Σημαίνει τρομάρα.
Στην αρχή έκανε το μάγκα, αλλά μόλις είδε τον Γιώργη το ντιλάρι, τον έπιασε μαλίνα.
Σημαίνει τρομάρα.
Στην αρχή έκανε το μάγκα, αλλά μόλις είδε τον Γιώργη το ντιλάρι, τον έπιασε μαλίνα.
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει ότι κάποιος δεν έχει όρεξη να φάει ή δε μπορεί να φάει.
- Φάε κάτι επιτέλους! - Δε μπορώ, κλειδοστόμιασα...
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει ότι σε τυχόν αψιμαχία - αναμέτρηση η νίκη για τον έναν θα είναι πολύ ευκολη, και ντροπιαστική η ήττα για τον άλλο.
Άμα σε πιάσω θα σε πνίξω σαν γατί!
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει μεταξύ άλλων το δοχείο για το τυρί.
Μεταφορικά σημαίνει το χοντρό άνθρωπο.
Πιάσε ένα κομμάτι από τη βούτα να φάμε.
Ο βούτας έφαγε ένα κιλό ψωμί και ένα κιλό τυρί μόνος του.
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει ότι
α) κάτι χάλασε, συνήθως για το κρασί
β) έπρεπε να κάνεις κάτι στην ώρα του και πέρασε η ώρα.
Τι έγινε, πώς βγήκε το κρασί;
- Άστο, πήρε βάγια...
- Πήγες στο ραντεβού;
- Όχι δε πρόλαβα, άστο πήρε βάγια τώρα.
Got a better definition? Add it!
Προσπαθώ να γαμήσω ανεπιτυχώς, αερογαμώ κι αεροψεκάζω aux noces du Karaghioze δίκην εφαψάκια.
Βλ. επίσης: αερογάμης, αερόπιπα, ξεροκαβλώνω, ξεροπούτσι, ξεροχύνω, το γαμοσλανγκοτέτοιο ξερό-. Παίζει κι ως ιδιωματισμός της ορεινής Αρκαδίας (βλ. β' παράδειγμα).
Αγγλιστί: dry humping.
1.
Όσο για τα πορνίδια αυτά, κανόνισε να βγούμε για καφέ - αν έχεις επαφές μαζί τους. Θα τις στρώσω χαρακτήρα. Τέτοιες γυναίκες μου το παίζουν παρθενοπιπίτσες,ενώ έχουν πάρει όλο το Κωλονάκι (:Ρ) και την Γλυφάδα. Ο λόγος που είναι ξυνομούνες ανοργκάσμικ πουτανογαμιόλες είναι επειδή το ξερογαμήσι που κάνανε απέβη άκαραπο - όπερ μεθερμηνευόμενον εστί, δεν βρήκαν δουλειά και τις έχει βγει το όνομα.
Got a better definition? Add it!
Ολόκληρη η έκφραση είναι «θα σου δώσω μία, θα γράψεις δέκα κάσα».
Σημαίνει ότι θα φας μια γροθιά τόσο δυνατή που θα γράψεις δέκα κάσα.
Το δέκα κάσα αναφέρεται στη βαθμολογία που γράφει κάποιος στη πρέφα. Τα δέκα κάσα τα γράφει όταν χάνει και χρεώνεται με αυτά.
Πρόσεξε πώς μου μιλάς γιατί θα σου δώσω μία και θα γράψεις δέκα κάσα!
Got a better definition? Add it!
Ακούστηκε κάτι πολύ δυνατά. Το λέμε συνήθως για φωνή ανθρώπου ως αποτέλεσμα ξυλοδαρμού.
Και τους πλακώνουνε στο ξύλο, και τρώνε τόσο ξύλο που βέλαξε ο τόπος.
Got a better definition? Add it!
Λούτσα στα αρβανίτικα σημαίνει μούσκεμα στα ελληνικά.
Σιγά ρε, με έκανες λούτσα (με έβρεξες).
Με έπιασε μία βροχή στον δρόμο και έγινα λούτσα (μούσκεμα).
Got a better definition? Add it!
Γενική της ιδιότητας συντακτικά, συνηθίζεται στην βόρεια Πελοπόννησο, ιδίως στην Αχαΐα. Σημαίνει της προκοπής, κάτι που αξίζει, ίσως είναι παραφθορά της γενικής «της ωφελείας» ή της γενικής «του οφέλους». Λέγεται περισσότερο κριτικά και συχνά απαξιωτικά, όταν δηλαδή κρίνει κάποιος ή κάτι αυστηρά ή αρνητικά, οπότε υπάρχει μια επικριτική διάθεση στη χρήση του.
Να σ έβλεπα μια φορά να κάνεις και κάτι τς (=της) εφελαής!
Ήταν κακή μαγείρισσα, δεν ήξερε ούτε ένα φαΐ τς εφελαής να κάνει!
Got a better definition? Add it!