Selected tags

Further tags

Λέμε στο μπάρμπα να ανοίξει τη βάνα για να τρέξει το νερό.
Μπορεί να υπάρχει σχέση με γνωστή ηθοποιό.

- Νικολάκη, έτοιμο το ντεπόζιτο αγορίνα μου;
- Ναι... σε μισό... έλα γαμώτη μου, σφίξε κολορακόρ... ναιαιαι... έλαααα... Οκ, έτοιμος. Για άνοιξε τώρα τη βάνα μπάρμπα!

(από prasas, 14/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υβριδική έκφραση η οποία συνδυάζει την πανταχού παρούσα σεξουαλική διάσταση διά της χρήσης του ρήματος σκίζω στην προστακτική με την ραπτική τέχνη, άγνωστο μέχρι στιγμής γιατί.

Μία απέλπιδα προσπάθεια εξήγησης της ανεξήγητης διαστροφής που δέρνει αυτόν τον λαό, καταλήγει στο ότι το μέγεθος του σκισίματος (βλ. το πόσο σκληρό είναι το γαμήσι) παρομοιάζεται με αστοχία υφάσματος ή κακοτεχνία του ράψαντος με αποτέλεσμα την ανάγκη αλλαγής ράφτη από τον ατυχή ιδιοκτήτη του ρούχου. Σουρεάλ, δεν λέω, αλλά έχει κανείς τίποτε καλύτερο να προτείνει;

Σημειώνεται δε ότι ο/η εκφέρων/εκφέρουσα (πολλά έχουν δει τα μάτια μου) δείχνει να χαίρεται και να αποζητά μάλλον το σκίσιμο, πράγμα που αποδεικνύει για μία ακόμη φορά την ευεργετική δράση του σεξ σε μία πλειάδα καταστάσεων, συμπεριλαμβανομένης και της μάλλον ενοχλητικής στιγμής του σκισίματος ενός ρούχου.

Επίσης, παρά το μάλλον περίεργο του πράγματος, υπάρχουν και άλλες ανάλογες εκφράσεις υβριδικού / συνδυαστικού χαρακτήρα όπως:

α. Σκίσε μου το μουνί και πέτα το στα βράχια (ορειβατική ή θαλασσινή / αλιευτική διάσταση)

β. Σκίσε μου το κωλοσουφρονέφρι και γύρνα τό μου το μέσα έξω σαν κάλτσα (βιολογική και οικοκυρική διάσταση)

- Τι σου κάνω μάνα μου;
- Τι μου κάνεις παιδί μου;
- Πες μου μωρό μου, τι θέλεις να σου κάνω...
- Σκίσε με ν' άλλάξω ράφτη!
- Σε σκίζω!
- Πλημμύρισέ με βασιλιά μου!

Στο 1:26. "Πέτα με στα μωσαϊκά και κακομεταχειρίσου με!" (από patsis, 23/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο συχνάζων σε φθηνά ξενοδοχεία ημιδιαμονής (γνωστά και ως πεναλ(ν)τάδικα) εντός των οποίων βρίσκουν καταφύγιο παράνομα ή μη ζευγάρια καθώς και ευκαιριακές ερωτικές σχέσεις .

- Τι κάνει ο Βρασίδας; Καιρό έχουμε να τον δούμε στην παρέα.
- Άσε μωρέ τον παλιοπεναλντάκια, γνωρίζει το ένα πιπίνι μετά το άλλο και όλο στο Bella Vista ξημεροβραδιάζεται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραφθορά του ινδιάνικου ονόματος «Ποκαχόντας». Υποννοεί τον μαλάκα.

Πολύ Ποκαχούφτας είσαι μωρ' αδελφάκι μου!

Got a better definition? Add it!

Published

Αίσθηση πραγματοποίησης καταναγκαστικών έργων, με τη μορφή ερωτικής επαφής με γυναίκα η οποία δεν αντιδρά.

- Είναι καλή στο κρεβάτι η Σοφία;

- Ναι, αμέ! Σαν να σπρώχνω το κάρο στην ανηφόρα ένιωθα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα σχετικό με τον γυρωτικό ήλο, το κοινώς λεγόμενο περτσίνι ή πριτσίνι. Για τους μη μυημένους, το πριτσίνι είναι ένα κυλινδρικό ματζαφλάρι με κεφάλι σαν το καρφί το οποίο μπαίνει σε μία σχετική οπή και με ένα δεύτερο κεφάλι από την άλλη πλευρά συγκρατεί ό,τι υπάρχει ενδιάμεσα.

Κρατήστε παρακαλώ το κυλινδρικό ματζαφλάρι και την οπή στο μυαλό σας, κλείστε τα μάτια και σκεφτείτε τι σας θυμίζει, τι σας θυμίζει... Α να γεια σου. Θυμίζει γαμήσι και το ρήμα περτσινώνω σημαίνει βασικά γαμώ αλλά με μία εσάνς τεχνικής δεινότητας.

1
- Έλα μανίτσα μου να σου τον περτσινώσω λίγακι. Θα σ' αρέσει!
- Α να χαθείς, κρύε!

2
- Μάαακηηηη... έλα μωρέ Μάκη μου λίγο να μου τον περτσινώσεις να δω και γω λίγη χαρά στα σκέλια μου. Τρεις μέρες έχουμε να το κάνουμε.
- Τώρα που βλέπω το Euro σ' έπιασαν οι καύλες μωρή; Καλά, έλα κάνε μου μία πίπα και σε 20 λεπτάκια που τελείωνει το ματς, σ' τον καρφώνω. Τι παιχταράς αυτός ο Ιμπραήμοβιτς ρε παιδί μου...

(από acg, 11/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλος ένας ελληνικός ορισμός για τους ομοφυλόφιλους άντρες.

- Πολύ στο σούξουμούξου την έχει την Μαρία ο Μάκης και θα μου την φάει στο τέλος.
- Ποιος μωρέ; ο τσιριμπίμ τσιριμπόμ; Σαν φιλενάδες τα λένε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως μαρτυρά η κατάληξη -ιμος/ -ιμη, το ρηματικό αυτό επίθετο εκφράζει πρόσωπο (στην περίπτωση μας θήλυ), ικανό να του εφαρμόσουμε αυτό που δηλώνει το ρήμα. Το πρόθεμα ευ- δηλώνει ότι θα το κάναμε ευχαρίστως.

- Πώς σου φάνηκε η καινούρια καθηγήτρια των Αγγλικών;
- Μια χαρά γυναίκα. Ευγαμήσιμη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποστομωτική έκφραση ανδρών των οποίων τα μαλλιά αρχίζουν ν' ασπρίζουν ή έχουν ασπρίσει ήδη, όταν οι νεότεροι πάνε να αμφισβητήσουν την σεξουαλική τους δεινότητα λόγω της ηλικίας τους. Σε περίπτωση που κάποιος δεχτεί επίθεση με την έκφραση άσπρα μαλλιά στην κεφαλή, κακά μαντάτα στην ψωλή, αυτή είναι η κατάλληλη αντί-έκφραση.

Παραλλαγή: μαλλί σαν χιόνι, ψωλή κανόνι.

  1. - Χάχααα! Τι είναι αυτά στο κεφάλι σου Κωστάκη; Άσπρες τρίχες; Άσπρα μαλλιά στην κεφαλή, κακά μαντάτα στην ψωλή!
    - Μαλλί βαμβάκι, ψωλή φαρμάκι μικρέ! Άντε να ρουφήξεις το αυγουλάκι σου, καυλοπιτσιρικά!

  2. - Είδες κάτι πιπινάκια που κυκλοφορούν ρε φίλε; Α ρε και νά 'μασταν νέοι...
    - Τι λες ρε, μαλλί σαν χιόνι, ψωλή κανόνι... Αυτά άμα δούνε την πούτσα μου θα βάλουνε τα κλάματα!

(από thanos87aris, 16/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρκτικόλεξο.

ΛΟΑΤ = Λεσβίες, Ομοφυλόφιλοι, Αμφισεξουαλικοί, Τρανσεξουαλικοί.

Ή, κατ'αλλους, αριστεροκάβαλες, αδερφές, εμ σαμπού εμ κοντίσιονερ, τραβέλια.

Το ΛΟΑΤ είναι ένας περιληπτικός όρος για όλα τα άτομα που δεν είναι απολύτως ετεροφυλόφιλα, στρέιτ και κατασκευάσθηκε ως αντίβαρο ακριβώς στους απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς που μεταχειρίζονται για τα άτομα αυτά οι στρέιτ. Ορισμένοι προσπαθούν να τον καθιερώσουν αλλά χρησιμοποιείται ελάχιστα - ακόμη κι από τις κοινότητες που περιγράφει - και είναι τόσο αδέξιος όρος γλωσσικά που μάλλον θα παραμείνει αδόκιμος εσαεί.

Είναι απευθείας μετάφραση από το αγγλικό LGBT = Lesbians, Gay, Bisexuals, Transsexuals - όπως μετάφρασεις είναι και πολλοί άλλοι όροι αυτού του χώρου - π.χ. βγαίνω και βερς.

Ως λέξη, το ΛΟΑΤ μπορεί να μην είναι πιασάρικη αλλά η σημαία των ΛΟΑΤ τα σπάει.

  1. Ποια λέξη ταιριάζει καλύτερα Ομοερωτοφοβία- Homophobia ή ΛΟΑΤ φοβία / LGBT phobia ? Ο όρος «LGBT phobia-ΛΟΑΤ φοβία» περιλαμβάνει ταυτόχρονα λεσβίες, γκέι, αμφισεξουαλικές-ους και τρανσέξουαλ. Πιστεύουμε πως, όταν ένας όρος περιλαμβάνει πολλές και ποικίλες συμπεριφορές χάνει την βαρύτητα της σημασίας του. Ο όρος «Homophobia-Oμοερωτοφοβία» είναι πιο γνωστός, και έχει γίνει αποδεκτός στο λεξιλόγιο ενός μεγάλου αριθμού χωρών της Ευρώπης. (Από κείμενο της ΟΛΚΕ)

  2. Το Φεστιβάλ Περηφάνιας είναι ένας παγκόσμιος θεσμός των ΛΟΑΤ. Στην Ελλάδα ξεκίνησε μια ολοκληρωμένη διοργάνωσή του κατά τα διεθνή πρότυπα το 2005. Γιορτάζουμε και διεκδικούμε, χαιρόμαστε τον έρωτα και ζητούμε σεβασμό για την διαφορετικότητα ... (Από λεσβιακή ιστοσελίδα)

Η σημαία των ΛΟΑΤ (από poniroskylo, 06/06/08)Φεστιβάλ Περηφάνειας ΛΟΑΤ 2008 (από poniroskylo, 06/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified