Ένα κράμα δυσάρεστου, άσχημου, αμήχανου, ανεπιθύμητου και περίεργου συναισθήματος, προσώπου ή κατάστασης. Παρόμοιο με το κρίντζ.(cringe)
Έφτιαξα ένα κέικ για πρώτη φορά. Βγήκε πολύ πνίκει.
Ήπιε πολύ χθές βράδυ και ηταν εντελώς πνίκει.
Ένα κράμα δυσάρεστου, άσχημου, αμήχανου, ανεπιθύμητου και περίεργου συναισθήματος, προσώπου ή κατάστασης. Παρόμοιο με το κρίντζ.(cringe)
Έφτιαξα ένα κέικ για πρώτη φορά. Βγήκε πολύ πνίκει.
Ήπιε πολύ χθές βράδυ και ηταν εντελώς πνίκει.
Got a better definition? Add it!
Published
Έκφραση που δηλώνει κίνηση, τροπή προς Χ κατεύθυνση.
Όπου Χ ∈ {τόπος, πράγμα, ανθρώπας, κόμμα, ιδέα, . . .}.
Κλασικούρα αλλά, n'existait.
Παράκλησις προς μαθηματικό σλανγκαρχείο, αν υπάρχει χρεία να το φτιάξει λίγο το ανήκειν, τα 'χω ξεχάσει γιατί.
-Η Ελλάδα στο τέλος αυτής της τετραετίας θα βρίσκεται σε τελείως διαφορετική θέση. Γιατί έχουμε το λαό με το μέρος μας. #syriza
-Θα κατηφορήσει προς Αφρική μεριά. Λίγο πιο κάτω απ'τη Σαχάρα. (εδώ)
Η σύμπραξη Ποταμιού - Δράσης, το "γέρνει" πάντως λίγο το καράβι προς φιλελέ πλευρά. (εδώ)
Αλλά, μάλλον, οι περισσότεροι πάνε προς αποχή ή τραλα-Λεβέντη, μεριά #ERTdeabate2015 (εδώ)
ο κουτσουμπας αφησε τον συριζα κ επιασε πολεμο με ΛΑ Ε φοβαται μην του στριψουν προς λαφα μερια (εδώ)
Σιγά σιγά να μαζεύομαι προς σπίτι μεριά προς κρεβάτι πλευρά! παίζει κ εκείνο το βάρβαρο πρωινό ξύπνημα κ η γυμναστική αλά καταδρόμι.. (εδώ)
Προς γκουντις μεριά... (@ Πλατεια Ελευθεριας, Δραμα). (εδώ)
Got a better definition? Add it!
Αποφορά (όχι σώνει και καλά οσφρητική), που δημιουργείται όταν αποδομούμενες οι τρασιές παράγουν δυσώδη τρασίλα.
Κατά το τραγίλα, μουνίλα, καφρίλα, αριστερίλα και άλλα ων ουκ έστιν αριθμός, εκ του trash και της κατάληξης -ίλα.
Got a better definition? Add it!
Καλιαρντή λέξη από το γαλλικό ρήμα présenter= παρουσιάζω ή se présenter= παρουσιάζομαι. Σημαίνει έναν τόπο όπου εμφανίζεται κάποιος, αλλά κυρίως το μέρος που παρουσιάζεται η ντάνα, η πόρνη, δηλαδή την πουτανόπιατσα, ή και το σαλονάρισμα, δηλαδή και την ενέργεια της παρουσίασης. Έτσι όπως ακούγεται στα ελληνικά, βέβαια, φέρνει στο νου και πρεζόπιατσα.
Got a better definition? Add it!
Εις -ιά μειωτικός χαρακτηρισμός που σημαίνει τον κατώτερο, από διάφορες απόψεις, κοινωνική, οικονομική, πολιτιστική κ.ά., τη μπασκλασαρία, τον/την τελευταία. Στον προφορικό λόγο, δέον να προφερθεί με αριστοκρατίζοντα επιτονισμό καταφρόνησης επιβοηθούμενο από τις κατάλληλες γκριμάτσες αηδίας του προσώπου για την ξευτίλα της κατωτεριάς.
Got a better definition? Add it!