Ιντερνετικός όρος.

Προέρχεται από την λατινική λέξη persona, από το «per» που σημαίνει δια (μέσου) και από το ρήμα «sonare» που σημαίνει ηχώ, με αρχική προέλευση το ετρουσκικό phersu με το ίδιο νόημα. Αντίστοιχη λέξη στα Ελληνικά προσωπείο.

Στο αρχαίο Ελληνικό θέατρο αλλά και αργότερα, οι ηθοποιοί φορούσαν αυτά τα προσωπεία όταν έδιναν παραστάσεις αποδίδοντας με αυτά τους διάφορους ρόλους. Όλοι οι ηθοποιοί να σημειώσω ήταν άνδρες. Η περσόνα δηλαδή ήταν αυτό το πρόσωπο δια μέσου του οποίου ένας ηθοποιός υποκρινόταν, μιλούσε.

Κάνοντας ένα μεγάλο άλμα στον χρόνο, φτάνουμε στην σημερινή μας εποχή, την ιντερνετική. Κάθε χρήστης στα chat rooms, στα forums αλλά και στο slang.gr, έχει το κωδικό του όνομα, τον λογαριασμό του, το άβατάρ του, κλπ, και με αυτά είναι μέλος ενός είδους κοινότητας, η οποία εξελίσσεται βάσει των δικών της σχέσεων και δυναμικών. Υιοθετώντας μια περσόνα δεν σημαίνει κατά ανάγκη ότι αυτή ανταποκρίνεται σ’ αυτό που πραγματικά είναι ο χρήστης αλλά σ’ αυτό που θέλει να προβάλει, είτε σε σχέση με τις φαντασιώσεις του, τον χαβαλέ του, ή τις ανασφάλειες του. Κάτι που να τον αντιπροσωπεύει στους άλλους, να καθρεπτίζονται πάνω του…

Αυτή η περσόνα του κάθε ενός από μας, διαμορφώνεται καθώς περνάει ο καιρός, και πολλές φορές, ίσως και από την αρχή ακόμη, η περσόνα και ο φέροντας την αρχίζουν να διαχωρίζονται, και να αποκτούν διαφορετική οντότητα. Πολλές φορές στα όρια του διπολισμού.

Οι περσόνες αυτές καμιά φορά ξεφεύγουν από τον αυστηρά διαγεγραμμένο χώρο, οθόνη, πληκτρολόγιο, δακτυλάκια, ματάκια και μυαλουδάκια και δημιουργούν τις δικές τους ζωές και θρύλους και εξελίσσονται με το πέρασμα του χρόνου. Το συμμάζεμα τους δε, είναι αρκετά δύσκολο, ενίοτε ακατόρθωτο.

Σε κάποιες περιπτώσεις, σε ένα και μόνο site, ο ίδιος ο χρήστης, μπορεί να αναπτύξει πολλές και διάφορες περσόνες, όταν η αρχική δεν τον ικανοποιεί πια με την ακούσια ανεξαρτησία της, χωρίς όμως πάντα να αποβάλλει την παλιά. Πολλαπλές περσόνες επίσης δημιουργούνται και για πιο υπόγειους λόγους όπως μπαγαποντοδοσια, πανωποντοδοσία, σπαστηριλίκι αλλά και για να την πέφτεις σε άλλους και γενικά να δημιουργείς μπάχαλα. Τα τρολ, είναι μανούλες σ’ αυτό, όπως και οι σχιζοφρενείς, οι παιδεραστές, οι έφηβοι αλλά και γενικώς άτομα που χρειάζονται αρκετή βοήθεια.

Το ιντερνέτ βρίθει από περσόνες! Σύμφωνα με μια τελευταία στατιστική μου μελέτη, αν ο πληθυσμός της γης είναι 6 δις, ή περσόνες πρέπει να είναι καμιά εκατοστάρα…

Φυσικά ο όρος περσόνα ή προσωπείο χρησιμοποιείται και εκτός ιντερνέτ από πολύ παλιά.

Όπως λεν κι οι Τρύπες : Φανέρωσε μου τη μάσκα που κρύβεις. κάτω απ' τη μάσκα που φοράς…

Για πιο πολλές πληροφορίες διάβασε και το slangossip του χαλ εδώ.

  1. έλα μωρέ τον μαλάκα, έχει φτιάξει ένα φλόρουμ και από το πρωί μέχρι το βράδυ συζητά μόνος του με τις εκατό περσόνες του. Την μία το παίζει αδερφή, την άλλη γκόμενος, την πιο άλλη πιπίνι, την άλλη χεβυμεταλλάς. Αν θέλουν να πάνε όλοι οι χρήστες του site εκδρομή, τους φτάνει να καλέσουν ένα ταξί. Αυτός ρε σε λίγο θα μας πηγαίνει σε μπάρ μόνος του, και θα την πέφτει στον εαυτό του… Πολύ jazz, μιλάμε…

  2. Χρήστης Βubis :

Persona: Σαλλλονικιός, στα δεύτερα -άντα, διαμένων στην Αθήνα με οικογενειακή καταγωγή από Πόλη, αρμένικη ρίζα, λογιστής, μεταπτυχιακό Στατιστικής, παντρεμένος με παιδιά, με δανειοδάνεια, ακούει καλή μουσική, καλό επίπεδο γνώσεων και χιούμορ.

Πραγματικότητα : Καλαματjιανός, 29 χρονών, διαμένων στην Θεσσαλονίκη με καταγωγή Απέκης, αιώνιος φοιτητής ΦΜΣ, πάντα ήθελε να τον θαυμάζουν για τα γραπτά του, καληνυχτάκιας, η πρώην γκόμενα του είναι απέ την Πόλη (και ακόμη την παρακολουθεί, όποτε μπορεί), ακόμα τον χαρτζιλικώνει ο μπαμπάς και τον μισεί γι αυτό, ακούει ραδιόφωνο για να μην είναι μόνος, έχει τρελαθεί με το ίντερνετ search, και κάνει clopy paste τα πάντα. Όσο για χιούμορ, γελάει με τον καθρέφτη.

Στην επόμενη συνάντα, μην τον βάλετε να καθίσει κοντά σε σιδερένιες καρέκλες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με το ξενικό αυτό λήμμα προσαρμοσμένο στο slang.gr εννοούμε την καλύτερη θέση κατάταξης που έχει λάβει ποτέ κάποιος χρήστης στη διαδρομή του. Είναι δηλαδή κάτι ανάλογο με την παγκόσμια κατάταξη του Τέννις, όπου λέμε για κάποιον αθλητή ότι τώρα είναι Νο 22 αλλά το πέρσοναλ μπεστ του είναι Νο 5. Νομίζω ότι πρόκειται για ένα χρήσιμο στατιστικό που θα άξιζε να προστεθεί στο προφίλ του κάθε χρήστη, αλλά τέσπα.

Μετά από 3897 ορισμούς, 5748 μήδια και 12756 σχόλια, είμαι Νο 1468 με personal best 639.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι που έχει περάσει από μπλέντερ. Κυριολεκτικά, όχι μεταφορικά.

Τα πάντα μπορούν να περάσουν από μπλέντερ. Το έχει αποδείξει αυτό η εταιρεία κατασκευής μπλέντερ Blendtec στο καλτ σάιτ Will it blend;

(Ασίστ από τον ο αυτοκτονημένος. Εκ παραδρομής μάλλον είχε γράψει «να μπλεντεριστεί» στον ορισμό του λήμματος γκαβός, διορθώθηκε σε «να μπλενταριστεί» και μετά ανέβηκε και το λήμμα μπλενταρισμένος. Οπότε, μπλενταρισμένος με -α, μεταφορική σημασία, μπλεντερισμένος με -ε, κυριολεξία)

'Ελα τώρα ... δείτε τα βίντεα ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το σλάνγκ και ρούκι, ο νεοφώτιστος σλανγκίστας που εντυπωσιάζει γιατί αν και νέωπας ανεβάζει όχι λημματολάσπη αλλά καρασπέκ λήμματα, κάτι που τον οδηγεί γρήγορα ανάμεσα στις υψηλές θέσεις της κατάταξης. Kάτι ανάλογο με έναν rookie, νεοεμφανιζόμενο δηλαδή παίκτη που εντυπωσιάζει στα trials του ΝΒΑ. Το ζητούμενο και στις δυο περιπτώσεις είναι η διάρκεια (sic).

- Πολύ σλαγκορούκι αυτός ο dokimos. Με το που μπήκε χτύπησε κορυφή, αλλά χαλάλι του γιατί το παληκάρι σολάρει.
- Ποιός δόκιμος;
- Ο πούτσος μου ο κόκκινος! Πόσες μέρες έχεις να μπεις στο σλάνγκ, ρε πάπαρμαν;

Santiago Solari (από allivegp, 15/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως λέμε intelligence και counter-intelligence, attack και counter-attack, έτσι λέμε και σπεκ και counter-spec, είτε με την καλή έννοια όταν οι Σλάνγκοι έχουν ρέντα, πέφτουν η μία ατάκα μετά την άλλη και μαζί και τα σπέκια, ή όταν γίνεται όργιο σπεκουλαδορίας.

Παραλήρημα συμμωρίας του φραπέ:

-Σπεκ, δικέ μου! Ο καλύτερος καφές της πόλης! Που το θυμήθηκες το διαφημιστικό! Σαν να λέμε μικροί μεγάλοι έτοιμοι για δράση και Φακαντόρο!

- Counter-spec ευρυζωνικέ! Μόλις μού 'βγαλες δυο λήμματα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το «Tyrannosaurus Rex» ή το «Lion King» είναι ο καβουροσλανγκόσαυρος που βασιλεύει όχι μόνο μεταξύ των ομοειδών του, αλλά και σε όλο το σλανγκοζωϊκό βασίλειο. Αποτελεί τίτλο τιμής που ανέλαβε ο χρήστης Dirty Talking για τον εαυτό του από την στιγμή που έγινε GATZMAN στη θέση του GATZMAN, κατέχοντας την πρώτη θέση στον αριθμό καταχωρίσεων, κι ανατρέποντας έτσι μια μακραίωνη γκατσμάνειο δυναστεία για να επιβάλει μια δυναστεία καβουροσαύρων (κατά το «δυναστεία των Ισαύρων»).

Σλάνγκος διαβάζοντας slang.press: Τά 'μαθες; Τώρα μας κυβερνάνε οι καβουροσλανγκόσαυροι!
Συσσλάνγκος: Σιγά το νέο! Έπρεπε να το περιμένουμε ότι αυτό θα γινόταν αργά ή γρήγορα... Δυστυχώς, κανείς δεν μπορεί να συγκρατήσει τον καβουροσλανγκοσαυρικό οχετό! Το θέμα είναι: Μπορεί ο Ντέρτι να γίνει και Πονηρόσκυλο στην θέση του Πονηρόσκυλου; Εδώ σε θέλω κάβουρα!
Σλάνγκος: Μπα, οι βιολόγοι λένε ότι οι ποιοτικοί ορισμοί αντίκεινται στην φύση των καβουροσλανγκοσαύρων! Κατά κάποιο τρόπο δεν είναι μέσα στα γονίδιά τους!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το slang.gr σλανγκιστί, δηλαδή το σλανγκ του σλανγκ. Η έκφραση χρησιμοποιείται ιδίως για λήμματα, όπου το επιμορφωτικό περιεχόμενο υπερισχύει του απλού χαβαλέ. To edu είναι βέβαια η ιντερνετική κατάληξη των σάιτς των αμερικανικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.

Πηγή: acg.

Κάτι λήμματα σαν το απάνθισμα αρχαίων μπινελικίων είναι που μετατρέπουν το slang.gr σε slang.edu!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό αρκτικόλεξο milf που σημαίνει «mother I'd like to fuck», δηλαδή «μαμά που θα ήθελα να μπηπ», δηλαδή «μεσόκοπη, ώριμη γυναίκα(ρα) που θα ήθελα να μπηπ».

Επί το σλανγκικότερον: Μιλφέιγ, μιλφού και μιλφατζού. Το μεγάλο δίλημμα του εραστή είναι: Μιλφέιγ ή παστάκι; Ή και νουαζέτα, για τους πιο προχωρημένους. Το αρκτικόλεξο milf έχει οδηγήσει σε μια σειρά από αντίστοιχα αρκτικόλεξα, άπερ παρακάτω:

gilf = granny I'd like to fuck.
dilf = daddy I'd like to fuck.
gilf = grandpa I'd like to fuck.
hilf = hydraulicus I'd like to fuck.
shilf= Sakis hydraulicus I'd like to fuck.
silf = souvlatzis I'd like to fuck.
bilf = betatzis I'd like to fuck.
silf = Slangos I'd like to fuck.
cilf = carcinoslangosaurus I'd like to fuck.
filf = fatty I'd like to fuck.
nilf = nanos I'd like to fuck.
kilf = kipouros I'd like to fuck.
albilf = Albanian I'd like to fuck.
rilf = Romanian I'd like to fuck (no pun intended)
pilf = proistamenos I'd like to fuck
shrilf = shrink I'd like to fuck.

Και πολλά, πολλά άλλα...

Σλανγκοφοριάζουσα: Άσε, αυτός ο καβουροσλανγκόσαυρος είναι σκέτη κόλαση! Σωστό cilf! Πολύ τακτικός, πολύ νοικοκυρεμένος, πολύ εργατικός, καβουροσλανγκοσαυράκι για σπίτι! Δουλεύει σαν albilf σου λέω!
Φίλη της: Ηλικίες έχουμε τεστάρει; Κι αν σου βγει κανάς gilf;
Σ.: Αξίζει τον κόπο η προσπάθεια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

To liberté, égalité, fraternité = «ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη» είναι το έμβλημα της Republique Française (Γαλλική Δημοκρατία), που ανδρώθηκε με τους αγώνες της Γαλλικής Επανάστασης και σύμβολο την Marianne. Πρόκειται για τις τρεις μεγαλύτερες αξίες της δημοκρατίας.

Το liberté, égalité, frappernité = «ελευθερία, ισότητα, φραπεδοσύνη» είναι το έμβλημα της Republique Liliannaise, που στήθηκε με τους ηρωϊκούς αγώνες των Σλάνγκων Δράκων και σύμβολο την Lilianne. Πρόκειται για τις τρεις μεγάλες αξίες του σλανγκισμού, ήτοι: Την ελευθερία, τον σλανγκικό φιλελευθερισμό του laisser faire- laisser slanguer, ενάντια στο «παλαιό καθεστώς» (ancien régime) των σλανγκαρχίδηδων. Την ισότητα όλων απέναντι στην αστροδοσία, η οποία εξασφαλίζεται από τον πεφωτισμένο ρουμανισμό. Και την «φραπεδοσύνη», δηλαδή την αλληλεγγύη που σμιλεύεται μεταξύ των κοινώς φραπεδιαζομένων. Ήτοι, για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του Vrastaman, «την κοινή μαλακία (με την καλή έννοια) που δέρνει και δένει τους Σλάνγκους, δημιουργώντας ένα esprit de groupe». Χαρακτηριστικό αυτού του πνεύματος αλληλεγγύης και «ερωτικής αλληλοπεριχώρησης» (για να πω τον γιανναρισμό μου) είναι τα διάφορα sagas με δεκάδες λήμματα, όπως το φραπέ-saga, το μύδι-saga, το lol-saga, και πολλά άλλα. Και βέβαια το σαπούνι κατασκευής μας με πρωταγωνίστρια το Λίλιαν.

Πηγή: Vrastaman.

Μερικά saga, που σφράγισαν τις αξίες του liberté, égalité, frappernité:

  1. φραπέ, το:

γενιά του φραπέ, η, κατάσταση φραπέ, περσόνα νον φράπα (persona non frappa), η, ποδοφραπέ, το, φράπα, η, φραπεδάιζερ/ frappedizer, φραπεδέλα, φραπεδιά, η, φραπεδιάρα, η, φραπεδιόλα, φραπεδοκουβέντες, φραπεδούμπα, φραπελιά, η, φραπεδούπολη, φραπενείο, το, φραπενές, ο, φραπόγαλο, φραπογαλιέρα, φτιάχνω φραπέ, ντεκαφεϊνέ, ντικάφ, decaf

  1. lol, λολ:

καραλόλ, το, λολ (lol), λόλα, η Λόλα που τα κάνει όλα, λολίτα, λολοφιόγκος, ο, lol-some, lol-οκαύτωμα, lolen, Loles, rotf-lol, Μ.Α.Ο, Χείρα του Μ.Α.Ο., η / Χήρα του Μ.Α.Ο., η, LMFAO κ.λπ., φορ τεχ λουλζ.

  1. μήδι:

αρχίδια - μύδια, μούλτι μύδια, τα, μπαγιάτικο μύδι, το, μύδια, μύδια, τα, μυδίαμα, το, παλαμύδι, Τι κάνει νιάου νιάου στα κεραμύδια, τρώω το μύδι με το τσόφλι, φίδιν μύδιν, αρχιμύδεια, η, Δυομύδης, μουνούχω, η/ ευνουχομούνα, η/ μύδουσα, η, αιδοίο το οδοντοφόρο - δαγκανόμουνο - vagina dentata, οδοντογλειφίδα, η, οδοντόπαστα, η, γαμήδια, παλαμήδι, το.

Και πολλά άλλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος μπαγαπόντη τρολεατζή, που συχνάζει στις φοράδες και τα κουβεντοδωμάτια και συστήνεται ως Αναΐς, ενώ στο τέλος αποδεικνύεται Παναής. Το χειρότερο είναι να σου κλείσει και ραντεβού από κοντά.

Ασίστ: Vrastaman.

Μια παρεξήγηση της Ironick έγινε αφορμή ο Τάκης Βρωμοστομίδης να θεωρηθεί Βρωμοκουβέντα/ Βρωμόστομη στο θηλυκό, αλλά ύστερα από έναν συμβιβασμό στο ουδέτερο «Ντέρτι»/ «Βρωμόλογο» βγήκε τελικά απ' την ντουλάπα ως e-Παναής.

Από το Παναής. (από Hank, 23/02/09)αφιερονετε εξερετικα (από ο αυτοκτονημενος, 23/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified