Further tags

Έκφραση χαράς απο στρατιώτη που τρελένεται καθώς κοντεύει να απολυθεί. Συναντάται μαζί με το απολελέ.

Απολελέ και τρελελέ ποντίκια!

Got a better definition? Add it!

Published

Συντομογραφία και ανασύνταξη του την κάνω, δηλαδή φεύγω, αποχωρώ.

Την-κά-νω -> Τη-γκα-νά

- Πότε θα τελειώσετε με τα ποτά; Πήγε 6 η ώρα άντε, εγώ τηγκανά παιδιά να ξέρετε.

βλ. και τιγκανά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρηματική έκφραση που εμφανίζεται πάντα στον αόριστο και θυμίζει κροάτη τερματοφύλακα. Χρησιμοποιείται κυρίως ως λέξη μπαλαντέρ σε στιγμές αδυναμίας προσδιορισμού της κατάλληλης λέξης. Έχει συνήθως αρνητική σημασία.

  1. Πωωω, μαλάκα, πλετήκωσα... Έφαγα κοντά ένα ταψί...

  2. - Άσε μαλάκα σκατά τά 'κανα, βγήκα με την άλλη και πλετήκωσα...
    - Τι πλετήκωσες ρε χαλβά; Έτσι σου 'πα γω να κάνεις;

Croatian goalkeeper Stipe Pletikosa (από allivegp, 26/06/09)

βλ. και έγκωσα, ερέντηρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

lvliazo, leveliazo, levelιάζω.

Χρησιμοποιείται σε ηλεκτρονικά παιχνίδια κατά αποκλειστικότητα. Σημαίνει η γρήγορη απόκτηση level που θα σε πωρώσει ακόμα περισσότερο με το παιχνίδι, με αποτέλεσμα την απώλεια χρημάτων και την πρόσληψη βάρους, μια που όλη η ημέρα θα καταναλώνεται στον υπολογιστή, που καταναλώνει ρεύμα και εσείς με τη σειρά σας θα καταναλώνετε συνέχεια φαγητό μια που θα κουράζεστε από της αλλεπάλληλες μάχες με τέρατα ή άλλους παίκτες.

Κοίτα τον να δεις! Λεβελιάζει όσο γρήγορα τρώει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στασιμότητα, βαρεμάρα, παρακμή.

- Τι νέα ρε;
- Σαπίλααααα... τα ίδια και τα ίδια, δουλειά, σπίτι και WoW.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι εντελώς απίστευτο, κουφό, άκυρο, καμένο.

  1. Χάχαχα!! Ρε μαλάκα, δεν υπάρχει αυτό το ανέκδοτο που είπες!!

  2. Τι καμένη ταινία! Δεν υπάρχει, μιλάμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γράφω σε blog. Ανεβάζω, κάνω upload. Από το Αγγλικό ρήμα to post.

Πρόλαβα να ποστάρω πρώτος σε αυτή την τελεταυταία απόπειρα των κουρελιών να δημιουργήσουν μια διαδικτυακή οντότητα για το βιβλίο άλλου στυλ.

(Το αντέγραψα με copy and paste από blog χωρίς να αλλάξω τίποτε.)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα παραδοχής, δήλωσης και διαδήλωσης της ανικανότητας τέλεσης μιας ολοκληρωμένης πράξης. Χρησιμοποιείται κυρίως σε καταστάσεις στων οποίων τις απαιτήσεις ο ομιλών γνωρίζει εκ των προτέρων ότι δεν μπορεί να αντεπεξέλθει, αλλά δεσμεύεται φιλότιμα να κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί.

- Κοίταξε να δεις Τάσο, μεθαύριο πρέπει να κάνεις διάλεξη με θέμα: «ισοτρονικοί υπεραγωγοί: εφαρμογές στην ψύξη αβοκάντο, παρελθόν, παρόν και μέλλον». Θα παραστούν όλοι οι ειδικοί αβοκαντολόγοι. Πρέπει να εκπροσωπήσεις την ερευνητική ομάδα του πανεπιστημίου μας επάξια.
- Νταξ. Θα λάβω τα ημίμετρά μου κύριε καθηγητά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται όταν πιάνουν επ' αυτοφώρω έναν παπά με τα σώβρακα κάτω και άλλον έναν από πίσω, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο. Είναι άξιον απορίας ψάλτου βηξ γιατί να υπάρχει έκφραση για ένα τόσο σπάνιο φαινόμενο, αφού η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι ο θεματοφύλαξ της ηθικής και καταπολεμά την αρρώστια της ομοφυλοφιλίας.

Συναφές με το κλασσικό:
«– Πώς γίνεσαι ηγούμενος;
Σε πηδάει ο προηγούμενος

Χρησιμοποιείται και ως εμφατικό του «μας πιάσανε στα πράσα», ούτως ώστε να μην πέσει σε πλήρη αχρηστία λόγω των προαναφερθέντων.

– Έτσι, παπα-Φίλιπς, ρούφα μου τη σκόνη!!
– Σλουρπ!!!
– Έτσι, έτσι!! Πάρε και την κοινωνία στα γένια τώρα!!
– Τι κάνετε εδώ στο εξομολογητήριο, πάτερ-Εκτάριε;
– Ούυυπς!! Μας πιάσανε στα πράσα και δεν φοράμε ράσα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μίζα. Πρόκειται για αναγραμματισμό του Siemens, της γνωστής γερμανικής εταιρείας λιπαντικών.

Η βουλευτική ασυλία επιχειρεί να αποκρύπτει το έτερο αναγραμματισμό της λέξης miesens, nemesis, εκ του «νέμω δίκαια» που σημαίνει «θεία δίκη».

- Το τελικό κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 δεν έχει ακόμα υπολογισθεί!
- Miesens, γαρ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified