Selected tags

Further tags

Αυτός που γαμάει και δέρνει στον μικρόκοσμο της γειτονιάς του, που είναι δηλαδή πρώτη μούρη στο καβούρι. Η έκφραση χρησιμοποιείται είτε με την κυριολεκτική της σημασία, υποδηλώνοντας κάποιον που τον θέλουν όλες σε τοπικό επίπεδο, είτε μεταφορικά, οπότε σημαίνει τον πιο μάγκα, μορφέα ή νταή της γειτονιάς. Τέλος μπορεί να χρησιμοποιείται και ειρωνικά για να χαρακτηρίσει κάποιον που νομίζει ότι είναι τα παραπάνω.

  1. - Τά 'μαθες; Ο Κώστας πήδηξε χθες τη Σούλα.
    - Καλά, αφού προχθές είχε κουτουπώσει τη Βούλα...
    - Ε, και τι να λέει αυτό, αφού παραπροχθές τον σφύριξε στη Ρούλα!
    - Πω ρε φίλε, ο τύπος είναι ο γαμιάς της γειτονιάς... Στο τέλος θα μας γαμήσει και εμάς να πούμε!

  2. - Μην την πολυμπαίνεις στον Γιώργο τον Εξωγήινο γιατί είναι ο γαμιάς της γειτονιάς! Δεν είδες τι έπαθε ο Γαρδέλης στο «Καμικάζι αγάπη μου»;
    - Μην τρελαίνεσαι, θα φωνάξω τον Ψάλτη και θα τον στείλει για γαλατάκι στη μαμάκα του...

  3. - Άκου να σου πω, εγώ την Κικίτσα που μου κάνει τη δύσκολη θα τη γαμήσω... Δεν με ξέρει καλά εμένα!
    - Σιγά ρε ποιος είσαι, ο γαμιάς της γειτονιάς;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τακτικός πελάτης των μπουρδέλων. Κατά τη μεταφορική σημασία είναι ο πονηρός/πρόστυχος. Πολλές φορές χρησιμοποιείται μέσα στα πλαίσια της φιλικής συζήτησης με εύθυμη και όχι προσβλητική διάθεση.

Βλέπε και το έχω ξεμπουρδελιάνει.

  1. - Αυτός ο Χρίστος από τότε που ξέμεινε από γκόμενα όλο στις πουτάνες πηγαίνει...
    - Μπουρδελιάρης έχει καταντήσει ο καημένος... Δεν του κάνουμε κονέ με καμιά φίλη σου;
    - Τώρα σώθηκες...

  2. - Άκου τον γέρο πώς μιλάει στις γκόμενες!
    - Μπουρδελιάρης ο γεροκαυλέας...

  3. - Πω ρε φίλε, έχω τρελαθεί με το γκομενάκι στο απέναντι τραπέζι... Τι μπουτάκια είναι αυτά; Για φάγωμα...
    - Μπουρδελιάρη...!

Δες και κερχανατζής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σπέρμα.

Και εκεί που την πηδάω, ρίχνω κάτι κανονιές από ψωλόχυμα, σαν καρύδια.

(από Rebelais, 11/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που καταπίνει σπέρμα, συνώνυμο του σπερματομαζώχτρα.

- Τι είναι αυτή η Πόπη ρε; Μου σκούπισε τον πούτσο εντελώς. Σκέτος χυσονεροχύτης είναι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που καταπίνει σπέρμα.

- Καλό πουτανάκι η Δήμητρα, ε;
- Είναι αυτή μια σπερματομαζώχτρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο «επιχειρηματίας» στον χώρο του αγοραίου έρωτα, ο ιδιοκτήτης δηλαδή οίκων ανοχής και/ή στριπτιτζάδικων.

- Είδες ο Τάσος Μπουγάς; Πλανητάρχης!
- Μόνο πλανητάρχης; Εγώ άκουσα ότι είναι και μέγας μπουρδελάρχης! Λένε ότι έχει καμιά δεκαριά μπουρδέλα και στριπτιτζάδικα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα αρχίδια και η κατάσταση ατημελησιάς γενικότερα. Κυρίως σε περίοδο διακοπών, χύμα στο κύμα που λέμε.....

-Γιάγκοοοοο! Α'ι'ντε ρε μάζεψ' τα χαρχάλια σ', έρχονται οι κουμπάροι!.....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γενικός όρος περιγραφής ανατολικών κυριών (εξ ου και η χαρακτηριστική κατάληξη -οβα), οι οποίες έχουν προφανώς εντρυφήσει επί μακρόν στο άθλημα, σε βαθμό που να έχει μεταβληθεί η γεωμετρία του κόλπου και να προσομοιάζει σε πηγάδι.

- Ρε συ, δε μου 'πες τελικά τι έγινε με το γκομενάκι εκείνο που έφυγες προχθές από το μπαρ.
- Τι να γίνει ρε μαλάκα; Πίκρα. Τατιάνα Πηγαδομούνοβα η τύπισσα. - Όχι εσύ που φοβόσουν να της την πέσεις μη σε παρεξηγήσει η παρθενόπη.

(από pavleas, 22/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται ειρωνικά, ότι δήθεν στραβώνει η ψωλή από το πολύ σεξ. Κατά κανόνα χρησιμοποιείται στη φράση σιγά μη στραβοψωλιάσεις.

- Μαλάκα με κάλεσε σπίτι της σου λέω. Μένει μόνη της κιόλας, τζιτζί! Έχω να ρίξω κάτι γαμήσια... Παίζει κιόλας να έρθει και η αδερφή της το Σαββατοκύριακο και θα κοιτάξω μήπως τις γαμήσω και τις δυο μαζί...
- Ναι, κοίτα μόνο από το πολύ γαμήσι να μη στραβοψωλιάσεις! Πολλές τσόντες βλέπεις μου φαίνεται...

Διαδικασία δημιουργίας κατάγματος σε αρχαίο πέος. (από GATZMAN, 13/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή που γουστάρει πολύ να παίρνει πίπες. Η ακόρεστη αυτή επιθυμία συνοδεύεται και από θαυμαστή επιδεξιότητα, με αποτέλεσμα την υπέρτατη σεξουαλική απόλαυση του παρτενέρ της...

  1. - ...και με τραβάει στην τουαλέτα και αρχίζει να μου τον μπουκώνει σαν τρελή!
    - Α, έμπλεξες με πιπόζα βλέπω! Θα φας καλά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified