Το Wash & Go στα βλάχικα.
Να χάνου χρόνου; Τούρα μη του πλύσ' κη τσακίσ' τα έχου δύου ση ήνα!
Το Wash & Go στα βλάχικα.
Να χάνου χρόνου; Τούρα μη του πλύσ' κη τσακίσ' τα έχου δύου ση ήνα!
Got a better definition? Add it!
Ο τοιούτος, αλλά λίγο εκγαλλισμένο. Λέγεται κι έτσι, αλλά είναι αρκετά παλιό.
Είναι τοιουτιέν ο μπούστης!
Got a better definition? Add it!
Ανάλογα με το αν είστε ομοφυλοφιλόφιλος (φτου!) ή ομοφοβικός μπορείτε να μεταφράσετε με αυτούς τους δύο αντίστοιχους σλανγκισμούς τους όρους «gay celebration» και «gay pride». Η έννοια του γκέι πανηγυρισμού έγκειται στο να προσλάβεις όρους, που οι εξουσιαστές μάτσο τους χρησιμοποιούσαν προηγουμένως για να σε εξοβελίσουν, και τώρα εσύ ως γκέι να τους χρησιμοποιήσεις με τέτοιο τρόπο, ώστε να τους υπονομεύσεις (undermining) εκ των ένδον. Λ.χ. ο όρος queer, που αρχικά χρησιμοποιείτο εναντίον των γκέι προσλήφθηκε από αυτούς και τώρα χρησιμοποιείται ως στοιχείο γκέι περηφάνιας (gay pride), αυτών που έχουν τον τσαμπουκά να βγούνε απ΄ τη ντουλάπα και να ασκήσουν το γκεϊλίκι τους.
Αν πάλι τα gay parades και τα χρώματα της σημαίας των ΛΟΑΤ δεν είναι του γούστου σας, μπορείτε απλώς να αποκαλέσετε τον παρ/επελαύνοντα celebrating gay ως γκέι για τα πανηγύρια, και να τελειώσετε εκεί, -όχι πάντως δίχως κάποια υποψία ομοφοβίας. Άλλωστε gay πάνω απ' όλα σημαίνει «χαρούμενος», γλεντζές!
-Τά 'μαθες; Ήταν κι ο Σάκης στην παρέλαση των ΛΟΑΤ!
-Δηλαδή την ανοίγει τη ντουλάπα; Είναι πια επίσημο;
-Γιατί κακό είναι; Καλύτερα να βγει απ' τη ντουλάπα το παιδί! Κάλλιο πανηγυρικός γκέι, παρά κρυφόπουστας!
-Γκέι για τα πανηγύρια θες να πεις!
-Ωχού! Ομοφοβικέ! Ε ομοφοβικέ!
Got a better definition? Add it!
Κι αν ο Ζακ-Υβ Πουστώ είναι ο γκέι με γαλλική κουλτούρα, ο κιναιδουάρδος, ή κινεδουάρδος είναι ο γκέι με αγγλική κουλτούρα. Πρόκειται για συγχώνευση από τα «κίναιδος» και «Εδουάρδος», το μεν «κίναιδος» είναι αρχαία (και λόγια) λέξη για τον ομοφυλόφιλο, από το «κινώ την αιδώ», δηλαδή «προκαλώ ντροπή» (αν και υπάρχουν κάποια προβλήματα μ' αυτήν την προφανή ετυμολόγηση), ενώ το «Εδουάρδος» είναι φαντάζομαι από το γνωστό αγγλικό όνομα Edward.
Για την ρατσιστική αντίληψη που θέλει τους Άγγλους να αδελφίζουν δεν χρειάζεται να επεκταθώ, αρκεί το ανέκδοτο των '90ς, όταν είχε σκάσει το σκάνδαλο με τις «τρελές αγελάδες», που έλεγε: «-Γιατί στην Αγγλία υπάρχουν τρελές αγελάδες; -Γιατί οι ταύροι αποδείχτηκαν γκέι». Γενικά, ο κιναιδουάρδος, είναι ο γκέι που εκτός από το να την τρίζει την όπισθεν, επιπλέον: το γυαλίζει το Fuckingham, την καβαλάει την Camilla κ.ο.κ.
- Τι γίνεται με αυτήν την Αγγλίδα φίλη μας την Betty; Απ' όταν ήρθε στην Ρόδο έχει πάρει το μισό Φαληράκι! Τα ξέρει αυτά ο αρραβωνιαστικός της στο Λονδίνο, ο Edward;
- Έλα μωρέ, καλός κιναιδουάρδος είναι κι αυτός! Άσ' το κοριτσάκι να δει λίγο χαρά στα σκέλια του, γιατί θα καταλήξει σαν τις τρελές αγελάδες κι αυτή!
Got a better definition? Add it!
Αγγλική λέξη η οποία ετυμολογούμενη στα ελληνικά συνθετικά της (Lipo+san), σημαίνει τον χοντρό Γιάννη. Στη θέση του ονόματος μπαίνει οποιοδήποτε όνομα ανάλογα με την περίσταση. Ο τύπος Liposan είναι γνωστός και όλοι λίγο ως πολύ είχαμε έναν στο γυμνάσιο: χοντρός, γυαλάκιας και κατά κανόνα απουσιολόγος.
-Θα κάνεις κοπάνα 3η ώρα;
-Ναι. Πες ρε συ στο Liposan να μην μου βάλει απουσία, οκ;
-Έγινε!
Βλ. και αβοκάντο, αρκούδα, βόιδαγλας, βους, μπλαμούτσα, βους, βυζόχερος, εύχοντρος, ζελές, θωρηκτό Ποτέμκιν, ιπποπόταμος, κινητό χασάπικο, κουμπαράς, κρεοπωλείο η αφθονία, Μπίλιας, ντουλάπα, ξίγκι, Οβελίξ, πατσοκοιλιάς, σμπόκος, τόφαλος, χοντρολίπαρος, χοντρομπαλάς, μπόγος, ντουρντούβαλο
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Υποτιμητικός χαρακτηρισμός που χρησιμοποιούν οι Έλληνες της Γερμανίας, με αποδέκτες τους μελαχρινούς αλλοδαπούς που διαβιούν στη χώρα (Βορειαφρικάνους και Ινδοπακιστανούς). Η λέξη είναι ελληνισμός,και προέρχεται από την παράφραση της λέξης der Kanake (die Kanaken), που στη γερμανική αργκό σημαίνει ο μελαχρινός-σκουρόχρωμος αλλοδαπός (ο αγγλικός όρος είναι wog) και είναι εξαιρετικά αρνητική. Η προέλευση της λέξης είναι από τον δυτικό Ειρηνικό και συγκεκριμένα τη νέα Καληδονία, όπου στις τοπικές γλώσσες Kanaka σημαίνει άνθρωπος. Στα νέα ελληνικά αντίστοιχα χρησιμοποιείται ο όρος Κούληδες.
- Έχει πολλούς Έλληνες στην Κολωνία θεία;
- Όχι αγόρι μου, έχει γεμίσει ο κόσμος Κανάκηδες, η Γερμανία κάποτε δεν ήταν έτσι.
Got a better definition? Add it!
Ο χωρικός, ο Μπουρτζόβλαχος, ο τσέλιγκας.
Σύνθετη λέξη, με πρώτο συνθετικό παράγωγο από το αξεσουάρ του βοσκού, την γκλίτσα, και δεύτερο συνθετικό το αγγλικό boy. Είναι το άτομο που δείχνει από χιλιόμετρα την βουκολική του καταγωγή με διάφορες συμπεριφορές και τάσεις μέσα στο αστικό γίγνεσθαι!
- Πολύ γκλιτς-μπόυ το άτομο, από πού κατέβηκε; Μόνο το ταγάρι του 'λειπε!
Σχετική έκφραση στην αγγλική: You can take the boy away from the village, but you can never take the village away from the boy.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Είστε Όλοι Μαλάκες, αυτός είναι ο πραγματικός ορισμός του Emo.
(εδω χρησιμοποιείται με άλλη σημασία) - Ρε μαλάκα τι σκατοemουλο είναι αυτό, δύο μέτρα φράτζα έχει και περπατάει σαν ανάπηρο, ele0CcC (όπως το γράφουν και αυτοί).
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ρατσιστική έκφραση που βασίζεται στο δόγμα: πας μη Έλλην βάρβαρος και λέγεται ειρωνικά μεταξύ ελληναράδων, με στόχο τον περιπαικτικό χαρακτηρισμό αλλοδαπών που ζουν στην Ελλάδα και το διαχωρισμό τους από «τα βλαστάρια» της χώρας.
Οι αλλοδαποί για τους οποίος γίνεται λόγος, προέρχονται όχι μόνο από την Τσετσενία, αλλά από περιοχές της ανατολικής Ευρώπης γενικότερα, από τα Βαλκάνια καθώς και από περιοχές της δυτικής Ασίας. Ο όρος έχει παρεμφερή σημασία με τη λέξη ατζγκόνια.
Ο όρος αφορά είτε ομάδα ατόμων ή και μεμονωμένες περιπτώσεις αφού, για πολλούς από αυτούς, ο κάθε αλλοδαπός που προέρχεται από τις παραπάνω περιοχές είναι μέλος ενός κλαμπ, ενός κλαμπ που απαρτίζεται από πλήθος ετερόκλητων κουλτούρων που έχουν όμως για αυτούς ως κοινό χαρακτηριστικό τη διαφορετική πολιτισμική ταυτότητα μη προοδευμένων λαών.
Ο όρος Τσετσένια κλάμπ ή εναλλακτικά Τσέτσεν κλαμπ αποτελεί έναν εύηχο, για αυτούς όρο, όρο που τους βοηθά να εκφράσουν την ξενοφοβία τους για τους συγκεκριμένους αλλοδαπούς, ξενοφοβία που αντανακλά και έναν ενδόμυχο φόβο για ενδεχόμενη αλλοτρίωση τους. Η ξενική δε εκφορά του όρου σχετίζεται με την αντιμετώπιση των αλλοδαπών ως ξένο σώμα.
Συζήτηση φίλων.
- Πάμε για καφέ στο μαγαζί του Δημήτρη στην πλατεία;
- Τι λες ρε βαρεμένε; Μες στο Τσετσένια κλαμπ θες να πάμε;
Got a better definition? Add it!