Προσκολλώμαι, γίνομαι σόσιαλ μύδι, μουνόψειρα, στενός κορσές, καβουρογαμόψειρα.
Η πεταλίδα, όπως το μύδι και το στρείδι είναι μαλάκια, τα οποία προσκολλώνται στα βράχια. Μάλιστα, σύμφωνα με τελευταίες έρευνες τα δόντια της πεταλίδας είναι το ισχυρότερο βιολογικό υλικό στη γή, με αντοχή σε πίεση 4,9 GPa και μπορούν να συγκριθούν με τα ισχυρότερα ανθρακονήματα.

Με βάση τα προηγούμενα, δικαίως η έκφραση χρησιμοποιείται από παλιά, κυρίως από τους ανθρώπους της θάλασσας και όχι μόνο. Ο Τσιφόρος, για παράδειγμα την χρησιμοποιεί συχνά και με την ίδια έννοια και μάλιστα δεν την περιλαμβάνει στο ειδικό γλωσσάρι (βλ. του Τσιφόρου...), επειδή προφανώς την θεωρεί αρκετά διαδεδομένη.

Ρε ό,τι και να λέγαμε, είχε πεταλιδώσει και δεν ξεκόλλαγε με τίποτα! Τι να 'κανα κι εγώ; Λέω της Μαίρης:
«Δεν πάμε για ύπνο αγάπη μου, μήπως θέλει να φύγει ο Τάκης;» Ξέρεις τι μου απάντησε το ζώον;
«Α μπα, δε βιάζομαι να φύγω!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ναι μεν «μπάκακας», «μπακακάς» και «μπακακός» είναι ο «βάτραχος» όπως ορθότατα δηλώνουν αντίστοιχα οι σφυρίζων, leonpanos και vikar εδώ, οπότε «μπακακάκι» το «βατραχάκι», αλλά επίσης «μπακακάκι» είναι και σύνεργο ψαρέματος.

Πρόκειται για μια μικρή σχετικά μεταλλική κατασκευή συχνότατα με ιχθυοειδές σχήμα και βάρος ανάλογο με το βάθος των νερών που θα γίνει το ψάρεμα με τη μέθοδο της συρτής. Απ’ το μπακακάκι κρέμονται δύο ή και παραπάνω αγκίστρια ή σαλαγκιές στα οποία δολώνεται (εκτός ίσως του τελευταίου), ανάλογα με το θήραμα - στόχο, ζωντανό ή φρέσκο ήδη ψαρεμένο ψάρι (π.χ. γόπες), καλαμαράκια ή ακόμη και χταπόδι.

Όλο το σύμπλεγμα δένεται στο νήμα που θα βυθιστεί στο νερό. Το δε νήμα μπορεί να συγκρατείται από το καλάμι του ψαρέματος ή ηλεκτρικό καρούλι.

Το μπακακάκι εξασφαλίζει με το σχήμα και το βάρος του πως η κίνηση των δολωμάτων κάτω από το νερό θα μοιάζει όσο το δυνατόν περισσότερο με αυτήν ζωντανών ψαριών σε μικρό κοπάδι ώστε να ξεγελαστεί το μεγάλο ψάρι - θήραμα (σφυρίδα, φαγκρί, στείρα κλπ).

Η έκφραση «κατεβάζω μπακακάκια» συνήθως παίζει χαιρέκακα στο γ’ πρόσωπο.
Περιγράφει την κατάσταση κάποιου σε και γαμώ τη στριμόκωλη φάση, όπου κάτι έχει πάει τόσο σκατά κι απόσκατα και τόσο απρόσμενα κόντρα από το αναμενόμενο που κυριολεκτικά γαμήθηκε το σύμπαν και επιπλέον όχι μόνο δεν μπορεί να την κάνει με μικρά πηδηματάκια, αλλά είναι αναγκασμένος να κάτσει να φάει στη μάπα, δημόσια ή όχι, μια άλφα ξεφτίλα, να λουστεί άσχημες συνέπειες λόγων και πράξεων ή απλά επειδή έμεινε με το μουτζούρη και την ψωλή στο χέρι, να δει τις φιλοδοξίες του να καταρρέουν δίχως να μπορεί όχι μόνο να αντιδράσει αλλά ούτε να μπινελικώσει την καργιόλα τη μοίρα του γιατί απλά δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο η θέση, το αξίωμα, ο περίγυρος ή η όλη φάση.

Συνώνυμη με την έκφραση «κατεβάζω γουστέρες» -κάτι που ωθεί στο να θεωρήσω πως ετυμολογείται από το συμπαθές πλην γλοιώδες αμφίβιο.

  1. Θα ήθελα πολύ να δω όσους πιο πολλούς γίνεται από εσάς την άλλη Κυριακή στο 14άρι του ΣΔΥΠ, για να ενώσουμε τα χέρια και να κάνουμε ''ΖΝΤΟ'' μπροστά στην ξινισμένη μούρη του Κατσαρού, που θα κατεβάζει μπακακάκια που τον πέρασε πάλι ο Sam. Να βγάλουμε τη γλώσσα στα μέλη του αντίπαλου team (πιστοί στο πνεύμα του ευ αγωνίζεσθαι) και να τους δείξουμε πόσο τους λυπόμαστε για την επιλογή τους.

  2. Α, όλα κι όλα. Το να καρφώνεις τον τιμώμενο για τη γιορτή του Αντώνη Σαμαρά, μέσα στη Βουλή, είναι απρέπεια. Κι αυτό επισήμανε ο Παπαδημούλης του ΣΥΡΙΖΑ, επικαλούμενος την ντρίπλα Βενιζέλου, με το να απαρνηθεί τις εφτά κάλπες για τις τέσσερις που πρότειναν όλοι.
    (Τώρα στην Πύλο, στη Μήλο, ή στην Τήνο, ο κυρ Αντώνης, κατέβαζε μπακακάκια)

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γενικός τίτλος περιγραφής ξένων κινηματογραφικών ταινιών και τηλεοπτικών σειρών, εξαιρετικά αμφιβόλου αισθητικής και επιβεβαιωμένα ανύπαρκτης ποιότητας. Το στοιχείο της υπερβολής (πρέπει να είσαι ντιπ μαλάκας ή πρωταγωνιστής σε ταινία για να δίνεις/παίρνεις τσιμπούκια σε μια λίμνη με πιράνχας), χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει «καλλιτεχνικά» πονήματα τα οποία παρουσιάζουν ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω χαρακτηριστικά:

  • Παράγονται με τη σέσουλα και ως αποτέλεσμα της «γραμμής παραγωγής» και του (σχετικά) χαμηλού προϋπολογισμού, επιδεικνύουν μια σταθερά κακή ποιότητα. Εδώ ανήκουν περιπτώσεις πολλαπλών κακών σήκουελ μετά την επιτυχία της πρώτης ταινίας.
  • Σενάρια που συνδυάζουν την φαντασία του George Lucas, την σπλατεροσύνη του George Romero, την αισθητική του Ed Wood και τα δραματικά αποτελέσματα του Battlefield Earth.
  • Μεγάλες παραγωγές οι οποίες αποδεικνύονται ακόμα μεγαλύτερες πατάτες και αποσύρονται πριν προκάμει να σκαρδαμύσσει ο παραγωγός για να πεθάνουν ήσυχα στα ράφια των συνοικιακών βιντεοκασετάδικων
  • Παντελώς ή ημί άγνωστοι ηθοποιοί, οι οποίοι όταν μεγάλωναν στο Δυτικό Κάνσας πίστεψαν την θεία τους την Τρούντι η οποία με βάση τις σχολικές παραστάσεις, τους έστειλε στο Χόλυγουντ και μάλιστα πεπεισμένους ότι είναι οι επόμενοι superstars (καλύτερο παράδειγμα ο χαρακτήρας Johnny Drama που ενσαρκώνει ο Kevin Dillon στη σειρά Entourage).

Ορισμένοι θα παρατηρήσουν στον τίτλο την παραπομπή στην ταινία Piranha του 1978, η οποία αποτελεί «σχολή» του είδους καθώς συνδυάζει τα παραπάνω. Αν και η έκφραση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για οποιοδήποτε είδος ταινίας/σειράς, είναι φανερό ότι ταιριάζει περισσότερο στις άπειρες (υπό-)παραγωγές περιπέτειας, τρόμου, αρχαίων ηρώων (βλ. ανεκδιήγητα σκουπίδια «Ηρακλής» και «Ζήνα») και λοιπών συναφών ειδών.

Υπό τον τίτλο κατατάσσονται και τα λεγόμενα B-Movies, πλην όμως αυτά αποτελούν ένα μέρος καθώς όπως είπαμε, ο τίτλος καλύπτει και τηλεοπτικές σειρές. Ομοίως, ούτως αναφέρονται και διάφορες παραγωγές οι οποίες δεν βλέπουν ποτέ το σκότος της κινηματογραφικής αίθουσας και περνάνε απευθείας στην TV.

Με τον ίδιο τρόπο ωστόσο, ο τίτλος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για mainstream υπερπαραγωγές, κυρίως για να χαρακτηρίσει την απίστευτη υπερβολή του σεναρίου (π.χ. James Bond, Die Hard, κλπ.). Σε αυτές τις περιπτώσεις, η έκφραση χρησιμοποιείται σε σκηνές της ταινίας, όπου ας πούμε ο Bruce Willis πηδάει από τον 34ο όροφο, σκάει σε έναν θάμνο 35cm και σηκώνεται χωρίς γρατζουνιά.

Στην ημεδαπήν, λόγω της μικρής κινηματογραφικής παραγωγής και θεματολογίας, σπανίζουν τα ντόπια τσιμπούκια. Ωστόσο, τα υπέρλαμπρα, τηλεοπτικά Μέσα Μαζικής Προπαγάνδας της χώρας δεν μας αφήνουν παραπονεμένους, με δύο κυρίως τρόπους:

  • Προβολή παγκοσμίως αγνώστων αμερικλάνικων αηδιών (ειδικά Παρασκευή και Σάββατο βράδυ) οι οποίες μάλιστα διαφημίζονται με το βαρύγδουπο «για πρώτη φορά στην ελληνική τηλεόραση» και ακόμη πιο βαρύγδουπες περιγραφές του ανεπανάληπτα βλακώδους story.
  • Παραγωγή ελληνικών σειρών, συνήθως ως κακέκτυπα επιτυχημένων ξένων παραγωγών (π.χ. CSI).

Ενδεικτικά, αυτή την εβδομάδα αλιεύουμε την υπερπαραγωγή Ο 7ος Πάπυρος:
«Έτος 3000 π.Χ. Η βασίλισσα Λόστρις φέρνει στο κόσμο το νόθο γιο της, καρπό της παράνομης σχέσης της με τον πολεμιστή Τάνους (σ.σ. ξαδερφοκούμπαρος της Κινέζας πολεμίστριας Που Τάνους). Φοβούμενη την οργή του βασιλιά και τον αναπόφευκτο θάνατο του μωρού της, η Λόστρις προστάζει την πιστή υπηρέτριά της Ταϊτά να κρύψει το παιδί σ’ ένα καλάθι και να το παρατήσει στο Νείλο (σ.σ. λέγε με Μωϋσή). Πέντε χιλιάδες χρόνια αργότερα (σ.σ. ...!), ο διάσημος αρχαιολόγος Ντουρέντ Αλ Σίμα και η σύζυγός του Ρόιαν ανακαλύπτουν τον τάφο της βασίλισσας Λόστρις.» Για τους μαζοχιστές, η πλήρης σύνοψη της ταινιάρας, εδώ.

Μετά την επιτυχία των πιράνχας, ακολουθούν τα σήκουελ:

  • Πισωκολλητά στην έρημο με τους κροταλίες
  • Παρτούζες στη σπηλιά με τις αρκούδες

Συνώνυμα: πατάτα, μάπα.

- Ρε συ, σήμερα παίζει το καινούργιο «Παρασκευή και 13». Πάμε Mall;!
- Ε;
- Ταινιάρα σου λέω!
- Ταινιάρα ε; Πως είναι ο πλήρης τίτλος αγόρι μου;
- Εεεεε «Παρασκευή και 13 μέρος 82 – Jason εναντίον Ανακόντα»…
- Καλά, Τσιμπούκια στη λίμνη με τα πιράνχας δηλαδή…
- Νομίζεις;
- Νομίζω;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκφραση θαυμασμού για ένα διερχόμενο κόμματο.

Ατάκα που λέγεται πως προέρχεται από έναν ψαρά που, προσπαθώντας κάποτε να πουλήσει τα αλιεύματά του, βλέπει να τον προσπερνάει ένας κόμματος. Τότε ο ψαράς πέταξε τη συγκεκριμένη ατάκα με στόχο να πετύχει έναν πολλαπλό επικοινωνιακό στόχο:
1) Ο ψαράς αφενός λειτουργεί ως επιθετικός καμακόβιος...
Η φράση «ωχ τα πόδια» εκφράζει την πρώτη εντύπωσή του βλέποντας τα καλλίγραμμα πόδια της, ενώ η φράση «άσ' τα κει» λέχθηκε δεύτερη υποδηλώνοντας στην τύπισσα να σταματήσει την πορεία της και να τον προσέξει. Στο τέλος εκθειάζει τα οπίσθιά της προσπαθώντας να παίξει και το τελευταίο του χαρτί.
2) Ο ψαράς αφετέρου λειτουργεί και σαν επαγγελματίας που διαφημίζει το εμπόρευμά του, αφού το μήνυμα μπορεί να ερμηνευθεί και ως «oχταπόδια, αστακοί, κολεοί« (κολιοί δηλαδή). Αυτή η ερμηνεία λειτουργεί ως δικλείδα ασφαλείας, όσον αφορά την ερμηνεία του νοήματος αλλά και την απώλεια του χρόνου, αφού αν χάσει την τύπισσα θα έχει αρκετές πιθανότητες να προωθήσει τα αλιεύματά του.

Η ιστορία αυτή είναι κοντολογίς η ιστορία ενός ψαρά, που βάζοντας δόλωμα τα θαλασσινά του πόνταρε να πιάσει έναν κόμματο. Τώρα τι έπιασε; Mάλλον είναι εύκολο να το καταλάβει κανείς.

Δυο φίλοι περπατούν στο δρόμο όταν ο ένας αντιλαμβάνεται πως στην άκρη του δρόμου σκάει μύτη ένας κορίτσαρος.
- Ωχ τα πόδια, ασ' τα κει, κωλεοί!
- Τι λες ρε;
- Κοίτα στην άκρη του δρόμου και θα καταλάβεις.

(από jimakos, 04/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified