- Ζωηρός, δυνατός.
- Σεξουαλικά ερεθισμένος, καυλωμένος.
- Αμαν Ελενίτσα, νταβραντισμένος είναι σήμερα ο βλάχος...
(από ελληνική ταινία)
- Αμαν Ελενίτσα, νταβραντισμένος είναι σήμερα ο βλάχος...
(από ελληνική ταινία)
Got a better definition? Add it!
Η πόρνη, η τσούλα ή η πολύ πρόθυμη να ικανοποιήσει σεξουαλικά όλους τους ενδιαφερόμενους άντρες, με σαφή κοροϊδευτική αναφορά σε γυναίκες που προέρχονται από το πρώην ανατολικό μπλοκ κι έχουν συνδεθεί με την πορνεία.
- Άκουσες ότι ήρθε στην Ελλάδα η νέα πρέσβειρα καλής θέλησης του ΟΗΕ από την ......νία; (χώρα ανατολικής Ευρώπης)
- Ναι; Ποια, η Νατάσα Τσουτσουνοπέρνοβα;
Got a better definition? Add it!
Η γυναίκα που εκλιπαρεί και εξευτελίζεται προκειμένου να κάνει έρωτα ή μια οποιαδήποτε ερωτική σχέση με τον οποιονδήποτε, η τσούλα.
- Η Χ είναι γνωστή σπερματοζητιάνα, όπου δει κλαρί, ορμάει!
Συνώνυμο: τσιμπουκοζητιάνα
Got a better definition? Add it!
Οι αποτυχημένες προσπάθειες (και επαναλαμβανόμενες στον ίδιο χώρο με διαφορετικούς «στόχους») για one night stand.
- Χτυπήσατε τίποτα χτες στη μουνοθύελλα;
- Μπα,o Μήτσος και γω κάναμε one night stand up comedy!
Got a better definition? Add it!
Η προτροπή και η προσπάθεια ενός άντρα να πείσει μια γυναίκα να επιδοθούν σε πρωκτικό έρωτα.
-Σου έδωσε κώλο το Μαράκι ρε;
-Όχι ακόμα, τόσο καιρό την πρωκτρέπω όμως, πού θα πάει...
Got a better definition? Add it!
Το ράπισμα, σκαμπίλι (χτύπημα) του πέους που δέχεται ο ερωτικός σύντροφος (γυναίκα).
- Τι λέει καλή η Μαρία στο κρεββάτι;
- Άσε σου λέω, δυναμίτης! Της έριξα και κάτι πουτσοσκάμπιλα στα μούτρα και στα κωλομέρια που θα της μείνουν αξέχαστα!
Got a better definition? Add it!
Κοροϊδευτικός προσδιορισμός που δηλώνει ότι κάποιος δεν γαμάει.
- Τι έκανε χθες ο Γιώργος με τη Μαρία;
- Τίποτα ο τρόμπας.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χρησιμοποιείται για να δηλώσει την ξεπέτα, δηλαδή την σεξουαλική πράξη που κρατά πολύ λίγο σε διάρκεια ή περιορίζεται χρονικά σε μία νύχτα, χωρίς συναισθηματικές δεσμεύσεις.
Έχεις κάνει ποτέ εσύ one night;
Έρωτες χωρίς δεσμεύσεις: ανάβω κεράκι, γαμιολάκι, ελευθερογαμία, ελευθεροσχεσίτες, ένα στα γρήγορα, ερωφίλη, καβάτζα, καβατζογκόμενα, καφέ και πίπα, κοινόχρηστη γκόμενα, ξεπέτα, πηδύλλιο, πισωκολλητός και πισωκολλητή, πουτσοδότης, σαλματζής, σεξάκι (ως και σεξάκοι), σέρβις, φιλικό (τα καλύτερα γκολ μπαίνουν στα φιλικά), φίλοι με προνόμια, fuck buddy, one night.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Παράφραση του «Απο φωνή ... φωνάρα».
Επίσης:
Από φωνή... κουκλάρα!
Από φωνή... κορμάρα!
Χρησιμοποιείται για όλες τις τραγουδίστριες που είναι ή θέλουν να γίνουν διάσημες και δεν έχουν ιδιαίτερη φωνή, αλλά αντίστοιχα έχουν τέλειο κορμί. Γενικά για όλες εκείνες που κανείς προσέχει το κορμί περισσότερο από τη φωνή τους.
- Καλά την βλέπεις αυτή... είναι που λέμε... και από φωνή... μουνάρα! χαχα
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
- Είναι μικρός ακόμα αυτός... Δεν έχει απογαλακτιστεί...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified