Τραβάω μαλακία.
Κάνω άχρηστα πράγματα, δεν είμαι συνεπής, κλπ.
- Πώς πάει ο μικρός;
- Πώς να πάει, μεγάλωσε και μου φαίνεται ότι έχει αρχίσει να τον πουλοπαίζει.- Γιατί αργεί τόσο ο μαλάκας;
- Ξέρω γω, κάπου θα είναι και θα πουλοπαίζει.
Τραβάω μαλακία.
Κάνω άχρηστα πράγματα, δεν είμαι συνεπής, κλπ.
- Πώς πάει ο μικρός;
- Πώς να πάει, μεγάλωσε και μου φαίνεται ότι έχει αρχίσει να τον πουλοπαίζει.
- Γιατί αργεί τόσο ο μαλάκας;
- Ξέρω γω, κάπου θα είναι και θα πουλοπαίζει.
Got a better definition? Add it!
Διπλοτσίμπουκο, double blowjob.
Μαίρη είμαι με τον Τζον. Πετάξου για κάνα δίμπουρο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Λέξεις με ρήμα για πρώτο συστατικό: αλλαξοκωλιά, γαμο-, γαμογελώ, γαμολεβιές, γαμοπαίδι, γαμοπερίπτωση, γαμοπιλώθω, γαμόπουστας, γαμοσείρι, γαμοσπέρνω, γαμοσταυρίδι, γαμοτζάζ, γαμόφλαρος, γαμοχέρουλα, γλειφομούνι, γλειφοκώλι, γλειφοπούτσι, ζαλαρχίδης, κλασομούνι, κλαψομούνης, κοψοχρονιά, λαχταροψώλα, μαδομούνι, σπαζαρχίδης / σπασαρχίδης, σπασικαύλιος, σπασοκλαμπάνιας, τρεχέδειπνος
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το ανδρικό μόριο, μην τα ρωτάς πώς και από πού βγήκε.
- Και μετά, και μετά;
- Τι και μετά ρε μαλάκα; Πετάω το μπαργαλάτσο έξω και γίνεται το έλα να δεις. Αναστενάξανε τα στρώματα λέμε.
- Άξιος.
βλ. και παργαλάτσος
Got a better definition? Add it!
Εκσπερμάτωση πάνω στα μπούτια. Λέγεται και μπατανάς, χωρίς -ν. Η αρχική σημασία είναι επίχρισμα και είναι μια λέξη που χρησιμοποιούν νορμάλ οι μπογιατζήδες. Το αστάρωμα, ας πούμε, γίνεται με μπατανόβουρτσα.
Μπατανάδες υπάρχουν πολλών ειδών:
Υπάρχει και το εξής τετράστιχο:
(Insert name) άνοιξε τα μπούτια
και κλειστά μην τα κρατάς,
και κλειστά μην τα κρατάααας,
να μη γίνει μπατανάς.
Το τραγουδά (κατά προτίμηση από μέσα του) είτε αυτός που προσπαθεί να γαμήσει ή αυτός που παίρνει μάτι.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Προέρχεται από το πρόγραμμα που προσφέρεται στα μπουρδέλα, γνωστό και ως τσιμπούκι-πισωκολλητό, αποδίδοντας, έτσι το ανεπιθύμητο της κατάστασης για το άτομο στο οποίο αναφέρεται.
Τι βατά θέματα και μαλακίες. Πίπα-κώλο μας πήγε ο %$@#@#$ πρωϊνιάτικο...
Got a better definition? Add it!
Το ξέψωλο. Το ξεψωλίδι. Η ψώλα. Αυτή που αγαπάει την ψωλή, η επονομαζόμενη και ψωλαρπάχτρα. Απαντάται σε όλη την επικράτεια, αν και η λεβεντογέννα Κρήτη έχει δική της τοπική βερσιόν, τη λεγόμενη χανιώλα (χανιώτισσα ψώλα).
- Να σου εξηγήσω αγάπη μου...
- Μη με λες αγάπη σου. Δεν είμαι η αγάπη σου.
- Μα δεν καταλαβαίνεις. Δεν είναι έ-
- Τι δεν είναι έτσι ρε; Πώς είναι; Που βρήκες το ψωλίδι αυτό και...
- Δεν είναι ψωλίδι. Μη μιλάς έτσι για την Κούλα.
- Ναι δεν είναι ψωλίδι. Είναι ξέψωλο. Είναι τσουλί. Ρε άει στο διάολο, που θα μου πεις ότι δεν καταλαβαίνω κιόλας...
Got a better definition? Add it!
Είναι σύνθετη λέξη και χαρακτηρίζει γυναίκες ή πούστηδες. Χαρακτηρίζει δηλαδή μία γυναίκα:
1. που της αρέσει το σεξ
2. πάει με όλους σαν πόρνη
3. έχει διεστραμμένες φαντασιώσεις που τις κάνει συνήθως πράξη
4. που της αρέσουν οι μαλάκες και η μαλακία
5. που γλείφει πούτσους με απίστευτη τέχνη και ομορφιά.
- Μαλάκα και γαμώ η γκόμενα!
- Μη την βλέπεις έτσι! Είναι σεξοπορνοδιαστροφική μαλακοπουτσογλείφτρα. Έχει πάει με τη μισή Αθήνα!
Got a better definition? Add it!
Η γκόμενα που έχει σκυλόφατσα και μοιάζει εντελώς καμμένη/κατεστραμμένη. Πολλές φορές η εν λόγω γκόμενα έχει επιπλέον μπάσα φωνή ή/και μιλάει σαν νταλικέρης.
Παρόλα αυτά τα σκυλιά μπορεί να έχουν ωραίο σώμα, οπότε η πλειοψηφία των ανδρών είναι (όπως πάντα) έτοιμη να παραβλέψει τα ανωτέρω γαβγιστερά χαρακτηριστικά και να ρίξει έναν πούτσο αν του κάτσει κανένα...
(Σχόλια παρευρισκόμενων ανδρών)
- Ω ρε ένα κοπρόσκυλο...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο άντρας με το υπερβολικά μεγάλο πέος.
Ο όρος προέρχεται από την γνωστή ασφαλιστική εταιρία INTERAMERICAN, με το ιστορικό πλέον σλόγκαν 'Μεγάλη και σίγουρη!', ο οποίος καθιερώθηκε μετά από την πρεμιέρα της ομώνυμης τσόντας 'INTERARAPICAN: Μεγάλη και σίγουρη', όπου πρωταγωνιστές ήταν μαύροι με αλογίσιες ψωλές.
Χρησιμοποιείται κυρίως για τύπους για τους οποίους έχει κυκλοφορήσει φήμη ότι την έχουν 2 μέτρα, ή για άτομα που κυκλοφορούν απίστευτες γκόμενες, που όμως είναι δυσανάλογες σε σχέση με τα εμφανή χαρακτηριστικά τους (π.χ. κοντοί, φαλακροί, χοντροί, κ.τ.λ.) οι οποίες όμως ΔΕΝ ξεκολλάνε από πάνω τους και συνήθως τους τρίβουνε το πόδι όπου και να βρίσκονται.
Επίσης, παίζει πολύ και η χρήση του όρου για interracial ζευγάρια (όπου ο άντρας είναι μαύρος). Ειδικά σε χώρες όπου η mixed λογική δεν είναι και πολύ αποδεκτή (βλ. Ελλάδα), όταν βλέπουμε ένα τέτοιο ζευγάρι, το πρώτο πράγμα που σκεφτόμαστε είναι στάνταρ αυτό.
- Ρε ψηλέ, τσίμπα με να δω αν είμαι ξύπνιος!!! Τι δουλειά έχει αυτή η μουνάρα με τον αράπακλα;;;
- Πού ζεις αγόριιιι μουυυυ;;; Δεν τον βλέπεις τον τύπο; 'ΙΝΤΕΡΑΡΑΠΙΚΑΝ: Μεγάλη και σίγουρη'!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified