Αναγραμματισμός της λέξης «πουτάνα» σε μια άκρως καφενειακή έκδοση.

Ίσα μωρή ναταπού...

Δες ακόμη: τσανιτάπου, ποδανά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τσούλα στα ποδανά.

Πώς ντύθηκε έτσι η λατσού! Το μισό κωλομέρι είναι έξω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή και ταναπού, δεν έχει σημασία. Αναγραμματισμός της λέξης «πουτάνα», προφανώς για να μην υπάρξει η ίδια απρεπής αίσθηση που θα προκύψει από την λέξη αυτή... Φήμες λένε ότι ένας από εκείνους που την εισήγαγαν και πολυχρησιμοποίησαν ήταν ο Τάκης Τσουκαλάς στην εκπομπή «ΘΥΡΑ 7», αναφερόμενος στους οπαδούς άλλων ομάδων κτλ. πάλι για τους ευνόητους λόγους του Εθνικού Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου...

- Τάκη πότε θα πάτε στο Γουέμπλεϊ;
- Άντε γεια μωρή τανάπου! Τότε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλάκας αναγραμματισμένος ώστε να μην προσβάλλεται η αισθητική μερικών λεπτεπίλεπτων ανθρώπων με το άκουσμα της λέξης «μαλάκας».

- Κοίτα φίλε μια γκόμενα!
- Τρελό μωρό, δες και μ' ένα λακαμά που κυκλοφορεί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάγκικος αναγραμματισμός της φράσης «γελάς, μουνάκι».

Δεν αποτελεί υποχρεωτικά μέρος διαλόγου. Απαντάται και σε ρητορικούς μονολόγους όπου ο ευρισκόμενος σε κλητική πτώση εν τη αγνοία του γελά ανέμελος προ κάποιας επικείμενης ενέδρας. Ο δε τονισμός της φράσης κλιμακώνεται όπως ακριβώς και στην επική φράση του ταξίαρχου Θεοχάρη «...σκουλήκι...», διατυπωμένη από αμφότερους τους δύο τρισμέγιστους διδάσκαλους Βασιλείου και Σεφερλή.

Ο αναγραμματισμός ακολουθεί την πεπατημένη του δήθεν εξευγενισμού γνωστών παλιοκουβεντών του τύπου τσαπού, λακαμάς κλπ.

  1. (Σουρρεαλιστική προσθήκη σε ιστορικό διάλογο)

- Με θυμάσαι ρε πούστη;;
- Όχι (χαμογελώντας)
- ... μουνάς, γελάκι...

(... ακολουθεί το γνωστό μακελειό)

  1. (Εκτός διαλόγου - απόσπασμα από το μονόπρακτο «Περιμένοντας τον κοντό που μου έφαγε την γκόμενα»)

... Α, ρε πουσταρά, αρχίδι του δάσους... έβγα απ'τ' αμάξι, ρε ξεκωλιάρη και θα μαζέψεις και για το σπίτι... μουνάς, γελάκι...

(από Abas, 14/01/10)

βλ. και χασίστες και φουντικοί, γλωσσεύω την μπέρδα μου, φρόας τας σένας, καθώς και τα εκάστοτε σχόλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Λάκης, ο λεμές, ο λιλίκος, κοινώς ο φλώρος.

Ο βλάχος ο μεγάλος, ο μπουρτζόβλαχος.

- Πού 'σαι ρε χοβλά; (ή χοβλί)

- Πούς α χοβλά;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιθετικός προσδιορισμός που χρησιμοποιείται για χαρακακτηρισμό γκόμενας.

Πρόκειται για αναγραμματισμό τη λέξεις πουτανίτσα και χρησιμοποιείται αντ' αυτής συνηθως σε καβγάδες.

Aν η γκόμενα ειναι ξανθιά και αναρωτηθεί τι εννοείτε, μπορείτε να την διαβεβαιώσετε ότι πρόκεται για γνωστή κινέζικη φράση με σημασία της επιλογής σας.

Πάλι χωρίς βρακί γύρισες μωρή; E, είσαι τσανιτάπου... πάει τέλειωσε!

Δες ακόμη: τσανιτάπου, ποδανά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντετμημένος συνδυασμός του χαζός και βλάκας στα ποδανά (ως έχει και για τα δύο φύλα).

-Ωραίο γκομενάκι ρε συ αυτή η Ναταλί... (sic)
-Ωραία είναι αλλά λίγο ζόσβλα...

-Ζόσβλα είσαι ρε μαλά...;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλάκας στα ποδανά.

Ρε λακαμά! Ρεπά το λοπού ρε!

«Οταν θα καταλάβεις τί τσαμπουνάς, θα δείς πως είσαι ούφο και λακαμάς...» Μηλιώκας, σε στίχους Παύλου Τάσιου, μουσική Χατζηνάσιου (1986) (από vikar, 02/07/12)

βλ. και σαλάκας, μακάκας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified