Ήρθε κι έδεσε. Τα βρήκαμε τα λεφτά μας. Την κάτσαμε τη βάρκα.

Ομόηχα: πέσαμε μούτσο, παίξαμε μούτσο

Καμία σχέση: μάτσα μούτσα, αφεντομουτσουνάρα, ο μούτσος που γαμούσαμε έγινε καπετάνιος

Μάιστα ... Δέσαμε μούτσο ... Όλα του γάμου δύσκολα κι η νύφη τραβεστί ...

(Σ.σ. - το γεγονός ότι ορισμός και παράδειγμα βγήκαν μόνον με εσωτερικά λυνξ = δείγμα ωριμότητας του slang.gr)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος λημματώδης πυρετός προκύπτει με παράφραση του όρου λοιμώδης πυρετός και αφορά το σλανγκικό περιβάλλον.

Όπως ο πυρετός αφορά κατάσταση που χαρακτηρίζεται κυρίως από μη φυσιολογική άνοδο της θερμικής ενέργειας του σώματος κι εκδηλώνεται με αύξηση της θερμοκρασίας, αντίστοιχα κι ο λημματώδης πυρετός αφορά μη συνηθισμένη αύξηση της σλανγκοδιανοητικής ενέργειας ενός Σλάνγκου Δράκου κι εκδηλώνεται με ενδυνάμωση της σχετικής έμπνευσης και με την αύξηση της ικανότητας μετουσίωσής της, στη δημιουργία πολλών και καλών λημμάτων.

Για την πτώση του πυρετού συνίσταται ομοιοπαθητική αντιμετώπιση του προβλήματος. Χρειάζεται επείγουσα λημματοθεραπεία.

Γι' αυτό και συνιστάται κατά το γόνιμο χρονικό διάστημα της συγκεκριμένης «εμπύρετης κατάστασης», ο «ασθενής», να πάρει λημματοδοτική άδεια, όπως θα έπαιρνε αναρρωτική άδεια, αν ήταν πραγματικά εμπύρετος, ώστε να μπορεί να αφοσιωθεί απερίσπαστα, στο δημιουργικό έργο του. Λέμε τώρα!

- Έκατσα απ' το μεσημέρι, γράφοντας ασταμάτητα τα... λήμματα. Έχουν περάσει δέκα ώρες και πηγαίνω σφαιράδην. Κατάσταση ντούρασελ! Μιλάμε για την ...έμπνευση, τη ...δημιουργία.
- Λημματώδης πυρετός, ε; Σε πήρα για να βρεθούμε, αλλά φοβάμαι μη με κολλήσεις.
- Λολ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν οι κότες έχουν γεννητούρια, κακαρίζουν για να διαλαλήσουν τη χαρά της δημιουργίας τους, για το καινούριο αυγό που κατάφεραν να φέρουν στον κόσμο. Χαίρονται γιατί κατόρθωσαν να πιάσουν, το στόχο του ημερήσιου πρότζεκτ τους.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, ο ντόρος (κακάρισμα), είναι ένδειξη δημιουργίας ενός σημαντικού γεγονότος (γέννηση αυγού).

Ερχόμαστε τώρα στην ερμηνεία της ατάκας του συγκεκριμένου λήμματος, όπου ο ποιητής μολογάει, πως: αντίθετα με τα παραπάνω, αλλού γίνεται ο ντόρος κι ο θόρυβος (κακάρισμα) κι αλλού γίνεται το σημαντικό γεγονός (αυγό).

Ορισμένες κλασσικές περιπτώσεις που μπορεί να συμβαίνει αυτό, παρουσιάζονται παρακάτω:

1) Κάποιοι που είναι αμέτοχοι σε ένα τομέα, ή κάποιοι που ασχολούνται με επουσιώδη θέματα του τομέα αυτού, κάνουν την τρίχα τριχιά, κάνοντας τον...ντόρο, ενώ αυτοί που ασχολούνται με τα ουσιώδη, λειτουργούν αθόρυβα. (βλ. παρ. 1).

2) Κάποιοι κάνουν ντόρο για επουσιώδη πράγματα, ενώ στα μουλωχτά κάνουν τα ουσιώδη. (βλ.παρ.2).

3) Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις του λόγου (γραπτού και προφορικού), που επιχειρείται γεφύρωμα διαφορετικών περιπτώσεων.

Στα καθ' ημάς (σλανγκικός μικρόκοσμος), ο όρος, θα μπορούσε να χρησιμεύσει κατά το πέρασμα από την κλασσική, στη σλανγκική σημασία ενός λήμματος. (κάτι που προσωπικά χρησιμοποιώ σε διάφορα λήμματα). Να πως γίνεται αυτό:

Ξεκινάμε πολλές φορές να αναλύουμε ένα θέμα και στην πορεία εμφανίζουμε κάποιο στοιχείο (το στοιχείο του ντόρου), που θυμίζει μια συγκεκριμένη πιθανή κατεύθυνση της ροής του λόγου. Τότε μέσω χρήσης του συγκεκριμένου όρου, προσπερνάμε το παραπλανητικό στοιχείο (το στοιχείο του ντόρου) και πάμε επεξηγηματικά προς την ουσία, προς το σημαντικό δηλαδή στοιχείο της περίπτωσης μας. (βλ. παρ. 3).

Συναφής έκφραση: Αλλού το όνειρο κι αλλού το θάμα.

Τις ευχαριστίες μου στην κοντέσα Βαλέραινα.

  1. - Όταν στην εταιρεία μας, καταπιανόμαστε με κάποια μικροεπένδυση, φωνάζουμε πως κάνουμε κοσμογονικό έργο, την ώρα που οι ανταγωνιστές μας κάνουν αθόρυβα, επενδύσεις στρατηγικής σημασίας.
    - Εμ, αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννάνε οι κότες φίλε μου. Γι' αυτό και πάμε απ' το κακό στο χειρότερο.

  2. - Κάποιοι εργατοπατέρες κάνουν ντόρο, για απλά εργατικά ζητήματα, μπρος σε δημοσιοκαφρικά παράθυρα ενώ στη ζούλατα κάνουν πλακάκια με τους άρχοντες της διαπλοκής. - Ε δεν το ξέρεις... Αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννάνε οι κότες.

  3. Μια απάντηση που περιέχει τον όρο, συγγενείς απ' της συκιάς το γάλα
    (το γαλακτώδες υγρό που περιέχουν τα ανώριμα σύκα), θυμίζει μεν... τον όρο συγγενείς απ' της μάνας το γάλα... αλλά... αλλά.... αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννάνε οι κότες!. Όταν εκφέρουμε τον όρο, υποδηλώνουμε εμφατικά και με χιουμοριστικό τόνο, πως δεν υπάρχει καμιά συγγένεια μεταξύ μας (ή αν υπάρχει είναι τόσο μακρινή, ώστε να μη λογίζεται ως συγγένεια), αφού απ' της συκιάς το γάλα μπορεί να πιει οποιοσδήποτε, εν αντιθέσει με το γάλα της μάνας το οποίο παραπέμπει σε αδελφική συγγένεια (ύψιστη μορφή συγγένειας).
    Δες

(από GATZMAN, 03/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1. Σάη ή φλώρουμ που έχει καταντήσει σκέτο εργοτάξιοΗΛΠΑΠ από τον καταιγισμό τρόλεϊ.

2. Μεγάλη συνομοταξία από ιντερνετομαλάκες, σπαστήρες, βιζιτούδες, ποντοκλαίουσες, e-μπούληδες, κλικαδόρους, e-Παναήδες, μπαγαποντοδότες, κ.α. μικυμάου.

[Λολ. τρολ- + -κομείο, κατά το μπουρδελοκομείο].

- Να ταΐζετε τους καβουροσλανγκόσαυρους, όχι τα τρολοκομεία!
(αρχαίον απαύγασμα σοφίας)

- Συνταγές για τρολοκομεία!
(εδώ)

- χαχαχαχχαχα , ρε τρολοκομειο ακομα δεν ηρθες αρχισες να με κοροιδευεις;;;;;;
(νταξ, αυτό παίζει να είναι και τυπογραφικό)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση έμπνευσης όπου ο αργκοδαίμων επιδίδεται σε ακατάσχετη αργκογραφία και αργκολογία, πολλές φορές εκνευρίζοντας τους οικείους του με αυτή του την εμμονή.

Σε περιπτώσεις οξείας αργκοδαιμονίας οι αργκίατροι συνιστούν αργκανάπαυση, αποχή από αργκογενή και αργκογόνα περιβάλλοντα (π.χ. slang.gr) και αργκαγωγή με εκλεκτικούς αναστολείς επαναπρόσληψης αργκοτονίνης (Selective Argotonin Re-Uptake Inhibitors - SARIs).

- Τα 'μαθες κολλητάρι;
- Τι έγινε ρε Μήτσο;
- Ρε συ τον Μπάμπη, τον κλείσανε μέσα.
- Μέσα πού, ρε;
- Στο Αιγινήτειο. Μας είχε ταράξει όλους με την αργκοδαιμονία του, κοντεύαμε να βγάλουμε σπυριά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν μια ιδιωματική διάλεκτος τείνει να εκλείψει, ελλείψει ομιλητών.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα: τα καλιαρντά.

Ἡ φθοροποιὸς ἐπίδρασις τῶν μικροαστῶν ἔγκειται εἰς τὸ ὅτι δὲν γεννοῦν τίποτε. Ἁπλῶς καταναλίσκουν. Ὅ,τι πιάνουν γίνεται στάχτη καὶ μπούρμπουλη (ἐκ παραφθορᾶς τοῦ λατινικοῦ pulver=σκόνη), ἀκριβῶς διότι ὅ,τι δὲν (ἀνα)γεννᾶται, θνήσκει. Ἀνακατεύτηκε ἡ κοινωνία, ἐδόθησαν «τὰ ἅγια τοῖς κυσί», φάνηκε καὶ τὸ AIDS, ἀπενοχοποιήθηκε ἡ πουστία, χάθηκαν τὰ καλιαρντά. Τὰ σήμερα λεγόμενα καλιαρντὰ τοῦ Ψινάκη κλπ (δὲν ἔχω τπτ μὲ τὸν ἄνθρωπο, σοβαρὸς ἐπαγγελματίας εἶναι, μέχρι καὶ ὁ Καρατζαφέρης τὸ λέει) δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μὲ τὰ veritable: Εἶναι ξεπεσμένα, λεξιπενικὰ καὶ ψευτισμένα, ὅπως καὶ ὅλα τὰ ἄλλα τοῦ τέλους ἐποχῆς (ὅρα καὶ ὁρισμὸ [2008]τοῦ συσλάγκου Papara). Δὲν διασώζουν τίποτε ἄλλο, παρὰ τὸ ὗφος καὶ τὴν τσαχπινιὰ τῶν καλιαρντῶν, μεταφυτευμένα βεβαίως στὸ σύγχρονο πλαίσιο τῆς ὑστέρας ἐποχῆς.

(Ο επιφανής σλάνγκος aias.ath περιγράφει τον αργκό θάνατο των καλιαρντών χρησιμοποιώντας συντακτικό που δυστυχώς επίσης αργκοπεθαίνει).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

αυτοτρολάρω, τρολάρω τον εαυτό μου

Το αυτοτρολάρισμα είναι ο νέος αυτοσαρκασμός, πουτανόθρεμμα του ιντερνετιού και των κοινωνικών δικτύωνε.

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες ανθρώπων που αυτο-τρολάρουν: ετοιμόλογοι και χιουμορίστες που σερβίρουν στα τρόλια λίγο από το δικό τους δηλητήριο, και ορισμένα κακεντρεχή ή / και βλακώδη παθητικοεπιθετικά καραγκιοζάκια. Στην δεύτερη κατηγορία εμπίπτουν και όσοι διατυπώνουν τον ινσεψιοπλεονασμό: «αυτοτρολάρω τον εαυτό μου».

Πάντως έχει πάρει για τα καλά τον δρόμο των ξύλινων κλισέ, καθώς πιπιλίζεται και φοριέται με αυξανόμενη συχνότητα από τηλεμαϊντανούς και δημοσιοκάφρους.

1.
Επικό (αυτο)τρολάρισμα του Άδωνι

2.
Αυτοτρολλάρω τον εαυτό μου με αυτό το ποστ αλλά τι να γίνει... πάνω απ'όλα είμαι δίκαιος!

3.
οταν σταματησει να αυτοτρολλαρει την ιδια του την φυση το κκε και εφαρμοσει την ριζοσπαστικοτητα του,μπορει και να πιστεψω αυτα που λεει

4.
Η νέα περιφερειάρχης Αττικής Ρένα Δούρου διαθέτει χιούμορ και μάλιστα καυστικό. Με αφορμή φωτό που την εμφανίζει να χειροκροτεί ζεμπεκιά του Άκη Τσοχατζόπουλου, τρολλάρει τον εαυτό της (βλ. μύδια)

5.
LOL: Η Νέα Δημοκρατία τρολάρει τον εαυτό της. Πολύ γέλιο με εντολή Σαμαρά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δοτική, (με υπογεγραμμένη κανονικά για τους αρχαιόκαυλους) που δηλώνει ότι η σλανγκ, όπως ακριβώς και η ποίηση, διεκδικεί μια παραπάνω ελευθερία να κάνει ό,τι συνειρμούς, συσχετισμούς και καινοτομίες της καυλώσει. Λέγεται και «σλανγκική αηδία», όταν ο Σλάνγκος Δράκος το παρακάνει!

- Το σωστό γραμματικά είναι «ιδίοις πούτσοις» ή «ιδίαις πούτσαις», όχι «ιδίοις πούτσασι».
- Ναι, αλλά το λέω σλανγκική αδεία, όπως μου καυλώσει, όπως μου το υπαγορεύσει το σλανγκικό μου αισθητήριο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η ενδόμυχος ανάγκη κάποιου να σταματήσει να νιώθει σλαγκικά αναλφάβητος, ώστε να μπορεί να συγχρωτίζεται με άλλους που κατέχουν τη σλανγκική διάλεκτο, για να μην κινδυνεύει να απομονωθεί γλωσσικά και να περιθωριοποιηθεί κοινωνικά ως τελευταίος των Μοϊκανών, χρήζει ανάγκη θεραπείας.

Η συνιστώμενη θεραπεία σ' αυτή την περίπτωση, λέγεται λημματοθεραπεία και περιλαμβάνει:

Ανάγνωση λημμάτων από το slang.gr και πρακτική εξάσκηση. Κατά την πρακτική εξάσκηση, οι άλλοι μπορεί να κάνουν κάποιον, ομελέτα απ' τα αυγά, αλλά δεν πειράζει, γιατί αφενός τα αυγά έχουν πρωτεΐνες κι αφεδύο αν δε βρέξει κανείς κώλο, ψάρι δεν τρώει. Θα μπορούσε ο τύπος , να ανατρέξει στο site, να βρει το λήμμα που ψάχνει κι αν δεν καλυφθεί, να κάνει ερώτηση σε σχόλιο. Επίσης θα μπορούσε να ανοίξει λογαριασμό και να καταθέσει έναν άγνωστο όρο στο Δ.Π. Για την περίπτωση αυτή, βλ. παράδειγμα 1.

  1. Εδώ η λήμματοθεραπεία λειτουργεί σα μέθοδος εργασιοθεραπείας. Η εργασία εδώ, αφορά τη συγγραφή λημμάτων στο slang. gr. Αυτή η δημιουργική μέθοδος θεραπείας δρα ως φάρμακο κατά της ανίας και της πλήξης που μπορεί να δέρνει ορισμένους, τόσο κατά τον ελεύθερο χρόνο, όσο και κατά τα μεγάλα διαστήματα απραγίας, ειδικά στο δημόσιο τομέα. (βλ. παράδειγμα 2)

Σημείωση: Η υπερβολική λημματοθεραπεία, μπορεί να γίνει αιτία για να μείνουν άλλες δουλειές πίσω, να δημιουργηθούν καυγάδες με συνεργάτες, προϊσταμένους, σύζυγο, φίλους που στήσαμε στο ραντεβού, κλπ. Άρα πρέπει να παίξουμε, αντίθετα με το δόγμα αυτού του λήμματος. Ωστόσο τα πρέπει, πολλές φορές αποδεικνύονται ευσεβείς πόθοι και θεωρητικές αρλούμπες.

  1. - Έλειπα τρία χρόνια στο εξωτερικό και μου φαίνεται πως έχασα τη μπάλα. Δεν μπορώ ρε εσύ, να καταλάβω τι λέει ο κόσμος. Αισθάνομαι ούφο με σκούφο.
    - Μη σκας φιλαράκι, η κατάσταση σου δεν είναι ανίατη. Ήδη χρησιμοποίησες δύο φράσεις της σλανγκικής διαλέκτου. Θεραπεία υπάρχει κι είναι απολύτως εγγυημένη.
    - Δηλαδή;
    - Χρειάζεσαι επείγουσα λημματοθεραπεία.
    - Κάντο μου λιανά.
    - Υπολογιστή έχεις. Κάτσε και διάβαζε λήμματα απο το slang.gr. Αατα
    - Ε;

  2. Σε γραφείο ψυχίατρου (που τυγχάνει να 'ναι και σλανγκιστής).
    - Πλήττω, πλήττω, πλήττω. Τι να κάνω γιατρέ μου;
    - Μου 'πες ότι είσαι δημόσιος υπάλληλος, ε;
    - Ναι και κάνω υπηρεσία γραφείου χρησιμοποιώντας Η/Υ.
    - Υπέροχα. Μία είναι η λύση. Μη το συζητάς καθόλου. Πέρα από γιαλομιές κι άλλες μαλακίες. Επείγουσα λημματοθεραπεία χρειάζεσαι. Το αντιμετώπιζα κι εγώ, γιατί οπως βλέπεις, δουλειά δεν έχω, μύγες βαράω. Κάνω λημματοθεραπεία εδώ και δυο μήνες κι έχω θεραπευτεί πλήρως.
    - Τι να κάνω δηλαδή;
    - Να γράφεις με τις ώρες, λήμματα στο slang.gr. Προ και μετά φαγητού. Θα δεις άμεσα αποτελέσματα. Έλα να σου δείξω τι θα κάνεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτοαναφορικά, λέγεται σε περιπτώσεις πετυχημένης χρήσης ενός λήμματος προερχομένου εκ σλανγκρ, όπου σε κάθε άλλη περίπτωση, για να αποδοθεί το ίδιο ορθά και εντυπωσιακά αυτό που θέλαμε να πούμε, θα χρειαζόταν μια ολόκληρη παράγραφος και βάλε.

Εκ του «γλώσσα λανθάνουσα αλήθειαν λέγει», χωρίς να έχει και πολλή σχέση όμως.

Φανταστικός διάλογος στο σλανγκ ντοτ γκρ:

Putzinstitutgraduate: Πω ρε φίλε, μιλάμε το συγκρότημα γαμεί! Thunder σαν να μπαίνει η άνοιξη, κανονικά...

Kavliprizenominate: Γλώσσα σλανγκίζουσα αλήθεια λέγει! Τι να πω, με κάλυψες!

Απο το "Dictionary of the Vulgar Tongue", 1811 (από Vrastaman, 29/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified