Further tags

Μπάχαλο, ρημαδιό, ξεσάλωμα μέχρι να μας μαζέψουν, μπουρδέλο φάση.

Συνήθως στην έκφραση τα κάνω πουτάνα όλα.

Μάλλον φανταρίστικη ατάκα.

  1. Μπαίνω μες το σπίτι και τι να δω: είχα ξεχάσει πόρτες-παράθυρα ανοιχτά στη μπόρα και γίνανε πουτάνα όλα. Χαρτιά σκορπισμένα, φύλλα απ' έξω, νερά παντού, χταπόδια...

  2. - Κύριε Διοικητά δείξτε λίγη επιείκια, απολύονται τα παιδιά σήμερα γι' αυτό τα κάνανε χθες πουτάνα όλα μες το θάλαμο...
    - Σκασμός ανάγωγε! Και πάρτε 100 μέρες φυλακή να μοιραστείτε όσοι δεν απολύεστε! Εδώ είναι στρατός δεν είναι καραπουτσαριό!
    [Απολυόμενος από το βάθος, ακόμα σουρωμένος:]
    - Λέμε τώρα...

(από xalikoutis, 05/02/14)(από xalikoutis, 25/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που αναφέρεται σε ένα μελλοντικό και, υπό Κ.Σ., μάλλον βέβαιο γεγονός, το οποίο όμως μπορεί να αναβληθεί ανάλογα με την συμπεριφορά του ομιλητή ή του συνομιλητή του επ' αόριστον. Λέγεται και ως απειλή.

Κλασική καραβανίστικη απειλή σε φαντάρους.

  1. - Έλα λίγη ζωηράδα η ίλη! Πιάστε το φύλλινγκ!
    - Δεν προλαβαίνουμε κυρ ίλαρχε! Στα λελέ μας είμαστε!
    - Ψηλέ πρόσεξε τι λες γιατί η απόλυση είναι κινητή εορτή. Ντάξει;
    - Μάστα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαντάκωμα, μπιφτέκωμα. Φαινόμενο δηλαδής, κατά το οποίο ο φαντάρος του χ λόχου, που είναι 481 (το σήμερα εννοείται) πριν απολυθεί. Έχει Καλλιόπη, μετά χόκεϊ επί λίπους (μαγειρία) και το βράδυ βάρδια στην πύλη. Συνήθως η μέρα είναι Παρασκευή, και την άλλη μέρα έρχεται και ο χ συνταγματάρχης για επιθεώρηση.

- Εσένα σε βλέπω παρφουμαρισμένο ρε Καραμήτρο. Πάλι έξοδο ρε ψάρακα;
- Ναι ρε Μπουρδάνο, εμένα όλο άδειες μου δίνει ο Τζουνάκος. Μπουζούκια κι έτσι. Εσύ;
- Εγώ πάλι πήξιμο.

Το πήξιμο σε όλα τα σώματα! (από Cunning Linguist, 23/08/10)

Βλ. και σχετικά λήμματα πήζω, έχει πήξει το μουνί μας, πυξλαμούν

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κραυγή ενθουσιασμού του δημοσίου υπαλλήλου, που μπορεί να τα ξύνει με την ησυχία του στο Δημόσιο μονιμοποιημένος, αντί να τον τρέχει στον ιδιωτικό τομέα ο κάθε ρουμάνος.

«Φορέβα» από το «for ever», όπως καθιέρωσαν τα Ημισκούμπρια.

Δεν θέλω κάτσε σήκω, ανέβα και κατέβα,
γιατί τα ξύνω μόνιμα, Δημόσιο φορέβα!
(Ημισκούμπρια)

Δημόσιο φορέβα (από Dirty Talking, 13/02/09)συμβαίνει κ αλλού (από gaidouragathos, 11/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «μετερίζι», λέξη που πέρασε στη γλώσσα μας από τα τουρκικά, αλλά με ρίζα στα φαρσί [φαρσ. meteris, -iz], περιγράφει τη θέση μάχης που λαμβάνεται με προφύλαξη από τα πυρά του εχθρού σε κάποιο σταθερό σημείο.

Μεταφορικά χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον ορκισμένο αγώνα κάποιου, για σκοπό τον οποίο θεωρεί ιερό.

  1. Παραθέτω απόσπασμα άρθρου από το διαδίκτυο:

Κατα την περίοδο 1990-91 ο εν λόγω τότε βουλευτής εκλήθη να υπηρετήσει την στρατιωτική του θητεία. Τότε λοιπόν το σώμα ψήφισε νόμο για την συγκεκριμένη περίπτωση, έτσι ώστε να υπηρετήσει μονάχα 6 μήνες. Η ατάκα -ιστορική από τότε- που βγήκε από το στόμα του νεαρού βουλευτή Βουλγαράκη ήταν: «εγώ υπηρετώ από άλλο μετερίζι»

  1. Άρθρο της Ελευθεροτυπίας

Λάρισα: 2.000 τρακτέρ στο μετερίζι της Νίκαιας

Στη Νίκαια Λάρισας και στον Προμαχώνα Σερρών χτυπά από χθες η «καρδιά» αυτής της αγροτικής κινητοποίησης. Είναι τα μόνα πλέον μεγάλα μπλόκα, στα οποία έχουν σπεύσει και τα τρακτέρ από άλλα μπλόκα που έχουν διαλυθεί. Τον αγώνα συνεχίζουν και οι Κρητικοί αγρότες, που σκοπεύουν να έρθουν στην Αθήνα και να πολιορκήσουν το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης.

Κι αυτός σε μετερίζι, εξ απαλών ονύχων... (από krepsinis, 12/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φάρμακο που χρησιμοποιείται κυρίως κατά την διάρκεια της στρατιωτικής θητείας. Χρησιμοποιείται για στιγμές ανίας, βαρεμάρας, ρουτίνας ή ακόμα και για πολύ πιεστικές καταστάσεις.

- Πω, Πω ρε παιδία δεν μπορώ άλλο εδω μέσα!!! Κάθε μέρα σκοπιά 2-4 τα χαράματα! Δεν την παλεύω άλλο!!!
- Ένταξει ρε ψηλέ! Πως κάνεις έτσι; Πάρε αντιπαλευόν!!

Από το ΦΑΔ της Λήμνου... (από Cunning Linguist, 23/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο στρατιώτης που έχει άδεια (έξοδο).

- Δεν την παλεύω άλλο ρε Νώντα!
- Υπομονή φίλε μου, σε μερικές μέρες θα είμαστε κι εμείς εξοδούχοι!

Εξοδούχοι στις 18.00, που θα φύγουν με τιμητική 3ημερη, λόγω παρέλασης (από krepsinis, 10/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αριστερίστικο επιφώνημα που σημαίνει «θα νικήσουμε» και θυμίζει Τσε Γκεβάρα και απελευθέρωση της Λατινικής Αμερικής.

Έχει χρησιμοποιηθεί τόσο πολύ από αριστερούς γνήσιους ή ντεμέκ, που η σημασία από πολιτική έχει αγκαλιάσει όλων των ειδών τις νίκες, αλλά κυρίως τις απέλπιδες που γίνονται με δυσμενείς αφετηριακές συνθήκες.

-Πάλι σε κέρασε χυλόπιτα το Λίλιαν;
-Ναι, αλλά έχω εμπιστοσύνη στον εαυτό μου! Βεντσερέμος! Θα πέσει στο τέλος, θα το δεις!
-Αυτά έλεγε κι ο Δον Κιχώτης...

(από Hank, 21/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για τον τύπο που τα θέλει όλα, που θέλει και την πίτα αφάγωτη και τον σκύλο χορτάτο, που θέλει το μουνί στο πιάτο.

Βγήκε από το μέτρο του δακτυλίου, δες εκεί, ή τουλάχιστον καθιερώθηκε από αυτό. Μπορεί να υπήρχε και νωρίτερα.

Εγώ με τις ιδέες μου, κι εσείς με τα λεφτά σας
Νομίζω πως τα θέλετε μονά-ζυγά δικά σας
Δεν θέλω την κουβέντα σας, ούτε τη γνωριμία σας.

Νικόλας Άσιμος

"Μονά ζυγά τα θέλεις δικά σου, γιατί είναι πέτρα η καρδιά σου". (από Hank, 07/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει χώνω η αγγαρεύω κάποιον. Το μπιφτέκωμα ετυμολογείται εκ της στρατιωτικής ορολογίας τρώω μπιφτέκι, συνώνυμο του τρώω αγγούρι. Η έκφραση έχει παρεισφρήσει και στην πραγματική οικονομία.

- Είσαι για κάνα φραπέ το βράδυ;
- Άσε ρε φίλε ο ρουμάνος και πάλι με μπιφτέκωσε. Θα ξενυχτήσω αποδελτιώνοντας τσιμπιδάκια...
- Μαύρη χελώνα σ' έχει κατουρήσει μ' αυτό το παπάρι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified