Further tags

Ο άρχων της μαλακίας.

- Φίλε μου Παυλέα, αν αν υπήρχε διαγωνισμός για τη μαλακία θα έπαιρνες το πρώτο βραβείο...
- Με συγκινείς μ' αυτά που μου λες!
- Αλλά και να τό 'χανες, από μαλακία σου θα ήταν...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίθετο, που προκύπτει από το «πεοφοβία» (ρωτήστε τις/ τους Γιαλόμες τι σημαίνει) και το στερητικό άλφα.

Σλανγκιστί σημαίνει τον αθεόφοβο γκέι που όχι μόνο δεν φοβάται το πέος, αλλά και το αναζητεί- επιζητεί. Δηλαδή είναι ο παραπάνω από κραγμένος, είναι ο αδίστακτος γκέουλας που δεν θα κάνει πίσω μπροστά σε τίποτα!

Μπορεί να χαρακτηρίσει και κοπέλα τελειωμένη, και κυριολεκτικά, εννοώ και γυναίκα.

Ο όρος εισήχθη στην σλανγκικήν από τον Ιησού.

- Τι κάνει ο Σάκης; Ακόμα το κάνει το ωτοστόπ;
- Αν το κάνει λέει! Γύρισε όλην την Ευρώπη κάνοντας ωτοστόπ σε νταλικέρηδες ο απεόφοβος! Ως το Μαρόκο έφτασε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορικά ο πολύ ψηλός και λεπτός άνθρωπος. Στην κυριολεξία είναι ο γνωστός μας πελαργός [τουρκ. leylek].

.

- Ρε, ποιος είναι το λελέκι εκεί χάμου;
- Ο γιός της κυρα Μαρίας, δεν τον ξέρεις;
- Δυο μέτρα είναι ο πούστης... Μπράβο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H λέξη αυτή ετυμολογικά προέρχεται από το αρχίδι και τον λεβιέ του αυτοκινήτου:

Πώς στο αμάξι ο λεβιές κάθεται πάνω από το δερμάτινο, έτσι και το πέος κάθεται πάνω από τα αρχίδια και μπορεί να λειτουργήσει άνετα σαν λεβιές.

Xρησιμοποιείται μόνο για βρίσιμο.

— Tι κάνεις εκεί ρε; Πέρασες με κόκκινο!
— (κωλοδάχτυλο ψηλά από τον παράνομο) — Κατέβα κάτω ρε αρχιδολεβιέ να τα πούμε!!!

Βλ. και παπαρολεβιές. Παράγωγο: λεβίδι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός με αποδέκτες τις παχουλές, ευτραφείς γυναίκες. Ο συνειρμός είναι εμφανής: μεγάλη ποσότητα κρέατος, λόγω φαγητού.

- Ρεεε, μην καρφώνεις έτσι, θα μάς κάνεις ρόμπα... Πως χάσκεις έτσι;
- Την βλέπεις την κρεατωμένη εκεί στη γωνία... Πρέπει να κάνει τρελά σχέδια στο κρεβάτι...

Με στόχο την κρεάτωση... (από krepsinis, 12/02/09)Κρεατωμένη και ετυχισμένη! (από krepsinis, 12/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για την περιγραφή ατόμων χαμηλού νοητικού επιπέδου. Εν είδει υπερβολής, το μυαλό τους θεωρείται τόσο μεγάλο, όσο ένα κουκούτσι, δηλ. ελάχιστο.

- Τι θα κάνει τελικά ο αδερφός σου με τη σχολή, αποφάσισε;
- Πονεμένη ιστορία...Εμείς του λέμε να δηλώσει πρώτη επιλογή το ΤΕΙ, αλλά ο μαλάκας θέλει να μπει στην Αστυνομία. Μυαλό κουκούτσι...

Πόσο μυαλό αθροίζουν τα κουκούτσια?  (από krepsinis, 10/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο ροφός είναι γνωστό και εύγευστο ψάρι, και μάλιστα ακριβό. Το σώμα του είναι χοντρό και το κεφάλι του ιδιαίτερα ευμέγεθες. Μεταφορικά, ροφοί αποκαλούνται οι παχείς και εύσωμοι άνθρωποι, με πολλά περιττά κιλά.

- Ρε μαλάκα, αυτή η χοντρή δεν είναι η γειτόνισσά σου, εκείνη από την Τήνο;
- Ω ρε πούστη μου, αυτή είναι... Πάμε από εκεί, για να μην την τρακάρω, θα μου ζαλίσει τ' αρχίδια.
- Μην είσαι μαλάκας, η κοπέλα σε γουστάρει και έχει και δύο ξενοδοχειάκια στο νησί...
- Να τα χαίρεται! Δε βλέπεις ρε ότι η γκόμενα είναι σαν ροφός;
- Όλα δικά σου τα θες ρε... Αμάν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη αυτή χρησιμοποιείται για να στιγματίσουμε την σεξουαλική ζωή κάποιου (μόνο για πούστηδες).

- Ρε Μήτσο τον βλέπεις αυτόν που χορεύει περίεργα ;
- Ναι ρε φίλε, μεγάλη αδερφάρα!
- Μόνο αδερφάρα; Αυτός είναι για τον πουστοστρατό!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται υποτιμητικά σαν βρισιά, όπως το μουνόπανο.

Δημητρης: Τζιοβάνι ξύπνα να βάλεις τις πιτζάμες σου. Τζιοβάνι : ζζζζζζζζζζζζζζ
Δημήτρης : Σήκω ρε μουνάντερο!
Γιάννης : Καλά ρε, ξυπνάς το παιδί 5 το πρωί για να βάλει πιτζάμες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση αποτελεί παράφραση της παλιά παροιμίας «το χρήμα πολλοί εμίσησαν, τη δόξα ουδείς». Η σλανγκοπαροιμία περί μαλάκα και μαλακίας προκύπτει από την αρχική παροιμία μάλλον με τη μεσολάβηση της εσφαλμένης μεν αλλά σύντομης και εύχρηστης εκδοχής «το χρήμα πολλοί αγάπησαν...», η οποία βέβαια παραλείπει το «τη δόξα ουδείς» γιατί θα ήταν πασιφανές λάθος, και η οποία δε συγκρίνει χρήμα και δόξα, απλά καταγγέλλει την φιλαργυρία και τα άσχημα καμιά φορά αποτελέσματά της....

Η σλανγκ πλιατσικολόγησε πάνω σε αυτή την εσφαλμένη και ηθικολογική εκδοχή αναφερόμενη στο πολυαγαπημένο της ζήτημα, τη μαλακία, και μεταφέροντας τη σύγκριση στο επίπεδο όχι διαφορετικών αξιών (χρήμα ή δόξα) αλλά μεταξύ πράξης και υποκειμένου της πράξεως: μεταξύ «μαλάκα» και «μαλακίας». Έτσι, όμως, έδωσε και ένα άλλο, όχι πιστό, αλλά εξίσου ισχυρό νόημα, στην όλη νοηματική δομή της αρχικής παροιμίας...

Να σημειώσουμε ότι ως φόρμα, η φράση είναι φοβερά σλανγκοεύχρηστη: σχεδόν κάθε χαρακτηρισμός μπορεί να ενταχθεί και να προκύψουν φράσεις με λεπτές νοηματικές αποχρώσεις, αλλά και μικρές οάσεις αμφισημίας που είναι όμως ανάλογα την περίσταση τίγκα στο νόημα, λ.χ.

  • το πουστρηλίκι πολλοί αγάπησαν, τον πούστη ουδείς
  • το κλανίδι πολλοί αγάπησαν, τον κλασμένο ουδείς
  • το γαμήσι πολλοί αγάπησαν, τη γαμιόλα ουδείς, κ.λπ. κ.λπ.

    Γενικά, το νόημα είναι περίπου ότι μια πράξη αγαπητή και ηδονική, δε θα πρέπει πάντως να γίνεται καθ' υπερβολή ώστε να χαρακτηρίζει κάποιον... Οπότε, η αφηρημένη δομή και φόρμα έχει περάσει στη σλανγκ (βάλαμε το «μαλάκας» συγκεκριμένα περισσότερο ως εμβληματικό), γιατί καλύπτει μια ανάγκη: την ανάγκη με ασεβή τρόπο (που εξασφαλίζεται με την βεβήλωση μιας ηθικοπλαστικών καταβολών αρχικής φράσης) να μπορούν να καταγγελθούν, όταν πρέπει, τα καθόλου μισητά κατά τα άλλα για τη σλανγκ φαινόμενα υπερβολής.

Θα πρέπει επίσης να πούμε ότι, σαν φράση γενικά και ειδικά δεν είναι και πολύ ποιοτική, ούτε καν για σλανγκ, ανήκει στα τάρταρα της σλανγκ, not least επειδή περιέχει καθ' υπερβολή και παρήχηση σλανγκο-ύβρεις. Και νοηματικά, δεν είναι τόσο καλή ώστε να τη λέμε συχνά, έστω κι αν σχηματίζεται πολλές φορές μέσα στο κεφάλι μας με ακατανίκητο συνειρμικό τρόπο. Για το ότι δεν τη λέμε ευθύνεται επίσης η σχετική της αμφισημία/αστοχία για παροιμία που θέλει να είναι («ποιοι αγάπησαν τη μαλακία;» «δεν υπάρχουν μαλάκες που αγαπήθηκαν;»). Συγγενεύει δηλαδή γενικά με ένα απροσδιόριστο βασίλειο καθημερινής γλωσσικής σαχλαμάρας, διαφορετικό πάντως από αυτό στο οποίο ανήκουν όσα ο χρήστης Jesus έχει επισημάνει ως προσδίδοντα γελοιότητα στο λόγο εδώ, και διαφορετικό και από το βασίλειο των σεφερλισμών.

Απαντά και με το αρχαιοπρεπέστερο «ηγάπησαν».

Παράδειγμα 1 (από δικού μου)

- Με παράτησε η Φιλίππα, γιατί λέει στέλνω mail στις πρώην μου... μπουχουχου...
- Εμ, τη μαλακία πολλοί αγάπησαν, το μαλάκα ουδείς...

Παράδειγμα 2 (από blog - συνιστώ ανεπιφύλακτα να διάβάσετε το συγκεκριμένο ποστ)

Αγαπητοί εν Χριστω αδελφοί να γνωρίζετε ότι αν την τινάζετε πάνω από τρεις φορές θεωρείτε αυνανισμός (μαλακία).

Την μαλακία πολλοί αγάπησαν, τον μαλάκα ουδείς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified