Κλασικό κράξιμο σε βάρος γκέηδων ή θηλυπρεπών αγοριών.

Αποδίδεται σε παλαιό στρατιωτικό καψόνι (που παίζει να είναι και αστικός μύθος) όπου σαδιστές καραβανάδες ή / και λέουρες εξανάγκαζαν ύποπτες ψαρούκλες να κλάσουν μέσα σε ένα ταψί με αλεύρι ή στάχτη. Βάσει της διαμέτρου του κρατήρα προέκυπτε επιστημονικά το κατά πόσο η αγορίνα την έκαιγε τη βάτα.

Εναλλακτικά: το τεστ με το ταψί και τη στάχτη.

- Ή έκφραση μακριά από τον κώλο μου κι όπου θες χώσου! ξεκινάει, ίσως από την παροιμία: όξω ψωλή, άπ' τον κώλο μου, κι ας πάει στή μάνα μου! Οι πειραχτικές εκφράσεις: φέρτε το ταψί με τ' αλεύρι! (ή - τη στάχτη!) - κ α ί - φέρτε το κωλόμετρο! δεν χρειάζονται ιδιαίτερες επεξηγήσεις...
(Ηλίας Πετρόπουλος, «Το Μπουρδέλο»)

- [Βράστα] Αγνοώ τα εσώψυχα του και φυσικά δεν τού έχω κάνει το παροιμιώδες τεστ με το ταψί και την στάχτη. Φρονώ όμως ότι έχεις πέσει εντελώς μα εντελώς έξω «ὡσαναφορά» τον προσανατολισμό του. - [J.B.] ΥΓ το τεστ με το ταψί και τη στάχτη τι είναι;
- [Χεσούς] ο κλασσικός αστικός μύθος για το στρατό: σου βάζουν στάχτη σ' ένα ταψί κ κλάνεις από πάνω. απ' τη λακκουβίτσα που κάνεις καταλαβαίνουν άν τον παίρνεις ;)
(εδώ)

(από Vrastaman, 13/02/12)(από vanias, 21/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το άνω μέρος του δίκοχου της στολής εξόδου των στρατιωτών λόγω της ομοιότητάς του με το ομώνυμο μέρος της γυναικείας ανατομίας, κάτι που φαίνεται ιδιαίτερα όταν το δίκοχο φοριέται και για αυτό συχνά ράβεται για να κλείσει.

- Ράψε ρε τα μουνόχειλα στο δίκοχο! Με τέτοια κεφάλα πουτάνα το' κανες!

(από Nakas, 21/08/11)Αντιστασιακά μουνόχειλα. (από Vrastaman, 22/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό της φυλακής.

Δεν είναι ο συνηθισμένος αρραβώνας με βέρες, πεθερικά και φαγοπότι, αλλά ο παρά φύσιν, που συμβαίνει μεταξύ δύο ανδρών, όταν ο ένας σκύβει να πάρει το σαπούνι.

Όποιος συνάψει πολλούς τέτοιους αρραβώνες, του γίνεται η ροδέλα κόσκινο.

- Γιατί ρε συ έβγαλε ο Στράτος το τραγούδι ο «Σαλονικιός»;
- Γιατί όταν είχε μπει στη στενή, ήτανε εκεί και ο Σαλονικιός (διάσημο μούτρο του υποκόσμου). Θα τον γλίτωσε φαίνεται από κανέναν αρραβώνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified