Λιώμα από LSD. Από τα τριπ + πίτα.
Πηγή: GATZMAN.
Μαζευήκαμε όλοι στο μπαφόσπιτο και γίναμε τρίπιτο!
Λιώμα από LSD. Από τα τριπ + πίτα.
Πηγή: GATZMAN.
Μαζευήκαμε όλοι στο μπαφόσπιτο και γίναμε τρίπιτο!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μεταφορά από τα αγγλικά του trannie, (κατά τα grannie, nannie κ.τ.ό.), το οποίο σημαίνει την τρανή τρανσέξουαλ.
Άλλωστε το τρανή συγγενεύει με τα αρχαία τορός, τείρω και τόρνος.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αν ο όρος ετυμολογηθεί από το γαλλικό fondement = θεμέλιο, τότε θα λεχθεί «φονταμενταλισμός».
Αν όμως ετυμολογηθεί από το λατινικό fundamentum (ίδια σημασία) θα λεχθεί «φουνταμενταλισμός», που είναι και το σωστότερο. Η λέξη αποδίδεται στα ελληνικά ως «θεμελιοκρατία», «θεμελιωτισμός» και σημαίνει την σκληροπυρηνική τάση για επιστροφή στις πηγές μιας θρησκείας.
Η λέξη, ωστόσο, σλανγκίζεται για να δηλώσει τον σκληροπυρηνικό χασιστή και φουντικό που επιδιώκει την επιστροφή στις πηγές της φούντας.
Εναλλακτικώς, ο σλανγκισμός μπορεί και να σημαίνει ότι ο θρησκευτικός φουνταμενταλισμός είναι η «φούντα των λαών» για να παραφράσω τον Μαρξ.
Έχει φουνταμενταλιστικές τάσεις, «χασίσι, γαμήσι κι επιστροφή στην φύση» το σύνθημα ζωής του.
Σχετικά: Ποκαφούντας, πρεζόφουντα, χάχα, η
Got a better definition? Add it!
Για λόγους slangical correctness είναι νομίζω πάρα πολύ σημαντικό να βρεθεί και στα ελληνικά ένας όρος για τους ομοφυλόφιλους, ο οποίος να έχει μόνο θετικές και καμία αρνητική συνδήλωση, όπως ακριβώς το αγγλικό gay = χαρούμενος. Όπως είπε κι ο πούσταρχος Harvey Milk στην ομώνυμη ταινία: «We like to think ourselves as gay, not queer». Είναι επιτακτική, δηλαδή, η ανάγκη ενός όρου με καθαρά θετικές συνδηλώσεις.
Ο πιο κοντινοί όροι στην χαρά του γκέι είναι τα πισωγλέντης και πισωγλεντζές, που δηλώνουν μεν την χαρά του γκέι, αλλά παραμένουν χλευαστικοί. Επίσης, θετικές συνδηλώσεις έχει το γκέης, κατά το «μπέης», το οποίο όμως παραμένει ελλιπώς ελληνικό. Προτείνω, λοιπόν, τον όρο «γλεντζές», που αφενός είναι κοντά στο αγγλικό gay= χαρούμενος, και αφεδύο, είναι κοντά στο σλανγκικό πισωγλεντζές και πισωγλέντης, αλλά χωρίς να είναι χλευαστικό.
Ο μεγαλύτερος γλεντζές του σάιτ είναι ο Πέρι. Και μην τις ακούτε αυτές τις δηθενιές ότι και καλούα κάνει περιποίηση προσώπου στην Λάουρα, αυτά είναι για να ριχτεί στάχτη στα μάτια.
Got a better definition? Add it!
Ο όρος πέρα από την πρωταρχική σημασία του που αναφέρεται στο φατσοβιβλίο, μπορεί εύλογα να σλανγκιστεί και ως επιτατικό συνώνυμο του μπουκάκι.
Στα αμερικλάνικα Facebukkake σημαίνει τον καταιγισμό ντιριντάχτα ιδεών, ή υπερβολικά ναρκισσιστικών φωτογραφιών, δίκην μαζικής εκσπερμάτισης/ μαλακίας μέσω του Facebook. Μία από τις επιμέρους μορφές Facebukkake είναι όταν, αφού χωρίσεις, «λούζεις» τον μακαρίτη/ μακαρίτισσα με υπερβολικό αριθμό φωτογραφιών του πόσο σούπερ τέλεια περνάς με το νέο σου γκόμενο/ γκόμενα. Γενικότερα, όταν επιμένεις να ποστάρεις αυτοαναφορικές μαλακίες, που δεν ενδιαφέρουν κανέναν άλλο παρά μόνο την αυτοαπορρόφησή σου. Craborg
Ανυποψίαστος Σλάνγκος: Μάγκες, έχω κλείσει ραντεβού σήμερα με ένα τρελό πιπίνι φεϊσμπουκάκι, την γνώρισα στο φατσοβιβλίο, (πολύ καυτές φωτογραφίες), και τώρα είπαμε να συναντηθούμε, αλλά θα φέρει και κάποιους φίλους της.
Μυημένοι Σλάνγκοι: Χα χα χα! Μ.Α.Ο.!
Α.Σ.: Γιατί γελάτε ρε παιδιά, είπα κάτι αστείο;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Κατά το «Tyrannosaurus Rex» ή το «Lion King» είναι ο καβουροσλανγκόσαυρος που βασιλεύει όχι μόνο μεταξύ των ομοειδών του, αλλά και σε όλο το σλανγκοζωϊκό βασίλειο. Αποτελεί τίτλο τιμής που ανέλαβε ο χρήστης Dirty Talking για τον εαυτό του από την στιγμή που έγινε GATZMAN στη θέση του GATZMAN, κατέχοντας την πρώτη θέση στον αριθμό καταχωρίσεων, κι ανατρέποντας έτσι μια μακραίωνη γκατσμάνειο δυναστεία για να επιβάλει μια δυναστεία καβουροσαύρων (κατά το «δυναστεία των Ισαύρων»).
Σλάνγκος διαβάζοντας slang.press: Τά 'μαθες; Τώρα μας κυβερνάνε οι καβουροσλανγκόσαυροι!
Συσσλάνγκος: Σιγά το νέο! Έπρεπε να το περιμένουμε ότι αυτό θα γινόταν αργά ή γρήγορα... Δυστυχώς, κανείς δεν μπορεί να συγκρατήσει τον καβουροσλανγκοσαυρικό οχετό! Το θέμα είναι: Μπορεί ο Ντέρτι να γίνει και Πονηρόσκυλο στην θέση του Πονηρόσκυλου; Εδώ σε θέλω κάβουρα!
Σλάνγκος: Μπα, οι βιολόγοι λένε ότι οι ποιοτικοί ορισμοί αντίκεινται στην φύση των καβουροσλανγκοσαύρων! Κατά κάποιο τρόπο δεν είναι μέσα στα γονίδιά τους!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Έχω ρεπό από τη δουλειά. Και γαμώ τις φάσεις όταν το ρεπό αυτό είναι αφιερωμένο σε ατελείωτο κοπροσκύλιασμα, πίκρα όμως όταν στο ρεπό πρέπει να κάνουμε διάφορες βλακείες, όπως το να τρέχουμε σε δημόσιες υπηρεσίες ας πούμε.
Συνήθως το ρεπάρω σημαίνει ότι παίρνω άδεια σε δουλειά με μη σταθερές μέρες εργασίας, χρησιμοποιείται όμως και γενικότερα.
(από εδώ)
μπορείτε όταν ριμαδο-«ρεπάρω» τα ΣαβΚυρ να μην κάνετε μaλakiες εδώ μέσα και μετά να τα φέρνετε Δευτέρα πρωί να τα διορθώσω;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;
(από εδώ)
Σημερα ρεπαρω και ρεπαρω και ρεπαααααααααααααααρω................ και αραζω επιτελους..βεβαια ολοι οι αλλοι δουλευουν και δεν εχω ανθρωπο να παω για καφε... αλλα WHO CARES; εγω ρεπάρω...ξυπνησα στις 12.30 και το απογευματακι απο νωρις θα βολταρω στις δουλειες των αλλων να τους ξεσηκωνω!! (χεχεχε)
Got a better definition? Add it!
Published
Απόπειρα μετακένωσης στην ελληνική σλανγκ του αγγλικού όρου flashmobbing.
Flashmobbing είναι μια μορφή κινητοποίησης πολιτικής, ακτιβιστικής, απλά χαβαλεδιάρικης ή και πειραματικής, η οποία χρησιμοποιεί νέες τεχνολογίες, όπως ιστιοσελίδες και βλόγια στα διαδίχτυα, καθώς και κινητούμπες με εσεμεσιάσεις, προκειμένου να συντονιστεί ταχύτατα ένα μεγάλο πλήθος διαδηλωτών για να μαζευτεί σε ορισμένο μέρος, (συχνά έναν εμπορικό τόπο, λ.χ. εμπορικό κέντρο ή κάποιο άλλο πιασάρικο μέρος) και να επιδοθεί σε μία φαινομενικώς ανόητη τιραμισουρεαλιστική πράξη, η οποία όμως κρύβει κάποια βαθύτερη πολιτική σημειολογία.
Ο όρος μαρτυρείται από το 2003 και η Βικούλα καταγράφει στον σύνδεσμο παραπάνω πολλές από τις μπαχαλοφλασιές που έχουν λάβει χώρα από τότε. Η ειδοποιός διαφορά της μπαχαλοφλασιάς από οποιαδήποτε άλλη διαδήλωση είναι η ιλιγγιώδης ταχύτητα με την οποία μπορεί να μαζευτούν τώρα οι μπαχαλάκηδες και το γεγονός ότι μπορεί να μαζευτούν ταυτόχρονα και σε διαφορετικές γωνίες του πλανήτη. Αυτό δίνει μια παραπάνω ευχέρεια στο να γίνεται διαδηλωτικός χαβαλές, που δεν θα ήταν δυνατό με τις παλαιές μεθόδους.
Η ελληνική μετάφραση του όρου που προέκρινα, κάνει χρήση των εξαιρετικά σλανγκικώς φορτισμένων όρων μπαχαλάκιας και φλασιά. Σημαίνει δηλαδή ότι έρχεται φλασιά σε έναν μπαχαλάκια να αντιδράσει και ταχύτατα μπορεί να συσπειρώσει όλους τους συμπαχαλάκηδες παγκοσμίως. Ορισμένες, πάντως, από τις μπαχαλοφλασιές ενδέχεται να οργανώνονται και από φορείς που θέλουν να τεστάρουν τις δυνατότητες του Διαδικτύου σε πραγματικές συνθήκες.
Σχετικό φαινόμενο είναι και ο χακτιβισμός (hacktivism < hacker & activism), όπου μπαχακερόνια (=χακερόνια μπαχαλάκηδες) χρησιμοποιούν υψηλή τεχνολογία ηλεκτρονικών υπολογιστών για να πραγματοποιήσουν online διαμαρτυρίες, να κάνουν απείθεια σε κανόνες του κυβερνοχώρου, και να πετύχουν να διακόψουν την ροή πληροφορίας επεμβαίνοντας εσκεμμένα στα δίκτυα του παγκόσμιου κεφαλαίου.
Στις 22 Μαρτίου 2008 ανακηρύχτηκε η Παγκόσμια Μέρα Μαξιλαρομαχίας. Οργανώθηκε μπαχαλοφλασιά σε 25 πόλεις σ' όλον τον κόσμο και οι μπαχαλάκηδες έκαναν κολοσσιαίες μαξιλαρομαχίες μεταξύ τους και με τους περαστικούς.Σύμφωνα με την Wall Street Journal, περίπου 5.000 μπαχαλοφλασάκηδες συμμετείχαν στη Νέα Υόρκη. Η μπαχαλοφλασία χρησιμοποίησε τα εξής μέσα: Facebook, Myspace, blogs, public forums, ιστοσελίδες, text messaging, email. Οι πόλεις που διεξήχθη η μπαχαλοφλασιά ήταν οι εξής: Basel, Beirut, Boston, Budapest, Chicago, Copenhagen, Dublin, Houston, Innsbruck, London, Los Angeles, Melbourne, Monterrey, New York City, Paris, Pécs, Shanghai, San Francisco, Stockholm, Sydney, Vancouver, Washington, D.C., Ζurich.
Got a better definition? Add it!
Ο όρος κυβερνητική αποτελεί αντιδάνειο από το αγγλικό Cybernetics, που προέρχεται από την ελληνική λέξη κυβερνήτης= πηδαλιούχος, οιακιστής, κυβερνήτης, πιλότος. Η κυβερνητική είναι η θεωρία για τον έλεγχο και την επικοινωνία της κανονιστικής ανατροφοδότησης (feedback, σλανγκιστί= πισωτάισμα) σε ένα σύστημα βιολογικό, κοινωνιοτεχνολογικό ή κοινωνικό. Αν και η κυβερνητική αρχίζει περίπου στην εποχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, είναι οι νέες τεχνολογίες, όπως το Διαδίκτυο, που έχουν απογειώσει την κυβερνητική και έχουν δημιουργήσει ένα είδος σχετικής κουλτούρας, την cyberculture, σλανγκιστί κυβερνοκουλτούρα.
Για να περιγραφούν τα νέα ιδιάζοντα φαινόμενα της κυβερνοκουλτούρας του Διαδικτύου έχουν χαλκευθεί στα αγγλικά πολλές λεξιπλασίες, τις οποίες θα επιχειρήσω να μεταφράσω στα ελληνικά σε σε δεύτερη παγκόσμια αποκλειστική μετάδοση. Εννοείται ότι πολλά χάνονται στην μετάφραση και είναι υποκείμενα βελτιώσεων, αν και επίσης πολλά είναι αντιδάνεια απ' την ελληνική. Πηγή μου για τους ορισμούς των αγγλικών όρων είναι το βιβλίο: BELL, David, Cyberculture Theorists. Routledge: London, 2007. Το χαρακτηριστικό πολλών από αυτές τις λεξιπλασίες είναι ότι αποδομούν τα διπολικά σχήματα του παρελθόντος με το να συμφύρουν πρώην αντιθετικές έννοιες στην ίδια λέξη. Λοιπόν:
- παντοπικοποίηση, η / glocalization (<globalization & localization): Το γεγονός ότι η παγκοσμιοποίηση έχει φέρει ταυτόχρονα μια έξαρση της τοπικότητας.
- παιδιασκέδαση, η / edutainment (<education & entertainment): To γεγονός ότι στο Ίντερνετ είναι συνυφασμένες η εκπαίδευση και η διασκέδαση, όπως λ.χ. στην Βικούλα ή στο slang.edu.
- παραγαναλωτής, ο / prosumer (<producer & consumer): Το γεγονός ότι ο «καταναλωτής» του Διαδικτύου είναι ταυτοχρόνως και παραγωγός μέσω ποικίλων μορφών διάδρασης, όπως τα βλόγια.
- πληροφοριφήμιση, η / infomercials (<information & commercials): Το γεγονός ότι συμφύρεται τι είναι εμπορική διαφήμιση και τι πληροφορία. Και για την απλή πληροφορία δίνεται μάχη, όπως για την ιδιοτελή διαφήμιση.
- τεχνοσταλγία, η / technostalgy (<technology & nostalgy): Η καλλιέργεια μέσω της τεχνολογίας μιας παράδοξης νοσταλγίας του μέλλοντος, μιας νοσταλγίας για ρομαντικές φουτουριστικές ουτοπίες, που ξέρουμε ότι δεν είναι ακριβώς έτσι που θα εξελιχθούν τα πράγματα. Ή, αντιστρόφως, το να νοσταλγούμε προβολές από το παρελθόν στο μέλλον, οι οποίες έχουν (εν μέρει ή ολικώς) διαψευστεί, λ.χ. να βλέπουμε νοσταλγικά την ταινία «2001» του Kubrick.
- τεχνουάρ, ο / τεχμελανός, ο / μελάντεχνος, ο / technoir (<technology & noir) Κάποιος που κάνει δυσοίωνες και καταστροφολογικές προβλέψεις για τις επιπτώσεις της τεχνολογίας στο μέλλον της ανθρωπότητας. Ή, μπορεί να είναι και ένα ολόκληρο genre ταινιών ωσεί θρίλερ με θέμα έναν εφιαλτικό φουτουρισμό, λ.χ. το Gattaca, που ονομάζονται έτσι κατά το film noir.
- δυστοπία, η / dystopia: Το αντίθετο της παραδεισιακής ουτοπίας. Μια τεχνουάρ κινδυνολογία για μελοντικές κολάσεις λόγω της τεχνολογίας.
- Χιμερική, η / Chimerica Από τα χίμαιρα και China και America: Η τελείως χιμαιρική αλληλεξάρτηση Κίνας και Η.Π.Α. στο πλαίσιο της τωρινής παγκοσμιοποίησης, από την οποία βολεύονται με τον τρόπο τους και οι δύο προς το παρόν, αλλά κάποτε μπορεί να σκάσει πως αποτελεί μια χίμαιρα, που δεν μπορεί να κρατά επ' αόριστον, και να τρέχουμε.
- κυβερνοπάνκ, ο / cyberpunk : Μεταξύ άλλων ένα genre ταινιών και βιβλίων, όπως το Blade Runner του Ridley Scott. Βλ. και την Βικούλα.
- Άλλοι όροι με α' συνθετικό το -cyber είναι τα: cyberspace, cyberprep, cybersex, cybercity, cyberpolicy, cyberfeminism, cyberpsychology, cyberquake, cyberlife, για τα οποία οι μεταφράσεις είναι εύκολες, όπως το ήδη σλανγκογραφηθέν κυβερνογαμήσι. Σημειωτέον, ότι οι όροι αυτοί μπορούν να σλανγκιστούν έτι περαιτέρω με το να συσχετιστούν με την ξεφτίλα της κυβέρνησης. Λ.χ. οι όροι κυβερνοκουλτούρα και κυβερνογαμήσι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για φαινόμενα Ζαχόπουλου.
- Επίσης, ο όρος navigating = πλοηγούμαι-πλοηγώ, θεωρείται πασέ, και πιο προχώ θεωρούνται οι όροι cycling through και windowing, που περιγράφουν το να τρέχεις πολλά παράθυρα ταυτόχρονα και να τα διασχίζεις και δουλεύεις όλα μαζί, ιδίως αν μπορείς να τα έχεις όλα παράλληλα σε μια οθόνη, όπως κάνουν ιδιαίτερα οι μακάκιες. Οι όροι θα μπορούσαν να αποδοθούν ως: Διακυκλίζω και διαπαραθυρίζομαι. Οπότε και το ρήμα εκπαραθυρώνομαι μπορεί να σλανγκιστεί αναλόγως.
Υπάρχουν και πολλοί άλλοι όροι, αλλά τέσπα, αρκετή οθονιά για σήμερα...
Από ένα κυβερνοκουλτούρα να φύγουμε άρθρο του in.gr.
Η κυβερνοκουλτούρα δεν είναι απλώς μια τάση ούτε ένα κίνημα, όπως απαίδευτα διαμηνύεται συχνά. Είναι η πολιτιστική μεταβολή της πραγματικότητας των ανθρώπων, οι οποίοι δέχονται ή παρασύρονται να δεχτούν την τεχνολογία ως ένα ακόμα στάδιο εξέλιξης.
Οι πολίτες του Διαδικτύου αποδεικνύονται δημιουργοί και εφευρέτες εφόσον κάθε αποτελεσματική χρησιμοποίηση μιας γνώσης αποτελεί αυτοφυώς μια ευρετική, μια δημιουργία. Στο Διαδίκτυο αναιρείται ο επίσημος κώδικας αναγνώρισης των γνώσεων ενώ οι πολίτες του μεταφέρουν και δυνητικά κυοφορούν μια γνώση της οποίας η διάδοση δεν την ευτελίζει και η ιδιοποίησή της δεν την καταστρέφει.
Got a better definition? Add it!
Από το γνωστό ειδησεογραφικό πρακτορείο.
Χαρακτηρισμός προσώπου, διαβόητου για την ικανότητά του να συλλέγει και να διαδίδει πληροφορίες, πολλές από τις οποίες θα ήταν δύσκολο να πέσουν στην αντίληψη ενός κοινού ανθρώπου σε φυσιολογικές συνθήκες.
Αλλιώς, ο υπερβολικά κουτσομπόλης άνθρωπος, η Σούπερ Κατίνα (αναφέρεται και στα δύο φύλα).
- Ρε Ιεροκλή, τα 'μαθες για τη Σούλα και το Μπάμπη; Τον έκανε τσακωτό με τη Πόπη και χώρισαν!
- Καλά ρε Μητσάρα, είσαι και πολύ Ρόιτερ μιλάμε!
βλ. και αυτί της γής, το, γλωσσοκοπάνα, ελεύθερη ραδιοφωνία, κουτσομπολιό, κουτσομπολόι, κατίνα, η, κατινάζ, το, κυρα-περμαθούλα, η, θάβω, θάψιμο
Got a better definition? Add it!