Selected tags

Further tags

Καθαρά αντρικός όρος. Χρησιμοποιείται από κάποιον για να δηλώσει το γαμήσι που ρίχνει σε μια τύπισσα.

Συνώνυμα: θα σε βάλω στη θέση σου, θα σε κανονίσω

  1. - Ρε ωραία η αδερφή σου...
    - Άσε ρε.
    - Σοβαρά ρε... Την τακτοποιεί κανείς;
    - Τι ρωτάς ρε βλάκα;
    - Να ρε, έλεγα αν δεν την τακτοποιεί κανείς να την τακτοποιούσα εγώ ... ξέρεις, να την έβαζα στη θέση της...
    -(ΦΛΑΑΑΑΑΑΠ)
    - 'Ντάξει ρε μαλάκα, μη βαράς! Μια κουβέντα είπαμε...

%

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το στοματικό sex με στόχο να καταφέρει κάποιος κάτι, όπως μια προαγωγή, ένα μεταπτυχιακό, να περάσει ένα μάθημα και άλλα τέτοια. Γενικά όταν κάποιος το κάνει για χάρες.

Συνώνυμα: «μου παίρνουν συνέντευξη», «δίνω συνέντευξη».

Επίσης η φράση χρησιμοποιείται συνθηματικά σε δημόσιους χώρους από κοριτσοπαρέες, όταν συζητάνε για εμπειρίες τέτοιου τύπου και δεν θέλουν να γίνουν αντιληπτές.

- Τα έμαθες; Η Καιτούλα την πήρε την προαγωγή και δουλεύει μόνο έναν χρόνο στην εταιρία!
- Τι να πω; Μάλλον θα παίρνει καλές συνεντεύξεις... και θα της δίνουν κι όλας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για το γνωστό ανδρικό όνομα, το οποίο όμως μεταλλάσσεται και προερχόμενο από τη λέξη «σαβ-ουρογάμης», περιγράφει συνοπτικά το άτομο που πηδάει ό,τι κινείται στον κόσμο τούτο, από γάτα μέχρι τον κακάσχημο γείτονα με το όνομα «Λάκης». Χρησιμοποιείται τόσο για άνδρες όσο και για γυναίκες.

- Αχ, ο Γιωργάκης δεν είναι τέλειος;;;
- Μπορώ να σε λέω Σάββα;;;;;;;;!!!!!!!!!!!!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός της παλάμης, χρησιμοποιείται στην περιγραφή της πράξης της μαλακίας.

- Καλά, αυτός πως την βγάζει τόσο καιρό;
- Δουλεύει την χείρα με τα πέντε ορφανά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε πολύ μάγκικο ύφος, το αντρικό όργανο.

(νοσοκόμα στο μαιευτήριο)
- Συγχαρητήρια κύριε Mητσάρα, είναι αγόρι.
(Mητσάρας)
- Εεμ βέβαια, τι άλλο θα έβγαζε ο μητσάρας με το μπουρί του!!
(νοσοκόμα)
Να το ξεκαπνίζετε όμως το μπουρί σας πού και πού γιατί το μωρό βγήκε μαύρο!!

(από το ΑΜΑΝ)

Το βιντεάκι του Α.Μ.Α.Ν. (από Cunning Linguist, 02/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν γκόμενες που ξυπνάνε βρεγμένες και κοιμούνται ακόμα πιο βρεγμένες. Όταν λοιπόν υπάρχει υπερβολική συγκέντρωση από τέτοιες γκόμενες σε έναν χώρο, τότε πιθανότατα να γλιστρήσεις και να πέσεις. Εννοούμε δηλαδή ότι είναι τόσο βρεγμένες που έχει στάξει στο πάτωμα. Συνήθως όμως λέγεται για ωραίες γκόμενες.

- Άσε, γλίστραγε στο κέντρο σήμερα;
- Πώ πώ τόσο μουνί...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι αυτός που λέμε κλασικός γύφτος, λιγούρης.

-Πώ πώ βγήκα χθές βγήκα με τον Κώστα και την έπεφτε σε όποια γκόμενα έβρισκε.
-Αφού τον ξέρεις, ειναι μεγάλος λίμας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από την ιταλική λέξη fermare και σημαίνει σταθεροποιώ. Χρησιμοποιείται όπως το εφαρμόζω.

- Άσε, μας έπιασε ντίρλα ένας τροχονόμος και μας τον φέρμαρε..

Got a better definition? Add it!

Published

Από το τσόντα + βίος.

Αυτός που ζει από τις πορνοταινίες και τα τσοντοπεριοδικά, συνήθως δεν έχει γκόμενα και συνέχεια παίζει το πουλί του.

-Βρήκε γκόμενα ο τσοντόβιος ή ακόμα παιδεύεται με το χέρι του;

(από patsis, 10/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ανίκανος.

-Ρε συ... αυτός δεν μπορεί να γαμήσει ... σκέτος σπερματοζητιάνος.

%

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified