Ο καψούρης, ο ερωτευμένος, ο λιώμας, ο αγκαλίτσας. Υποτιμητικός χαρακτηρισμός, εκ του αγγλικού loverman.
- Δες τον λαβερμάνο, πάλι γλείφεται...
Ο καψούρης, ο ερωτευμένος, ο λιώμας, ο αγκαλίτσας. Υποτιμητικός χαρακτηρισμός, εκ του αγγλικού loverman.
- Δες τον λαβερμάνο, πάλι γλείφεται...
Got a better definition? Add it!
Μουγκαμάρα, σιωπή, ησυχία.
Μουγκός + -fon (κατάληξη από την εταιρεία κινητής Panafon)
- Το κινητό μου πάλι μουγκαφόν, δεν είχα λεφτά να το πληρώσω και μου το κόψανε.
- Έλα μουγκαφόν τώρα, πάλι πατάτα έκανες...
Got a better definition? Add it!
Προστακτική έκφραση που σημαίνει στάσου ακίνητος και που πιθανόν προέρχεται από την εγγλέζικη φράση stick (th)'em up (=ψηλά τα χέρια). Λιγότερο πιθανό είναι να προέρχεται από τις λέξεις στάκα (=στάσου) + man.
ΣΤΑΚΑΜΑΝ: Τίτλος ταινίας του Αντώνη Καφετζόπουλου.
Στάκαμαν σου λέω να σου εξηγήσω, μην φεύγεις!
Got a better definition? Add it!
Παραλλαγή του τζετ που σημαίνει άψογα, τέλεια. Πιθανόν προέρχεται από το καθαριστικό Jet, καθώς σημαίνει και πεντακάθαρος.
- Τζετάουα τις έκανα τις αρβύλες!
Got a better definition? Add it!
Ο νεοσύλλεκτος φαντάρος ή συνηθέστερα ο νεοφερμένος στη μονάδα.
Πιθανότατα προέρχεται ετυμολογικά από τις αγγλικές λέξεις: new + fish
Συνώνυμα: ψάρι, ψάρακας, αρουραίος.
Εφτά νιούφηδες ήρθαν σήμερα, τέρμα οι αγγαρείες για μας!
Got a better definition? Add it!
Μετά συγχωρήσεως.
- Με το μπαρδόν κούκλα, από δω πάμε για το νεκροταφείο;
Got a better definition? Add it!
Κυριολεκτικά σημαίνει ελεύθερο καμπινγκ. Η φράση αυτή χρησιμοποιείται επίσης όταν θέλουμε να αναφερθούμε χιουμοριστικά στο bungee jumping.
- Έχετε κανονίσει διαμονή για τις διακοπές;
- Δεν παίζουν λεφτά ρε, θα τη βγάλουμε με τζάμπα κάμπινγκ.
- Τάσο λες να δοκιμάσω bungee jumping στην Πούντα;
- Ρε δεν πας να κάνεις και τζάμπα κάμπινγκ... Tι μου το λες;!
Got a better definition? Add it!
Υποτιμητικό επίθετο για γυναίκα. Πιθανόν προέρχεται από τη φράση «στάχτη και μπούρμπερη» συνδυασμένο ηχητικά με την μάρκα ρούχων Burberry.
Αναφέρεται σε γυναίκες που προσπαθούν να ντυθούν επιδεικτικά με μάρκες (ενίοτε και faux), χωρίς το ντύσιμο να συνάδει με τον πολιτισμό τους, την συμπεριφορά τους και συχνότατα την βαριά προφορά τους.
- Για δες τη βλαχομπούρμπερη την Μαρία, σαν την λατέρνα ντύθηκε πάλι και μας μοστράρει τα φιρμάτα...
- Η Καίτη η βλαχομπούρμπερη, πάει στην λαϊκή να ψωνίσει κολοκυθάκια με την καρό καπαρντίνα.
Got a better definition? Add it!
Έκφραση με την κλασική ξενόφερτη κατάληξη -εξ.
Δηλώνει αρνητική, μειωτική, αδιέξοδη κατάσταση.
- Η κατάσταση είναι πουτσέξ!
- Ο μισθός μου είναι πουτσέξ και χρειάζομαι επειγόντως δεύτερη δουλειά!
Got a better definition? Add it!
Θα μου κάνει φασαρία, θα μου κάνει καυγά, θα μου το ζητήσει επίμονα, θα επιμείνει.
(πιθανότατα τούρκικης προέλευσης)
- Μην τον κανακεύεις τον μικρό, γιατί θα μου βγάλει μαγλατά να του πάρω καινούριο ποδήλατο.
Got a better definition? Add it!