Selected tags

Further tags

Γαμάω ή γαμιέμαι σαν τα ζώα - σκυλιά.

Αναφέρεται σε έντονη σεξουαλική δραστηριότητα, πολλές φορές με αρνητικό - περιπαιχτικό ύφος.

Επίσης και: σκυλογαμάω - σκυλογαμιέμαι.

1
- Αυτή μόνο να σκυλοπηδιέται ξέρει.

2
- Στην προηγούμενη σχέση που είχα... δεν κάναμε και τίποτε άλλο. Σκυλοπηδιόμασταν όλη μέρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κρεβάτι στον οίκο ανοχής.

- Καθάρισε μωρή την μπουρδελιάστρα σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δίνω πίπα.

- Πώς πήγε χθες; Γάμησες;
- Όχι την κέρασα, όμως, μια πίπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συναντάται και με την έκφραση: γαμησάμπλ (με γαλλική προφορά), από το ελληνικό γαμήσι και το γαλλικό -able.

Δεν είναι και χάλια γκόμενα. Είναι γαμησάμπλ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σκαταδερφάρα, ο γκέουλας, αυτός που περπατάει σα να έχει καταπιεί σεισμό..., αυτός που τον κουνάει σαν βάρκα!

Διαδεδομένη έκφραση κατά τις δεκαετίες '80 και '90.

«και θυμάμαι τη νονά μου, την φοράδα που ερχόταν κάθε Πάσχα να μου φέρει την λαμπάδα και είπε: το παιδί δεν μου γυάλισε για μάγκας, θα γίνει ντιγκιντάγκας, θα γίνει ένας ντιντής»
Ημισκούμπρια - sex

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιβεβαίωση ανδρισμού σε ποικίλες καταστάσεις: στο κρεβάτι, σε κάποιο παιχνίδι, όταν επιτυγχάνεται κάτι πολύ δύσκολο, κλπ.

  1. (σε φίλο)
    - Πάρ' τα μωρή άρρωστη σ' έχω ξεκωλιάσει στο μπιλιάρδο σήμερα!

  2. (στο κρεβάτι χυδαία)
    -Πάρ' τα μωρή άρρωστη, τα φλόκια όλα για πάρτη σου μωρό μου!...

Σχετική διαβόητη αφίσα της ΔΑΠ. (από Khan, 28/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προκαταρκτικές ερωτικές περιπτύξεις ζευγαριού. Φιλιά, μαλάξεις, χάδια στα απόκρυφα σημεία.

Συνιθισμένη έκφραση σε εφήβους, όταν αυτό είναι το πιο τολμηρό που έχουν κάνει με μιά κοπέλα ή την κοπέλα τους.

- Πήγα την Μαρία χτες στο πάρκο στο Φιξ και την χαμούρεψα. Με πέθανε στα φιλιά και τα χάδια το μωρό!

Βλ. και μπαλαμουτιάζω, φάσωμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βάζω χέρι, χαμουρεύω, δίνω χάδια και φιλιά.

Χτες κολλητή με το Μήτσο μπαλαμουτιαστήκαμε,τίποτα άλλο,είναι ντροπαλό αγόρι.

(από Khan, 04/08/14)

Βλ. και μπαλαμούτι, φάσωμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ντεκολτέ που φανερώνει πληθωρικό στήθος, το αντίθετο του αβυζαλέου.

Ενώ την είχαμε συνηθίσει με φόρμες και τζιν, στο πάρτι φορούσε ένα φοβερό φόρεμα με σκίσιμο από πίσω κι ένα ντεκολτέ... Βυζούβιος φίλε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το εγγλέζικο ρήμα firm (=στερώνω, εφαρμόζω). Παραπέμπει στη συνουσία.

Μου έκανε την δύσκολη η Μαίρη χθες το βράδυ, αλλά τελικά της φέρμαρα έναν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified