ. Αλλά και αυτή η σχιζοφρένεια έχει την χάρη της.

Καθώς η αγγλική λέξη είναι αντλημένη από την ελληνιστική φιλοσοφία και τις «εκλογές», ανθολογίες της, είναι εύκολο να επανελληνοποιηθεί. Πλην και το «εκλέκτικ» είναι ωραίο γιατί ακούγεται πιο κάπως.

Σλανγκ-ασίστ: μούλτι-κούλτι / μουλτικουλτουριάρης, πολυχώρος.

Πρωινό στο μενάζ:

Λίλιαν: Τι εκλέκτικ περάσαμε χτες! Είχα να περάσω τόσο εκλέκτικ απ' όταν σπούδαζα στο Πούτσεστερ και κατέβαινα τα σου κου στο Λονδίνο! Και γεύμα στο αλγερινό μετά αργιλέως με τον Ζαν-Λυκ (ξέρεις τον φίλο από την Γκάμπια του Πιερ, του Σενεγαλέζου που τον απελάσανε). Και Μέγαρο με τον Πέρι να δούμε την Όπερα του Πεκίνου, και μπουάτ στην Πλάκα με τον Επαμεινώνδα στο καπάκι. Και τη νύχτα, άφησα το Μέγαρο για τον παίδαρο! Μένιος στα μπουζούκια και στον Πλούταρχο! Αυτά είναι! Νά 'χω ανέβει στο τραπέζι για το τσιφτετέλι κι ο Μένιος από κάτω να βαράει παλαμάκια, λέγοντας: «Ανέβα στο τραπέζι κούκλα μου γλυκιά, θέλω νά 'χω δίπλα μου γυναίκα εκλεκτικιά

(από Galadriel, 23/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published

To liberté, égalité, fraternité = «ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη» είναι το έμβλημα της Republique Française (Γαλλική Δημοκρατία), που ανδρώθηκε με τους αγώνες της Γαλλικής Επανάστασης και σύμβολο την Marianne. Πρόκειται για τις τρεις μεγαλύτερες αξίες της δημοκρατίας.

Το liberté, égalité, frappernité = «ελευθερία, ισότητα, φραπεδοσύνη» είναι το έμβλημα της Republique Liliannaise, που στήθηκε με τους ηρωϊκούς αγώνες των Σλάνγκων Δράκων και σύμβολο την Lilianne. Πρόκειται για τις τρεις μεγάλες αξίες του σλανγκισμού, ήτοι: Την ελευθερία, τον σλανγκικό φιλελευθερισμό του laisser faire- laisser slanguer, ενάντια στο «παλαιό καθεστώς» (ancien régime) των σλανγκαρχίδηδων. Την ισότητα όλων απέναντι στην αστροδοσία, η οποία εξασφαλίζεται από τον πεφωτισμένο ρουμανισμό. Και την «φραπεδοσύνη», δηλαδή την αλληλεγγύη που σμιλεύεται μεταξύ των κοινώς φραπεδιαζομένων. Ήτοι, για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του Vrastaman, «την κοινή μαλακία (με την καλή έννοια) που δέρνει και δένει τους Σλάνγκους, δημιουργώντας ένα esprit de groupe». Χαρακτηριστικό αυτού του πνεύματος αλληλεγγύης και «ερωτικής αλληλοπεριχώρησης» (για να πω τον γιανναρισμό μου) είναι τα διάφορα sagas με δεκάδες λήμματα, όπως το φραπέ-saga, το μύδι-saga, το lol-saga, και πολλά άλλα. Και βέβαια το σαπούνι κατασκευής μας με πρωταγωνίστρια το Λίλιαν.

Πηγή: Vrastaman.

Μερικά saga, που σφράγισαν τις αξίες του liberté, égalité, frappernité:

  1. φραπέ, το:

γενιά του φραπέ, η, κατάσταση φραπέ, περσόνα νον φράπα (persona non frappa), η, ποδοφραπέ, το, φράπα, η, φραπεδάιζερ/ frappedizer, φραπεδέλα, φραπεδιά, η, φραπεδιάρα, η, φραπεδιόλα, φραπεδοκουβέντες, φραπεδούμπα, φραπελιά, η, φραπεδούπολη, φραπενείο, το, φραπενές, ο, φραπόγαλο, φραπογαλιέρα, φτιάχνω φραπέ, ντεκαφεϊνέ, ντικάφ, decaf

  1. lol, λολ:

καραλόλ, το, λολ (lol), λόλα, η Λόλα που τα κάνει όλα, λολίτα, λολοφιόγκος, ο, lol-some, lol-οκαύτωμα, lolen, Loles, rotf-lol, Μ.Α.Ο, Χείρα του Μ.Α.Ο., η / Χήρα του Μ.Α.Ο., η, LMFAO κ.λπ., φορ τεχ λουλζ.

  1. μήδι:

αρχίδια - μύδια, μούλτι μύδια, τα, μπαγιάτικο μύδι, το, μύδια, μύδια, τα, μυδίαμα, το, παλαμύδι, Τι κάνει νιάου νιάου στα κεραμύδια, τρώω το μύδι με το τσόφλι, φίδιν μύδιν, αρχιμύδεια, η, Δυομύδης, μουνούχω, η/ ευνουχομούνα, η/ μύδουσα, η, αιδοίο το οδοντοφόρο - δαγκανόμουνο - vagina dentata, οδοντογλειφίδα, η, οδοντόπαστα, η, γαμήδια, παλαμήδι, το.

Και πολλά άλλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το υποκοριστικό του lol, λολ. Το λέμε για ένα αστείο με το οποίο δεν ξεκαρδιζόμαστε, αλλά ίσα ίσα χαμογελάμε, επειδή είναι και λίγο κρύο, δεν είναι ΤΟΣΟ πετυχημένο.

Αντώνυμο: Μ.Α.Ο
Συνώνυμο: σεφερλίτιδα (όχι ακριβώς).

Σπεκουλαδόρος: Χαχαχαχα! Καραλόλ! Μ.Α.Ο και Χείρα του Μ.Α.Ο. μαζί ρε μαοϊστή! Μας έκανες και γελάσαμε.

2ο σχόλιο: Έλα ρε σπεκουλαδόρε που ξεκωλώνεσαι στο γέλιο με την λολίτα!

Λολίτα! (από Dirty Talking, 27/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επεξεργασία, δεύτερο χέρι λογοτεχνικού η καλλιτεχνικού έργου για να πάρει τελειότερη μορφή. Το ρετουσάρισμα λέγεται και για το λίφτινγκ που κάνει κάθε σταφιδιασμένη/-ος για να τσιτώσει τις ρυτίδες ή να ανορθώσει βύζους που έχουν κρεμάσει, για τη λιποαναρρόφηση και γενικά για ό,τι περνάει από το χέρι του πλαστικού για να καθυστερήσει η αποξηραμένη σταφίδα να γίνει μουστόγρια/-γερος.

- Την είδες την Φρόσω; Μετά το ρετουσάρισμα που έκανε, κάνει πως δεν θυμάται τις συμμαθήτριές της γιατί αυτή τελείωσε το λύκειο και όχι το εξατάξιο!! Κάνει γενέθλια κάθε τέσσερα χρόνια, μαζί με τους Ολυμπιακούς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακολουθώντας το παράδειγμα του Ιησού, θα ήθελα να παραθέσω μία οσοδήποτε μεγάλη ΟΧΙ εξαντλητική λίστα λέξεων για τον πούστη. Προκειμένου να καταγραφούμε στο Record Guiness έχω συμπεριλάβει: 1) Λέξεις με συνθετικό το -πούστης, ακόμη κι αν μπορεί να σημαίνει έναν στρέιτ με «πούστικη» συμπεριφορά. 2) Και μη σλανγκ λέξεις που σημαίνουν τον ομοφυλόφιλο από όλες τις εποχές του ελληνισμού, αρχαία, ρωμαίικη, τουρκοκρατία κτλ.
3) Όλο το φάσμα από τον ύποπτο και μετρό (που δεν είναι εγνωσμένος πούστης) ως και την εγχειρισμένη τρανσέξουαλ.
4) Ο,τιδήποτε έχει υποπέσει στην αντίληψή μου ως λημματογραφημένο στο slang.gr, ακόμη κι αν αποτελεί ακραία τεχνητή λεξιπλασία που δεν είναι ομιλουμένη σλανγκ.
5) Ξένες λέξεις για το πούστη, που έχουν μπει στην σλανγκ μας, και που τις κατανοούμε αμέσως.
Δεν έχω συμπεριλάβει τις γυναίκες λεσβίες.

Το αποτέλεσμα είναι 465 (!) μέχρι στιγμής λέξεις, στις οποίες είμαι σίγουρος ότι θα βρείτε να προσθέσετε πολλές ακόμη.

  1. πούστης
  2. πουστρόνι
  3. πουσταράς
  4. πουστάρα
  5. πουστράκος
  6. γερόπουστας
  7. σκατόπουστας
  8. παλιόπουστας
  9. πουστόγερος
  10. ομοφυλόφιλος
  11. ομορφυλόφιλος
  12. αμφιφυλόφιλος
  13. μπάι
  14. γκέι
  15. τοιούτος
  16. τοιουτιέν
  17. του σωματείου
  18. της συνομοταξίας
  19. αποκλίνων
  20. ανώμαλος
  21. ανωμαλιάρης
  22. ανωμαλάρας
  23. ντιγκιντάγκας, ο
  24. ντιντής
  25. πισωγλέντης
  26. κολομπαράς
  27. γιουσουφάκι
  28. πεοθηλαστής
  29. παρτόλας
  30. τρανσέξουαλ
  31. τράντζα
  32. τραβεστί
  33. μετροσέξουαλ
  34. μετρό
  35. τρανς
  36. εγχειρισμένος
  37. παρενδυσιακός
  38. Συβαρίτης
  39. αρσενοκοίτης
  40. μαλακός
  41. κεκινημένος
  42. κίναιδος
  43. κιναιδουάρδος
  44. σοδομιστής
  45. σοδομίτης
  46. pédé
  47. παιδεραστής
  48. οπισθογαμικός
  49. πλατωνικός/ πλατωνιστής
  50. ευαίσθητος / ευαισθητούλης
  51. με ιδιαιτερότητες
  52. γαμιόλης
  53. φαγκότο
  54. φαγκοτίνος
  55. fag
  56. τρίτο φύλο
  57. τρίτο στεφάνι
  58. τρίτο πρόγραμμα
  59. ανδρόγυνος
  60. ερμαφρόδιτος
  61. θηλυπρεπής
  62. γυναικωτός
  63. φλώρος
  64. χλεχλές
  65. λελές
  66. φλωράτσα
  67. σουσέλ
  68. πιπίλας
  69. Ασλάνης
  70. πουσταριό
  71. πούστρα
  72. πούσταρος
  73. ξεκωλιάρης / ξεκωλιασμένος
  74. ευρύπρωκτος
  75. κωλόφαρδος
  76. ξεφωνημένη/-ος
  77. θηλύγλωττος
  78. τελειωμένος /-η
  79. gay over
  80. πουστανελάς
  81. πουσταρέλι
  82. πούσταρχος
  83. πουστέρι
  84. πούστης κινέζος
  85. πουστιέρα
  86. πουστοκαλαμαράς
  87. πουστρίτσα
  88. πουστωδία
  89. αγριόπουστας
  90. ψωλαρπάχτρας
  91. μπακλαβάς/ back-love-ass
  92. δηλωμένη
  93. κραγμένος/-η
  94. μποτομιέρα
  95. βερς
  96. αδελφή του ελέους
  97. brokeback/ brokeback mountain
  98. bareback
  99. queen
  100. βασίλισσα
  101. raging queen
  102. queer
  103. back-feaster
  104. φτερού
  105. λουλού
  106. αδερφή
  107. αδερφάρα
  108. κακή αδερφή
  109. κακός πούστης
  110. στρίγκλα
  111. αδερφή νοσοκόμα
  112. κουνιστός
  113. κουνίστρα
  114. κουδουνίστρα
  115. κούκλα
  116. λούγκρα
  117. Λουγκρητία
  118. φλωρούμπας
  119. συκιά/συκή
  120. χαϊδοκώλης
  121. μπινές
  122. μπινεδιάρης
  123. φτωχομπινές
  124. αλλαξοκώλης
  125. poutsless
  126. γαμόπουστας
  127. γαμιολόπουστας
  128. λιχνομέσης
  129. πισωγλεντζές
  130. πισωκίνητος
  131. πισωγιομίδης
  132. παππούστης
  133. πουστρίγκος
  134. τσαπερδονοκωλοσφυρίχτρας
  135. κωλοσφυρίχτρας
  136. πιπεροτρίφτης
  137. φούστης
  138. καταπυγών
  139. φούστα-μπλούζα
  140. νάιλον
  141. Μαρίνος
  142. γκαρσονιέρα, garconniere
  143. τσαχπινογαργαλόπουστα
  144. τσαχπινογαργαλιάρης
  145. Συκαρία
  146. πουστάρδα
  147. αδελφίνι
  148. Πουστώ
  149. τραβέλι
  150. πους τις
  151. Οιδίπους τις
  152. καριολόπουστα(ς)
  153. βρωμόπουστα(ς)
  154. κωλομπαράς
  155. παιδέρας
  156. εναλλασσόμενος
  157. εναλλακτικός
  158. ο πους της καθέτου
  159. φιρουλί φιρουλό
  160. σφυριχτρούλα/ης
  161. Μπομπ Σφουγγαράκης
  162. Αχιλλέας από Κάιρο
  163. τσιμπούκια ο τίγρης
  164. πίπες με δόσεις ο Θεοδόσης
  165. πισωκέντης
  166. γκέιλορντ
  167. απεόφοβος
  168. gay pride
  169. gay parade
  170. κουνάμενος λυγάμενος
  171. κουνάμενος σουρνάμενος
  172. πούδρα/ φούστα μπλούζα κι ελαφριά πούδρα
  173. φιρφιρής
  174. τσιχλιμπίχλης
  175. γκλεγκλές
  176. άλλη ομάδα
  177. καμπανόκωλος
  178. ντούρντουλο
  179. φολκσβάγκεν κλούβα
  180. γκέο βαγκέο
  181. γαμιολία
  182. νεράιδος
  183. Χάρρυ Πρώκτερ
  184. φτωχομπινεδιάρης
  185. πανηγυρικός γκέι
  186. γκέι για τα πανηγύρια
  187. stray/ στρέι
  188. αγορίτσι
  189. σκατίπουστα
  190. ύποπτος
  191. γαβαλάκης, ο
  192. φλωρόπουστας
  193. πίπες, τσιμπούκια, γαμήσια, ο Ανάργυρος
  194. πεολειχούδης
  195. τσιμπουκομικρούλης
  196. ΛΟΑΤ
  197. εμ σαμπού εμ κοντισιονέρ
  198. Φουστάνος
  199. Tom Pousti
  200. μητροσεξουαλικός
  201. πεολιχούδης
  202. πεοχειλουδάκη
  203. πεοχειλουδάκι
  204. Χειλουδάκη
  205. κοπέλα τελειωμένη
  206. πουστρόνιο
  207. φρόιλάιν
  208. κρυφόπουστας
  209. ο-γκέι
  210. αρσακειάδα
  211. (οπαδός του) vivere periκωλοsamente
  212. πουστέρω
  213. πουστερίας
  214. χαλαρή σούστα
  215. σκυλόπουστας
  216. αρχιδόπουστας
  217. αδελφάτο
  218. ετερόπουστας
  219. ζαρκαδόπουστα
  220. θρασύπουστας
  221. καβατζόπουστας
  222. λουμπίνα
  223. πουστόνεο
  224. αραχνοΰφαντος
  225. στάκι
  226. τσιγκανόπουστας
  227. καραπουσταριό
  228. τομπαίρνουλας
  229. βε
  230. πούσταπς
  231. μπινταράς
  232. κουρτσουμπανάς
  233. Αναΐς από το Παναής
  234. καταπιόλης
  235. κωλόμπα
  236. κωλόμπο(ς)
  237. cowgay/ καουγκέης
  238. ναζιάρης
  239. γκεϊστάπο
  240. σπερμοδιψής
  241. σουσούμης
  242. πεσίχαρος
  243. πασιχαρής
  244. γκεϊμπέκης
  245. πουστόμωρο
  246. τιτίκα
  247. πετούγια
  248. καψοκώλης
  249. γκεϊλλιτέχνης
  250. αδερφρίκη
  251. εισπρώκτωρ
  252. πουστοστρατός
  253. κακσάκας
  254. cocksucker
  255. κακσάκαρας
  256. σύντεκνος
  257. ενεργοπαθητικός
  258. τοπ
  259. μπότομ
  260. ντιγκέι, ο
  261. ντιγκιντάγκαρ
  262. τζέη
  263. e-gay
  264. πρωκτικάντζα
  265. κωλοβρέχτης
  266. πουτσογλέντης
  267. πουστηρέλα
  268. γερομπινές
  269. (Μαρσέλ) προύστης
  270. λούλα
  271. γκέουλας
  272. [αποσιστωμένη]
  273. Ροζαλία
  274. asinus asinum fricat
  275. οπισθογεμής
  276. Γκέιμπελς
  277. κουνιοτράμπαλη
  278. γκότσης
  279. ξεσκισμένη
  280. φούλα
  281. κυρία
  282. αδερφούλα
  283. ρουμπινές
  284. αρφή
  285. σκαραβαίος
  286. πούστης με αρχίδια
  287. οσκαρόπουστας
  288. πουσταλαζών
  289. ψωλοπερήφανος
  290. πουστροζιγκόλι
  291. πασπαρτού
  292. λυσσάρα
  293. αγριογκέι
  294. πεταχτούλης
  295. πισωκούντης
  296. πισωσκούντης
  297. του συλλόγου
  298. τσιριμπίμ τσιριμπόμ
  299. double-energy man
  300. κωλοτούρης
  301. πασαγαμιόλης
  302. αβροβάτης
  303. αβροβόστρυχος
  304. εδρόστροφος
  305. πυγιστής
  306. λαικαστής
  307. λαϊστέρα
  308. πούστης από κούνια
  309. παλιαδερφή
  310. γλυκούλης
  311. αβρός
  312. αβρότροπος
  313. αβρόφρων
  314. λεκανατζής
  315. ντήζελ
  316. Ριρής
  317. κωλόμπος
  318. τριλειρόπουστας
  319. τριλειρογκέι
  320. πουστοπατέρας
  321. πουστοκοτέτσι
  322. αρχιπαλιόπουστας
  323. ποστόπι, ποστόπα, post-op
  324. φλωρόκουπας
  325. πριόπι, pre-op
  326. εγκλωβισμένος
  327. παλαιόπουστας
  328. τρύπιος
  329. τρυπαντωνάκης
  330. τρυπημένος
  331. άθλιον πουστί
  332. πούστρινγκ
  333. γιαουρτομούνα
  334. C.D., cross-dresser
  335. drag queen
  336. she-male
  337. homo
  338. ροζ τρίγωνο
  339. ουράνιο τόξο
  340. sub
  341. κωλόμουνο
  342. φικιρίκης
  343. βιγκολεβίγκος
  344. ίριδα
  345. σκατόφλωρος
  346. πουτσογλείφτης
  347. γλεντζές
  348. γλέντης
  349. σπερμοσταγής
  350. σπερμοβόρος
  351. σερνικοθήλυκος
  352. ντεμί
  353. κεχαριτωμένος
  354. κουκλεντές
  355. πουσταρίκος
  356. γκεόσταλτος
  357. bear / αρκούδος
  358. πατόφλωρος
  359. πατ ντε φλερ
  360. καράπουστα
  361. βαρβατόπουστας
  362. πουστώνιο
  363. εξάτμιση
  364. χαριτοδιπλωμένος
  365. ρήτωρ Φελλάτιος
  366. στράκι
  367. α πουστεριόρι
  368. σκατίφλωρος
  369. αντιπαθητικόπουστας
  370. ευφράπουστ
  371. Τζουζέπε Λουγκρατόρε
  372. Ουρανία
  373. πούσθης
  374. οπισθιοδρομικός
  375. φιρφιρίκουλας
  376. προϊσταμένη, η
  377. νεραϊδιάρης
  378. σαπουνομαζώχτρα
  379. σκύφτης
  380. φίρμα την ημέρα, τη νύχτα καμαριέρα
  381. Φιφή, η
  382. ντίγκης
  383. πεταλούδα/ πεταλουδίτσα/ πεταλούδα της νύχτας
  384. αρσενοκνίτης
  385. σουβλίτσα
  386. Λωξάντρα
  387. Ρούλης
  388. θείος Μπέρνι
  389. καμούφλω
  390. εμμανουέλος
  391. περάστε κόσμε
  392. αστράφικ/ asstraffic
  393. πεοπαίρνουλας
  394. πισωκούμπουρος
  395. κουνενές
  396. λουκία
  397. κωλοφύρης
  398. πισωλούρης
  399. δεντρογαλιά
  400. λεβεντόκωλος
  401. αμαζόνος
  402. ευκώλος
  403. τσαγιέρα
  404. τετραγωνική ρίζα
  405. ερμής
  406. γαμημένος μαλάκας
  407. πουστομαλάκας, μαλακόπουστας
  408. λιγδοκώλης
  409. κρέμα καραμελέ
  410. τέτοιος
  411. μπαμιάκιας
  412. Νάμουνα Μουνάκι
  413. ρετροσέξουαλ/ ρετρό
  414. butty boy
  415. μπάντζι
  416. γκέινγκστερ
  417. κάστρο κλόουν
  418. κοτοπουλάκι
  419. τσαμπ
  420. κυνηγός μυγών
  421. οιηματοιούτος
  422. θελγεσίπυγος
  423. θελγεσίτρυπος
  424. μοδίστρα
  425. καστράτος
  426. Συγγρουφίξ
  427. ομοσκυλόσκυλος
  428. AC/DC
  429. μπάι μπάι ντάρλινγκ
  430. αμφίβιος
  431. παντός καιρού
  432. Freddie Mercury
  433. οδοντόπουστα
  434. αρκούρδος
  435. αρκουδίτσα
  436. αρκουδοπεταλούδα
  437. φουσκωτόπουστας
  438. φλωρεντία
  439. πάστα φλώρα
  440. στηπού
  441. ξεφτιλομπατιρόπουστας
  442. πουστοσέξουαλ
  443. λόμπας
  444. λο
  445. λομπίσκος
  446. μπισκότο
  447. πετσοπάς
  448. τσολιάς στα υποβρύχια
  449. πισωκολλητός
  450. τρωκτικάντζας
  451. μυοπνίχτης /-χτρα
  452. μπισκοτοτεκνό
  453. παιδοτρίβης
  454. κιοτσέκι
  455. γκρέτα
  456. λουγκρέτα
  457. λουγκρέσκω
  458. λουκρητία
  459. καλιαρντός
  460. μελανζέ
  461. φιλέλληνας
  462. γκέισα
  463. ταραντέλα
  464. Ιβ Σεν Φλωράν
  465. μπάιρον
  466. downtown
  467. ντιστεγκές
  468. γκέτσης
  469. πουστόμαγκας
  470. πουστριλέ
  471. πουστρελέ
  472. πουστλέ
  473. λαχταροψώλης
  474. αλητόπουστας
  475. ανέμη
  476. ανεμόμυλος
  477. πισωβρόντης
  478. γλειψαρχίδας
  479. σερβιτόρος
  480. πρωκτοπενταετηρίς
  481. αβροείμας
  482. αβροκόμας
  483. αβρόπους
  484. αΐτας / αΐτης
  485. ανδροβάτης
  486. ανδροθήλυς
  487. ανδροκοίτης
  488. ανδροκόμος
  489. ανδρολάγνος
  490. ανδρομανής
  491. ανδροπόρνος
  492. αρρητοποιός
  493. αρρητουργός
  494. αρρενομίκτης
  495. αρρενοφθόρος
  496. βάτταλος
  497. γλούτης
  498. γονοπότης
  499. γυναικανήρ
  500. γυναικίας
  501. γυναικόμιμος
  502. γυναικόφωνος
  503. γυναικοφυής
  504. γύνανδρος
  505. γύννις
  506. εθελόπορνος
  507. ημίγυνος
  508. ημιθήλυς
  509. θηλάρσην
  510. θηλυδρίας
  511. θηλυμίτρης
  512. θηλύστολος
  513. θρυπτικός
  514. κατάπρωκτος
  515. καταπυγόσυνος
  516. κέλωρ
  517. κίναδος
  518. κινησίας
  519. κοπραγωγός
  520. χαλκιδεύς
  521. λακαταπυγών
  522. λάστρις
  523. λάσταυρος
  524. μαλακίας
  525. μαλακίων
  526. οπισθοβάτης
  527. οπισθοβατικός
  528. παθικός
  529. παιδίσκος
  530. παιδοκόραξ
  531. παιδομανής
  532. παιδοπίπης
  533. παιδοφιλής
  534. παιδοφθόρος
  535. παρατετλιμένος
  536. πρωκτόσοφος
  537. πυγαίος
  538. πυγαλγής
  539. τσαγερό
  540. πυγοστόλος
  541. σαυκρόπους
  542. σαύλος
  543. σίφνιος / σιφνιαστής
  544. σφίγκτης
  545. φίληβος
  546. φιλομείραξ
  547. φοινικιστής
  548. σουρλουλού
  549. γυναίκα σκέτη
  550. τελειωμένη μέχρι το στρίφωμα
  551. πουρολουμπίνα
  552. κορακοβλαστήμω
  553. ξεκωλιάρα πριγκήπισσα
  554. κλασόπουστας
  555. αδελφή ψυχή
  556. βιρτζινόλουμπα
  557. ταραφόλουμπα / γκραν ταραφόλουμπα
  558. λουμπινίστρα
  559. καραλούμπω
  560. ετρούσκα
  561. κροτάλω
  562. τζαζκαραμπαζού
  563. μούσμουλο
  564. φραγκολουμπίνα
  565. πούιστς
  566. ματζιρόπουστας
  567. αμφιλοχίας
  568. αμφιλόχιος
  569. αμφίλοχος
  570. παούστης
  571. χωνί
  572. τσιγκολελέτα
  573. γουρούνα
  574. σαλιγκαρόπουστας
  575. οπισθοχαρής
  576. λούσυ
  577. τρίπουστας
  578. ωμοσέξουαλ
  579. δαντέλα
  580. θυμιατό
  581. κωλοκουνίστρα
  582. τζίρτζιφλος
  583. λιβανιστήρι
  584. βουλγάρικο θυμιατήρι
  585. δίευρος

Περιττεύει.

(από knasos, 04/06/09)(από Jonas, 12/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Ισπανός ξυλουργός

-Τι δουλειά κάμεις;
-Sanides en Garcia Comenes

Got a better definition? Add it!

Published